Και η υποκρισία είναι καρπός του φθόνου!

11 Μαΐου 2022

Μέγας Βασίλειος.

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Μεγάλου Βασιλείου
Ομιλία 5
Περί φθόνου

Συνέχεια από εδώ: http://www.pemptousia.gr/?p=340692

 

5. Ας φύγωμεν μακρυά από ένα τέτοιο αφόρητον κακόν [το φθόνο]. Είναι δίδαγμα φιδιού, διαβολική εφεύρεσις πρόσθετος σπορά εχθρού, αρραβών κολάσεως, εμπόδιον εις την ευσέβειαν, δρόμος διά την κόλασιν, στέρησις της βασιλείας.

Οι φθονεροί δε γίνονται κάπως φανεροί και από την ιδίαν την εμφάνισίν των. Το βλέμμα των είναι σκληρόν και σκοτεινόν, το πρόσωπον σκυθρωπόν, η ψυχή διάχυτος από το πάθος, δεν διαθέτει το κριτήριον της αληθείας δια τα πράγματα.

Δι’ αυτούς δεν υπάρχει πράξις αρετής αξία να επαινεθή· δεν υπάρχει ικανότης λόγου, στολισμένη με την σεμνότητα και την χάριν, ούτε τίποτε άλλο από τα αξιοζήλευτα και αξιοπρόσεκτα.

Όπως δε τα αρπακτικά όρνεα ορμούν προς τα δύσοσμα, ενώ πετούν επάνω από πολλά λιβάδια και από πολλά ευχάριστα και ευωδιαστά τοπία, και όπως οι μύγες αδιαφορούν διά το καθαρόν και σπεύδουν προς τα έλκη [τις πληγές], έτσι και οι φθονεροί, ενώ επιτίθενται εναντίον των κακών, ούτε καν παρατηρούν τα λαμπρά και μεγάλα επιτεύγματα του βίου.

Και αν συμβή να σφάλη κάποιος εις κάτι, πράγμα πολύ ανθρώπινον, το γνωστοποιούν και από αυτά θέλουν να διαμορφώνουν γνώμην διά τους ανθρώπους. Όπως οι πονηροί από τους ζωγράφους που από την στραβήν μύτην ή από κάποιαν ουλήν ή αναπηρίαν που εκ φύσεως ή από ατύχημα επισυνέβη, απεικονίζουν τας μορφάς των ζωγραφιών των.

Είναι δε ικανοί να διαστρέψουν το αξιέπαινον προς το κακόν και να συκοφαντήσουν την αρετήν με την γειτονικήν κακίαν.

Διότι ονομάζουν τον μεν γενναίον θρασύν, τον δε σώφρονα αναίσθητον, σκληρόν τον δίκαιον και κακούργον τον φρόνιμον.

Και αυτόν που έχει λαμπρόν παρουσιαστικόν τον συκοφαντούν ως βάναυσον και τον ελεύθερον ως άσωτον. Επίσης τον οικονόμον ως τσιγκούνην. Και γενικά δεν υπάρχει δυσκολία εις αυτούς να ονομάζουν όλα τα είδη της αρετής με τα αντίθετά των της κακίας.

Τι λοιπόν; Θα περιορίσωμεν τον λόγον εις το να κατηγορούμεν το κακόν;

Αλλ’ αυτό είναι σαν να είναι μισή θεραπεία. Διότι το να δείξη κανείς εις τον άρρωστον το μέγεθος της αρρώστιας του, ώστε να του εμβάλλη αξίαν προς το κακόν φροντίδα, δεν είναι άχρηστον; το να τον εγκαταλείψη όμως εις το σημείον τούτο, χωρίς να τον χειραγωγήση προς την υγείαν, δεν είναι τίποτε άλλο παρά εγκατάλειψις του ασθενούς εις την αρρώστιάν του.

Τι λοιπόν; Πώς θα ημπορούσαμεν εξ αρχής να μη ασθενήσωμεν, ή αφού ασθενήσαμεν να απαλλαγούμεν;

Εάν κατ’ αρχήν θεωρήσωμεν ότι τίποτε από τα ανθρώπινα πράγματα δεν είναι μέγα ούτε εξαίσιον· ούτε η ευπορία εις τους ανθρώπους, ούτε η δόξα που ακμάζει, ούτε η υγεία του σώματος.

Διότι δεν ορίζομεν ότι το αγαθόν υπάρχει εις αυτά που παρέρχονται, αλλ᾽ έχομεν κληθή να γίνωμεν μέτοχοι των αιωνίων και αληθινών αγαθών.

