Πρόσωπο: ο πυρήνας της χριστιανικής ανθρωπολογίας

26 Μαΐου 2022

Στον πυρήνα της χριστιανικής ανθρωπολογίας βρίσκεται η κατ΄εικόνα και καθ΄ομοίωσιν ύπαρξη του ανθρώπου. Με οντολογικό δεδομένο  το κατ΄εικόνα και τη σωτηριολογική αναφορά του ανθρώπου στον Χριστό, ο άνθρωπος μπορεί να ενωθεί με τον Θεό και να φθάσει στην ομοίωση. Ο θεωμένος άνθρωπος πολλές φορές χαρακτηρίστηκε από τους Πατέρες ως πρόσωπο[1]. Τι σημαίνει όμως η έννοια πρόσωπο και ποια είναι η διαφορά της από την έννοια του ατόμου;

Καταρχήν θα πρέπει να αναζητηθεί η  ετυμολογία των δύο αυτών λέξεων. Η λέξη πρόσωπο αποτελείται από τα δύο συνθετικά,προς και ωψ που σημαίνει όψη[2], ενώ η λέξη άτομο αποτελείται από το στερητικό α και το ρήμα τέμνω[3]. Από την παραπάνω ετυμολογία γίνεται αντιληπτό ότι η έννοια του προσώπου έχει ποιοτικά χαρακτηριστικά, αφού σχετίζεται με τον τρόπο ύπαρξης του,ενώ η έννοια του ατόμου καθαρά ποσοτικά-αριθμητικά, αφού σημαίνει τη μικρότερη μονάδα, αυτή που δεν μπορεί να διαχωριστεί περισσότερο χωρίς να χάσει την ακεραιότητά της, για αυτό άλλωστε και ο συγκεκριμένος όρος αξιοποιήθηκε και στον χώρο των φυσικών επιστημών.

Παιδί με το γρατζουνισμένο γόνατο. Ψηφιακή ζωγραφική. 2016. Γιώργος Κόρδης

Πέρα όμως από τις επιστήμες, η έννοια του ατόμου χαρακτηρίζει όχι μόνο φιλοσοφικά ρεύματα και συστήματα, αλλά και την ουσία ενός ολόκληρου πολιτιστικού κόσμου. Ο ατομικισμός ως φιλοσοφία και ως τρόπος ύπαρξης, άρχισε να αναπτύσσεται στη Δύση από το τέλος περίπου της αρχαιότητας και τις αρχές του Μεσαίωνα, με τη φιλοσοφία του Βοήθιου και την ταύτιση των όρων άτομο και πρόσωπο, σε συνδυασμό με την αντίληψη του Αυγουστίνου για την αυτοσυνειδησία, ως το κύριο χαρακτηριστικό της προσωπικότητας[4]. Έτσι η έννοια του ατόμου απέκτησε κυρίως αριθμητική  σημασία, δίνοντας με τον τρόπο αυτόν έμφαση στην εγωκεντρικότητα του ανθρώπου και όχι στην κοινωνική του διάσταση. Το άτομο θεμελιώθηκε στην έννοια της ουσίας, ενώ το πρόσωπο στον τρόπο ύπαρξης αυτής της ουσίας. Το άτομο με άλλα λόγια σημαίνει τη βιολογική ύπαρξη[5]. Πάνω σε αυτήν τη βάση διαμορφώθηκε ένας πολιτισμός που οδήγησε τον άνθρωπο στην αυτοαπομόνωσή του, στην αποξένωσή  του από τους άλλους, αφού οι άλλοι είναι η κόλαση του και σε έναν ανελέητο  ατομικό ανταγωνισμό, στην οικονομική έκφανση του οποίου θεμελιώθηκε και εκφράστηκε ο σύγχρονος καπιταλισμός, ως το κυρίαρχο οικονομικοπολιτικό σύστημα.

Σε θεολογικό επίπεδο, ήταν οι Καππαδόκες Πατέρες εκείνοι οι οποίοι έδωσαν για πρώτη φορά στο όρο το θεολογικό του υπόβαθρο, όταν ταύτισαν την  έννοια της υπόστασης με την έννοια του προσώπου[6]. Με αυτόν τον τρόπο, δίνοντας προτεραιότητα στο πρόσωπο και όχι στην ουσία, έδωσαν την αφορμή σε μεταγενέστερους θεολόγους να αναπτύξουν μία ανθρωπολογία, η οποία αναβάθμιζε τον άνθρωπο και έδινε ιδιαίτερη σημασία στις σχέσεις του με τα άλλα πρόσωπα.

