Το όραμα της παγκόσμιας ειρήνης και το χρέος των χριστιανών

10 Απριλίου 2022

Θα έρθουν μέρες που ο Κύριος θα κρίνει πολλούς λαούς και θα ελέγξει δυνατά έθνη ως τα πέρατα της γης. Τότε τα ξίφη τους θα τα κάνουν άροτρα και τις λόγχες  τους θα τις κάνουν δρεπάνια. Ξίφος δεν θα σηκώνει το ένα έθνος ενάντια στο άλλο και δεν θα ξαναμάθουν πια να πολεμούν. Τότε ο καθένας θα ξεκουράζεται κάτω απ’ την κληματαριά του και κάτω από τη συκιά του, χωρίς κανείς να τον τρομάζει” (Μιχ. 4, 3-4. πρβλ. Ησ.2,4). Με  τις παραπάνω εικόνες ο προφήτης Μιχαίας οραματίζεται και προσδοκά την επικράτηση μιας παγκόσμιας ειρήνης, κατάσταση που υποδηλώνεται από το γεγονός ότι οι λαοί θα μετατρέψουν τα ξίφη τους  σε άροτρα και τα μαχαίρια τους σε δρεπάνια καθώς θα σταματήσουν τις πολεμικές επιχειρήσεις και θα ασχολούνται μόνο με ειρηνικά έργα.

         Ο προφήτης Μιχαίας έζησε σε μια εποχή κρίσης (748 – 696 π.Χ).  Οραματίζεται την πανανθρώπινη ειρήνη σε μια εποχή που δεν ήταν  ειρηνική, καθώς οι Ασσύριοι είχαν ήδη καταλάβει το βόρειο βασίλειο (722 π.Χ.) και απειλούσαν το νότιο βασίλειο, αυτό του  Ιούδα. Ταυτόχρονα με τους πολέμους υπήρχε μια έντονη ηθική κατάπτωση. Απάνθρωπη εκμετάλλευση των αδυνάτων και έλλειψη αλληλεγγύης χαρακτήριζαν την καθημερινή ζωή του λαού ο  οποίος   είχε την εσφαλμένη πεποίθηση ότι ο Θεός  θα τον προστατεύει πάντοτε  ανεξάρτητα από τη συμπεριφορά του. Γι’ αυτό  και ήταν βέβαιοι ότι δεν κινδύνευαν  από την καταστροφή του πολέμου. Ο προφήτης όμως   αποδοκίμασε   τις παραπάνω αντιλήψεις. Η ειρήνη επικρατεί όπου βασιλεύει η δικαιοσύνη και η τήρηση  του θελήματος του Θεού  και προειδοποίησε  ότι  η αμαρτία θα οδηγήσει αναπότρεπτα στην καταστροφή..

Παράλληλα όμως ο  προφήτης προμηνύει  μια  φωτεινή ακτίνα ελπίδας  να διαπερνά το σκότος της απελπισίας και του πολέμου διότι λέγει ότι την εποχή της κρίσεως  θα  ακολουθήσει η εποχή της επανόρθωσης και ανάνηψης με ηγέτη τον Μεσσία, τον ειρηνικό ποιμένα: “αλλά από εσένα Βηθλεέμ…, αν και είσαι από τις πιο μικρές πόλεις του Ιούδα, εγώ θα κάνω να προέλθει εκείνος που θα γίνει άρχοντας του Ισραήλ… Όταν θα έρθει εκείνος, όλοι θα ζήσουν με ασφάλεια. Αυτός θα φέρει την ειρήνη” (Μιχ.5,1-4). Αυτόν τον ερχομό της ειρήνης, όταν εκπληρώθηκε η προφητεία κατά τη γέννηση του Ιησού Χριστού, ανήγγειλαν και  οι άγγελοι  ψάλλοντας: “Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία”(Λουκ.2,14).

Η φανέρωση του Θεού στον κόσμο, σήμανε και την φανέρωση της ειρήνης στον κόσμο διότι, όπως λέγει ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς,  ο προσδοκώμενος Μεσσίας “τὴν εἰρήνην ἡμῖν κομίζων οὐρανόθεν ἦλθεν ἐφ᾽ ἡμᾶς[1].

