Ο θαυμαστός κόσμος των φυτών

11 Απριλίου 2022

«Και ἐξήνεγκεν ἡ γῆ βοτάνην χόρτου σπεῖρον σπέρμα κατά γένος καί καθ’ ὁμοιότητα, και ξύλον κάρπιμον ποιοῦν καρπόν, οὗτό σπέρμα αὐτοῦ ἐν αὐτῷ κατά γένος ἐπί τῆς γῆς» (Γεν. 1, 12).

Φυτά και δένδρα αποτελούν την πρώτη μορφή ζωής στον πλανήτη γη. Με βάση όσα γνωρίζουμε, χωρίς αυτά δεν θα μπορούσαν να επιβιώσουν ούτε τα ζώα μα ούτε και ο άνθρωπος. Επομένως η παρουσία τους συνιστά καθοριστικό παράγοντα της ζωής, με την ευρύτερη σημασία του όρου και όχι μόνο τη βιολογική.Με τα ίδια δεδομένα είναι εύκολο να υποθέσουμε ότι εμείς οι άνθρωποι θα μπορούσαμε να κάνουμε δίχως τα ζώα όχι όμως και χωρίς τα φυτά. Εξάλλου μια εικόνα του Παραδείσου της τρυφής, όπως αυτός περιγράφεται στην Γένεση,δίχως τα φυτά είναι παντελώς αδιανόητη.

Την αναγκαιότητα ύπαρξης φυτών και δένδρων αποτύπωσε με τρόπο χαρακτηριστικό ο Κοσμάς ο Αιτωλός, όταν δίδασκε πώς οι άνθρωποι θα φτωχύνουν γιατί δεν θα αγαπούν τα δένδρα.  Αν δε πίσω από αυτή τη φτωχοποίηση εννοήσουμε τη σημερινή οικολογική κρίση και τις συνέπειές της, τότε μπορούμε και να την περιγράψουμε. Χωρίς τα φυτά και τα δένδρα δεν διασφαλίζεται η ποιότητα αλλά και η ποσότητα διατροφής ζώων και ανθρώπων, δεν ρυθμίζονται οι υγιείς κλιματικές συνθήκες σε αέρα και έδαφος, δεν παράγεται οξυγόνο, δεν διατηρείται η ατμόσφαιρα καθαρή με την κατακράτηση του διοξειδίου του άνθρακα, δεν προφυλάσσεται η ακεραιότητα του εδάφους από τις καταστροφικές πλημμύρες, δεν υπάρχουν οι πρώτες ύλες για την παραγωγή φαρμάκων και την προστασία της υγείας, δεν προκαλούνται αισθήματα ανάπαυσης, χαράς και ευεξίας, δεν υπάρχουν προϋποθέσεις αντιμετώπισης του άγχους και άλλων ψυχοφθόρων ασθενειών.

Η οντολογική απόσταση που διαπιστώνεται μεταξύ ανθρώπων και φυτών δεν εκμηδενίζει τη σχέση ζωής που τους συνδέει. Μπορεί τα φυτά να μην διαθέτουν λογικό, αυτεξούσιο και κοινωνικό, όπως οι άνθρωποι,  δεν παύουν όμως να διαθέτουν θρεπτικές, αυξητικές και πολλαπλασιαστικές λειτουργίες που διαθέτουν και εκείνοι. Έτσι όσο μακριά βρίσκονται με βάση το κριτήριο της ουσίας και φύσης τόσο κοντά είναι με βάση τη σχέση ζωής.

Η εν λόγω σχέση αποτυπώνεται κυρίως στη λειτουργία των πέντε αισθήσεων. Με τα μάτια αισθάνονται οι άνθρωποι την ομορφιά των χρωμάτων, των συμμετριών και των σχημάτων του φυτικού κόσμου. Με τα αυτιά αντιλαμβάνονται το θρόισμα των φύλλων και των βλαστών. Με την όσφρηση προσλαμβάνουν την ευωδία των εξαίσιων ανθών. Με την αφή  αισθητοποιούν την ύπαρξή τους  και συγκεκριμενοποιούντην επαφή, και τέλος, με την γεύση είναι σε θέση να επιλέγουν, να διαφοροποιούν και απολαμβάνουντην ποικιλία των τροφών και των καρπών. Όλα αυτά δεν δηλώνουν μόνο το τι μπορεί ο άνθρωπος να αποκομίζει από τη σχέση του προς τα φυτά αλλά και το τι είναι έτοιμα εκείνα να προσφέρουν «καθηκόντως» σ’ αυτόν.

