Χριστιανοί αποστάτες στη Δύση. Το φαινόμενο του εξισλαμισμού στη Δυτική Ευρώπη  

4 Μαΐου 2022

Το φαινόμενο των Νεομαρτύρων αποτελεί αιτία, τόσο θρησκευτικής όσο και εθνικής υπερηφάνειας. Δεν είναι όμως σε θέση να αποκρύψει το γεγονός των μαζικών εξισλαμισμών, που πολλές φορές ήταν και οικειοθελείς.

Η πρόσφατη επέτειος των 200 χρόνων από την Εθνική Παλιγγενεσία υπήρξε η αιτία ώστε να έρθουν στην επιφάνεια τα επιστημονικά πορίσματα σχετικά με την τακτική του εξισλαμισμού στις ελληνικές περιοχές της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Σπάνια όμως στρέφουμε το βλέμμα προς τη Δύση για ανάλογα ιστορικά θέματα.

Ο 15ος αιώνας αποτελεί αναμφίβολα κορυφαία περίοδο εξάπλωσης του Μουσουλμανισμού στη Δυτική Ευρώπη. Κατά τα τέλη του αιώνα αυτού, η αντίθεση μεταξύ της πρακτικής την Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Ισπανίας που εμφανιζόταν τώρα σαν η μεγαλύτερη δύναμη της Καθολικής Εκκλησίας, ήταν εμφανής. Στην Ισπανία,  οι Χριστιανοί που προσηλυτίστηκαν από την Ιουδαϊκή και τη Μουσουλμανική θρησκεία, αντιμετωπίζονταν ως ύποπτοι Καθολικοί, στους οποίους είχε διαρκώς επάνω τους στραμμένο το μάτι της η Ιερά Εξέταση. Αντίθετα, η συμπεριφορά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, του πιο δυναμικού από το μουσουλμανικά κράτη, ήταν πολύ διαφορετική: Καλωσόριζε, όχι μόνο όλους ανεξαιρέτως τους Μουσουλμάνους αλλά και τους αποστάτες της Χριστιανοσύνης. Αρκεί να αναλογιστούμε ότι από τους 48 μεγάλους βεζίρηδες που κατείχαν την εξουσία στην Κωνσταντινούπολη μεταξύ 1453 και 1623, τουλάχιστον 33 ήταν χριστιανικής καταγωγής.

Η αποστασία δεν αφορούσε μόνον πρόσωπα τα οποία απέβλεπαν σε μία εξέλιξη προς τα ανώτερα στρώματα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αφορούσε και απλούς ανθρώπους -ψαράδες, χωρικούς, βιοτέχνες και τυχοδιώκτες κάθε λογής- οι οποίοι ασπάζονταν εθελοντικά τον Ισλαμισμό καθώς η προσέγγιση ήταν εύκολη και οι προοπτικές καλές. Ιδιαίτερα στα ευρωπαϊκά παράλια μέχρι και τις ακτές της Ισπανίας, εκεί δηλαδή που το μουσουλμανικό στοιχείο ήταν πιο έντονο, το φαινόμενο της αποστασίας πήρε μεγάλες διαστάσεις.

Πρέπει να λάβει κανείς υπόψη πως, άνθρωπος που αρνιόταν τη θρησκεία του γνώριζε καλά ότι, πιθανότατα, δεν θα ξανάβλεπε ποτέ την οικογένεια και την πατρίδα του. Η αποστασία αποτελούσε για πολλούς το σημαντικότερο γεγονός της ζωής τους και ένα κομβικό σημείο απόλυτης αλλαγής στην καθημερινότητά του. Όταν ο πρώην χριστιανός θα έφτανε στον ξένο κόσμο του Ισλάμ, ανάμεσα στους πατροπαράδοτους εχθρούς της πίστεως και της πατρίδας του, θα έπαιρνε νέο όνομα, θα φορούσε διαφορετικά ρούχα, θα αποκτούσε νέα ταυτότητα και υπηκοότητα. Το ότι, παρόλα αυτά, τόσοι πολλοί προτιμούσα να αλλαξοπιστήσουν -και όχι πάντα κάτω από πίεση- αποδεικνύει την ετοιμότητα της οθωμανικής αυτοκρατορίας να υποδεχθεί τους αποστάτες αλλά και συγχρόνως τη μειωμένη επίδραση που είχε η Καθολική Εκκλησία στο πνεύμα των ανθρώπων, και στις πιο φανατικές καθολικές χώρες.

