Περί του Αγίου Μύρου.                        

21 Απριλίου 2022

Για τη «μυρεψική», την τέχνη της παρασκευής αρωμάτων, μαρτυρίες υπάρχουν από την Αρχαιότητα. Στην αρχαία Ελλάδα η μυρεψική θεωρείτο «ἐπιστήμη ποιητική ἡδονῆς» για τον Αριστοτέλη[i], ενώ ο Ιωάννης ο Φιλόπονος σχολιάζει σχετικά ότι «ἐπενοήθησαν τέχναι ἥδουσαι τὰς αἱσθήσεις, τῇ μὲν ὄψει ζωγραφία, τῇ δὲ ἀκοῇ μουσική, τῇ δὲ ὀσφρήσει ἡ μυρεψική, τῇ γεύσει ἡ μαγειρική, τῇ ἁφῇ τὰ λουτρὰ και ἡ   ὑφαντικὴ»[ii]. Οι μυρεψοί, εκτός από αρώματα[iii]«κατασκεύαζον τα φάρμακα, οἷς ἰατροὶ χρῶνται πρὸς θεραπείαν ἀνθρώπων».

Ιδιαιτέρως σημαντική για την ιερή μυρεψική τέχνη είναι η μαρτυρία του Πλουτάρχου στο έργο του «Περί Ἴσιδος και Ὁσίριδος», όπου αναφέρει ότι μυρεψοί παρασκεύαζαν μία αρωματική προσφορά στους θεούς, το «κύφι»[iv]. Στην Αίγυπτο η προσφορά αρωματικών ελαίων στους θεούς και στους νεκρούς ήταν συνήθης πρακτική[v], ενώ έλαιο ως χρίσμα χρησιμοποιείτο τελετουργικά και από τον Φαραώ για την χρίση των αξιωματούχων του[vi]. Στη Μεσοποταμία οι χρίσεις είχαν χαρακτήρα θρησκευτικό και αφορούσαν τα ιερατικά αξιώματα[vii].

Στην Παλαιά Διαθήκη ο Μωυσής έλαβε εντολή από τον Θεό να παρασκευάσει μύρο (Eξ. 30.22-25) και θυμίαμα (Εξ. 30.34-38). Μάλιστα, ο Θεός ορίσε την ακριβή σύσταση και χρήση τους, αφού Του ανήκουν αποκλειστικά και αποτελούν χαρακτηριστικά Αυτού και των αγίων Του, των αφιερωμένων σε Αυτόν σε αντίθεση με τον βέβηλο κόσμο[viii]. Ωστόσο, η παρασκευή τους ανατέθηκε στον Βεσελεήλ, στον οποίο «εδόθη σοφία και επιστήμη… συνιέναι ποιεῖν πάντα τὰ ἔργα κατὰ τὰ ἅγια καθήκοντα͵ κατὰ πάντα͵ ὅσα συνέταξεν κύριος» (Έξ. 36,1). Πρόκειται για τον πρώτο «μυρεψό» και αναφέρεται, ότι «οὗτος ἐποίησεν τὸ ἔλαιον τῆς χρίσεως τὸ ἅγιον καὶ τὴν σύνθεσιν τοῦ θυμιάματος͵ καθαρὸν ἔργον μυρεψοῦ» (Εξ. 38,25), καθώς «καὶ τὸ θυσιαστήριον καὶ πάντα τὰ σκεύη αὐτοῦ καὶ τὸ ἔλαιον τῆς χρίσεως καὶ τὸ θυμίαμα τῆς συνθέσεως» (Εξ. 39,15). Αργότερα, το έργο των μυρεψών ανέλαβαν ιερείς, γιοί ιερέων και λευΐτες (Παραλ. Α΄ 9.3)[ix]. Δημιουργήθηκε έτσι μια εξειδικευμένη ομάδα μυρεψών που παρασκεύαζε αρώματα στον Ναό του Σολομώντα τηρώντας μυστικότητα σχετικά με τη σύσταση και τον τρόπο παρασκευής τους[x].