Ο  “ἄρχων εἰρήνης” (Ησ.9,6), ο Ιησούς Χριστός, μακάρισε τους εργάτες της ειρήνης: “μακάριοι οἱ εἰρηνοποιοί, ὅτι αὐτοὶ υἱοὶ Θεοῦ κληθήσονται” (Ματθ. 5,9). Η ειρήνη ήταν και το αποχαιρετιστήριο δώρο Του προς τους μαθητές Του πριν το πάθος: “Εἰρήνην ἀφίημι ὑμῖν, εἰρήνην τὴν ἐμὴν δίδωμι ὑμῖν· οὐ καθὼς ὁ κόσμος δίδωσιν, ἐγὼ δίδωμι ὑμῖν” (Ιω. 14,27). Αλλά και όταν ανέστη εκ του τάφου και εμφανίστηκε στους μαθητές Του, οι πρώτες Του λέξεις ήταν “Εἰρήνη ὑμῖν”:“ ἦλθεν ὁ ᾿Ιησοῦς καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον, καὶ λέγει αὐτοῖς· εἰρήνη ὑμῖν”(Ιωαν.20,19).

Ο Απόστολος Παύλος επισημαίνει ότι ο Ιησούς Χριστός “ἐστίν ἡ εἰρήνη ἡμῶν, ὁ ποιήσας τά ἀμφότερα ἕν καί τό μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ λύσας… Καί ἐλθών εὐηγγελίσατο εἰρήνην ὑμῖν τοῖς μακράν καί εἰρήνην τοῖς ἐγγύς∙ ὅτι δι᾿ αὐτοῦ ἔχομεν τήν προσαγωγήν οἱ ἀμφότεροι ἐν ἑνί πνεύματι πρός τόν Πατέρα” (Εφεσ. 2, 14-18). Ο Χριστός κομίζει την ειρήνη διότι  καταργεί με το Σταυρό Του την αμαρτία, δηλαδή την έχθρα  του ανθρώπου απέναντι στο Θεό, ανακαινίζει τούς ανθρώπους συμφιλιώνοντάς τους μεταξύ τους και με το Θεό. Αυτή η δωρεά της ειρήνης  τελεσιουργείται εντός  των μυστηρίων της Εκκλησίας.

Η Θεία Λειτουργία  είναι το κατεξοχήν μυστήριο της ειρήνης, σύμφωνα με τον Ιερό Χρυσόστομο[2]. Η Θεία Λειτουργία η οποία είναι  η ανακεφαλαίωση όλου του μυστηρίου της εν Χριστώ Οικονομίας, παραπέμπει στὴν ειρήνη. “Ἐν εἰρήνῃ τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν” και “Ὑπὲρ τῆς ἄνωθεν εἰρήνης”, είναι  από τα πρώτα λόγια του λειτουργού. Αλλά και μετά τα “Εἰρηνικὰ” γίνεται λόγος για την ειρήνη, πριν και μετά τα βιβλικὰ αναγνώσματα, όπου  ο ιερέας ειρηνεύει τον αναγνώστη και τον Διάκονο μὲ τὸ “Εἰρήνη σοι”. Ο άγιος Συμεὼν Θεσσαλονίκης θεωρεί ότι αυτή η ειρηναία ευλογία  “ἰδιόν ἐστι τοῦ Χριστοῦ καὶ κληρονομία ἡμῖν ὑπ᾽ αὐτοῦ καταληφθεῖσα”[3]. Αλλά και στο κέλευσμα του Ιερέα  “πρόσχωμεν τὴν ἁγίαν ἀναφορὰν ἐν εἰρήνῃ προσφέρειν” ο λαός απαντά: “Ἔλεον εἰρήνης, θυσίαν αἰνέσεως”, δηλαδή, όπως ερμηνεύει ο  άγιος Νικόλαος Καβάσιλας,  “προσφέρομεν οὐ μόνον μετ᾽ εἰρήνης ἀλλὰ καὶ αὐτὴν τὴν εἰρήνην ἀντὶ δώρου καὶ θυσίας ἑτέρας”[4].

Η λέξη  “ειρήνη” ετυμολογικά προέρχεται από το ρήμα “εἴρω” που σημαίνει συνδέω, ενώνω. Πράγματι, η έλλειψη συγκρούσεων και αντιθέσεων οδηγεί σε ενότητα και αρμονία σε όλα τα επίπεδα  και αναπόφευκτα στην αγάπη. Η πολυδιάστατη ειρήνη εντός των κοινωνικών σχέσεων απορρέει από την ειρήνη με το Θεό και οδηγεί στην  αγάπη η οποία έχει κάθετη και οριζόντια διάσταση: αγάπη προς το Θεό και αγάπη προς τον πλησίον (Μρκ.12,29-31)[5].Αυτός που συμφιλιώθηκε με το Θεό δεν μπορεί να προσφέρει ευάρεστη λατρεία, αν δεν  συμφιλιωθεί  πρώτα με τον πλησίον  του (Ματθ. 5,23). Μάλιστα, η αγάπη προς τον συνάνθρωπο περιλαμβάνει  και τους εχθρούς (Ματθ. 5,44-48).

