Παράβαση και εξορία του Αδάμ

29 Μαρτίου 2022

I. Ο Κύριος καταδικάζει τον Αδάμ και την Εύα. II. Εξορία από τον Παράδεισο. Βυζαντινό μωσαϊκό στο Palatine Chapel στο Παλέρμο, 12ος αι.

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Συνέχεια από εδώ: http://www.pemptousia.gr/?p=336354

 

β. Παράβαση και εξορία του Αδάμ

Έτσι λοιπόν επλάσθηκε ο Αδάμ έχοντας άφθαρτο σώμα, υλικό βέβαια και καθόλου ακόμη πνευματικό, κι εγκαταστάθηκε από τον δημιουργό Θεό ως αθάνατος βασιλέας σε άφθαρτο κόσμο, και δεν εννοώ μόνο τον παράδεισο, αλλά σ’ όλη την κτίση κάτω από τον ουρανό. Ενώ όμως τους παρέδωσε και νόμο και τους παρήγγειλε να μη φάγουν από εκείνο μόνο το δένδρο, αυτός τον περιφρόνησε και απίστησε στον πλαστουργό και Δεσπότη, ο οποίος του είπε το εξής: «την ημέρα που θα φάγετε από αυτό, θα αποθάνετε με θάνατο», επειδή εθεώρησε πιστότερο τον διεστραμμένο όφι, που του είπε, «δεν θα αποθάνετε με θάνατο, αλλά την ημέρα που θα φάγετε, θα είσθε σαν θεοί, γνωρίζοντας το καλό και το κακό»· «και έφαγε από αυτόν».

Αμέσως εγυμνώθηκε από την άφθαρτη περιβολή και δόξα και ενδύθηκε την γυμνότητά της φθοράς. Βλέποντας λοιπόν ο Αδάμ τον εαυτό του γυμνό, εκρύφθηκε και ράπτοντας φύλλα συκής τα περιεζώθηκε, προσπαθώντας να καλύψει την ασχημοσύνη του.

Έτσι, όταν ο Θεός τον ερώτησε, «Αδάμ, πού είσαι»; εκείνος απάντησε· «άκουσα την φωνή σου και αντιλαμβανόμενος την γύμνωσή μου, εφοβήθηκα κι εκρύφθηκα». Προσκαλώντας τον όμως ο Θεός προς μετάνοια, του λέγει· «και ποιος σου ανήγγειλε ότι είσαι γυμνός; Μήπως έφαγες από το δένδρο από το οποίο μόνο σου παρήγγειλα να μη φάγεις».

Εκείνος όμως δεν εθέλησε να πει το «ήμαρτον», αντίθετα μάλιστα προσήψε την αιτία στον Θεό που εδημιούργησε τα πάντα πολύ καλά, λέγοντας «η γυναίκα που μου έδωσες, αυτή μου έδωσε και έφαγα», κι εκείνη πάλι απέδωσε την αιτία στον όφι, και καθόλου δεν εθέλησαν να μετανοήσουν και να προσπέσουν στον Δεσπότη ή να ζητήσουν συγχώρηση.

Τότε τους εξωθεί και τους αποβάλλει σαν από βασιλικά παλάτια και περίλαμπρους οίκους, από τον ίδιο δηλαδή τον παράδεισο, για να ευρίσκονται σ’ αυτή την γη ως εξόριστοι και υπερόριοι [πέρα από τα σύνορα].

«Κι αμέσως ετοποθέτησε την πύρινη ρομφαία να φυλάσσει την είσοδο του δένδρου της ζωής». Αυτό δεν σημαίνει ότι επρόκειτο να επανέλθουν πάλι μετά την ανάκληση σ’ αυτόν τον αισθητό και υλικό παράδεισο· άλλωστε δεν παρέμεινε βέβαια μέχρι τώρα γι’ αυτόν τον λόγο ο παράδεισος ούτε γι’ αυτό δεν τον καταράσθηκε αυτόν ο Θεός, αλλά ετηρήθηκε για να επέχει τον τύπο της μελλοντικής ακατάλυτης ζωής και να είναι εικόνα της αιώνιας βασιλείας των ουρανών· διότι, εάν δεν υπήρχε αυτός ο λόγος, έπρεπε εκείνος μάλλον ο παράδεισος να δεχθεί κατάρα, επειδή μέσα του έγινε η παράβαση.