Στην Παλαιά Διαθήκη με έλαιον χρίονταν οι βασιλείς και οι ιερείς. Στην  πρώτη περίπτωση υπάρχουν δύο αναφορές, η χρίση του Δαυίδ από τον Σαμουήλ (Α΄Βασ.16, 13) και η χρίση του Σολομώντα από τον αρχιερέα Σαδώκ (Βασ. Γ΄1,38-40). Όσον αφορά τη χρίση των ιερέων, ο Θεός στο όρος Σινά έδωσε στον Μωυσή την εντολή να χρίσει ιερείς τον Ααρών και τους γιούς του, ορίζοντας επακριβώς και τον τρόπο της χρίσεως (Εξ. 29,7-8, Λευϊτ. 8,1-3). Λαμβάνοντας ο Μωυσής από το έλαιον αυτό καθαγίασε το θυσιαστήριο, τα σκεύη του «καὶ ἐπέχεεν… ἀπὸ τοῦ ἐλαίου τῆς χρίσεως ἐπὶ τὴν κεφαλὴν Ἀαρών καὶ ἔχρισεν αὐτὸν καὶ ἡγίασεν αὐτόν» (Λευ.8,10-12). Στην περίπτωση των προφητών, αυτοί εκλέγονται και καλούνται από τον Θεό που χορηγεί σε αυτούς χαρίσματά, τις δωρεές του Άγιου Πνεύματος χωρίς την τελετουργική χρίση με έλαιο[xi].

Στην Καινή Διαθήκη ο Κύριος με την Ενανθρώπισή Του ανακαίνισε την ανθρωπότητα, η οποία μεταπτωτικώς βίωνε μία τραγική κατάσταση αμαρτίας και απερίγραπτης δυσωδίας σύμφωνα με τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο[xii]. Προσφορές αρωματικές δέχτηκε  ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός μετά τη Γέννησή Του, τα δώρα των τριών Μάγων, σμύρνα, λιβάνι και χρυσό. Τα δύο πρώτα είναι γνωστές αρωματικές ουσίες, αλλά και για το χρυσό, κάποιοι μελετητές εκφράζουν την άποψη ότι στην πραγματικότητα πρόκειται για πολύτιμο βάλσαμο ή αρωματισμένο έλαιο χρίσματος[xiii].Επομένως, ενδέχεται -σύμφωνα με την παραπάνω άποψη – να προσφέρθηκαν στον Χριστό ως δώρα τρεις αρωματικές ουσίες. Στη Βάπτισή Του στον Ιορδάνη (Μτ. 3,13-17,Μκ. 1,9-11,Λκ. 3,21-22,Ιω. 1,29-34)ο Κύριος έλαβε χρίσμα πνευματικό, όταν το Άγιο Πνεύμα κατήλθε από τον ουρανό «σωματικῷ εἴδει ὡς περιστερὰ» (Λκ. 3,22) και έμεινε πάνω στον Ιησού (Μτ. 3.16, Μκ.  1.10, Λκ.  3.21-.22,  Ιω. 1.32.- 32), οο ποίος «…πλήρης πνεύματος ἁγίου ὑπέστρεψεν ἀπὸ τοῦ Ἰορδάνου͵…» (Λκ. 4.1).

Το Μύρο ως κοσμικό άρωμα στην Καινή Διαθήκη λαμβάνει άλλη σημασία από τη στιγμή που η αμαρτωλή γυναίκα στους Ευαγγελιστές Ματθαίο (26.7-12), Μάρκο (14,3-5) και Λουκά (7,37), η Μαριάμ, η αδελφή του Λαζάρου στον Ιωάννη (12,3-5) άλειψε τον Ιησού με Μύρο.

Μετά την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος την Πεντηκοστή (Πράξ. 2,1-4) οι Απόστολοι με επίθεση χειρών μετέδιδαν στους βαπτισμένους το Άγιο Πνεύμα[xiv](Πράξ. 2,38  8,14-17, 19,1- 6, 10,38.44.47, Ιω. 3,5, Ἐβρ. 6, 1-2, Ρωμ. 5,5. 8,15, Α’ Κορ. 2,12, Γαλ. 3,2. 4,6). Έπειτα, πιθανότατα κατά τον 2ο αιώνα, με την αύξηση του αριθμού των Χριστιανών καθιερώθηκε η χειροθεσία σε συνδυασμό με τη χρίση με έλαιο, που αποτελεί το αισθητό σημείο της χρίσεως[xv]. Ο δε καθαγιασμός του Αγίου Μύρου τη Μ. Πέμπτη καθιερώθηκε κατά τον Ζ΄ αιώνα[xvi].

