Η αγία Μάρτυς Ιουλλίτα απέκρυψε την ασθένεια της γυναικείας φύσεως με το μεγάλο φρόνημα της ψυχής!

30 Ιουλίου 2023

Μέγας Βασίλειος, η αγία Μάρτυς Ιουλίττα από την Καισάρεια και ο άγιος Ευδόκιμος ο Καππαδόκης.

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Μεγάλου Βασιλείου
Ομιλία εις την μάρτυρα Ιουλίτταν και εις τα υπόλοιπα της ομιλίας περί Ευχαριστίας που εξεφωνήθη προηγουμένως

 

1. Η αιτία αυτής της συναθροίσεως είναι η πρόσκλησις, που σας έγινε διά να τιμήσωμεν την μακαρίαν μάρτυρα. Διότι παντού σας προανηγγείλαμεν την ημέραν αυτήν ως ημέραν
που υπενθυμίζει την μεγάλην άθλησιν που με σώμα γυναικείον υπέστη η μακαριωτάτη από τας γυναίκας Ιουλίττα, αν βεβαίως είναι ευλογοφανές να ονομάζεται γυναίκα αυτή, που απέκρυψε την ασθένειαν της γυναικείας φύσεως με το μεγάλον φρόνημα της ψυχής.

Καθότι η άθλησις αυτή επροκάλεσε την μεγαλυτέραν έκπληξιν και εις αυτούς, οι οποίοι παρευρίσκοντο τότε εις το θαύμα και εις τους μεταγενεστέρους, οι οποίοι δέχονται την φήμην από τας διηγήσεις εκείνων οι οποίοι είχαν την εμπειρίαν. Νομίζω ότι ο κοινός αντίπαλός μας, ο οποίος δεν υποφέρει την ήτταν από γυναίκας, έχει τόσον πληγωθή από αυτήν.

Διότι αυτός που εκαυχάτο και έλεγε τας μεγάλας εκείνας καυχησιολογίας, ότι δηλαδή θα συγκλονίση την οικουμένην και ότι θα την καταλάβη ωσάν φωλιάν και θα την αφανίση, όπως τα αυγά που είχαν εγκαταλειφθή, και θα ερημώση πόλεις, απεδείχθη ότι νικάται από την γυναικείαν αρετήν.

Όταν εις καιρόν πειρασμού επεχείρησε να αποδείξη ότι δεν ημπορεί λόγω της αδυναμίας της φύσεώς της να διαφυλάξη μέχρι τέλους την πίστιν της εις τον Θεόν, την εύρε διά της δοκιμασίας να είναι πιο γενναία από όσον είναι η φύσις της, και να καταφρονή τόσον πολύ τας φοβέρας του, όσον αυτός ήλπιζε να την φοβήση με τα δεινά.

Διότι όταν αυτή είχε κάποιαν δίκην με κάποιον από τους ισχυρούς εις την πόλιν, που ήταν άνθρωπος πλεονέκτης και βίαιος και ο οποίος είχε συγκεντρώσει πλούτον με αρπαγάς και λεηλασίας, αυτός αφού απέσπασεν απ’ αυτήν μέγα μέρος από το καλλιεργήσιμον έδαφος και λιβάδια και κώμας και ζώα και δούλους και αφού άρπαξεν από την γυναίκα ολόκληρον την περιουσίαν της, τότε προσήλθεν εις τα δικαστήρια με συκοφάντας και ψευδομάρτυρας, στηριζόμενος εις την δωροδοκίαν των δικαστών.

Όταν δε ήλθεν η δικάσιμος ημέρα και ο κήρυξ άρχισε να καλή και ήταν έτοιμοι οι συνήγοροι και ενώ άρχιζε να αποκαλύπτη την καταπίεσιν αυτού και έμελλε να διηγηθή και τον τρόπον της εξ αρχής αποκτήσεως και την διάρκειαν του χρόνου, που επεβεβαίωνε την κυριότητά της, και έπειτα να διεκτραγωδήση την βίαν και την πλεονεξίαν του ανδρός, εκείνος παρουσιασθείς είπεν ότι η δίκη δεν ημπορεί να διεξαχθή.