Η ειρήνη είναι γνώρισμα της Θεότητος και ο Θεός ονομάζεται “Θεὸς τῆς ἀγάπης καὶ εἰρήνης»”(Β΄ Κορ. 13,11). Γι’ αυτό και ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος συνδέει το αγαθό της ειρήνης  με την Αγία  Τριάδα. Ο άνθρωπος, ως κατ’ εικόνα δημιούργημα της Ζωαρχικής Τριάδος καλείται να αντανακλά αυτόν τον ειρηνικό τρόπο ζωής του πρωτοτύπου του[6]. Επίσης ο Απ. Παύλος ομιλεί για την ειρήνη ως τον καρπό του Αγίου Πνεύματος (Γαλ. 5, 22-23) και μας προτρέπει: “να επιδιώκετε την ειρήνη με όλους”(Εβρ. 12,14). Η ειρήνη αποτελεί χάρισμα αλλά και ταυτόχρονα   και ζητούμενο διότι ο  πιστός, μέσα από την  ασκητική εργασία και τη φύλαξη των εντολών του Θεού,  καλείται  να βιώνει την ειρήνη στις σχέσεις του προς τον Θεό, προς τους συνανθρώπους του  αλλά και προς τον ίδιο τον εαυτό του.

Στον αντίποδα της ειρήνης ευρίσκεται ο πόλεμος ο οποίος  σαν μια θύελλα, όπου κυριαρχούν ανεξέλεγκτες οι δυνάμεις της καταστροφής, της αποσύνθεσης, της διαίρεσης και της ανασφάλειας καταστρέφει ό,τι ο άνθρωπος δημιουργεί με κόπο μακροχρόνιο.  Οι προσδοκίες των διαφόρων πολυποίκιλων ιδεολογιών  ότι θα εγκαταστήσουν έναν επίγειο παράδεισο επί της γης διαψεύδονται από το γεγονός  ότι η ζωή μας έγινε  ένας διαρκής και συνεχόμενος θάνατος, με χιλιάδες αθώα θύματα που αφανίζονται καθημερινά σε πολέμους. Αν και ο τονισμός της αξιοπρέπειας του ανθρώπου και ο σεβασμός της ζωής του κυριαρχεί στις ποικίλες δημόσιες διακηρύξεις πολιτικών συστημάτων, κρατών και οργανισμών,  όμως η  ζοφερή πραγματικότητα  μετά τις καταστροφές των παγκοσμίων πολέμων του 20ου αιώνα, τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως αλλά και τις  πολεμικές συγκρούσεις που πραγματοποιούνται αυτή τη στιγμή σε διάφορες γωνιές του πλανήτη, αναδεικνύουν τη σκοτεινή πλευρά και την ηθική  χρεοκοπία του σύγχρονου κόσμου[7]. Αυτό συμβαίνει διότι η ειρήνη που επαγγέλλονται βρίσκεται εντός των ορίων της μεταβλητότητας των κοσμικών πραγμάτων. Κατά συνέπεια, η  διατήρησή της είναι προβληματική και συμβατική. Αντίθετα η ειρήνη του Χριστού είναι απόλυτη και ακατάλυτη.

Ο άγιος Σωφρόνιος του Έσσεξ αποτυπώνει με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο την τραγικότητα του πολέμου που βίωσε κατά τον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο. Αναφέρει: “Με συγκλόνιζε η αίσθηση των παθημάτων της ανθρωπότητας. Ζούσα επί χρόνια σε μια πνιγηρή ατμόσφαιρα αδελφοκτόνου μίσους καταρχάς εξαιτίας του παγκοσμίου και έπειτα του εμφυλίου πολέμου. Έκτοτε θα προτιμούσα να ακούω για χιλιάδες θύματα εξαιτίας σεισμών, πλημμυρών, επιδημιών και άλλων θεομηνιών και καταστροφών οι οποίες συνήθως προκαλούν την συμπάθεια όλων παρά για πολέμους, οι οποίοι ανεξαιρέτως παρασύρουν όλους σε ηθική συμμετοχή σε φόνους. Δεν υπάρχει μεγαλυτέρα αμαρτία εκείνης του πολέμου”[8]. Ο ευτελισμός  της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, η οδύνη αθώων, ο ψυχικός και σωματικός βιασμός, η απώλεια αγαπημένων, το ξερίζωμα και η προσφυγιά αποτελούν τις καθημερινές ειδήσεις που έρχονται από τις εστίες πολέμου του πλανήτη μας. “Η γήινη ατμόσφαιρα αποπνέει οσμή αίματος. Όλος ο κόσμος τρέφεται καθημερινά με ειδήσεις για φόνους ή βασανιστήρια των ηττημένων σε αδελφοκτόνες συγκρούσεις. Τα σκοτεινά νέφη του μίσους καλύπτουν από τα μάτια μας το Ουράνιον Φως. Μόνοι τους οι άνθρωποι δημιουργούν για τον εαυτό τους την κόλασή τους”, προσθέτει ο  άγιος  Σωφρόνιος[9].

