Έχιδνες και κύνες: Αχαριστία και ευγνωμοσύνη

27 Ιουνίου 2022

Όποιος επιθυμεί να παραστήσει με επιτυχία αχαριστία και ευγνωμοσύνη μπορεί να δανειστεί εικόνες από το φυσικό κόσμο. Για μεν την αχαριστία τα «γεννήματα των εχιδνών», για δε την ευγνωμοσύνη τους σκύλους.

Οι μικρές έχιδνες, κατά το Μ. Βασίλειο, είναι αχάριστες γιατί γεννιούνται κατατρώγοντας την κοιλιά των ευεργετίδων μητέρων τους. Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος αιτιολογεί αυτή τη μητροκτονία ως εξής: Τα αρσενικά μετά τη συνουσία με τα θηλυκά πεθαίνουν εξαιτίας του θανατηφόρου ιού των θηλυκών. Τα νεογνά αναλαμβάνουν να εκδικηθούν για το θάνατο του πατέρα τους επιλέγοντας να μη γεννιούνται κατά τρόπο φυσιολογικό αλλά κατατρώγοντας την μητρική γαστέρα.

Το παράδειγμα των εχιδνών χρησιμοποίησε ο υμνογράφος της Μ. Παρασκευής για να περιγράψει τη στάση των προγόνων του Ιούδα, των Ισραηλιτών, που ενώ δεν είχαν ακόμη χωνέψει το μάνα στην έρημο στρέφονταν και γόγγυζαν οι αχάριστοι κατά του δωρεοδότη Θεού. Το ίδιο ακριβώς έκανε και το γέννημα εκείνων των εχιδνών, δηλαδή ο παράνομος Ιούδας, που ενώ βάσταζε στο στόμα του τον ουράνιο άρτο, που του πρόσφερε ο διδάσκαλός του κατά την ώρα του Μυστικού Δείπνου, κίνησε τη διαδικασία της προδοσίας. Με τον ίδιο τρόπο φέρονται και οι Ιουδαίοι κάτω από το σταυρό, όταν αντί του μάνα προσφέρουν στον σταυρωμένο ευεργέτη τους χολή.

Ο αχάριστος προς τους ευεργέτες είναι πρωτίστως αχάριστος προς το Θεό, σχολιάζει ο ιερός Χρυσόστομος. Άλλωστε, πάσης άλλης αχαριστίας και αγνωμοσύνης προηγείται η αγνωμοσύνη απέναντι στο Θεό που έχει τα χαρακτηριστικά της απιστίας, της ασέβειας, της βλασφημίας, της αθεΐας, της ειδωλολατρίας και κυρίως της αδιαφορίας. Αξιολογείται δε ως η μεγαλύτερη όλων επειδή κανείς άλλος δεν ευεργετεί τους ανθρώπους τόσο πολύ όσο ο Δημιουργός. Ευεργεσία που αρχίζει από το δώρο της ζωής και συνεχίζεται με την διαρκή κυβερνητική και προνοητική παρέμβαση του Θεού. Άλλωστε τίποτε καλό δεν υπάρχει που να μην δίνεται άνωθεν. Έτσι δεν είναι τυχαίος ο χαρακτηρισμός της αχαριστίας ως πορνείας με τη διαφορά ότι η πρώτη είναι χειρότερη από τη δεύτερη, ως προς το ότι η πορνεία συνιστά μια σωματική ασέλγεια ενώ η αχαριστία αγνωμοσύνη προς το Θεό.

Η αχαριστία των παιδιών απέναντι στους γονείς που τα έφεραν στον κόσμο είναι και η πλέον επικρατούσα μορφή αχαριστίας, η οποία μάλιστα μοιάζει με εκείνη των εχιδνών. Δεν είναι τυχαίες οι αναφορές της Παλαιάς Διαθήκης που επιβάλλουν να μην λησμονεί κάποιος τις ωδίνες της μητέρας του (Σοφ. Σειράχ 7, 27) και να τιμά τον πατέρα και την μητέρα του (Εξ. 20, 12). Η αχαριστία προς τους γονείς εκφράζεται με πολλούς τρόπους. Αρχίζει με την ανυπακοή και την έλλειψη σεβασμού και καταλήγει με την εγκατάλειψη. Δεν απουσιάζουν βέβαια και περιπτώσεις μητροκτονίας ή και πατροκτονίας, που αποδίδονται κυρίως σε αντιδράσεις σε καταπιεστικές γονεϊκές ανατροφικές συμπεριφορές.

Ως προέκταση της αχαριστίας στην οικογένεια μπορεί να κατανοηθεί η αγνώμονα στάση των μαθητών απέναντι στους δασκάλους, των πολιτών απέναντι στους άρχοντες, των εργατών απέναντι στους εργοδότες, και γενικά, όλων των ευεργετηθέντων απέναντι στους ευεργέτες τους.

