Ο μυλωνάς κι ο γάιδαρός του

 
Παιδικά / Μύθοι του Αισώπου

Mylonas_Gaidaros_mesa

 – Κοιτάξτε, καλέ, τους ανόητους! Πηγαίνουν ποδαρόδρομο κι αφήνουν το γαϊδούρι τους ξεφόρτωτο! Καλοπέραση ο γάιδαρος!

Ο μυλωνάς, που δικός του ήταν ο γάιδαρος, άκουσε τις κοροϊδίες των κοριτσιών που πέρασαν από μπροστά τους κι ανέβασε  τον γιο του στο γαϊδούρι τους.

– Μπα σε καλό τους, τις γρουσούζες, μας γλωσσόφαγαν… Τόσο δρόμο κάναμε, κοντεύουμε στην πόλη για το παζάρι, και να μας βγει ξινό!

Ο μυλωνάς κι ο γιος του συνέχισαν το δρόμο τους κι είχαν ελπίδες πως θα τον πουλούσαν τον γαϊδαράκο τους σε καλή τιμή.

– Το κακομαθημένο το νιάνιαρο στρογγυλοκάθεται στον γάιδαρο κι ο γέρος πατέρας αγκομαχάει πίσω του, κούνησαν τα κεφάλια τους δυο συντοπίτες τους, καθώς τους συνάντησαν στο τελευταίο τρίστρατο πριν το παζάρι.

Ο μυλωνάς μας αμέσως κατέβασε τον γιο του από το ζώο κι ανέβηκε ο ίδιος στο γαϊδούρι τους.

– Κατέβα γρήγορα, αρκετά καλοκάθισες, είπε στον γιο του και χαμογέλασε αμήχανα στους δύο γειτόνους του.

Μα λίγο παρακάτω, στην είσοδο της πλατείας μια συντροφιά από γυναίκες και παιδιά, καθώς τον έβλεπαν να κατηφορίζει για το παζάρι, φώναξαν:

– Καλέ, σου βαστάει η ψυχή να πηγαίνεις εσύ καβάλα και το καημένο το παιδάκι να μην μπορεί να σε προφτάσει;

Aχ, ο καημένος ο μυλωνάς μας, που ήθελε όλο τον κόσμο να ευχαριστήσει, έβαλε τον γιο του να καθίσει πίσω του, στα καπούλια του γαϊδάρου! Αλλά εκεί, μπροστά στην πλατεία που γινόταν το παζάρι, τον βλέπει ένας πρωτευουσιάνος κι αγριεμένος του φωνάζει:

– Θα σας καταγγείλω που παραφορτώνετε το δύστυχο το ζώο. Το σωστό είναι να κουβαλάτε εσείς το γάιδαρο κι όχι αυτός εσάς!

Τι να κάνει ο αγαθός ο μυλωνάς; Έδεσαν με τον γιο του τα πόδια του γαϊδάρου, πέρασαν ένα ξύλο και τον κρέμασαν στον ώμο τους. Τότε όμως όλοι, εμπορευάμενοι και περαστικοί, γυναίκες και παιδιά, σκάσανε στα γέλια. Από παντού τρέχανε να τους δουν.

– Τρέξτε, τρέξτε να δείτε τους τρελούς που κουβαλάνε το γαϊδούρι τους!

Ο μυλωνάς μας, ντροπιασμένος, πήρε τον γιο του, πήρε και το γαϊδούρι του και γύρισαν στο σπίτι τους και στο χωριό τους κι ούτε τους ματαείδαν…

Όποιος θέλει να τους ευχαριστήσει όλους, δεν ευχαριστεί κανέναν, μουρμούρισε η γυναίκα του θυμωμένη και δεν τον άφησε να ξαναπάει στην πόλη.

Απόδοση: Δ.Σ.
Αφήγηση: Μαρία Σαββοπούλου

Άκουσε την αφήγηση του μύθου

Μπορείς να δεις και μια διαφορετική απόδοση του μύθου