Η γνώση του Θεού και η υπέρβαση του θανάτου
13 Μαΐου 2022Η πιο συγκλονιστική στιγμή στη ζωή ενός ανθρώπου είναι η στιγμή που έρχεται αντιμέτωπος με το γεγονός του θανάτου. Η πατερική σκέψη, είδε τον θάνατο ως μία πραγματικότητα άμεσα συσχετιζόμενη με την αμαρτία. Χαρακτηριστική είναι εν προκειμένω η περιγραφή του Κύριλλου Αλεξανδρείας για τη σχέση της αμαρτίας και του θανάτου. «Ἐπειδή γάρ πεφενάκικε τόν Ἀδάμ, καί τοῖς τῆς ραστώνης ἐγκλήμασιν ἔνοχον ἀπέφηνεν ἐν ἀρχαῖς ὁτῆς ἀμαρτίας εὐρετής κατακομισθῆναι τέ οὔτω συνέβει πρός θάνατον, διαβέβηκε δέ εἴς πάντας ἀνθρώπους ἡ δίκη, καθάπερ ἐκ ρίζης περί τάἐξ αὐτῆς ἰόντος τοῦ πάθους»[1]. Με πολύ γλαφυρό τρόπο η αμαρτία περιγράφεται ως ρίζα ενώ ο θάνατος είναι ο βλαστός της,ο οποίος απλώθηκε σε όλους τους ανθρώπους.
Τι είναι όμως ο θάνατος για τους Πατέρες της Εκκλησίας; Όσον αφορά στον βιολογικό θάνατο, πρόκειται για τον χωρισμό της ψυχής από το σώμα[2]. Ο άνθρωπος είναι μια ψυχοσωματική ολότητα, με κύριο χαρακτηριστικό την ενότητα ψυχής και σώματος και την αλληλοπεριχώρηση των δύο αυτών πραγματικοτήτων. Ο θάνατος, ο οποίος εισήλθε στην ανθρωπότητα μετά την πτώση ως αποτέλεσμα της αμαρτίας, είναι ο διαχωρισμός της ανθρώπινης φύσης, αφού το σώμα αποσυντίθεται και η ψυχή αναχωρεί[3]. Αλλά ακριβώς λόγω αυτής της ενότητας,κάποιοι Πατέρες εξέφρασαν την άποψη ότι το σώμα αφήνει τη σφραγίδα του στην ψυχή, ακόμα και μετά τον χωρισμό τους από τον θάνατο[4].Ο Γρηγόριος Νύσσης θεωρεί ότι τελικά τίποτε δεν επιστρέφει στην απόλυτη ανυπαρξία, αφού το σώμα αποσυντίθεται στα φυσικά του στοιχεία, τα οποία εξακολουθούν να υφίστανται, αν και διασπασμένα, χωρίς να εξαφανίζονται[5]. Ακόμα και μετά τον θάνατο, μία ιδιότυπη σχέση της ψυχής με το σώμα παραμένει. Αυτό που αλλάζει είναι ο τρόπος ύπαρξης της ψυχής[6].
Γιατί όμως να υπάρχει ο θάνατος; Γιατί το αποτέλεσμα της αμαρτίας να είναι ο θάνατος; Ένα από τα βασικά στοιχεία της χριστιανικής ανθρωπολογίας είναι η κληρονομική μετάδοση του προπατορικού αμαρτήματος. Η κληρονομικότητα της αμαρτίας δεν αφορά τις προσωπικές μας επιλογές[7], αλλά την ροπή μας προς το κακό, προς την ανυπαρξία. Ο άνθρωπος μετά την πτώση, ρέπει προς την αμαρτία. Πρόκειται για μια ύπουλη, χρόνια και κληρονομική ασθένεια. Την περιγραφή της αμαρτίας με ιατρικούς όρους προτίμησαν αρκετοί Πατέρες, ιδιαίτερα ο Κύριλλος[8]. Το γεγονός όμως ότι αυτό που μεταδίδεται κληρονομικά δεν είναι η αμαρτία ως προσωπική επιλογή,αλλά ως μία ροπή προς αυτήν, σύμφωνα με τους Πατέρες, οφείλεται στην ύπαρξη του θανάτου. Στην περίπτωση της πρώτης αμαρτίας του Αδάμ και της Εύας,για τους οποίους το κακό υπήρξε προσωπική επιλογή,ο θάνατος ήταν το ανάχωμα εκείνο που σταμάτησε τη διασπορά της προσωπικής αμαρτίας[9].Αυτό που απέμεινε και μεταδίδεται κληρονομικά από γενιά σε γενιά, είναι η τάση του ανθρώπου προς τον εγωισμό,ο οποίος είναι ο πυρήνας και η πηγή κάθε κακού. Με αυτήν την έννοια ο Ειρηναίος, όπως και όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας, θεώρησαν τον θάνατο ως αποτέλεσμα της ευσπλαχνίας του Θεού και σε καμία περίπτωση μία εκδικητική τιμωρία εξαιτίας της ανθρώπινης παρακοής[10].