Η επιλογή της χρήσης του ελαίου στη λατρεία της Εκκλησίας σύμφωνα με τον Συμεών Θεσσαλονίκης είναι «τύπος τοῦ θείου ἐλέους[xvii],της ἐλεημοσύνης καὶ ἱλαρότητος, ἐν ᾗ καὶ τὸ θεῖον καὶ ἱλαρόν άστράπτει τῆς χάριτος φῶς[xviii]». Για  τα συσταστικά του αναφέρει ότι «οὐκ ἑλαιον μόνον ἐστὶν, ἀλλὰ καὶ ἐκ πλείστων ἄλλων εἰδῶν εὐόσμων συγκείμενον, παριστάνον καὶ ἐν συμβόλοις τὸ πολυδύναμον, καῖ τὸ τῶν ἐνεργειῶν ποικίλον τε καὶ πολυειδὲς τῶν χαρισμάτων τοῦ Πνεύματος, καὶ τῆς αὐτοῦ ἁγιοσύνης τὸ εὔοσμον»[xix]. Επίσης, στα Αρεοπαγιτικά Συγγράμματα η σύνθεση του μύρου ορίζεται ως «συναγωγή εὐπνόων ὑλῶν» και θεωρείται «συμβολική»[xx]. Είναι η «θεαρχική εὐωδία», που συντελεί στην «προς τὸ θείον ἐπιστροφήν» και στην «θεία μέθεξη των εὐωδῶν διαδόσεων» πηγή των οποίων είναι ο Ιησούς Χριστός[xxi].

Οπωσδήποτε, η επιλογή του αρωματικού ελαίου για το Χρίσμα συνδέεται με το μύρο που η αμαρτωλή γυναίκα άλειψε τον Θεάνθρωπο, με το μύρο της Ταφής Του, ένα μίγμα σμύρνης και αλόης (Ιω. 19,39) και με τα μύρα και τα αρώματα που είχαν ετοιμάσει οι γυναίκες (Μκ.16,1, Λκ.23,56), όταν επισκέφτηκαν τον τάφο του Αναστάντος Χριστού. Στη Λειτουργία του Αγίου Μύρου του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων του 12ου αιώνα του κωδ. της Μονής του Τιμίου Σταυρού 43(«Τάξις σὺν Θεῷ τῆς Λειτουργίας τοῦ Ἁγίου Μύρου», Codex 43, S. Crucis[xxii]) σε τροπάριο που ψάλλεται αντί χερουβικού αναφέρεται:

«Ἰδού τὸ μύρον ἔρχεται, ἡ ευωδία πέμπεται, εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιών καἰ εἰς ζωὴν αἰώνιον. Τούτο ἐστί τὸ μύρον τὸ τῆς ταφῆς τοῦ Σωτῆρος, ἀρραβών τῆς ἀναστάσεως φωτίζων ζῶντας καὶ νεκρούς…Τὀ μύρον γὰρ προέρχεται εὐωδιάζον ἅπαντας. Ἁγίασον τοὺς δούλους σου, Χριστὲ σωτήρ, ὡς εὔσπλαγχνος, Διὰ τοῦ θεῖου μύρου σου, ὅ πνεύματι ἡγιάσας…».

Επίσης, στην ίδια ακολουθία ψάλλεται το ακόλουθο τροπάριο:

«Ὡς μύρον σεπτόν καἰ θεῖον καὶ ἀτίμητον

τῆς πόρνης, Χριστέ, τὸ μύρον δέχῃ σήμερον

τῶν ποδὼν φιλήματι τὸ δυσώδες καθαίρεις τῶν πράξεων

σὺν αὐτῇ οὖν, μόνε Σωτήρ,

τοὺς πόθῳ τιμῶντάς σε οἰκτείρησον»[xxiii].