Ώστε αυτός που είναι πλούσιος δεν είναι καθόλου αξιοζήλευτος διά τον πλούτον του· ούτε ο απόλυτος άρχων διά το μέγεθος του αξιώματός του, ούτε ο ισχυρός διά την δύναμιν του σώματος, ούτε ο σοφός διά την υπεροχήν του λόγου.

Διότι αυτά είναι όργανα της αρετής δι᾽ αυτούς που τα χρησιμοποιούν καλώς. Αυτά δεν έχουν εντός των την μακαριότητα. Αυτός που κάμνει κακήν χρήσιν αυτών είναι ελεεινός, όπως αυτός που με το ξίφος, που έλαβε διά να αμυνθή εις τον πόλεμον, μ’ αυτό εκουσίως αυτοτραυματίζεται.

Εάν δε καλώς και σύμφωνα με την ορθήν λογικήν μεταχειρίζεται τα παρόντα και είναι οικονόμος αυτών που ο Θεός δωρίζει και δεν θησαυρίζει δι᾽ ατομικήν απόλαυσιν, δικαιούται να επαινήται και να αγαπάται διά την φιλάδελφον και κοινωνικην συμπεριφοράν του.

Επίσης διαφέρει κάποιος εις φρόνησιν και έχει τιμηθή με το χάρισμα του λόγου από τον Θεόν και είναι εξηγητής των ιερών γραφών; μη τον φθονήσης και μη θελήσης ποτέ να σιωπήση ο ερμηνευτής των ιερών λόγων, εάν με την χάριν του αγίου Πνεύματος ακολουθεί εκ μέρους των ακροατών κάποια εκτίμησις και έπαινος. Διότι ιδικόν σου είναι το αγαθόν και σου εστάλη το δώρον με την διδασκαλίαν του αδελφού, εάν θελήσης να το δεχθής.

Έπειτα, κανείς δεν βουλώνει την πηγήν που αναβρύζει, Και όταν ο ήλιος λάμπη κανείς δεν σκεπάζει τα μάτια του, ούτε φθονεί δι᾽ αυτά, αλλ’ εύχεται εις τον εαυτόν του συγχρόνως την απόλαυσιν.

Όταν δε εις την Εκκλησίαν αναβλύζη ο πνευματικός λόγος και ευσεβής καρδία εκπηγάζη από τα χαρίσματα του αγίου Πνεύματος, δεν τείνεις τας ακοάς σου με ευφροσύνην; Δεν δέχεσαι με ευχαρίστησιν την ωφέλειαν; Αλλά σε ενοχλούν τα χειροκροτήματα των ακροατών* και θα ήθελες να μη υπάρχη ούτε αυτός που ωφελείται ούτε αυτός που χειροκροτεί.

Ποίαν δικαιολογίαν θα εύρουν αυτά ενώπιον του κριτού των καρδιών μας;

Πρέπει λοιπόν να θεωρούμεν ότι το αγαθόν της ψυχής είναι καλόν από την φύσιν του.

Αυτόν δε που είναι πλούσιος και καυχάται διά την εξουσίαν και διά την σωματικήν ρωμαλεότητα και που χρησιμοποιεί καλώς αυτά που έχει, να τον αγαπάς και να τον τιμάς, διότι κατέχει αγαθά κοινά εις την ζωήν, εάν βέβαια τα διαχειρίζεται σύμφωνα με τον ορθόν λόγον. Διότι με την χορηγίαν των χρημάτων παρέχει άφθονα εις τους πτωχούς, και με το σώμα του προσφέρει υπηρεσίαν εις τους αρρώστους. Ολόκληρος δε η υπόλοιπος περιουσία δεν νομίζει ότι είναι περισσότερον δική του από όσον και του οποιουδήποτε από αυτούς που την έχουν ανάγκην.

Αυτόν δε που δεν συμπεριφέρεται έτσι προς αυτά πρέπει να τον θεωρής καλύτερα άθλιον παρά φθονερόν, διότι έχει μεγαλυτέρας αφορμάς διά να είναι κακός. Αυτό σημαίνει να καταστρέφεται κανείς ύστερα από πολλήν προπαρασκευήν και επίπονον φροντίδα.

Διότι εάν ο πλούτος γίνεται εφόδιον της αδικίας, τότε ο πλούσιος είναι αξιολύπητος.