Ο πόλεμος είναι γέννημα της αμαρτίας που  εισέβαλλε μέσα στην ανθρώπινη φύση  και ως ασθένεια κληρονομείται σε όλο το ανθρώπινο γένος[10]. Αποτελεί έργο του διαβόλου ο οποίος επιδιώκει τη διαίρεση, την καταστροφή της ενότητας, τους φόνους και τους θανάτους που  ακολουθούν τον πόλεμο. Όμως ο “Θεὸς θάνατον οὐκ ἐποίησεν, οὐδὲ τέρπεται ἐπ᾿ ἀπωλείᾳ ζώντων”(Σοφ. Σολ. 1,13). Ο Θεός είναι η Ζωή  και  το λυτρωτικό έργο του Χριστού κορυφώνεται στην πράξη μετάδοσης ζωής (Ιωάν.11,26). Κατά συνέπεια, ο πόλεμος που είναι  άρνηση  της ανθρώπινης ζωής και εκμηδένιση της ανθρώπινης αξίας  αντιστρατεύεται στο Νόμο του Θεού.

Ο Μέγας Βασίλειος επισημαίνει  ότι τα πάθη των ανθρώπων, η πλεονεξία και η απληστία, αποτελούν ισχυρά κίνητρα για  τις πολεμικές συγκρούσεις. Αναφέρει σχετικά: “ως πότε θα είναι παντοδύναμο το χρήμα, η αγχόνη των ψυχών, το αγκίστρι του θανάτου, το δόλωμα της αμαρτίας; Ως πότε θα κυβερνά ο πλούτος, η αιτία των πολέμων, για τον οποίο κατασκευάζονται όπλα και ακονίζονται ξίφη[11]. Σύμφωνα με  τον Ιερό Χρυσόστομο, “τίποτε δεν συμβάλλει τόσο πολύ σε μάχη και σε πόλεμο, όσο ο έρωτας για τα παρόντα, όσο δηλαδή η επιθυμία για δόξα, χρήματα ή για καλοπέραση”[12]. Τότε αλλά και σήμερα  τεράστια οικονομικά συμφέροντα βρίσκονται πίσω από τις πολεμικές  συρράξεις και οι πόλεμοι αποτελούν το μέσον και η δικαιολογία για να πουληθεί το πανάκριβο στρατιωτικό υλικό.

Ἥπλωσας τὰς παλάμας, καὶ ἥνωσας τὰ τὸ πρὶν διεστῶτα“, ψάλλουμε στον ωραιότατο κανόνα του Μ. Σαββάτου. Πράγματι, δια του σταυρικού Του θανάτου ο Κύριος έφερε την ειρήνη ενώνοντας και πάλι τον Θεό με τον άνθρωπο και τους συνανθρώπους μεταξύ τους, αφού οι “εγγὺς” και οι “μακρὰν” διὰ της ειρήνης του Χριστού ήλθαν σε ενότητα (Εφεσ. 2,17). Σήμερα, σε μια ταραχώδη εποχή πολέμων και φόνων οι χριστιανοί δεν πρέπει να περιορίζονται σε θεωρητικές διακηρύξεις περί της ειρήνης αλλά καλούμεθα να αντιγράψουμε το πρότυπό μας, τον ειρηνοποιό Ιησού Χριστό, να γίνουμε δηλαδή έμπρακτοι εργάτες της ειρήνης σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής ζωής.

Ο πόλεμος πραγματοποιείται πρώτα στις ψυχές των ανθρώπων.  Κατά συνέπεια αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση η καλλιέργεια πνευματικής ζωής, η οποία γεννά εσωτερική και εξωτερική ειρήνη, όπως μας  έχουν διδάξει οι άγιοι Πατέρες μας όχι μόνο  θεωρητικά αλλά  και βιωματικά, πρακτικά. Όπως λέγει  ο  άγιος Νικόλαος Καβάσιλας οι εργάτες των εντολών του Θεού αποκτούν την ειρήνη και γίνονται μεταξύ των ανθρώπων πρωτοπόροι ειρήνης[13]. Η εργασία για την επικράτηση της ειρήνης δεν είναι ακτιβισμός, μια συναισθηματική  συμμόρφωση προς κάποια αφηρημένη ιδέα περί ειρήνης, δεν πραγματοποιείται με ρομαντισμούς και αφελείς συναισθηματισμούς, αλλά αποτελεί ασκητική εργασία και φύλαξη των εντολών, απαιτεί  κόπο και οδύνη για την καταπολέμηση των παθών τα οποία  είναι  και “τὰ αἴτια τῆς ταραχῆς”, όπως υπογραμμίζει ο άγιος Νικόδημος Αγιορείτης[14].