Μελετώντας το Βιβλίο της Γένεσης διαπιστώνουμε την ύπαρξη τριών κατηγοριών φυτών στον τύπο των δένδρων: α) τα κοινά δένδρα που ήταν απαραίτητα για την ανθρώπινη επιβίωση. Ήταν αυτά που διατέθηκαν στον άνθρωπο χωρίς προϋποθέσεις και όρια (Γεν. 1, 29/ Γεν. 3. 2)).  β) το δένδρο που ήταν ανθισμένο με τις ηδονές των αισθήσεων και η βρώση του οδηγούσε στη γνώση του καλού και του κακού (Γεν. 3, 6). Ήταν το δένδρο με τον απαγορευμένο καρπό αλλά ταυτόχρονα και το δέλεαρ και συνέβαλε στη δοκιμασία της ελευθερίας του ανθρώπου, ο οποίος είχε να επιλέξει μεταξύ της υπακοής και της παρακοής στο Θεό. Και γ) το δένδρο της ζωής. Είναι αυτό που φυτεύτηκε στο κέντρο του παραδείσου για να τροφοδοτεί τους ανθρώπους με την αιωνιότητα. Γι’ αυτή του την ιδιότητα άλλωστε δεν επετράπη η χρήση του μετά την αμαρτία. Για να μη καταστεί  το κακό αθάνατο.

Από την αρχή λοιπόν μπήκε το ζήτημα του τρόπου και των ορίων χρήσης του φυτικού κόσμου, καθορίζοντας και τη σχέση του ανθρώπου προς τον Δημιουργό. Έτσι η μεν ασκητική χρήση διασφάλιζε πάντοτε την κοινωνία, η δε άπληστηκαι αλόγιστη χρήση την ακοινωνησία. Είναι μια εμπειρία που δεν καθόρισε μόνο το παρελθόν αλλά συνεχίζει να καθορίζει και το μέλλον.

Η ασκητική χρήση είναι απαραίτητο συνοδευτικό της θεόσδοτης εξουσίας του ανθρώπου επί του φυσικού κόσμου, γιατί τα «δικαιώματα» που απορρέουν από αυτή δεν τον απαλλάσσουν από την υποχρέωση της προστασίας του. Αυτή η υποχρέωση δεν προκύπτει μόνο από την τυπική συμμόρφωση στην σχετική εντολή του Δημιουργού αλλά από την επιστράτευση του κινήτρου της αγάπης, όπως το εκφράζει και ο Ισαάκ ο Σύρος, όταν δήλωνε ότι η καρδιά του καίγεται από την αγάπη προς το σύνολο της ορατής και αόρατης δημιουργίας, επομένως και των φυτών. Αυτή η αγάπη δεν είναι κάτι  γενικό, αφηρημένο και απρόσωπο, αλλά άκρως προσωπικό. Έχει ως αφετηρία το Δημιουργό και αποδέκτες όλους τους ανθρώπους  σε όλες τις εποχές χωρίς αδικίες και αποκλεισμούς. Αυτό σημαίνει ότι ο κόσμος των φυτών δεν ενεργοποιείται μόνο για κάποιες γενεές του παρελθόντος ή του παρόντος αλλά για όλες τις μελλοντικές γενεές.  

Μια τέτοια αγάπη είναι απαγορευτική καταρχήν στην ατομιστική χρήση και στη συνέχεια στην ποικίλη ανθρωπογενή καταστροφική δράση, που δεν εκδηλώνεται τόσο με τις πυρκαγιές και τις άλλες φυσικές καταστροφές όσο με την ρύπανση του περιβάλλοντος, της οποίας οι συνέπειες οδηγούν αργά αλλά σταθερά στον οικολογικό θάνατο. Το εντυπωσιακό είναι πως αυτή η καταστροφική πορεία δεν αποτυπώνεται ή δεν γίνεται τόσο φανερή στον κόσμο των ανθρώπων και των ζώων όσο στον κόσμο των φυτών.

Στο βαθμό που οι λογικοί άνθρωποι αδυνατούν ή δεν επιθυμούν να αναζητούν τα αίτια τόσο της οικολογικής όσο και κάθε άλλης μορφής ανθρωπογενούς καταστροφής δράσης κοινωνικού, εθνικού, οικονομικού και πολιτιστικού χαρακτήρα, στην απομάκρυνση των ανθρώπων από το Δημιουργό και στα αντίθετα προς την αγάπη κίνητρα χρήσης του κόσμου και κοινωνικής συμπεριφοράς, ο κόσμος των φυτών αναλαμβάνει το ρόλο της διαμεσολάβησης αλλά και της άλογης μεν αλλά αποτελεσματικής διδαχής των ανθρώπων, που αρχίζει με απτές και αφυπνιστικές προειδοποιήσεις, και συνεχίζει με καθημερινές συγκεκριμένες διδακτικές απεικονίσεις. Είναι χαρακτηριστική η σχετική αποστροφή του Ν. Καζαντζάκη: Είπα στη μυγδαλιά, αδελφή, μίλησέ μου για το Θεό, και η μυγδαλιά άνθισε.