Στη σύγχρονη ελληνική ορθόδοξη θεολογική σκέψη, οι Νικόλαος Νησιώτης, Χρήστος Γιανναράς και Ιωάννης Ζηζιούλας, αναζήτησαν μία σύγχρονη ερμηνευτική προσέγγιση της πατερικής θεολογίας και μάλιστα στα πλαίσια της ανθρωπολογίας.Οι περισσότεροι από τους διαπρεπείς αυτούς θεολόγους, ασχολήθηκαν με τη θεολογία του προσώπου, αποδίδοντας του ένα οντολογικό υπόβαθρο, για αυτό και η κίνησή τους ονομάστηκε οντολογία του προσώπου[7]. Πιο συγκεκριμένα, ο Νικόλαος Νησιώτης ασχολήθηκε  ιδιαίτερα με την έννοια του προσώπου, αναδεικνύοντας την κοινωνική διάσταση του[8] και ασκώντας δριμεία κριτική στην ιδέα του οντολογικά αποκομμένου ανθρώπου από την υπερβατική υπαρξιακή του αναφορά[9]. Κεντρικό σημείο της ανθρωπολογίας του είναι η γνωσιολογία[10], βλέπει δηλαδή τον άνθρωπο μέσα από τη δυνατότητα γνώσης του άλλου, ο οποίος στην προκειμένη περίπτωση δεν βιώνεται ως απειλή, αλλά ως  ο δρόμος που μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο στην αυτογνωσία[11]. Το πρόσωπο αποφεύγει τον εγκλωβισμό στην ατομικότητά του και  θεμελιώνει σε αυτήν την αυτοσυνειδησία του.Η αυτογνωσία επιτυγχάνεται μέσα από το άνοιγμα του προσώπου προς τους άλλους και την επαφή μαζί τους[12]. Η ταυτότητα παύει να  είναι μία στατική κατάσταση[13].Το πρόσωπο βρίσκεται κατά τον Νησιώτη πάντα «καθοδόν, σε ένα διαρκές γίγνεσθαι»[14]. Για να μπορέσει να υπερβεί τη διαφορά του από τον άλλο, θα πρέπει να ξεφύγει από την ενδοσκόπηση και την αυτοπαρατήρηση και να συνδεθεί καταφατικά με την πραγματικότητα που βρίσκεται έξω από αυτόν[15]. Για τον Νησιώτη, το γεγονός ότι ο άνθρωπος έχει συνείδηση του εαυτού του, θα πρέπει να διαφοροποιείται από την  έννοια της ταυτότητας[16],γιατί προϋποθέτει την επίγνωση της παρουσίας του άλλου[17]. Μόνο τότε γνωρίζει ο άνθρωπος  αληθινά τον εαυτό του, όταν  μπορεί και αναγνωρίζει τη σχέση του με τον άλλον[18]. Στέκεται  ιδιαίτερα την αξία της αγάπης, ως τρόπος συν-ύπαρξης, έτσι ώστε η συνάντηση του ανθρώπου με τα άλλα πρόσωπα, να μην βιώνεται ως απειλή για τις βαθειά κρυμμένες του ανασφάλειες, αλλά ως συμβολή στην αυτοεπιβεβαίωσή του[19].

