«Χαίρε θρόνε πύρινε του παντοκράτορος»

2 Απριλίου 2022

Πρόκειται για μικρή φράση από τον κανόνα του ακαθίστου (α΄ ωδή) που ως εικόνα επαναλαμβάνεται και σε άλλες ωδές αλλά και τις στάσεις του μεγάλου αυτού Ύμνου. Εκφράζει δε για μία ακόμη φορά το πνευματικό ύψος της υπεραγίας Θεοτόκου, απότοκο της θέλησης του Παντοδύναμου Θεού να γίνει άνθρωπος μέσα από τις αγιασμένες λαγόνες της. Διαρκώς επαναλαμβάνει η Εκκλησία μας ότι η μικρή Μαριάμ της άσημης περιοχής της Ναζαρέτ υπήρξε η απόλυτα Μοναδική σε όλους τους αιώνες, μέχρι συντελείας αυτών, που είλκυσε τον Θεό ώστε να διέλθει σαν από πύλη και να γίνει ένας από εμάς τους ανθρώπους, αλλά «χωρίς αμαρτίας».

Και γιατί λαμβάνεται το πυρ ως εικόνα για να αποδοθεί ό,τι συμβαίνει με την Παναγία; Όχι για άλλον λόγο παρά από το γεγονός ότι ο ίδιος ο Θεός μας αποκαλύπτεται στην Γραφή ως «πυρ καταναλίσκον», φωτιά που κατακαίει τα πάθη και τις αμαρτίες, αλλά και που φωτίζει την πορεία του ανθρώπου. Οπότε η Παναγία και δέχθηκε μέσα στην ύπαρξή της τον Θεό ως άνθρωπο χωρίς να κατακαεί από τη φλόγα Του, αλλά και έκτοτε αποδεικνύεται ότι και η ίδια μόνον ως «θρόνος πύρινος του παντοκράτορος» μπορεί να προσεγγιστεί – η στάση μας αντανακλά τη στάση μας έναντι του ίδιου του Θεού μας. Δύο μάλιστα γεγονότα από την Παλαιά Διαθήκη έρχονται ως προτυπώσεις ή προεικονίσεις, δηλαδή ως προφητείες χωρίς λόγια, για να αποδώσουν την πραγματικότητα αυτή: πρώτον, η καιομένη βάτος που είδε στο όρος Χωρήβ ο μέγας Μωυσής, η οποία ενώ καιγόταν δεν κατακαιγόταν, δεύτερον, το καμίνι φωτιάς στο οποίο έριξαν οι Βαβυλώνιοι τα τρία παιδιά των Ιουδαίων, το οποίο ενώ ήταν φλογισμένο στο απόλυτο δυνατό μεταποιείτο γι’  αυτά από άγγελο σε δροσιά. Και τα δύο προφήτευαν το γεγονός του Ευαγγελισμού, τη σάρκωση στα σπλάχνα της Παναγίας του Θεού μας, το οποίο συνιστά το μέγιστο μυστήριο της πίστεώς μας. Με τα λόγια του αγίου υμνογράφου μάλιστα σε άλλο σημείο (ωδή η΄): «Ο Μωυσής κατενόησε στη βάτο το μέγα μυστήριο του τόκου σου, οι τρείς παίδες το προεικόνισαν με πολύ φανερό τρόπο, καθώς στέκονταν στο μέσον της φυγός χωρίς να καίγονται».

