Ο κόσμος των ζώων και των ανθρώπων

8 Απριλίου 2022

Άνθρωπος και ζώα δεν είναι συνηλικιώτες. Πρώτα δημιουργήθηκαν εκείνα και κατόπιν ο άνθρωπος. Μάλιστα, επειδή επρόκειτο να δημιουργηθεί ο άνθρωπος δημιουργήθηκαν τα ζώα. Επομένως τα ζώα πλάστηκαν για τον άνθρωπο και όχι ο άνθρωπος για τα ζώα. Αυτό σημαίνει ότι τα ζώα είναι απαρχής στη διάθεση του ανθρώπου, εξυπηρετώντας όλες τις ανάγκες του που εκτείνονται από την διατροφή μέχρι και τις ξενομεταμοσχεύσεις.

Η σχέση ανθρώπου και ζώων καθορίζεται ήδη στα πρώτα Κεφάλαια της Γένεσης. Ο άνθρωπος ως βασιλιάς και κορωνίδα της κτίσης εξουσιάζει στα ζώα και δεν εξουσιάζεται από αυτά. Δείγμα αυτής της εξουσίας είναι η κλήση του καθενός με το όνομα που εκείνος καθορίζει χωρίς κάποια αντίρρηση. Τα ζώα υποκλίνονται σαν δούλοι πλήρως υποταγμένα στον άρχοντά τους.  Αυτή η εξουσία παραμένει σχετικοποιημένη και μετά την αμαρτία, όπως σχολιάζει ο ιερός Χρυσόστομος. Δεν εκμηδενίζεται αλλά παραμένει σε εκείνα που του είναι χρήσιμα. Έτσι κόπος και ιδρώτες της εργασίας γίνονται υποφερτά και η καταδίκη του ελαφρύτερη.

Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με όλα τα ζώα. Η εξουσία του ανθρώπου, όπως αναφέρθηκε, παύει να είναι γενική και απόλυτη και γίνεται προβληματική. Τα θηρία προ της πτώσεως σέβονταν τον Αδάμ όχι όμως και μετά την πτώση με εξαίρεση τους δικαίους, όπως οι λέοντες τον Δανιήλ, σχολιάζει ο ιερός Χρυσόστομος. Τα ζώα καταφρονούν τον άνθρωπο επειδή απογυμνώθηκε από την πρώτη του δόξα, ενώ στη σχέση τους εισέρχεται ο φόβος. Τα ζώα φοβούνται τον άνθρωπο και ο άνθρωπος τα ζώα.

Η στάση ανυποταγής τους ενισχύεται από το μέγεθος και τη σωματική δύναμη που ξεπερνούν τον μικρόσωμο και μυϊκά αδύναμο άνθρωπο, ο οποίος δεν είναι πλέον σε θέση να κυριαρχήσει με το λόγο του αλλά με την επιστράτευση κυρίως του λογικού. Ενδιαφέρουσα είναι η ανάλυση του Γρηγορίου Νύσσης:   Κανονικά, για να μπορεί να εξουσιάζει στη φύση ο άνθρωπος θα έπρεπε να έχει αυξημένα φυσικά χαρακτηριστικά. Ωστόσο, ενώ όλα τα ζώα έχουν όπλα προστασίας ο άνθρωπος πλάστηκε άοπλος: αργότερος από τα ταχύποδα, μικρότερος από τα παχύσαρκα και πιο ευάλωτος από τα ζώα που είναι ασφαλισμένα με σύμφυτα όπλα. Αν συνέβαινε όμως κάτι τέτοιο θα ήταν το ίδιο άγριος και θηριώδης και δεν θα είχε την απαραίτητη συνεργασία των υποχείριων. Το κάθε ζώο πλάστηκε έτσι ώστε να καθιστά αναγκαία την ανθρώπινη εξουσία.  Ο άνθρωπος διαθέτει άλλα όπλα εξουσίας, και πρώτα το όρθιο σχήμα του, που δηλώνει την βασιλική του αξία, με όλα τα ζώα να στρέφονται προς τα κάτω, δείγμα της υποταγής.