Όσοναφοράτη σύσταση του μύρου, αυτή παρατίθεται στο βιβλίο της Εξόδου (30.22-25): «…ἄνθος σμύρνης ἐκλεκτῆς πεντακοσίους σίκλους καὶ κινναμώμου εὐώδους τὸ ἥμισυ τούτου διακοσίους πεντήκοντα καὶ καλάμου εὐώδους διακοσίους πεντήκοντα καὶ ἴρεως πεντακοσίους σίκλους τοῦ ἁγίου καὶ ἔλαιον ἐξ ἐλαίων… ».

Το πρώτο αυτό Χρίσμα αποτελείται από τέσσερα συστατικά εκτός του ελαίου, τα οποία προέρχονται από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα[xxiv], στοιχείο που δηλώνει την πληρότητα του και την καθολικότητα της επενέργειας του μύρου στον κόσμο. Η μοναδικότητα του μύρου, καθώς και του θυμιάματος εκφράζουν τη μοναδικότητα του Θεού, όπως ακριβώς και ο Ναός Του και ό,τι σχετίζεται με Αυτόν[xxv]. Το άρωμα του Θεού, μύρο και θυμίαμα αποτελούν διακριτικό χαρακτηριστικό Του και οριοθετούν τον κόσμο Του σε σχέση με τον κόσμο των ανθρώπων[xxvi]. Επίσης, στον 44ο Ψαλμό (44,8-9) αναφέρεται αρωματικό έλαιο – χρίσμα, «ἔλαιον ἀγαλλιάσεως» παρασκευασμένο από «σμύρνα καὶ στακτὴ καὶ κασία…».

Στο αρχαιότερο σωζόμενο ευχολόγιο, τον Βαρβερινό κώδικα του 8ου αιώνα (Barb. gr 336[xxvii]) για τη «Σκευή του Νάρδου» αναφέρονται δώδεκα (12) συστατικά:  ἔλαιον, κύπηρις, ἶρις, ῥασδον, ἀσπάλαθος, ἄμωμον, ξυλοκαρυόφυλλον, μυροβάλανον, κάσσαμον, κασσίαν, τερεμίνθη, σμύρνα, βάλσαμον. Επίσης, στον κωδ. του Ροσσάνο  («Ἡ τοῦ ἁγίου Μύρου σκευὴ καὶ ὅπως τελεῖται πᾶσα ἡ ἀκολουθία τῇ μεγάλῃ Ε’»,CodexVaticanusgr.1970του 12ου αιώνα[xxviii]) παρατίθεται κατάλογος εικοσιτεσσάρων (24) συστατικών  για την έψηση του Μύρου.

Προφανώς, τα παραπάνω υλικά αποτελούν τη βάση για την παρασκευή του Μύρου της Εκκλησίας, ενώ με το πέρασμα του χρόνου προστέθηκαν και άλλα συστατικά. Ἐτσι, στην «Ακολουθία του Αγίου Μύρου» του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως στο «Ευχολόγιον το Μέγα»[xxix]της έκδοσης της Βενετίας του 1862 χρησιμοποιούνται τριάντα επτά (37) συστατικά, ενώ η σύνθεση του Αγίου Μύρου, όπως καθαγιάζεται σήμερα από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, περιλαμβάνει πενήντα επτά (57) συστατικά[xxx].

