Εργαζώμεθα και συνεργαζώμεθα

6 Μαΐου 2022

Η 1η Μαΐου δεν εορταζόταν πάντοτε ως εργατική Πρωτομαγιά αλλά ήταν μια γιορτή φυσιολατρική. Οι άνθρωποι, αντικρύζοντας τον καθαρό ουρανό, τον ολόλαμπρο ήλιο και την ολάνθιστη φύση, την πληθώρα των ρόδων και μάλιστα του ιδιαιτέρου «άνθους του Μαγιού», ξεχύνονταν με ζωντάνια και ενθουσιασμό στην ύπαιθρο, για να λατρεύσουν τις τότε θεότητες της φύσεως.

Αργότερα, βεβαίως, με την επικράτηση του Χριστιανισμού η εορτή αυτή παρέμεινε ως λαϊκή εκδήλωση, αν και τα παλαιά έθιμα δεν έπαψαν ποτέ να υπάρχουν, στις μέρες μας δε γίνονται προσπάθειες από τους γνωστούς παγανιστικούς κύκλους για αναβίωσή των.

Από πλευράς Χριστιανών προτάθηκε τα τελευταία χρόνια η καθιέρωση της 1ης Μαΐου ως εορτής του εργάτου Χριστού. Ορθότερο όμως θα ήταν να καθιερωνόταν η ημέρα αυτή προς τιμή του Δημιουργού Θεανθρώπου Χριστού, που όχι μόνον ενήργησε για την δημιουργία του κόσμου αλλά διαρκώς εργάζεται και προνοεί για την συντήρηση και την αναδημιουργία του. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η Πρωτομαγιά ως ημέρα η εορτή εργασίας δεν θα θύμιζε πλέον τα αιματηρά γεγονότα και τις συγκρούσεις των ανθρώπων, αλλά θα υπενθύμιζε σε όλους τους ανθρώπους την φύση και τον σκοπό της εργασίας, ώστε να αποφεύγωνται στο μέλλον ανάλογες οδυνηρές περιπέτειες για το ανθρώπινο γένος.

Ο σκοπός βεβαίως της ανανοηματοδοτήσεως της εορτής αυτής δεν θα είναι να λησμονηθούν οι αγώνες των εργατών για την διεκδίκηση των δικαίων κοινωνικών των αιτημάτων, αλλά να υπομνησθή σ’ αυτούς ότι παραλλήλως με τις διεκδικήσεις δικαιωμάτων χρειάζεται να επιδίδωνται και στην επιτέλεση των ηθικοκοινωνικών καθηκόντων, εξ αιτίας της παραλείψεως των οποίων αλλά και της αδικίας και της εκμεταλλεύσεως δημιουργούνται τα κοινωνικά προβλήματα.

Εξ άλλου πόσο όμορφο θα ήταν εάν, κατά τον εορτασμό της ημέρας αυτής, στον εσπερινό της εορτής ακουγόταν και ερμηνευόταν ο Προοιμιακός ψαλμός, που αποτελεί ύμνο στην δημιουργία, με την υπέροχη φράση «ως εμεγαλύνθη τα έργα σου, Κύριε. πάντα εν σοφία εποίησας», εάν, επίσης, ανήμερα της εορτής διαβαζόταν λ.χ. η περικοπή εκ του αποστόλου Παύλου «ει τις ου θέλει εργάζεσθαι μηδέ εσθιέτω» (Β’ Θεσσαλ., γ’ 10) και ακουγόταν η ευαγγελική περικοπή εκ του Ματθαίου «εμβλέψατε εις τα πετεινά του ουρανού, ότι ου σπείρουσινουδέ θερίζουσιν…και ο πατήρ υμών ο ουράνιος τρέφει αυτά· ουχ υμείς μάλλον διαφέρετε αυτών;» (Ματθ., στ’ 26-8), που υπογραμμίζει την πρόνοια του Θεού για όλη την φύση και μάλιστα για τον άνθρωπο!

Ως γνωστόν, η περιπέτεια του ανθρωπίνου γένους ξεκίνησε με την πτώση των πρωτοπλάστων. Έκτοτε οι άνθρωποι αντί να εργάζωνται και να συνεργάζωνται, για να προάγωνται ως ψυχοσωματικές οντότητες και να απολαμβάνουν τα αγαθά και τους καρπούς της εργασίας των, εκείνοι εξέκλιναν από την ορθή των πορεία, «αμάρτησαν», έπαψαννά σέβωνταιτόν Θεό και εκμεταλλεύονταν τον συνάνθρωπο, με τις γνωστές τραγικές συνέπειες.