H διατήρηση της εξουσίας και η ανωτερότητα του ανθρώπου διασφαλίζονται ωστόσο από τη διαφορά τους. Ο άνθρωπος και μετά την πτώση παραμένει άνθρωπος, το ίδιο συμβαίνει και με τα ζώα. Οι φύσεις ήταν απαρχής και παραμένουν άτρεπτες. Αυτό είναι και το ισχυρότερο επιχείρημα κατά της θεωρίας της φυσικής επιλογής του Δαρβίνου. Το μόνο που υπόκειται σε τροπή είναι το ήθος. Με αυτή την έννοια μιλάμε για κτηνώδη, θηριώδη, ζωώδη συμπεριφορά του ανθρώπου, όταν αυτός παύει να ενεργεί ως λογικό και αυτεξούσιο ον και συμπεριφέρεται ως ον των ενστίκτων.  Αναλυτικότερος γίνεται ο ιερός Χρυσόστομος: Με την αμαρτία ο άνθρωπος από εξουσιαστής γίνεται όμοιος με τα ζώα, μάλιστα δε χειρότερος από αυτά, με την έννοια ότι συμπεριφέρεται πιο ανόητα και από αυτά που είναι άλογα. Το ζώο από τη φύση του δεν έχει λογικό και είναι φυσικό να παραμένει στην κατάσταση της αλογίας. Το έγκλημα όμως του ανθρώπου και της προαίρεσής του είναι, μολονότι τιμήθηκε από το Θεό με το λογικό, ότι ξεπέφτει στην κατάσταση του παραλογισμού. Γίνεται πιο ανόητος από τα βόδια και τους όνους όταν είναι αχάριστος, από τα πουλιά όταν δεν ελέγχει τις επιθυμίες του, από το μυρμήγκι όταν δεν γνωρίζει τη μέθοδο εργασίας, από τις πέτρες όταν γινόμαστε αναίσθητοι. Αυτός είναι λοιπόν ο ξεπεσμός: πιο αναίσθητοι από τα γαϊδούρια, πιο ανόητοι από τα τρυγόνια, πιο άμυαλοι από τα μυρμήγκια, πιο αναίσθητοι και από τις πέτρες.

Η διαφορά μας από τα άλογα ζώα, γράφει ο Χρυσόστομος, δεν έγκειται στην αναλογία του σώματος, στον τρόπο που ο άνθρωπος τρώει, πίνει και βρίσκει την τροφή του, ούτε και στο ζήτημα της ζωής, όλα αυτά είναι κοινά, αλλά στη λογική σκέψη και τον προφορικό λόγο, αυτά που καθιστούν τον άνθρωπο λογικό ζώο. Ο άνθρωπος έχει λογικό, καταλαβαίνει το λόγο των άλλων και αγαπά το λόγο.