Η σημασία του Αγίου Μύρου για την Εκκλησία είναι τεράστια, αφού χρησιμοποιείται σε όλες της τελετές αφιέρωσης στον Θεό ανθρώπων, λατρευτικών χώρων και λειτουργικών αντικειμένων[xxxi]. Χρησιμοποιείται στο Μυστήριο του Χρίσματος ως «ἡ ἱερᾶ τῆς θεογενεσίας τελείωσις»[xxxii], στα Εγκαίνια ιερού ναού και στις ειδικές περιπτώσεις της παραδοχής στην Εκκλησία ετεροδόξων και πεπτωκότων και στην ανακομιδή λειψάνων Αγίων, ενώ κατά το παρελθόν χρησιμοποιείτο και στη στέψη των αυτοκρατόρων[xxxiii]. Στη αλεξανδρινή Λειτουργία του Αγίου Μύρου («Ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου Μύρου τῆς Μ. Πέμπτης» κατά τὰ τυπικά τῆς Ἀλεξάνδρειας, Κωνσταντινουπόλεως,ΕιλητάριοΕ55 του 1156 μ.Χ., Νέα Ευρήματα της Μονής Αγίας Αικατερίνης Σινά[xxxiv]) το Χρίσμα χαρακτηρίζεται «…πνευματικὸν, φυλακτήριον ζωῆς, σφραγὶς ἀνεπιβούλευτος, ὅπλον πίστεως, θώραξ δυνάμεως καὶ πᾶσης διαβολικῆς ἐνέργειας, περιβόλαιον σωτηρίου καὶ ἀγαλλίαμα τῆς καρδίας, εὐφροσύνη αἰώνιος»[xxxv].Η μεταβαπτισματική χρίση με το Μύρο οδηγεί τους νεοφώτιστους «εἰς τελείαν υἱοθεσίαν»[xxxvi]αυτών από τον Θεό. Αποτελεί την ανεξίτηλη πνευματική σφραγίδα του Θεού πάνω στους δούλους Του: «εἰς τὸἐπιγινώσκεσθαι αὐτοὺς διὰ τῆς ἁγίας σου σφραγίδας ὑπὸ τῶν ἀγγέλων, καὶἀρχαγγέλων· καὶ ὑπὸ πάσης ἀγγελικῆἐξουσίας·καὶ ταῖς ἀντικειμένοις δυνάμεσιν, φοβεροὺς ἐπιγινώσκεσθαι·ὅτι σοι εἰσί λαὸς ἐσφραγισμένος, τῇ θείᾳσου σφραγίδι· διὰ τοῦ ἁγίου σου τοῦτουμύρου· τοῦ μυρεψικοῦκαὶ ἡγιασμένου·»[xxxvii]. Μάλιστα, οι φέροντες τη σφραγίδα του Θεού θα απολαύσουν τη μακαριότητα στη Βασιλεία Του, όπως αποκαλύπτει ο προφήτης Ησαΐας (25,6)«καὶ ποιήσει κύριος σαβαώθ πᾶσι τοῖς ἔθνεσιν ἐπὶ τὸ ὄρος τοῦτο (της Σιών) πίονται αὐφροσύνην, πίονται οἶνον, χρίσονται μύρον». Όμως, η επενέργεια του Αγίου Μύρου δεν αφορά μόνο τον άνθρωπο, ολόκληρος «ὁ κόσμος εὐωδιάζεται·ὅσος ὁρατὸς καὶ ὅσος ἀόρατος»[xxxviii], αφού το ἐκκενωθέν μύρον είναι ο ίδιος ο Χριστός[xxxix].

 

Παραπομπές/βιβλιογραφία:

[i]Αριστοτέλους, Ηθικά Νικομάχεια,AristotelisEthicaNicomachea, I. Bywater, ClarendonPress, ScriptorumClassicorumBibliotheca, Oxoniensis, Oxford, 1894, (Ανατυπ.1962),1153a.23-53.

[ii]Ιωάννου Φιλοπόνου Φιλοσόφου, Ἱωάννου Ἀλεξανδρέως, είς τῆν περῖ ψυχῆς τοῦ Ἀριστοτέλους σχολικαὶ άποσημειώσεις, M. Hayduk, IoannisPhiloponiinAristotelisdeanimalibroscommentaria, (Reimer), Berlin, 1897, 15.476.17-25.

[iii]ΘεοφράστουΦιλοσόφου, Περὶφυτῶναἱτίων, Theophrastus, De causis plantarum, (lib. 1), R.E. Dengler, (University of Pennsylvania Press), Philadelphia, 1927, 6.19.3.7-8.

[iv]Πλουτάρχου, Περί Ἴσιδος και Ὁσίριδος, Ἠθικά, Εισαγωγή – Κριτικαί Παρατηρήσεις – Κείμενον – Μετάφρασις, Λεων. Φιλιππίδου, Αθήνα, 1975, Τα Άπαντα των Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων, τ. Α΄ (372), τ. Β΄ (373), εκδ. Επιστημονική Εταιρία των Ελληνικών Γραμμάτων Πάπυρος, Ε80 (F383), τ. Β΄, 198-200.

[v]Bonnet, H., «Salben», Reallexikon der Ägyptischen Religionsgeschichte, Germany, 19712, 624-626, 19712, 624-626, 647.