(Διότι δεν επιτρέπεται, είπε, να λαμβάνουν μέρος εις τα δημόσια πράγματα αυτοί, οι οποίοι δεν λατρεύουν τους θεούς των βασιλέων και δεν απαρνούνται την πίστιν εις τον Χριστόν).

Εις τον αρχιδικαστήν εφάνη ότι λέγει δίκαια και ότι προτείνει πράγματα υποχρεωτικά διά τον νόμον. Και αμέσως έφεραν τότε λιβάνι και πύραυνον [μαγκάλι με κάρβουνα]· και επρότειναν εις τους διαδίκους· εάν μεν αρνούνται τον Χριστόν, να απολαμβάνουν την προστασίαν των νόμων και την ωφέλειαν από αυτούς, εάν δε εμμένουν εις την πίστιν, να μη καταφεύγουν ούτε εις τα δικαστήρια, ούτε εις τους νόμους, ούτε εις την λοιπήν πολιτικήν ζωήν, ως περιφρονημένοι, συμφώνως προς την νομοθεσίαν αυτών που τότε εκυβερνούσαν.

 

2. ΤΙ λοιπόν έγινεν έπειτα; Άραγε εσαγηνεύθη με τον πλούτον ή μήπως παρέβλεψε το συμφέρον εξ αιτίας της διαφιλονικίας της προς τον άδικον αντίδικον; ‘Η μήπως εφοβήθη τον κίνδυνον που ηπειλείτο από την πλευράν των δικαστών;

Όχι βεβαίως! Αλλά, ας χαθή η περιουσία, είπε, και τα χρήματα ας εξαφανισθούν. Είθε να μη μου μείνη ούτε το σώμα, προτού ασεβήσω με λόγον κακόν εναντίον του Θεού που μ’ έπλασε.

Και όσον μεν έβλεπε τον δικαστήν να αγριεύη με τα λόγια αυτά και να φλέγεται από την άκραν οργήν εναντίον της, τόσον περισσότερον ευχαριστούσε τον Θεόν, διότι, ενώ ήταν αντίδικος διά φθαρτά χρήματα, απεδείχθη να υποστηρίζη διά τον εαυτόν της την απόκτησιν των ουρανίων αγαθών.

Έχανε μεν τα χωράφια διά να αποκτήση τον παράδεισον, κατεδικάζετο εις ατίμωσιν διά να καταξιωθή να λάβη τα στεφάνια της δόξης, έχανε την προσωρινήν ζωήν, διά να λάβη μαζί με όλους τους αγίους τα αγαθά της μακαρίας ελπίδος, ευρισκομένη εις την χαράν της βασιλείας. Αφού δε ηρωτήθη πολλάς φοράς, κάθε φοράν άφηνε να εξέλθη από το στόμα της ο ίδιος λόγος, με το να λέγη ότι είναι δούλη του Χριστού, και αναθεμάτιζε αυτούς, οι οποίοι την επροκαλούσαν εις την άρνησιν.

Τότε λοιπόν ο άδικος κριτής δεν της αφήρεσε μόνον τα χρήματα, τα οποία αδίκως και παρανόμως της τα αφήρεσεν, αλλ᾽ επί πλέον την ετιμώρησε και με την ιδίαν την ζωήν της, καθώς ενόμιζε, με το να την παραδώση εις την φωτιάν. Αυτή όμως δεν θα έτρεχε με τόσην προθυμίαν προς τα τερπνά του βίου με όσην προθυμίαν ήλθεν εις την φλόγαν εκείνην.

Εφανέρωνε την μεγάλην χαράν της ψυχής και με το πρόσωπον και με την όλην εμφάνισιν, και προέτρεπε τας γυναίκας που παρευρίσκοντο εκεί να μη είναι μαλθακαί εμπρός εις τους κόπους, χάριν της ευσεβείας, μήτε να επικαλούνται την αδυναμίαν της φύσεως των.