Ο Χρήστος Γιανναράς διερεύνησε ιδιαίτερα τη σχέση ουσίας και υπόστασης και την προτεραιότητα της υπόστασης έναντι της ουσίας[20]. Πρόσωπο ονομάζει μια υπαρκτική πραγματικότητα, με την οποία υποστασιάζεται η πραγματικότητα της φύσης[21]. Ως φύση θεωρεί τον κοινό τρόπο ύπαρξης καθώς και τις δυνατότητες-ενέργειες που περικλείονται ως δεδομένες στο συγκεκριμένο είδος, το οποίο στην περίπτωση που ερευνάται,  είναι ο άνθρωπος[22]. Το πρόσωπο βρίσκεται πέρα από την περιοχή των κοινών δυνατοτήτων και ενεργειών, στο πεδίο του ιδιαίτερου και  μοναδικού τρόπου με τον οποίο εκφράζονται προς τα έξω οι συγκεκριμένες δυνατότητες[23]. Η μοναδικότητα αυτή, οφείλεται στην δυνατότητα που έχει το πρόσωπο να μπορεί να διαφοροποιείται από τον κοινό τρόπο ύπαρξης του είδους του, με άλλα λόγια στην ελευθερία του[24],αλλά και μέσα από τη βιολογική του υπόσταση. Αυτόν τον ιδιαίτερο, μοναδικό και ανεπανάληπτο τρόπο αξιοποίησης των κοινών δυνατοτήτων της ανθρώπινης φύσης ονομάζει ο Γιανναράς ταυτότητα[25]. Το πρόβλημα που θέτει  είναι ότι εφόσον ο άνθρωπος πεθαίνει, το βιολογικό και νοητικό του υπόβαθρο διαλύεται και αποσυντίθεται, η ανθρώπινη φύση και ουσία παύει να υφίσταται, πως είναι δυνατόν να εξακολουθεί να υπάρχει ως πρόσωπο; Πως μπορεί να υπάρχει το πρόσωπο άνευ ουσίας[26]; Η απάντηση βρίσκεται στην βιβλική και πατερική έννοια της θέωσης, σύμφωνα με την οποία το πρόσωπο μπορεί και πραγματώνει τις θείες δωρεές με τις οποίες ήρθε στην ύπαρξη από την ανυπαρξία, ακόμα και μετά την διάλυση της κτιστής του φύσης[27]. Με αυτόν τον τρόπο ο Γιανναράς επιβεβαιώνει για άλλη μία φορά  την οντολογική προτεραιότητα του προσώπου έναντι της φύσης. Ο άνθρωπος μπορεί να υπάρξει και με έναν διαφορετικό τρόπο από αυτόν που του επιβάλλει η κτιστή του φύση, αφού έχει προικιστεί με τη δυνατότητα να μπορεί να υπάρξει και με τον τρόπο ύπαρξης του Θεού[28].

Με την έννοια της ετερότητας ασχολήθηκε και ο Ι. Ζηζιούλας, αφού η ετερότητα είναι ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του ανθρώπινου προσώπου. Εδώ θα πρέπει να αναφερθεί ότι η ιδιαίτερη συμβολή του Ζηζιούλα στην οντολογία του προσώπου, έγκειται στην επανασύνδεση του όρου με την πατερική θεολογία, αφού όπως ο ίδιος αναφέρει «Η προσπάθεια του νεώτερου ανθρωπισμού να υποκαταστήσει τον Χριστιανισμό σε ότι αφορά στην αξιοπρέπεια του ανθρώπου επέφερε έναν διαχωρισμό της έννοιας του προσώπου από την θεολογία»[29]. Εξίσου σημαντική είναι και η θεώρηση του ανθρώπινου προσώπου επί τη βάση της Τριαδολογίας, όπως και ο ίδιος σημειώνει σε πολλά από τα έργα του[30]. Ο Ζηζιούλας αναφέρει ότι στην αρχαία Ελλάδα, το πρόσωπο είχε την έννοια του προσωπείου,  με το οποίο οι ηθοποιοί της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας έκρυβαν το πρόσωπό τους υποτασσόμενοι στην αναγκαιότητα της φύσης[31]. Με αυτήν την έννοια, το πρόσωπο στερείτο οντολογικής σημασίας, αφού ήταν μόνο μία μάσκα, η οποία έκρυβε την ουσία. Αντίθετα η έννοια του προσώπου απόκτησε για πρώτη φορά οντολογικό περιεχόμενο με τον τρόπο  που το αντιμετώπισε η πατερική θεολογία.Στο πρόσωπο οι Πατέρες έβλεπαν τον τρόπο ύπαρξης της ίδιας της ουσίας. Ο Ζηζιούλας θεμελίωσε την έννοια του προσώπου, μέσα από την πατερική Τριαδολογία, η οποία  είδε στο πρόσωπο του Θεού το πρότυπο για το πρόσωπο του ανθρώπου[32], αφού οι Καππαδόκες Πατέρες είχαν κάνει την ταύτιση της έννοιας της υπόστασης με την έννοια του προσώπου[33]. Αυτό σημαίνει κατά τον Ζηζιούλα, ότι το πρόσωπο θεωρείται κάτι πολύ περισσότερο από μία ιδιότητα του όντος.Είναι ο τρόπος ύπαρξης του όντος, είναι το ίδιο το όν και η αιτία της ύπαρξης του[34]. Διαπιστώνεται δηλαδή και  στον Ζηζιούλα η προτεραιότητα του προσώπου έναντι της ουσίας, την οποία θεμελιώνει στην προτεραιότητα του προσώπου του Πατρός έναντι της ουσίας της Αγίας Τριάδας και όχι στην προτεραιότητα της ουσίας, όπως επικράτησε στη δυτική θεολογία[35]. Σύμφωνα με τους Πατέρες, είναι ο Πατήρ (δηλαδή το πρόσωπο), το οποίο  εξασφαλίζει το ενιαίο της Τριάδας, αφού είναι Αυτός ως Πατήρ που γεννά τον Υιό και εκπορεύει το Άγιο Πνεύμα[36].