[vi] Ό.π., 648-649, Δαμασκηνού Σάββα Αρχιμανδρίτου,Εξωβιβλικές Μαρτυρίες Ονομάτων, Φράσεων και Θεσμών από την Αρχαία Αίγυπτο και από την Αρχαία Ουγκαρίτ στην Παλαία Διαθήκη, Ανάτυπον από το Δελτίο Βιβλικών Μελετών, τ. 30ος, Ιανουαριος-Ιούνιος 2012, έτος 40ο, Αθήνα, 2015,13-15.

[vii]Καραγιάννη, Χρ., Βιβλική Αρχαιολογία Θεσμολογία, εκδ. Έννοια, Αθήνα, 2013, 42, Klingbeil G., The Anointing of Aaron: A study of Leviticus 8:12 in its ot and ane context, Andrews University Seminary Studies, 38.2 (Autumn 2000), 231-243, 237.

[viii]Houtman, C., Holy Incence, On the function of the Holy Incence (Exodus XXX 34-8) and the sacred anointing oil (Exodus XXX 22-33) Vêtus Testamentum, XLII, 4 (1992) 458-465, 462.

[ix] Παραλ. Α΄ 9.3, Φίλια, Γ., Λειτουργική, τόμος Α΄,εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 2006, 77.

[x]Faure, P., Μύρα και αρώματα της αρχαιότητας, μτφρ. Γ. Σπανός, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα, 2004, 113-114.

[xi] Κωνσταντίνου, Μ., Θεσμόςκαι χάρισμα στην Παλαία Διαθήκη, Εισήγηση στο Στ’ Δια χριστιανικό Συμπόσιο (Τμήμα Θεολογίας Α.Π.Θ. – AtheneumAntonianum Ρώμης): «Θεσμός και χάρισμα στη ανατολική και δυτική παράδοση», Θεσσαλονίκη-Βέρροια, 4-9 Σεπτεμβρίου 1999, Ανάτυπο, 4, 6.

[xii] Ιωάννου Χρυσοστόμου, «Ὑπόμνημα εἰς τὴν Πρὸς Τιμόθεον Ἐπιστολήν Πρώτην», PG 62, 154.

[xiii]Faure, Paul, Μύρα και αρώματα της αρχαιότητας, 127.

[xiv]Τρεμπέλα, Π., Δογματική, Γ΄, εκδ. Ὁ Σωτὴρ, Ἀθῆναι, 19792, 130-131.

[xv]Μητσοπούλου, Ν., Θέματα Ὀρθοδόξου Δογματικῆς Θεολογίας, Πανεπιστημιακές Παραδόσεις Δογματικῆς, Ἀθῆναι, 19842, 313.

[xvi] Σκαλτσή, Π., Λειτουργικές Μελέτες Ι, εκδ. Π.  Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2010, 69.

[xvii]Συμεών Θεσσαλονίκης, Διατὶ καὶ ἔλαιον ἐν τῷ ἁγίῳ καὶ μεγάλῳ μύρῳ, καὶ ἔλαιον ἐν τῷ εὐχελαίῳ, PG τ. 155, ΝΖ΄, στ. 205, Πρβλ. Φουντούλη, Ιω., Ἔλαιον, ΘΗΕ τ. 5ος, Αθήναι, 1964, 544.

[xviii]Συμεών Θεσσαλονίκης, Ὅτι καὶ τὸ τοῦ ἁγίου ἐλαίου ἤτοι εὐχέλαιον μυστήριον ὑπὸ τοῦ Σωτῆρος ἐστι δοθὲν, PG τ. 155, ΝΣΤ΄, στ. 204-205, Πρβλ. SchmemannAl., Ἐξ ὕδατος καὶ Πνεύματος, Λειτουργική μελέτη τοῦ Βαπτίσματος, εκδ. Δόμος, (Πρώτη επανέκδοση) Αθήνα,1990, 71-72.