Με το λογικό ο άνθρωπος είναι σε θέση να ρυθμίζει και το εξουσιαστικό. Και αυτό φαίνεται καθαρά στους τρόπους που βρίσκει ο άνθρωπος να τα βγάζει πέρα με τα ζώα. Στο ερώτημα, πώς γίνεται αυτός να είναι βασιλιάς των αλόγων ζώων όταν πολλά από αυτά υπερτερούν σε δύναμη, ταχύτητα και ευκινησία, απαντά ο Χρυσόστομος: Ο Θεός με τη σοφία του και την τιμή που έκανε στον άνθρωπο, του έδωσε όλες τις ικανότητες να χρησιμοποιεί όλα τα ζώα για τις ανάγκες του και να ξεπερνά όλες τις δυσκολίες που εκείνα του εμφανίζουν. Έτσι μπορεί ο ίππος να είναι ταχύτερος, αλλά ο άνθρωπος είναι καταλληλότερος για τα μακρινά ταξίδια, γιατί όσο πιο δυνατός και ταχύς και να είναι ο ίππος δεν μπορεί να διανύσει περισσότερα από διακόσια μίλια. Εξάλλου ο άνθρωπος μπορεί να ζεύξει διαδοχικά πολλά άλογα στο αμάξι του και να διανύσει έτσι δύο χιλιάδες μίλια την ημέρα. Με αυτόν τον τρόπο νικιέται η ταχύτητα του ίππου από την εφευρετικότητα και το λογικό του ανθρώπου. Από την άλλη πλευρά αν ο άνθρωπος είχε τόσο δυνατά πόδια όπως εκείνα των ίππων, δεν θα μπορούσε να τα χρησιμοποιήσει σε αρκετές από τις δουλειές του και άρα θα του ήταν άχρηστα. Δεν μπορεί επίσης να πετάξει όπως ο αετός, έχει όμως τον τρόπο να τον κατεβάσει στη γη και να τον συλλάβει. Όλα αυτά δηλώνουν ότι μπορεί μετά την αμαρτία να έχασε ο άνθρωπος την εξουσία και να υποδουλώθηκε στα ζώα, όχι όμως ολοσχερώς, αφού διαθέτει ικανότητες να επιβάλλεται.

 

Δεν είναι όμως μόνο το λογικό που διαφοροποιεί τον άνθρωπο από τα ζώα, είναι και το αυτεξούσιο. Γνωρίζουμε τη διαφορά της κακίας από την αρετή, δεν αγνοούμε το καλό και έχουμε επίγνωση του κακού. Αυτό μας ξεχωρίζει από τα άλογα ζώα.

Πάνω από όλα αυτό μας κάνει διαφορετικούς είναι η δυνατότητα της έλλογης και έναρθρης προσευχής. Πρόκειται για συνομιλία με το Θεό που στερούνται τα ζώα. Είναι αυτή που καθιστά τον άνθρωπο ξεχωριστό, που δηλώνει την ιδιαίτερη σχέση και συγγένεια με το Δημιουργό και τον συνδέει ακόμη και με τους αγγέλους, καθώς γράφει ο ιερός Χρυσόστομος.

Την ίδια συγγένεια δηλώνει και η όρθια στάση του ανθρώπου. Ο Θεός μας έπλασε όρθιους σε αντίθεση προς τα ζώα για να γνωρίζουμε ότι με αυτό το σχήμα μας δείχνουμε τη συγγένειά μας προς τα άνω, σχολιάζει και πάλι ο Χρυσόστομος.

Η διαφοροποίηση του ανθρώπου από τα ζώα, η ανάδειξη της ανωτερότητάς του και ο προδιαγεγραμμένος καθορισμός του ρόλου τους δεν απαλλάσσει τον άνθρωπο από την υποχρέωση να τα προστατεύει, ό,τι οφείλει να κάνει και για όλη την υπόλοιπη πλάση σύμφωνα με την αρχική εντολή του Θεού που συνδύαζε εργασία ή χρήση από τη μια πλευρά και υπεύθυνη προστασία από την άλλη. Η γνώμη του Μ. Βασιλείου, ότι τα ζώα πλάστηκαν βοηθοί του ανθρώπου, απομακρύνει χρήσεις ή στάσεις που δεν εντάσσονται στις πραγματικές ανάγκες αλλά αξιολογούνται ως εχθρικές και καταλήγουν ως εξουθενωτικές. Με αυτό το δεδομένο προστασία σημαίνει αφενός απουσία κακομεταχείρισης, κακοποίησης, βασανισμού, άσκοπης ή επιδεικτικής χρήσης, αδιαφορίας, και αφετέρου φροντίδα, ενδιαφέρον, κατανόηση, περιποίηση, συμπόνοια. Αυτού του είδους η σχέση θα μπορούσε να εμπεριέχει και το στοιχείο της συνεργασίας, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για ανώτερα θηλαστικά που βιολογικά βρίσκονται πολύ κοντά στον άνθρωπο.