Καθένας από μας υπερασπίζεται  το αγαθό της  ειρήνης  κάνοντας πράξη το κήρυγμα της ειρήνης του Χριστού σε κάθε  εκδήλωση, ειρηνεύοντας  με το συνάνθρωπό  του οδηγούμενος στην καταλλαγή, συμφιλίωση και την ενότητα με τον πλησίον του. Απαιτείται να κατανοήσουμε ότι  όλοι έχουμε δικαίωμα στην ελευθερία και την αξιοπρέπεια, στο σεβασμό της ζωής και τη δικαιοσύνη που γεννά  την ειρήνη. Το αντίστροφο, η αδικία και η φιλαργυρία γεννά τα μίση, την απληστία  και τον ανταγωνισμό μεταξύ των ανθρώπων σε κάθε εποχή.

Η φανέρωση της ειρήνης στον κόσμο ουσιαστικά αποτελεί καρπό της φανέρωσης της Βασιλείας του Θεού και η αποδοχή  αυτής της νέας ζωής, του νέου τρόπου συμπεριφοράς συνοδεύεται με τη μεταβολή της ζωής του ανθρώπου και των σχέσεών του με τους άλλους ανθρώπους, διότι “χωρίς την ολοκληρωτική αλλαγή και μεταμόρφωσή μας μέσω της μετάνοιας, δεν θα έλθει η λύτρωση του κόσμου”, όπως επισημαίνει ο άγιος Σωφρόνιος του Έσσεξ[15].

Μόνο με την μετάνοια θα επαναπροσδιορίσουμε θετικά τη ζωή μας ως άτομα και ως έθνη, μόνο με τη μετάνοια οι λαοί θα σταματήσουν τις πολεμικές συγκρούσεις και θα επιδοθούν αποκλειστικά σε έργα ειρήνης, μόνο με τη μετάνοια όλων  θα πραγματοποιηθεί το  όραμα της παγκόσμιας ειρήνης  που επαγγέλλεται και οραματίζεται ο προφήτης Μιχαίας.

 

Παραπομπές:

[1]Ὁμιλία Α΄, Οἱ τῆς πρὸς ἀλλήλους εἰρήνης, PG 151, 16D.

[2]Ὑπόμνημα εἰς τὸν ἅγιον Ματθαῖον τὸν Εὐαγγελιστήν, PG 58, 508.

[3]Διάλογος, PG 155, 203D.

[4] Εἰς τὴν θείαν Λειτουργίαν, PG 150, 424Α.

[5]Βλ.Αρχιμ. Θεοφίλου Λεμοντζή, “Δούλος,  μισθωτός και ελεύθερος” .Ιδιοτέλεια και  ανιδιοτέλεια στην πνευματική  ζωή,https://www.pemptousia.gr/2018/09/doulosmisthotoskeeleftherosidioteliakeanidioteliastinpnevmatikizoi/

[6]Λόγ. 6,  Ειρηνικός Α’, PG 35, 740Αεξ.

[7]Βλ. Αρχιμ. Θεοφίλου Λεμοντζή, Η αυταξία της ανθρώπινης ζωής στη χριστιανική σκέψη και η Νεωτερικότητα,https://www.pemptousia.gr/2020/01/i-aftaxia-tis-anthropinis-zois-sti-christianiki-skepsi-ke-i-neoterikotita/

[8]Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστίν,Έσσεξ Αγγλίας 1992, σελ.170εξ. και 353.

[9]Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί, ο.π., σελ. 47.

[10]Βλ.Αρχιμ. Θεοφίλου Λεμοντζή, Αμαρτία: Ενοχή ή πένθος; Θεσσαλονίκη 2011,σελ.42εξ.

[11]Βλ.PG.  31,297

[12]Βλ.PG. 55,343.

[13] Περί της εν Χριστώ ζωής, PG 150, 676CD.

[14] Κῆπος Χαρίτων, Θεσσαλονίκη 1992,σελ.137.

[15]Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί, ο.π., σελ. 47.