[xix]Συμεών Θεσσαλονίκης, Περὶ τῶν Μυστηρίων, Τὶ παρέχει τῷ βαπτιζομένῳ τῷ χρίσμα, ἤτοι τὸ Μύρον, PG τ. 155, κεφ. ΞΕ’, 229, Πρβλ. Μενεβίσογλου Παύλου, Το Άγιον Μύρον ἐν τῇ Ὁρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ, ἰδία κατά τᾶς πηγᾶς καὶ τὴν πράξιν τῶν νεοτέρων χρόνων τοῦ Οἱκουμενικοῦ Πατριαρχεῖου, Θεσσαλονική, 1972, 32-33.

[xx]Διονυσίου Άρεοπαγίτου, Περὶ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἰεραρχίας, Μυστήριον Τελετῆς Μύρου, PG τ. 3, 477-479.

[xxi]Ό.π.,477-479.

[xxii] Παπαδoπούλου-Κεραμέως, Α., Ἀνάλεκτα Ἱεροσολυμιτικής Σταχυολογίας,  τ. Β΄, Πετρούπολις 1894, 99-105, 103.

[xxiii] Ό.π., 100.

[xxiv]Faure, P., Μύρα και αρώματα της αρχαιότητας,  114.

[xxv]Houtman, C., «Holy Incence, On the function of the Holy Incence (Exodus XXX 34-8) and the sacred anointing oil (Exodus XXX 22-33) », Vêtus Testamentum, XLII, 4 (1992) 458-465, 462.

[xxvi]Όπωςπαραπάνω, 465.

[xxvii]Parenti S. e Velkovska Elena, L’ Euchologio Barberini gr. 336, Edizioni Liturgiche – Roma, 20002, Barb. gr. 336, 140, σ. 143.

[xxviii]Jacob, A.,«Cinq Feuillets du Codex Rossanensis (VAT. GR. 1970), Retrouvés à Grottaferrata», Museon, 87, 1974, 45-57.

[xxix]Εὐχολόγιον τὸ Μέγα τῆς κατὰ ἀνατολᾶς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, σπουδῇ καὶἐπιστασίᾳ Σπυρίδωνος Ζερβοῦ ἱερομονάχου ἀρχιμανδρίτου τοῦ Οἱκουμενικοῦ Θρόνου, ἐπανεκδιδόμενον εἱς δ΄ έκδοσιν ὑπό τοῦ ἐκδοτικού οικου «Ἀστήρ» του Ευχολογίου της Βενετίας β΄ εκδόσεως 1862 ἐκ τῆς ἐλληνικής τυπογραφίας τοῦ Φοίνικος,  εκδ. «Αστήρ», Αλ. &Ε. Παπαδημητρίου, Αθήναι, 1992, 159.

[xxx]Οικουμενικόν Πατριαρχείον, Τὸ Ἁγιον Μύρον ἐν τῇ Ὁρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ,  Ἀποστολική Διακονία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἐλλάδος, Ἀθῆναι, 1992, 14.

[xxxi]Αγαθαγγέλου επισκόπου Φαναρίου (Χαραμαντίδη), Θεολογική και Κανονική Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος περί τοῦ καθαγιασμοῦ τῆς παραλαβῆς καὶ τῆς λατρευτικῆς χρήσεως τοῦ Ἁγίου Μύρου κατά τὸν ΙΘ΄και Κ΄αιώνα, Ἀθήνα, 2012,271-292, Μενεβίσογλου, Το Άγιον Μύρον, 204-211, 226.

[xxxii]Διονυσίου Αρεοπαγίτου, PGτ. 3, Μυστήριον φωτίσματος, παρ. 8, 404.

[xxxiii]Παντερή Βικτωρίας, Ο καθαγιασμός του Αγίου Μύρου στα πρεσβυγενή Πατριαρχεία της Ανατολής, Μύρον – Ευχελαιον -Καλλιέλαιον, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα, 2017 (όπου η έκδοση και η συγκριτική λειτουργική μελέτη του χφ. E55 του1156 μ.Χ.),173-177.

[xxxiv]Ό.π., 216-236.

[xxxv] Ό.π., Ε55Α: 33-42.

[xxxvi]Ό.π.,E55A: 128-129.

[xxxvii]Ό.π. Ε55Α: 219-228.

[xxxviii] Ό.π.,Ε55Α: 298-299.

[xxxix]Ό.π.,Ε55Α: 296-297.