Εάν δε υπηρετή την αρετήν, ο φθόνος δεν έχει χώρον, διότι δι’ όλους προκύπτει κοινή ωφέλεια απ’ αυτά. Εκτός εάν κάποιας με την υπεροχήν της κακίας φθονή και τον εαυτόν του διά τα αγαθά. Γενικά δε, αφού θέσης κάτω από την λογικήν τα ανθρώπινα πράγματα και αποβλέψης προς το πράγματι καλόν και επαινετόν, θα εχρειάζεσο πολύ ακόμη να θεωρήσης κάτι αξιομακάριστον και αξιοζήλευτον από τα φθαρτά και τα γήινα αγαθά.

Όταν δε έτσι διάκησαι και δεν έχης ξιπασθή με τα μεγάλα κοσμικά πράγματα, είναι αδύνατον να εμφανισθή ο φθόνος. Εάν δε επιθυμής εξάπαντος την δόξαν και επιθυμής να υπερτερής από πολλούς και διά τούτο δεν ανέχεσαι να είσαι δεύτερος (διότι και αυτό είναι αφορμή φθόνου), εσύ να τρέψης, ωσάν κάποιο ρεύμα, την φιλοδοξίαν σου προς την απόκτησιν της αρετής.

Αλλά εξάπαντος να μη επιθυμής να πλουτής [να πλουτήσεις] καθ’ οιονδήποτε τρόπον, μήτε να ευδοκιμής από τα πράγματα του κόσμου. Διότι αυτά δεν έχουν εις σε θέσιν· να είσαι δίκαιος, σώφρων, φρόνιμος, ανδρείος και υπομονητικός εις τα παθήματα της ευσεβείας. Διότι έτσι και τον εαυτόν σου θα σώσης και θα έχης πολύ μεγάλην καύχησιν διά μεγάλα αγαθά.

Διότι η αρετή εξαρτάται από ημάς και ο φιλόπονος ημπορεί να την κάμη κτήμα του.

Η επιδίωξις όμως των χρημάτων, η ομορφιά του σώματος και το μέγεθος των αξιωμάτων δεν εξαρτώνται από ημάς. Εάν λοιπόν η αρετή είναι και αγαθόν μεγαλύτερον και διαρκέστερον και από όλους ομολογουμένως προτιμάται, αυτήν εμείς πρέπει να επιδιώκωμεν. Αυτή δεν ημπορεί να εμφυτευθή εις ψυχήν που δεν είναι καθαρά και από τα άλλα πάθη, αλλά προ πάντων από τον φθόνον.

 

6. Δεν βλέπεις πόσον μεγάλον κακόν είναι η υποκρισία; Και αυτή είναι καρπός του φθόνου. Διότι η διπλή συμπεριφορά γεννάται εις τους ανθρώπους, όταν, ενώ κρατούν εις τα κατάβαθα το μίσος, δεικνύουν το πρόσωπον χρωματισμένον με αγάπην, κατ ̓ αναλογίαν προς τας υφάλους πέτρας, αι οποίαι καλυπτόμεναι με ολίγον νερόν, αποβαίνουν

απρόβλεπτον κακόν εις αυτούς που δεν προσέχουν.

Εάν λοιπόν και ο θάνατος δι’ ημάς απ’ εκεί, ωσάν από πηγήν, απέρρευσεν, και η έκπτωσις από τα αγαθά, και η αποξένωσις από τον Θεόν, και το ανακάτωμα των θεσμών, και η ανατροπή όλων μαζί των καλών της ζωής, ας δώσωμεν εμπιστοσύνην εις τον απόστολον, και «ας μη γινώμεθα κενόδοξοι ττροκαλούντες ο ένας τον άλλον και φθονούντες ο ένας τον άλλον».

Αλλά καλύτερα να είμεθα «καλοί, ευσπλαγχνικοί, να συγχωρούμεν ο ένας τον άλλον, όπως και ο Θεός μας εσυγχώρησεν» εν Χριστώ Ιησού, που είναι ο Κύριός μας.

Μετ’ αυτού η δόξα εις τον Πατέρα μαζί με το άγιον Πνεύμα, εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

 

Από τον τόμο «Βασιλείου Καισαρείας του Μεγάλου, Άπαντα τα έργα, τόμος 6, Ομιλίαι και λόγοι», της σειράς Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, των Πατερικών Εκδόσεων «Γρηγόριος ο Παλαμάς», σε εισαγωγή, κείμενο, μετάφραση, σχόλια του δρ. Θεολογίας, και νυν ομότιμου καθηγητή Βασιλείου Ψευτογκά.