Δεν είναι λοιπόν αλήθεια ότι όλοι αυτοί οι αποστάτες αναγκάστηκαν να αλλαξοπιστήσουν παρά τη θέλησή τους, αν και η πράξη τους δεν τους έκανε αυτόματα από σκλάβους ελεύθερους. Άμεση ήταν μόνον μία καλύτερη μεταχείριση. Δεν θα ήταν βέβαια πλέον αλυσοδεμένοι για να τραβούν κουπί στις γαλέρες ούε εκτεθειμένοι στην αυθαίρετη αγριότητα.

Ενδιαφέρον είναι πως οι Μουσουλμάνοι πειρατές στη δυτική Μεσόγειο χρειάζονταν τους σκλάβους και επομένως δεν τους άρεσε καθόλου να γίνονται οι χριστιανοί αιχμάλωτοι τους, Μουσουλμάνοι. Υπήρξαν περιπτώσεις μάλιστα όπου υποψήφιοι αποστάτες δεν γίνονταν δεκτοί και πειθαναγκάζονταν να μην αλλαξοπιστήσουν, ιδιαίτερα αν δεν είχαν κάποια ιδιαίτερη δεξιότητα ώστε να γίνουν καλοί τεχνίτες ή στρατιώτες. Στην περίπτωση όμως που ένας Χριστιανός παρουσίαζε εξαιρετικά προσόντα ανδρείας ή γνώσης, τα ανταλλάγματα ήταν πλούσια. Ο καθολικός Καρμελίτης μοναχός Γρατιανός διηγείται πως, παρουσία του, προσφέρθηκαν σε καθολικό ιερέα 12.000 σκούδα, προκειμένου να αλλαξοπιστήσει και να παντρευτεί την κόρη ενός μαυριτανού άρχοντα. Τέτοια πρόσωπα, σε περίπτωση προσχώρησης τους στο Ισλάμ, απολάμβαναν μεγάλες τιμές. Τους περιέφεραν με ανοικτό αμάξι συνοδευόμενο από τιμητική φρουρά με γιαταγάνια και τους παρουσίαζαν συνήθως με ένα πολυτελές καφτάνι στο κέντρο της πόλης όπου οι πιστοί Μουσουλμάνοι έριχναν ελεημοσύνη. Κατόπιν, έπαιρνε μουσουλμανικό όνομα που γενικά συνοδευόταν από ένα επίθετο που έδειχνε την καταγωγή του, όπως ο γνωστός μουσουλμάνος καραβοκύρης Χασάν Βενετσιάνο.

Η ανάγκη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας για αναβάθμιση του ναυτικού της συνέτεινε ώστε η πιο περιζήτητοι εξωμότες να είναι ναυτικοί οι οποίοι διάλεγαν τη σταδιοδρομία του κουρσάρου, αν και κάποιοι προτιμούσαν να ενταχθούν στο σώμα των ενίτσαρων. Από τους 35 πιο γνωστούς αλγερινούς κουρσάρους καραβοκύρηδες, 25 φαίνεται πως ήταν χριστιανοί αποστάτες η γιοι αποστατών.

Μερικοί εξωμότες προτιμούσαν να κερδίζουν τα προς το ζην σαν τεχνίτες, ιδιαίτερα στη ναυπηγική και σε άλλους τομείς της πολεμικής βιομηχανίας. Το 1573, ο Γάλλος ευγενής Φιλίπ Ντειγύ περιέγραφε πως οι Τούρκοι είχαν αποκτήσει μέσω των αποστατών όλες τις ανώτερες επιδεξιότητες των Χριστιανών, ακριβώς την εποχή που η Ευρώπη  ξεπερνούσε γοργά τον άλλοτε ανώτερο σε παιδεία, γνώση και τεχνικές ικανότητες αραβικό κόσμο.