Μπορεί όμως ο θάνατος να νικηθεί; Μπορεί ο άνθρωπος να αποκτήσει και πάλι τα δώρα της αφθαρσίας και της αθανασίας; Η χριστιανική ανθρωπολογία απαντά καταφατικά. Το αποφασιστικό γεγονός της γεφύρωσης του χάσματος ανάμεσα στον προπτωτικό άνθρωπο και στον άνθρωπο μετά την πτώση, είναι το γεγονός της Ενσάρκωσης του Χριστού. Η χριστολογική θεμελίωση της σωτηρίας, την οποία διδάσκουν οι συγγραφείς της Καινής Διαθήκης και ανέπτυξε ιδιαίτερα ο Απόστολος Παύλος, συνεχίστηκε και στην πατερική θεολογία. Το γεγονός της Ενανθρώπισης του Χριστού και της πρόσληψης από Αυτόν της ανθρώπινης φύσης στην ολότητά της,είναι ο πυρήνας της σωτηριολογίας. Ο Μ. Αθανάσιος ασχολήθηκε ιδιαίτερα με το όλο ζήτημα, προκειμένου να αντιμετωπίσει την αίρεση του Αρείου. Εφόσον ο άνθρωπος οφείλει την προσωπική του ύπαρξη στον Υιό και Λόγο του Θεού, ακόμα και μετά τον θάνατο και την αποσύνθεση του σώματος, η υπόσταση του ανθρώπου δεν εξαφανίζεται[11]. Η πρόσληψη της ανθρώπινης φύσης από τον Χριστό και η υποστατική ένωση θεότητας και ανθρωπότητας στο πρόσωπό Του, καθώς και η νίκη του θανάτου με την ανάσταση του Χριστού, δίνουν στον άνθρωπο τη δυνατότητα της σωτηρίας[12]. Παράλληλα, η ενότητα της ανθρώπινης φύσης είναι αυτή που εξασφαλίζει τη σωτηρία του όλου ανθρώπου, ως ψυχοσωματική ύπαρξη[13].Το σημείο αυτό της χριστιανικής ανθρωπολογίας είναι ίσως το πιο ιδιαίτερο. Είναι γνωστό ότι όλες οι θρησκείες διδάσκουν την, με κάποιο τρόπο, διαιώνιση της ανθρώπινης ύπαρξης. Από την αρχαία Ελλάδα, τις μεγάλες μονοθεϊστικές θρησκείες, τα ανατολικά θρησκεύματα, τον πρωτόγονο ανιμισμό μέχρι και τον σύγχρονο τεχνοανιμισμό. Η ιδιαιτερότητα της χριστιανικής ανθρωπολογίας βρίσκεται στην διάσωση του σώματος και όχι μόνο της ψυχής[14].Η σωτηρίατου ανθρώπουείναι η πραγμάτωση του καθ΄ομοίωσιν. Το αυτεξούσιο είναι η βάση για την ολοκλήρωση του ανθρώπου και την επάνοδο στο αρχέγονο κάλλος[15]. Την επάνοδο αυτή ο Μάξιμος την εννοούσε ως υπέρβαση της φύσης, της οποίας θα πρέπει να έχει προηγηθεί η αποκατάστασή της, από τη φθορά της πτώσης[16].
Η επανένωση του ανθρώπου με τον Θεό, θεωρήθηκε από τους Πατέρες και ως γνώση. Η γνώση των ενεργειών του Θεού, μας οδηγεί στην ένωση μαζί Του. Για τον Κύριλλο Αλεξανδρείας η γνώση, η οποία συνδέεται άρρηκτα με την ηθική τελειοποίηση, οδηγεί στη συμμετοχή στη θεότητα[17].Η γνώση του Θεού προϋποθέτει τη γνώση του ανθρώπου και πολύ περισσότερο την αυτογνωσία, η οποία όμως είναι πολύ δύσκολη εξαιτίας της μεταπτωτικής αλλοτρίωσης της ανθρώπινης φύσης, αλλά και των κοινωνικών συνθηκών που απαιτούν τον συμβιβασμό του ανθρώπου σε καταστάσεις ξένες προς την αυθεντικότητά του[18].
Η αφθαρτοποίηση του σώματος και η κατάκτηση της αθανασίας, σύμφωνα με τη χριστιανική εσχατολογία, θα συντελεσθούν κατά τους έσχατους χρόνους και την είσοδό στη βασιλεία του Θεού. Η εσχατολογία είναι ο λόγος περί ενός ιστορικού εν χρόνω κόσμου. Ο Ειρηναίος αναφέρει ότι η σωτηρία θα πραγματοποιηθεί εντός αυτού του υλικού κόσμου[19]. Ο υλικός κόσμοςθα εξακολουθήσει να υπάρχει μεταμορφωμένος. Η κτίση, χωρίς να ειδωλοποιείται, πρέπει να γίνεται σεβαστή αφού είναι το αποτέλεσμα των θείων ενεργειών, ενώ η τελείωση δεν αφορά μόνο στον άνθρωπο, αλλά σε ολόκληρη την πλάση[20]. Η ευθύνη της τελείωσης, τόσο του ίδιου του ανθρώπου, όσο και της φύσης, είναι αυτή που ανήκει εξ ολοκλήρου στον άνθρωπο.Η εσχατολογική πραγματικότητα θα είναι μία άλλη κατάσταση ύπαρξης διαφορετικής, απαλλαγμένης από τη φθορά, χωρίς να εξαφανιστεί όμως η ύλη[21].Θα βρίσκεται μέσα και εντός της ιστορίας αλλά στο τέλος της[22]. Αποτελεί βασική πατερική διδασκαλία η πεποίθηση, ότι η εποχή των έσχατων χρόνων έχει ήδη ξεκινήσει με το σωτηριολογικό γεγονός της έλευσης του Χριστού[23].Για πολλούς Πατέρες,η νέα αυτή κατάσταση δεν θα είναι η επιστροφή στο αρχαίο κάλλος, αλλά μια νέα δημιουργία[24] με την ύψωση του σώματος σε ανώτερο επίπεδο[25]. Θα είναι ένα είδος πνευματοποίησηςτου σώματος αλλά και ολόκληρης της υλικής δημιουργίας. Θα είναι η νίκη του λόγου πάνω στην ύλη, η νίκη της ζωής πάνω στον θάνατο.
Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