Η αρχή της αχαριστίας θα πρέπει να αναζητηθεί στην αμαρτητική φύση και ροπή του ίδιου του ανθρώπου, ο οποίος με μεγάλη ευχαρίστηση επιλέγει την αχαριστία και με τεράστια δυσκολία την ευγνωμοσύνη. Η πρώτη του φαίνεται ανάλαφρη, ενώ η δεύτερη βαρύτερη από κάθε τι άλλο. Είναι δε η αχαριστία τόσο περιεκτική ώστε πίσω από κάθε κακία και κάθε πάθος να ανιχνεύεται εκείνη. Έτσι φαίνεται να αληθεύει η άποψη ότι οι κακοήθεις είναι πρωτίστως αχάριστοι.

Η βασικότερη αιτία της αχαριστίας βρίσκεται κυρίως στην καλλιεργούμενη από την παιδική ηλικία νοοτροπία και εν τέλει συνήθεια, να παίρνει μόνο κάποιος και ποτέ να μην δίνει, έχοντας πάγια την αίσθηση της διαρκούς έλλειψης και ποτέ της αυτάρκειας. Πρόκειται με άλλα λόγια για την απολυτοποίηση των δικαιωμάτων έναντι των υποχρεώσεων. Είναι αυτό που ονομάζεται ατομισμός με βασικό κορμό τον εγωκεντρισμό. Όλα για τον εαυτό μας και ει δυνατόν τίποτε για τους άλλους. Όλοι μας οφείλουν και δεν τους οφείλουμε. Με άλλα λόγια πρόκειται για την παντελή έλλειψη της αγάπης που είναι απόλυτα ξένη στην αχαριστία και άριστη φίλη της ευχαριστίας προς όλους, ανεξάρτητα από την ποσότητα της ευεργεσίας, αφού και μόνο η παρουσία του άλλου θα πρέπει να γίνεται αιτία χαράς, ευτυχίας και ευγνωμοσύνης.

Η αχαριστία ζημιώνει πρωτίστως τον ίδιο τον φορέα της. Έχει τα ίδια αποτελέσματα που συνόδευαν την ύβρι στην Ελληνική Μυθολογία, όταν κάποιος σήκωνε το ανάστημά του απέναντι στους θεούς αλαζονικά και προσβλητικά. Τότε ακολουθούσε η θεία τιμωρία με το θόλωμα και στη σκότιση του νου, ώστε να συνεχίζει ο αγνώμων να ενεργεί αλαζονικά ώσπου να έλθει η εκδίκηση των θεών και η ανελέητη τιμωρία του. Αυτή την εικόνα έχει καθώς φαίνεται και ο ιερός Χρυσόστομος όταν περιγράφει την αχαριστία ως ύβρι που πνίγει τον ίδιο τον αγνώμονα. Είναι αυτή άλλωστε να κατέστρεψε και τους Εβραίους.

Δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι κανείς δεν συμπαθεί τους αχάριστους μολονότι σχεδόν όλοι κατά κάποιο τρόπο είμαστε αχάριστοι, αφού κανείς δεν υπάρχει που να μην έχει ευεργετηθεί και παρά ταύτα οι περισσότεροι είναι αγνώμονες. Ως προς την αντιπάθεια, αυτή οφείλεται ίσως στον ψυχολογικό μηχανισμό, να απωθούνται τα όμοια. Οφείλεται όμως και στην αντικοινωνική τους συμπεριφορά που προσβάλλει τα επιμέρους Εγώ. Έτσι δικαιώνεται ο αρχαίος πολέμαρχος Καλλίμαχος που έλεγε ότι κανένας δεν είναι βεβαιότερος εχθρός από τον αχάριστο που ευεργετήθηκε. Το χειρότερο είναι πως συχνά η εκδίκηση για την ευεργεσία είναι μεγαλύτερη από το μέγεθος της ευεργεσίας.

Με αυτούς τους όρους η αχαριστία είναι απαγορευτική στη φιλανθρωπία, την συμπόνοια και γενικότερα σε όλες τις κοινωνικές αρετές. Αντίθετα συμπυκνώνει όλες τις αντίστοιχες κακίες που ζημιώνουν τόσο τις διαπροσωπικές όσο και τις κοινωνικές σχέσεις.

Το χειρότερο όλων είναι ότι ο αγνώμων δεν θεραπεύεται με κανένα φάρμακο, καθώς διαπιστώνεται στη χριστιανική πράξη. Ο ρόδιος φιλόσοφος Κλεόβουλος την παρομοίωσε με σπασμένο πιθάρι στο οποίο ό,τι καλό και αν ρίξει κάποιος πέφτει στο κενό. Ο αγνώμων δεν ωφελείται από τίποτε κατά τον ίδιο τρόπο που και ο ευγνώμων δεν επηρεάζεται από τίποτε. Ο Ιούδας ήταν κοντά στο Χριστό και παρά ταύτα δεν ωφελήθηκε. Ο Ιώβ πολεμήθηκε από το διάβολο και όμως στεφανώθηκε, γράφει ο Χρυσόστομος.