Εξωμότες ήσαν εκείνοι που οδηγούσαν τα κουρσάρικα πλοία στα ακρογιάλια της Ευρώπης και αποκαλύπταν τα δυνατά σημεία των χριστιανικών οχυρώσεων. Ένας Ισπανός κληρικός του δεκάτου έκτου αιώνα αναφέρει με οργή πως οι εξωμότες είναι εκείνοι «που σφυρηλατούν τα κανόνια, φτιάχνουν τα τουφέκια και κρατούν τη λειτουργία της πολεμικής βιομηχανίας των Οθωμανών. Αυτοί είναι που στήνουν τις ενέδρες και εφευρίσκουν τα διάφορα στρατηγικά τεχνάσματα για να προξενήσουν κακό στη χριστιανοσύνη». Μία αγγλική αποστολή στο Μαρόκο το 1727 βρήκε κάποιον ιρλανδό εξωμότη υπεύθυνο του μοναδικού χυτηρίου κανονιών των Οθωμανών. Στις αρχές του επόμενου αιώνα, η κόρη του Άγγλου προξένου στο Αλγέρι παρατηρούσε ότι η μόνη σημαντική βιομηχανία ήταν ένα εργοστάσιο μπαρούτης που είχε κάποιος Σουηδός.

Η στάση απέναντι στους μετανοούντες εξωμότες είχε προκαλέσει πολλές διχογνωμίες. Ανάμεσα σε αυτούς που πίεζαν τον Πάπα να κρατήσει σκληρή γραμμή και υπογράμμιζαν τη ζημιά που μπορούσε να προκαλέσει ηεπιείκεια, ήταν οι άσπονδοι εχθροί των πειρατών, οι ιππότες της Μάλτας. Θα του ανάφεραν ίσως την περίπτωση του Νικολό Ροντιόττο που επέστρεψε στη Μάλτα προφασιζόμενος μετάνοια, αλλά το μόνο που έκανε ήταν να μάθει καλά την οχύρωση του νησιού και να ξαναφύγει για τη Βερβερία όπου διακρίθηκε, οργανώνοντας επιδρομές και αιχμαλωτίζοντας μαλτέζικα φορτηγά.

Τους εξωμότες που συλλαμβάνονταν, τους έκαιγε κατά κανόνα η Ιερά Εξέταση, ενώ αυτούς που προσπάθησαν αλλά δεν κατόρθωσαν να επιστρέψουν στον Χριστιανισμό, τους έκαιγαν συνήθως οι Μουσουλμάνοι. Καθολικοί ιστορικοί που περιγράφουν την τύχη τους, εγγραφούν τα ονόματα αυτών των θυμάτων στον κατάλογο των Χριστιανών μαρτύρων.

Μερικοί αποστάτες, γνωρίζοντας ποια τύχη τους περίμενε αν θα τους έπιαναν σε καμιά επιδρομή, φρόντιζαν να εξασφαλιστούν παίρνοντας μυστικά μαζί τους χαρτιά που επιβεβαίωναν τη χριστιανική πίστη τους. Ο Θερβάντες, που είχε περάσει πολλά χρόνια σκλάβος στο Αλγέρι, είχε τις αμφιβολίες του για την εντιμότητα αυτής της τακτικής και βάζει έναν τέτοιον να λέει στο Δον Κιχώτη:

«Μερικοί παίρνουν αυτά τα πιστοποιητικά με τίμιους σκοπούς και όταν γυρίσουν παραμένουν με τους Χριστιανούς σε όλη τους τη ζωή. Άλλοι όμως τα παίρνουν με σκοπό να τα χρησιμοποιήσουν στις πειρατικές επιδρομές τους στις χριστιανικές ακτές. Αν ναυαγήσουν ή συλληφθούν, δείχνουν τα πιστοποιητικά αυτά και έτσι μπορούν να ξεκινήσουν μία καινούργια ζωή, πείθοντας τους άλλους για τους λόγους που τους ανάγκασαν να βγουν στην πειρατεία».

Γενικά, ο τυχοδιωκτισμός ήταν συχνός και είχε γίνει αντιληπτός, τόσο από τους Χριστιανούς, όσο και από τους Μουσουλμάνους. Σταδιακά, οι εξωμότες έχασαν την επιρροή που είχαν στον μουσουλμανικό κόσμο. Στην Τύνιδα, η φράση ενός Μπέη προς έναν υποψήφιο εξωμότη περιγράφει την υπόληψή που είχαν τελικά οι άνθρωποι αυτοί, είτε έμεναν είτε επέστρεφαν στην πατρώα θρησκεία:

«Για μένα, το γουρούνι μένει γουρούνι, έστω κι αν του κόψεις την ουρά».