Έτσι και η εργασία από μέσο προαγωγής του ανθρώπου και παραγωγής ευχαρίστησης έγινε μόχθος, δουλεία και μέσο αδικίας και αλληλοεκμεταλλεύσεως. Οι ισχυρότεροι και οι πλέον επιτήδειοι καταδυνάστευαν τους ασθενέστερους, με αποτέλεσμα την εξέγερση των τελευταίων και την δημιουργία οργανωμένων κινημάτων για την διεκδίκηση των δικαιωμάτων των. Άλλωστε και τα κοινωνικά συστήματα που δημιουργούνταν για την επίλυση των κοινωνικών προβλημάτων, επειδή δεν προσέφεραν συνολικές λύσεις και εξυπηρετούσαν ατομικές φιλοδοξίες η συμφέροντα, όχι μόνον δεν κατάφερναν να εξομαλύνουν τα προβλήματα αλλά τα όξυναν ακόμη περισσότερο.

Πως είναι δυνατόν να καθιερωθή και πάλι η εργασία ως δημιουργική ενέργεια του όλου ανθρώπου πρός το ζην, το ευ ζην και εν τέλει το αεί ζην, όπως την ώρισε ο Θεός; Πως μπορεί να κατορθωθή η συνεργασία αλληλοσυγκρουόμενων δυνάμεων και να σταματήση η αδικία και η εκμετάλλευση;

Όσο παραμένει το σύστημα εργοδότου και εργάτου, οι διαμάχες θα συνεχίζωνται. Είναι φανερό ότι κάποιο άλλο σύστημα χρειάζεται να βρεθή, ώστε ο δημιουργός εργάτης να απολαμβάνη τον καρπό των μόχθων του, χωρίς άλλος να του τον αφαιρή αλλά και χωρίς ο ίδιος να τον στερή από άλλον. Από την άλλη, εάν ο εργοδότης δεν είναι παράλληλα εργάτης, δεν μπορεί ποτέ να αντιληφθή τον μόχθο αλλά και να εκτιμήση την αξία της εργασίας.

Κι όμως ένα τέτοιο σύστημα συνεργασίας υπήρχε στην αρχαιότητα με τις πόλεις-κράτη και υιοθετήθηκε και από την Εκκλησία. Οι πρώην αλιείς μαθητές του Κυρίου εφήρμοζαν στην εργασία των το κοινοτικό σύστημα. Ο Πέτρος και οι υιοί του Ζεβεδαίου, Ιάκωβος και Ιωάννης, ήσαν συνέταιροι και συμμέτοχοι, κοινωνοί στην άγρα των ιχθύων. Όποιος έπιανε περισσότερα ψάρια, «κατένευε τοις μετόχοις τοις εν τω ετέρω πλοίω του ελθόντας συλλαβέσθαι αυτοίς» (Λουκ. ε’ 7, 10). Επομένως οι αλιείς δεν απολάμβαναν τα αγαθά των κατά μόνας· είχαν συνεταιρισμό και συνεργασία. Δεν ήταν εργοδότες, ώστε να εκμεταλλεύωνται τους εργάτες, ούτε εργάτες, ώστε να τους εκμεταλλεύωνται. Ήταν δημιουργοί-συνδημιουργοί, συμμέτοχοι στα κέρδη και στις ζημίες, ώστε και τα προβλήματά των να επιλύωνται ευκολώτερα και να εκλείπουν οι αιτίες για διαμάχες και συγκρούσεις.

Χρειάζεται ασφαλώς να μελετηθή περαιτέρω και να ερευνηθή σε βάθος κατά πόσο το σύστημα αυτοκοινωνικής συνεργασίας και αλληλεγγύης, που εφαρμόστηκε και σε άλλες ιστορικές περιόδους με επιτυχία, μπορεί να έχη εφαρμογή και αποτέλεσμα και στις δύσκολες σημερινές συγκυρίες. Ένα είναι βέβαιο, ότι μόνον διά του σεβασμού προς τον δημιουργό Θεό και της αγάπης προς τον πλησίον μπορεί να επέλθη και πάλι η δικαιοσύνη, η αλληλεγγύη, η συνεργασία.

Εργαζώμεθα λοιπόν και συνεργαζώμεθα, ώστε να ομοιάζωμε στο πρότυπό μας, στον Τριαδικό Θεό της αγάπης και της συνεργασίας, και Εκείνος γνωρίζει πότε και πως θα αξιοποιήση τα αποτελέσματα των καλών μας έργων προς όφελος πάντων των ανθρώπων. Ας τον εμπιστευώμαστε!