Αλλά αυτό βέβαια δεν το κάνει, όμως την υπόλοιπη γη ολόκληρη, επειδή, όπως είπαμε, ήταν άφθαρτη όπως και ο παράδεισος, και προσέφερε αυτομάτως τα πάντα, για να μη έχει και πάλι ο Αδάμ βγαίνοντας από εκεί άμοχθο βίο, απαλλαγμένο από κόπους και ιδρώτες, την καταράσθηκε λέγοντας τα εξής· «καταραμένη να είναι η γη στα έργα σου· να την απολαμβάνεις με λύπες όλες τις ημέρες της ζωής σου· αγκάθια και ζιζάνια να φυτρώνει για σένα και θα τρώγεις το χόρτο του αγρού που είναι προορισμένο για τα θηρία και τα άλογα ζώα· με τον ιδρώτα του προσώπου σου θα τρώγεις τον άρτο σου, έως ότου επιστρέψεις στην γη από την οποία ελήφθηκες, διότι γη είσαι και στην γη θα επιστρέψεις».

Εύλογα λοιπόν άρμοζε σ’ εκείνον που διά της παραβάσεως κατάντησε στην φθορά και τον θάνατο να κατοικεί σε παρομοίως ρευστή και φθαρτή γη και να μετέχει επαξίως σε τέτοια
τροφή. Πράγματι, επειδή η άφθονη απόλαυση, η άφθαρτη και ακάματη διαβίωση τον οδήγησε σε λήθη των αγαθών του Θεού και σε καταφρόνηση της δεδομένης εντολής, δικαίως καταδικάσθηκε σε κόπους και να καλλιεργεί με ιδρώτα την γη κι έτσι σιγά σιγά ν’ αποκομίζει από αυτήν τις τροφές σαν από κάποιον οικονόμο.

Είδες πως η γη πρώτα επήρε την κατάρα και εστερήθηκε την πρώτη αυτόματη βλάστηση, κι ύστερα εδέχθηκε τον παραβάτη; Χάριν ποιου και γιατί; Για να παρέχει συμμετρικώς, καλλιεργούμενη με ιδρώτα και κόπο από αυτόν, τα φυτά της για την επάρκειά του, μη καλλιεργούμενη όμως να μένει άκαρπη, αναφύοντας αγκάθια και ζιζάνια.

Μόλις λοιπόν εξήλθε αυτός από τον παράδεισο, όλη η κτίση που εδημιουργήθηκε από τον Θεό εκ του μη όντος βλέποντάς τον, δεν ήθελε να υποταγεί στον παραβάτη· ο ήλιος δεν ήθελε να λάμψει, η σελήνη δεν ερχόταν να φανεί, τα άστρα δεν επιθυμούσαν να ιδωθούν από αυτόν, οι πηγές δεν επρόκειτο να τρέξουν· οι ποταμοί δεν ήθελαν να ρέουν, ο αέρας εφρόντιζε από μόνος του να σταματήσει και να μη δίνει αναπνοή σ εκείνον που συγκρούσθηκε με τον Θεό· τα θηρία και όλα τα ζώα της γης, θεωρώντας τον απογυμνωμένο από την προηγούμενη δόξα, τον περιφρόνησαν κι αμέσως όλα ετραχύνθηκαν εναντίον του· ο ουρανός εκινήθηκε κάπως να πέσει δικαίως επάνω του και η γη δεν ήθελε να τον φέρει επάνω της.

Τι λοιπόν; Τι κάνει ο δημιουργός των όλων και πλάστης του Θεός, ο οποίος εγνώριζε προ καταβολής κόσμου ότι ο Αδάμ επρόκειτο να παραβεί την εντολή και προόρισε την κατά παλιγγενεσία ζωή και ανάπλασή του, με την ένσαρκη γέννηση του μονογενούς Υιού και Θεού;

Συγκρατεί τα πάντα με την δύναμη, την ευσπλαγχνία και αγαθότητά του, αναστέλλει την ορμή όλων των κτισμάτων και υποτάσσει αμέσως τα πάντα μπροστά του· έτσι ώστε η κτίση, η οποία κατασκευάσθηκε για να υπηρετεί τον άνθρωπο, γενόμενη από τον φθαρτό φθαρτή, όταν εκείνος πάλι ανακαινισθεί και γίνει πνευματικός, άφθαρτος και αθάνατος, ελευθερωμένη τότε κι αυτή από την δουλεία, αυτή λοιπόν η κτίση που ήταν από τον Θεό υποταγμένη στο προσκρούσαντα και τον υπηρετούσε, να συνανακαινισθεί μαζί του, να αφθαρτωθεί και να γίνει ολόκληρη πνευματική· διότι αυτό το προόρισε ο πολυεύσπλαγχνος Θεός και Κύριος προ καταβολής κόσμου.

Αλλά εφ᾽ όσον αυτά έγιναν έτσι σοφά από τον Θεό, ο Αδαμ αφού εδιώχθηκε από τον παράδεισο ετεκνοποίησε, έζησε και απέθανε· το ίδιο συνέβηκε και με τους απογόνους του.