Δεν πρέπει να μας ξενίζει το γεγονός όμως ότι κατ’ επέκταση «θρόνοι πύρινοι του παντοκράτορος» μπορούμε να χαρακτηριστούμε και οι πιστοί χριστιανοί – η Παναγία είναι γνωστόν θεωρείται τύπος και κάθε χριστιανού! Γιατί; Διότι από τη στιγμή που βαπτιστήκαμε λάβαμε το Πνεύμα της Πεντηκοστής, το οποίο λειτουργεί και ενεργεί ως φλόγα και σε εμάς κατά μυστικό τρόπο, όπως και στους μαθητές του Κυρίου τη συγκεκριμένη ημέρα της επιφοιτήσεως του Αγίου Πνεύματος. Προσωπική Πεντηκοστή του ανθρώπου δεν χαρακτηρίζεται άλλωστε από την Εκκλησία μας η ημέρα της ενσωματώσεως του ανθρώπου στο σώμα της, που είναι σώμα Χριστού, διά του αγίου βαπτίσματος και του αγίου χρίσματος; Ο άνθρωπος τότε γίνεται «ναός του αγίου Πνεύματος», σωματικά και ψυχικά, όπως το δηλώνει ο μέγας απόστολος Παύλος: «ουκ οίδατε ότι το σώμα υμών ναός του εν υμίν αγίου Πνεύματός εστι και ουκ εστέ εαυτών; Δοξάσατε ουν τον Θεόν εν τω σώματι υμών και εν τω πνεύματι υμών, άτινά εστι του Θεού». Οπότε τα μάτια του χριστιανού ενισχυμένα από τη χάρη του Θεού διανοίγονται για να βλέπουν το μεγαλείο της χριστιανικής υπάρξεως, είτε είναι ο ίδιος του ο εαυτός είτε ασφαλώς και οι άλλοι εν Χριστώ αδελφοί του – οι αβάπτιστοι θεωρούνται δυνάμει και αυτοί μέλη Χριστού, αν ανταποκριθούν στην κλήση Του και πιστέψουν σ’ Αυτόν.

Από την άποψη αυτή ο χαιρετισμός του αρχαγγέλου και σύνολου του πνευματικού κόσμου προς την Παναγία Μητέρα του Κυρίου αναφέρεται και σε όλους τους χριστιανούς. Ο χριστιανός θεωρούμενος υπό το πρίσμα του μέλους του Χριστού και της χαρισματικής τελειώσεώς του υπέρκειται και των ίδιων των αγγέλων, η στάση των οποίων απέναντί του είναι πράγματι στάση σεβασμού και δέους. Μας το αποκαλύπτει η υμνογραφία της Εκκλησία μας ιδιαιτέρως στο γεγονός του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Στον κανόνα της εορτής διαμείβεται διάλογος μεταξύ του αρχαγγέλου Γαβριήλ και της ίδιας της Θεόπαιδος Μαριάμ. Κι αίφνης ακούμε τα παράδοξα και συγκλονιστικά λόγια του αρχαγγέλου που αποτελούν την απάντησή του στον γεμάτο δέος λόγο Εκείνης, γιατί φοβάται μη τυχόν και της συμβεί το ίδιο με την προμήτορα Εύα που πίστεψε στα λόγια του πονηρού πνεύματος. «Είμαι παραστάτης του Θεού και στάλθηκα από Αυτόν για να σου μεταφέρω τη θεία βουλή Του. Γιατί με φοβάσαι, πανάμωμε, εμένα που φοβάμαι περισσότερο εσένα; Γιατί με ευλαβείσαι, Δέσποινα, εμένα που σε ευλαβούμαι με ιερότητα;» (ωδή γ΄).

Αλλά βεβαίως για την ιλιγγιώδη αυτή στάση σεβασμού των αγγέλων και προς τα μέλη του Χριστού ως σε θρόνους πύρινους του Κυρίου – στάση που για τους αγγέλους αποτελεί χαρμονή λόγω της άκρας ταπεινώσεώς τους – απαιτείται ως προϋπόθεση όχι μόνο το τυπικό της βαπτίσεως στην Εκκλησία, αλλά η δυναμική ενεργοποίηση του μυστηρίου, που θα πει ακολουθία του Χριστού σε όλες τις διαστάσεις του βίου και καθημερινά. Με άλλα λόγια, όταν ο χριστιανός είναι συνεπής πιστός, πορευόμενος κατά τας εντολάς του Κυρίου και μετέχοντας εν μετανοία στο σώμα και το αίμα Του, τότε ναι! Και οι άγγελοι και οι αρχάγγελοι και σύμπας ο πνευματικός κόσμος στέκουν με μεγάλο σεβασμό και ιερότητα απέναντί του – μία συνέχεια όπως είπαμε της στάσεως του Γαβριήλ έναντι της Θεοτόκου!