Διότι, είμεθα, έλεγεν, από το ίδιον φύραμα με τους άνδρας. Έχομεν πλασθή, όπως και αυτοί, σύμφωνα προς την εικόνα του Θεού.

Από τον κτίστην η γυναίκα έγινεν έτσι, ώστε εξ ίσου με τον άνδρα να δέχεται την αρετήν.

Και πράγματι, δεν είμεθα καθ’ όλα συγγενείς με τους άνδρας;

Διότι διά την κατασκευήν της γυναικός δεν ελήφθη μόνον η σάρκα, αλλά και «οστούν εκ των οστέων». Ώστε η σταθερότης, η δύναμις και η υπομονή και εις ημάς εξ ίσου με τους άνδρας εδόθησαν από τον Δεσπότην.

Αυτά είπε και ερρίφθη εις την φωτιάν. Αυτή δε, ωσάν κάποιος φωτεινός θάλαμος, αφού περιέβαλε το σώμα της αγίας, την μεν ψυχήν έστειλεν επάνω εις την ουράνιον χώραν και εις το τέλος που έπρεπεν εις αυτή», το δε τίμιον σώμα της το διεφύλαξεν ακέραιον και σώον διά τα αναγκαία εις αυτό.

Αποκείμενον τούτο εις τον ωραιότατον προπύλαιον του ναού της πόλεως αγιάζει τον τόπον, αγιάζει και αυτούς που προσέρχονται εις αυτόν. Η δε γη, η οποία με την εκδημίαν της μακαρίας εδέχθη τας ευλογίας, ανέβλυσεν από τα σπλάγχνα της αγίασμα, ώστε η μάρτυς λαβούσα την θέσιν μητέρας τρέφει τρόπον τινά με το κοινόν γάλα τους κατοίκους της πόλεως.

Αυτό και εις τους υγιείς είναι φυλακτήριον και χορηγία τέρψεως εις αυτούς, οι οποίοι ζουν με σωφροσύνην, και παρηγορίαν εις τους αρρώστους.

Την χάριν που ο Ελισσαίος επρόσφερεν εις τους κατοίκους της Ιεριχούς, την ιδίαν επρόσφερε και εις ημάς η μάρτυς, διότι μετέβαλε με την ευλογίαν της εις γλυκείαν και απαλήν και κατάλληλον εις όλους γεύσιν την αλμύραν των υδάτων, που υπάρχουν γύρω από τον τόπον αυτόν και που έχουν όλα την ιδίαν σύστασιν.

Οι άνδρες να μη καταδεχθήτε να φανείτε κατώτεροι από τας γυναίκας εις την ευσέβειαν.

Αι γυναίκες να μη φανήτε κατώτεραι από το παράδειγμα, αλλά χωρίς καμίαν δικαιολογίαν, κρατήσατε την ευσέβειαν. Διότι εμπράκτως εγνωρίσατε ότι το μειονέκτημα της φυσεώς σας δεν σας εμποδίζει να αποκτήσετε τα αγαθά.

Συνέχεια εδώ: http://www.pemptousia.gr/?p=348447

 

Απόσπασμα από την ομιλία του Μεγάλου Βασιλείου «Εις την μάρτυρα Ιουλίτταν και εις τα υπόλοιπα της ομιλίας περί Ευχαριστίας που εξεφωνήθη προηγουμένως», όπως δημοσιεύεται σε μετάφραση στον τόμο Βασιλείου Καισαρείας του Μεγάλου, «Άπαντα τα έργα, τόμος ζ’, Ομιλίαι και λόγοι», των εκδόσεων «Πατερικαί Εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς», Θεσσαλονίκη 1973. Εισαγωγή, κείμενο, μετάφραση, σχόλια Βασίλειος Ψευτογκάς.