Η φροντίδα και η περιποίηση των ζώων επιβάλλεται πρωτίστως από τη συναίσθηση ότι αποτελούν κοινά δημιουργήματα και μάλιστα ενός Δημιουργού που πρώτος αυτός ενδιαφέρεται και φροντίζει γι’ αυτά. Ακόμη και η καθιέρωση της αργίας του Σαββάτου συνδέθηκε με την ανάγκη τόσο της αγρανάπαυσης όσο και με την ανάγκη ανάπαυσης και ξεκούρασης των ζώων. Ενδεικτικά για τη στάση του Θεού είναι όσα αναφέρονται στον Προοιμιακό Ψαλμό, αλλά και όσα περιγράφει ο Χριστός για να διδάξει την εμπιστοσύνη των ανθρώπων στην πρόνοια του Θεού (Ματθ. 6, 26). Ενδεικτική της αγάπης προς τα ζώα είναι και η αναφορά του Ισαάκ του Σύρου όταν έλεγε ότι καίγεται η καρδιά του για όλη την κτίση, τα όρνια και τα ζώα και προσεύχεται με δάκρυα ακόμη και για τα άλογα ζώα.

Αυτή η εμπλοκή του Θεού στις σχέσεις ανθρώπου και ζώων αποτελεί και την απαρχή για την αποκατάσταση της αρχέγονης τάξης, όταν τα ζώα χωρίς φόβο, αμφισβητήσεις και αντιδράσεις υπηρετούσαν και φρόντιζαν τους ανθρώπους. Αυτή η αποκατάσταση με τις συνέπειές της αποτελεί μια καθημερινή εμπειρία στη ζωή των αγίων και ασκητών: άσπλαχνα κοράκια μεταφέρουν κρέας και άρτο στον προφήτη Ηλία, το κήτος διατηρεί επί τριήμερο τον Ιωνά στην κοιλιά του αλώβητο, πεινασμένα λιοντάρια και τίγρεις φράζουν τα στόματά τους και αντί να κατασπαράσσουν τον Δανιήλ και αργότερα τους μάρτυρες στέκονται με σεβασμό και δέος μπροστά τους φροντίζοντας ακόμη για τις πληγές τους, αρκούδες βόσκουν πρόβατα και εκτελούν εργασίες κατοικίδιων ζώων, όπως το κουβάλημα νερού ή το κέρασμα των επισκεπτών, ζαρκάδια προφυλάσσουν αγίους από δηλητηριώδη χόρτα,  ύαινες ευγνωμονούν και ανταποδίδουν τη θεραπεία τους από ασκητές,  ακρίδες και δηλητηριώδη φίδια υπακούν στις εντολές των αγίων και απαλλάσσουν από την παρουσία τους τους γεωργούς, λιοντάρια ξεψυχούν δίπλα στον τάφο αγαπημένων τους αγίων, χοίροι που καταστρέφουν καλλιέργειες τιμωρούνται από αγίους και παύουν τις δολιοφθορές, βάτραχοι και πουλιά που συμπροσεύχονται.

Από την άλλη πλευρά άγιοι θεραπεύουν άγρια ζώα, αρνούνται να τα κουράζουν,  τρέφουν άγρια πουλιά, ερπετά και ζώα, προσεύχονται για αυτά σε καιρούς ξηρασίας και άλλων αντίξοων συνθηκών, τα απαλλάσσουν από δαιμονικές καταλήψεις και επιρροές.

Αυτή η αγάπη και φροντίδα για τα ζώα σε καμιά περίπτωση δεν οδηγεί στη λατρεία ή την υπερεκτίμησή τους. Αυτό σημαίνει ότι δεν αποτελούν αυτοαξία ούτε και μπορούν να υπερβαίνουν σε αξία τον άνθρωπο. Είναι γνωστή η αξιολογική ιεράρχηση του οσίου Παϊσίου: Πρωτίστως αγαπούμε τους ανθρώπους και δευτερευόντως τα ζώα.