Ο αχάριστος κλείνει όλες τις πόρτες της μετάνοιας και της επιστροφής στην πνευματική κανονικότητα. Μπορεί να αρχίσει κάτι αισιόδοξο αν ο αχάριστος αποξενωθεί από την έπαρση και την υπερηφάνεια, την μητέρα της αγνωμοσύνης. Αν πάψει να αμφισβητεί τα κίνητρα των ευεργετών, αν αρχίσει να εμπιστεύεται περισσότερο τους άλλους και πολύ λιγότερο τον εαυτό του. Τέλος, αν μάθει να ευεργετεί τους ευεργέτες, να μη λησμονεί τις ευεργεσίες, να μη κακοποιεί τους ευεργέτες, να είναι ευγνώμων προς όσους δεν το έβλαψαν.

Η σύνδεση της αχαριστίας με τον κόσμο των ζώων ασφαλώς και τον αδικεί, αφού φαίνεται να επαληθεύεται μόνο στην περίπτωση των εχιδνών, ενώ διαψεύδεται στα υπόλοιπα φυσικά όντα, ακόμα και στα κτήνη, που είναι κατά κανόνα και εκ φύσεως ευγνώμονα, αφήνοντας την αχαριστία να αποτελεί αποκλειστικό «προνόμιο» των ανθρώπων. Μπορεί κάποια ζώα, όπως ο λύκος, το φίδι ή ο κόρακας να χρησιμοποιούνται για να εικονίσουν το αυτονόητο της ανθρώπινης αγνωμοσύνης, όπως «θρέψε λύκο το χειμώνα να σε φάει το καλοκαίρι», ή «φύλαξε φίδι το χειμώνα να σε φάει το καλοκαίρι», ή «θρέψε κόρακα να σου βγάλει το μάτι», αλλά αυτά είναι μόνο παροιμιώδεις φράσεις και τίποτε παραπάνω.

Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των σκύλων που από ευγνωμοσύνη πεθαίνουν δίπλα στον κύριό τους ή οδηγούν στην ανεύρεση και καταδίκη των φονιάδων των κυρίων τους, καθώς παρατηρεί και πάλι ο Μ. Βασίλειος. Λένε και για την κότα που σε κάθε γουλιά κοιτάζει τον ουρανό σαν να ευχαριστεί το Θεό. Την ευγνώμονα στάση του φυσικού κόσμου εκφράζει και ο ψαλμωδός όταν βλέπει τους ουρανούς να διηγούνται τη δόξα του Θεού και το στερέωμα να μαρτυρεί την παρουσία του Ποιητή των πάντων.

Ο ευγνώμων δεν θεωρεί τίποτε ως δικό του κατόρθωμα αλλά του Θεού. Έτσι ανοίγει διάπλατα ο δρόμος της δοξολογίας και ευχαριστίας, ανεξάρτητα από το αν ευημερεί ή δυστυχεί. Ο άνθρωπος του Θεού είναι έτοιμος σε κάθε στιγμή να επαναλαμβάνει συνειδητά το «δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν». Κάτι που δεν εκφράζεται μόνο με την πίστη και τα ευγνώμονα λόγια αλλά κυρίως με αντίστοιχη πράξη, δηλαδή με ενάρετο βίο, καθώς γράφει ο ιερός Χρυσόστομος: «Δοξάζεται ὁ Θεός οὐ διά δογμάτων ὀρθῶν μόνον, ἀλλάκαί διά πολιτείας άρίστης».

Όπως αναφέρθηκε, η ευγνωμοσύνη προς το Θεό δεν έχει τέλος ούτε παύει με τις δοκιμασίες που ακολουθούν. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα ο Ιώβ που ευγνωμονούσε το Θεό όχι μόνο όταν όλα πήγαιναν κατ’ ευχή αλλά και στον καιρό της σκληρής δοκιμασίας.

Η ευγνωμοσύνη είναι ο καλύτερος δρόμος γνωριμίας τόσο με τον εαυτό μας όσο και κυρίως με τον ευεργέτη, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για το Θεό. Όταν η ψυχή και η διάνοια είναι ευγνώμονες προσλαμβάνουν ευκολότερα την αλήθεια, γράφει ο ιερός Χρυσόστομος. Σ’ αυτό συμβάλλει σημαντικά η αίσθηση της αμαρτωλότητας και ελλειπτικότητας που είναι εντονότερη στους ευγνώμονες, ενώ σπανίζει στους αγνώμονες. Αντίθετα η αίσθηση του δυνατού είναι εχθρός της ευγνωμοσύνης. Έτσι εξηγείται η άποψη του Στάλιν ότι η ευγνωμοσύνη είναι μια αρρώστια από την οποία υποφέρουν τα σκυλιά.

Η μνήμη των ευεργεσιών του Θεού είναι επίσης ο καλύτερος δάσκαλος προς την αρετή σε αντίθεση προς την αμνημοσύνη που οδηγεί στην κακοήθεια. Οι ευγνώμονες ρέπουν προς το αγαθό και όχι προς το κακό.

Αυτά είναι τα μηνύματα και οι εικόνες που στέλνουν έχιδνες, σκύλοι και ολόκληρος ο φυσικός κόσμος, αρκεί να έχει κάποιος μάτια για να βλέπει και αυτιά για να ακούει.