«Χαίρε, σοφών υπερβαίνουσα γνώσιν·. χαίρε, πιστών καταυγάζουσα φρένας»
12 Μαρτίου 2022“Ο άνθρωπος φύσει ορέγεται του ειδέναι”. Ο λόγος του φιλοσόφου είναι σημάδι της δωρεάς που λάβαμε οι άνθρωποι από τον Θεό, να αναζητούμε την γνώση για τον κόσμο στον οποίο ζούμε, αλλά και για το σύμπαν, όπως επίσης και για τον συνάνθρωπο και για τον εαυτό μας. Η γνώση, επειδή είναι κατεξοχήν ίδιον του νου μας, δηλαδή του εντός μας ανθρώπου, δεν εμποδίζεται από εξωτερικούς περιορισμούς. Ό,τι κι αν κάνουν βασιλείς και ηγεμόνες, άρχοντες λαών, κοινοτήτων και ομάδων, η γνώση μένει σ’ αυτόν που την αναζητεί, καθώς είναι συνδεδεμένη με την ελευθερία.
Υπάρχει όμως και γνώση που δεν είναι έργο του νου, ούτε εξηγείται με κριτήρια ορθολογιστικά. Την γνώση αυτή δεν την έχουν κατ’ ανάγκην οι σοφοί και οι επιστήμονες, διότι δεν κατακτιέται με παρατήρηση, πείραμα και συλλογισμούς. Είναι η γνώση της εμπειρίας, του βιώματος. Αυτή μπορεί και να καθιστά τον άνθρωπο που την έχει σοφό, κατά κάποιον τρόπο, ωστόσο έρχεται ως δώρο, ως χάρισμα. Την έχουμε μέσα από τις σχέσεις που αναπτύσσουμε στην ζωή μας και έχει να κάνει με το πώς αισθανόμαστε, ποια γνώμη σχηματίζουμε, τι είναι για μας ο κόσμος και ο άνθρωπος, τελικά ο εαυτός μας. Διότι μέσα απ’ αυτήν διαπιστώνουμε την διαφορετικότητά μας, όπως επίσης και αποκτούμε αυτοσυνειδησία, διότι η γνώση αυτή μας σημαδεύει. Η εμπειρία συχνά δεν εξηγείται, αλλά φαίνεται: στο πρόσωπο, στις πράξεις, στους λόγους, σε ό,τι αποφεύγουμε. Και ο καθένας μέτοχός της προσανατολίζει την ζωή του κάθε στιγμή διαφορετικά, ιδίως αν η εμπειρία είναι συγκλονιστική.
Η μοναδικότερη όμως εμπειρία που προσδίδει στον άνθρωπο μιαν άλλη γνώση, μιαν άλλη σοφία, είναι αυτή της συνάντησης με τον Θεό. Ζώντας σε μια πραγματικότητα στην οποία οι αισθήσεις μας και ο νους μας ζητάνε σημάδια και αφορμές, η αποκάλυψη του Θεού στον κόσμο και στον καθέναν μας είναι γνώση που υπερβαίνει ακόμη και τις άλλες εμπειρίες μας. Και δεν είναι απαραίτητο να είναι κάποιος σοφός του κόσμου τούτου. Ίσα-ίσα, η κοσμική γνώση γίνεται εύκολα εμπόδιο, διότι κάνει τον άνθρωπο να υπερηφανεύεται και τον βυθίζει σε μια αυτάρκεια κλειστότητας. Ο Θεός αποκαλύπτεται νηπίοις, δηλαδή στους ταπεινούς τω πνεύματι. Αποκαλύπτεται σε όσους έχουν καρδιά καθαρή από την προσκόλληση στις βιοτικές μέριμνες ή στο παιχνίδι εξουσίας που χαρακτηρίζει την ζωή μας. Αποκαλύπτεται κυρίως σε όσους έχουν αποφασίσει, συνειδητά ή ασυνείδητα, η αγάπη να είναι ο πυρήνας της προσωπικότητάς τους και να την ζούνε στους μικρόκυκλους της καθημερινότητάς τους, αλλά και ως την πηγή της έμπνευσης για την σύνολη θέαση της ζωής.
Αυτό βλέπουμε στο πρόσωπο της Παναγίας. Η Υπεραγία Θεοτόκος, ένα ταπεινό κορίτσι, το οποίο είχε την στοιχειώδη μόρφωση ενός ανθρώπου που άκουγε τα ιερά γράμματα και διακονούσε τα άγια των Αγίων σε μια θρησκεία που ήταν ασήμαντη μειοψηφία στην ειδωλολατρική παγκοσμιότητα, αξιώθηκε, όντας καθαρή τη καρδία και ταπεινή τω πνεύματι, όντας ύπαρξη αγαπητική, να λάβει την μεγαλύτερη δωρεά: την εμπειρία της ενσάρκωσης του ίδιου του Θεού όχι στο μυαλό ή στο πνεύμα, αλλά στην σύνολη ύπαρξή της, στο σώμα και την ψυχή της ταυτόχρονα, σε μια εποχή στην οποία οι γυναίκες ήταν μόνο για να προσφέρουν το σώμα τους στην διαιώνιση του ανθρώπινου γένους, στην ικανοποίηση των αναγκών των ανδρών, στην φθαρτότητα, συνήθως χωρίς να νοιάζεται κάποιος για το πώς αισθάνονταν και ποια ήταν η προσωπικότητά τους.
Αυτή η γνώση κάνει την Παναγία να φωτίζει με άπλετο φως τις διάνοιες των πιστών στον Θεό. Διότι η γνώση δεν κρύβεται, αλλά μοιράζεται. Και το μοίρασμα είναι σε όλους τους ανθρώπους. Η Παναγία δεν είχε την αίσθηση ότι ο Χριστός της ανήκει, αλλά γνώριζε εξ αρχής, φυλάττουσα τα ρήματα. ότι το παιδί της ανήκε σε όλους τους ανθρώπους. Αυτή η γνώση, αν την αποδεχτούμε, ότι ο Χριστός ήρθε για να ανήκει σε όλους μας, ήρθε προσλαμβάνοντας την ανθρώπινη φύση, για να την κάνει να ζήσει με κριτήρια την αγάπη και την ανάσταση, κάνει τον νου μας να καταλαβαίνει, να ερμηνεύει, να επιλέγει, να ζει σύμφωνα με αυτά τα κριτήρια. Και όπου συναντά αντίθετες καταστάσεις, να παλεύει για να συγχωρεί.
Καυχόμαστε για τις κοσμικές γνώσεις και σοφίες. Τις επιζητούμε, με έμφαση στην δύναμη και την προσληπτική ικανότητα του νου μας. Ας δοκιμάσουμε τον προσανατολισμό στην εμπειρία της Παναγίας. Να κοινωνούμε τον Χριστό στην ζωή της Εκκλησίας, στα λόγια του Ευαγγελίου, στην συνάντηση με τους ανθρώπους, πορευόμενοι εν αγάπη και με την ελπίδα της ανάστασης. Και Εκείνος, όπως στην Παναγία, θα φανερώνεται σε μας, δίδοντας φως αληθινό στον νου και την καρδιά μας. Κουραστήκαμε από τις φωνές υπερηφάνειας και διακήρυξης αληθειών που δεν είναι αρκετές. Η εμπειρία της όντως Αλήθειας ας είναι το αποκούμπι και η γνώση που θα μας ελευθερώσει.