Ένα άλλο ζήτημα στο οποίο θα πρέπει να γίνει αναφορά, είναι το θέμα  της ελευθερίας του προσώπου, η οποία για τον Ζηζιούλα απορρέει από το πρόσωπο, αφού η πεπερασμένη και κτιστή φύση του ανθρώπου στερείται ελευθερίας[37]. Η μόνη πραγματική άσκηση της ελευθερίας είναι η αγάπη,η οποία  είναι κάτι πολύ περισσότερο  από ένα απλό συναίσθημα, είναι  τρόπος ύπαρξης[38]. Η ελευθερία του ανθρώπου είναι και η τραγικότητά του, γιατί μπορεί να τον οδηγήσει και στην αυτοαναίρεσή της ύπαρξής του[39],αν λάβουμε υπόψη ότι ο άνθρωπος είναι το μόνο ον το οποίο  μπορεί να αρνηθεί τη ζωή του με την πράξη της αυτοκτονίας. Άλλο ένα βασικό  χαρακτηριστικό του προσώπου είναι η απόλυτη μοναδικότητά του, την οποία αξιοποιεί προς όφελος της κοινωνικής συμβίωσης, χωρίς να προδίδει την ιδιαιτερότητά του[40]. Ο φόβος του άλλου, είναι αποτέλεσμα της διαφθοράς του ανθρώπου μετά την πτώση[41]. Έτσι η ετερότητα  βιώνεται από τον μεταπτωτικό άνθρωπο ως αντίθεση και στις χειρότερες περιπτώσεις ως απειλή.[42]Όμως η ετερότητα στο πρόσωπο παύει να αποτελεί διαχωρισμό και μετατρέπεται σε συστατικό και προϋπόθεση της ενότητας, αφού η σχέση ετερότητας και κοινωνίας στον άνθρωπο, ανάγεται στη σχέση  ετερότητας και κοινωνίας ανάμεσα στα πρόσωπα της Αγίας Τριάδας[43]. Η ετερότητα ως συστατικό της ενότητας, επιτυγχάνεται με την αγάπη, εντός της πραγματικής κοινωνίας που είναι η Εκκλησία. Η θέωση, είναι η αιώνια επιβίωση του προσώπου, όταν αυτό ενωθεί με το πρόσωπο του Θεού[44]. Αυτή τη θεωμένη υπόσταση ο Ζηζιούλας ονομάζει εκκλησιαστική ύπαρξη[45]και πραγματώνεται εδώ και τώρα ιστορικά[46], μέσα από τα μυστήρια της Εκκλησίας και ιδιαίτερα μέσα από τη Θ.Ευχαριστία, η οποία είναι το εσχατολογικό παράθυρο της Βασιλείας του Θεού[47].