Οι τότε άνθρωποι λοιπόν έχοντας νοερή την ανάμνηση της εκπτώσεως, διδασκόμενοι πάντως αυτήν από τον Αδάμ και την Εύα, εσέβονταν τον Θεό και τον εκτιμούσαν ως Δεσπότη. Γι’ αυτό ως γνωστόν και ο Άβελ μαζί με τον Κάιν του πρόσφεραν θυσίες από τα υπάρχοντά τους έτσι για τον Άβελ έχει γραφεί ότι τον πρόσεχε ο Θεός κατά την προσφορά και την θυσία, για τον Κάιν όμως καθόλου· και όταν το κατάλαβε τούτο ο Κάιν, λέγεται ότι ελυπήθηκε έως θανάτου και εξ αιτίας αυτού προχώρησε στον φθόνο και στον φόνο του αδελφού του.

Αλλά ο Ενώχ μετά από αυτά ευαρεστώντας τον Θεό μετατέθηκε από αυτόν, και ο Ηλίας αναλήφθηκε σε άρμα πυρός. Με αυτό εδίδαξε ο Θεός ότι, εάν μετά την απόφασή του κατά του Αδάμ, και των απογόνων του, εάν μετά την εξορία του, τους υιούς του που τον ευαρέστησαν ετίμησε τόσο πολύ με την μετάθεση και μακροζωία και τους ελευθέρωσε από την φθορά, δηλαδή την επιστροφή στην γη και την κατάβαση στον Άδη, ενώ επρόκειτο ύστερα ν’ αποθάνουν ή, για να ομιλήσω αληθέστερα, ν’ αλλαγούν, με πόση δόξα, τιμή και συμπάθεια θα αξίωνε εκείνον τον ίδιο επιτρέποντάς του να μένει μέσα στον παράδεισο, εάν δεν παρέβαινε την εντολή, ή και αν μετά την παράβαση μετανοούσε; Έτσι λοιπόν διδασκόμενοι οι παλαιοί μεταξύ τους για χρόνια τα περί Θεού κατά διαδοχή, εγνώριζαν τον ποιητή τους.

Ύστερα όμως, επειδή επληθύνθηκαν οι άνθρωποι, και παρέδωσαν από την νεότητα την σκέψη τους στα πονηρά, κατάντησαν στην λήθη και την άγνοια του δημιουργού τους Θεού· και όχι μόνον εσεβάσθηκαν είδωλα και δαίμονες ως θεούς, αλλά και την ίδια την κτίση που τους εδόθηκε από τον Θεό για να τους υπηρετεί την εθεοποίησαν, την ελάτρευσαν, και επιδόθηκαν σε κάθε ασέλγεια και ακάθαρτη πράξη, μιαίνοντας με τις άτοπες πράξεις τους την γη, τον αέρα, τον ουρανό και όλα τα κάτω από αυτόν.

Πράγματι, τίποτε από όλα τα άλλα δεν μολύνει έτσι και δεν απεργάζεται ακάθαρτο το καθαρό έργο του Θεού, όσο η θεοποίηση αυτού του ιδίου και η απόδοση ίσης με τον Θεό λατρείας, κατά περιφρόνηση του ποιητή και κτίστη του.

Έτσι λοιπόν θεοποιημένη και προσκυνούμενη από τους ανθρώπους όλη η κτίση, καταρρυπώθηκε και οδηγήθηκε σε τέλεια φθορά. Όταν μάλιστα επληρώθηκε ο κολοφώνας της υπερβολικής κακίας και όλα συνεκλείσθηκαν στην απείθεια, κατά τον θείο Απόστολο, τότε κατήλθε στην γη ο Υιός του Θεού και Θεός για ν’ αναπλάσει τον συντριμμένο, να ζωοποιήσει τον θανατωμένο και ν’ ανακαλέσει το πλάσμα του από την πλάνη.

Αλλά προσέχετε, παρακαλώ, στην ακρίβεια του λόγου· διότι ο λόγος θα αποβεί ωφέλιμος για σας και για τις μετέπειτα γενιές. Πρέπει όμως με κάποια εικόνα να ιδούμε την σάρκωση του Λόγου και την απόρρητη γέννησή του από την αειπάρθενο Μαρία και να γνωρίσομε καλά το από εκεί μυστήριο της οικονομίας το αποκρυμμένο προ των αιώνων για την σωτηρία του γένους μας.

 

Απόσπασμα από τον λόγο του Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου «Βίβλος των ηθικών», Λόγοι Α-Στ’, σε εισαγωγή, κείμενο, μετάφραση της Θεολόγου Αικατερίνας Γκόλτσου. Το βιβλίο κυκλοφορεί από τον εκδοτικό οίκο, το «Βυζάντιον», «Πατερικαί εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς», 1988.