Πριν τελειώσει η συγκεκριμένη ενότητα, θα γίνει μία αναφορά στην έννοια του προσώπου και στη σχέση του με την καθολικότητα, όπως τη θεώρησε ο Κ. Παπαπέτρου στο βιβλίο του «Η ιδιοτροπία ως πρόβλημα οντολογικής ηθικής». Σύμφωνα με τον Παπαπέτρου η αφετηρία του προσώπου είναι η φύση του, δηλαδή οι δυνατότητές του[48]. Η φύση είναι το πεδίο εκείνο στο οποίο συνυπάρχει το καλό με το κακό. Το πρόσωπο είναι η πραγματικότητα εκείνη, η οποία μπορεί και ξεπερνά την αντιφατικότητα της φύσης, αφού μπορεί και πραγματοποιεί την καθολικότητα δηλαδή την αυθεντικότητά του[49]. Το πρόσωπο σε αντίθεση με το άτομο, έχει αξιολογικό περιεχόμενο, αφού είναι φορέας της καθολικότητας[50]. Η καθολικότητα είναι η αναφορά στην διαχρονική και αυθεντική ουσία των πραγμάτων[51]. Έτσι όταν ο άνθρωπος καλείται να ολοκληρωθεί, να αναχθεί δηλαδή σε πρόσωπο, θα πρέπει να αναπτύξει και ειδολογικά και ουσιαστικά τις δυνατότητές του[52]. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η έννοια της ιδιοτροπίας, την οποία ο Παπαπέτρου χρησιμοποιεί με την έννοια του εγωκεντρισμού, της αυτοαπομόνωσης, της αντίθεσης προς την καθολικότητα, ώστε η  ιδιοτροπία να νοείται ως το αντίθετο του προσώπου και για αυτόν τον λόγο η φράση ιδιότροπο πρόσωπο να θεωρεί ότι στερείται νοήματος[53].

Όπως και στις προηγούμενες περιπτώσεις σύγχρονων θεολόγων, ο Παπαπέτρου πιστεύει ότι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του προσώπου είναι η ιδιαιτερότητά του και  η ειδολογική διαφοροποίησή του, η οποία οφείλεται στην ιστορικότητά του, κάτι στο οποίο επέμενε  ιδιαίτερα[54].  Η ιστορικότητα ως η-υπό συγκεκριμένες συνθήκες- πραγμάτωση των δυνατοτήτων του ανθρώπου, είναι αυτή που δικαιολογεί την ποικιλία, τη μοναδικότητα και την ιδιαιτερότητα των προσώπων[55]. Η ετερότητα, μπορεί να οδηγήσει είτε σε διάσπαση, είτε σε ενότητα. Το που θα οδηγήσει, εξαρτάται από το είδος της ετερότητας. Όταν πρόκειται για αντίθεση οδηγεί σε διάσπαση, όταν όμως πρόκειται για συμπληρωματική διαφορά, τότε οδηγεί στην ενότητα[56]. Στη συμπληρωματική αυτή διαφορά ο Παπαπέτρου έβλεπε το γεγονός της αγάπης[57]. Δεδομένης της ετερότητας των προσώπων, ο Παπαπέτρου έθετε ένα πολύ σημαντικό ερώτημα. Πώς είναι δυνατόν, λαμβάνοντας υπόψη την ιστορικότητα του προσώπου, να έχει καθολική ισχύ ο ηθικός νόμος[58]; Με άλλα λόγια ποια είναι η σχέση οντολογίας και ηθικής και ποια η έννοια της οντολογικής ηθικής;

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ

 

Παραπομπές:

[1]Ι. Καραβιδόπουλου, Προσωπείο και πρόσωπο κατά τους τρείς Ιεράρχες,20.

[2]Χ.  Σακελλαρίου., Νέο Λεξικό  Δημοτικής, 1025.

[3]Άτομο, στον διαδικτυακό τόπο:https://el.wiktionary.org/wiki/%CE%AC%CF%84%CE%BF%CE%BC%CE%BF (Ημερομηνία ανάκτησης: 3-4-2021).

[4]Ι.Ζηζιούλα «Το είναι του Θεού και το είναι του ανθρώπου», Σύναξη 37(1991)15.

[5]Σ. Γιαγκάζογλου, «Η θρησκευτική αλλοτρίωση του ήθους», Ίνδικτος, 19(2005)23

[6]Α. Γ. Μελισσάρη, «Η Ορθοδοξία και η κατάφαση του ανθρώπινου προσώπου»,στο Α. Αυγουστίδης, Κ. Ζορμπάς, Β. Θερμός, Ν. Κοκοσαλάκης, Α. Μελλισάρης, ΧΡ. Τερέζης, Η Ορθοδοξία απέναντι σε θέματα της εποχής μας, (Πάτρα: Έκδοση του Ε.Α.Π., 2002)66.

[7]Π.Αγγελόπουλου, «Η οντολογία του προσώπου στη νεότερη θεολογική σκέψη: Ν. Νησιώτης, Χρ. Γιανναράς, Ι. Ζηζιούλας, μία κριτική αποτίμηση»,( Διδακτορική διατριβή, Α.Π.Θ.2020)9.

[8]Όπ.,39

[9]Όπ.,39.

[10]Όπ.,51.

[11]Όπ.,56.

[12]Όπ.,57.

[13]Ν. Νησιώτη, «Από την αυτοσυνειδησία μέσω ενσυνείδητης αλλοτρίωσης στην ταυτότητα», Σύναξη 59(1996) 19.

[14]Π.Αγγελόπουλου, «Η οντολογία του προσώπου στη νεότερη θεολογική σκέψη: Ν. Νησιώτης, Χρ. Γιανναράς, Ι. Ζηζιούλας, μία κριτική αποτίμηση»,57.

[15]Ν. Νησιώτη, «Από την αυτοσυνειδησία μέσω ενσυνείδητης αλλοτρίωσης στην ταυτότητα», 21.

[16]Όπ., 21.

[17]Όπ.,22.

[18]Όπ.,23.

[19]Π.Αγγελόπουλου, «Η οντολογία του προσώπου στη νεότερη θεολογική σκέψη: Ν. Νησιώτης, Χρ. Γιανναράς, Ι. Ζηζιούλας, μία κριτική αποτίμηση»,Όπ.,56.

[20]Όπ.,10.

[21] Χ. Γιανναρά, «Η αποφατική σημαντική του προσώπου», Ίνδικτος 7(1997)7.

[22]Όπ.,7.

[23]Όπ.,7.

[24]Όπ.,7.

[25]Όπ.,7.

[26]Όπ.,8.

[27]Όπ.,13.

[28]Χ. Γιανναρά., Το αλφαβητάρι της πίστης,90.

[29]Ι. Ζηζιούλα, «Από το προσωπείον εις το πρόσωπον. Η συμβολή της πατερικής θεολογίας εις την έννοιαν του προσώπου», στο Χαριστήρια εις τιμήν του Μητροπολίτου γέροντος Χαλκηδόνος Μελίτωνος (Θεσσαλονίκη: Έκδ. Πατριαρχικόν ίδρυμα Πατερικών Μελετών,1977)287.

[30]Ι. Ζηζιούλα, «Κοινωνία και ετερότητα»,Σύναξη76, (2000)9.

[31]Ι. Ζηζιούλα, «Από το προσωπείον εις το πρόσωπον. Η συμβολή της πατερικής θεολογίας εις την έννοιαν του προσώπου»,290.

[32]Ι. Ζηζιούλα, «Δίκαιον και πρόσωπο στην Ορθόδοξη Θεολογία», Ευθύνη 314(1998)50.

[33]Όπ., 294.

[34]Όπ., 297.

[35]Όπ., 298.

[36]Όπ., 298.

[37] Όπ., 302.

[38]Όπ.,303.

[39]Όπ.,305.

[40]Όπ.,305.

[41].Ι. Ζηζιούλα, «Κοινωνία και ετερότητα», Σύναξη 76,6

[42]Όπ.,6.

[43]Όπ.,9.

[44] Ι. Ζηζιούλα, «Από το προσωπείον εις το πρόσωπον. Η συμβολή της πατερικής θεολογίας εις την έννοιαν του προσώπου»,308.

[45]Όπ., 309.

[46]Όπ., 312.

[47]Όπ., 316.

[48] Κ. Παπαπέτρου, Η ιδιοτροπία ως πρόβλημα οντολογικής ηθικής (Αθήναι: 1973) 38.

[49]Όπ., 38.

[50]Όπ., 38.

[51]Όπ., 38

[52]Όπ., 39.

[53]Όπ., 49.

[54]Όπ., 41.

[55]Όπ., 41.

[56]Όπ., 54.

[57]Όπ., 54.

[58]Όπ., 42.