Το θέατρο «στον αέρα»

20 Ιουλίου 2022

Υπάρχει μία κατηγορία θεατρικών παραστάσεων, οι οποίες παίχτηκαν χωρίς θεατές και δεν τιμήθηκαν από το φυσικό χειροκρότημα. Παραστάσεις με κορυφαίους Έλληνες ηθοποιούς, οι οποίοι συχνά δεν είχαν συνυπάρξει ποτέ στο σανίδι μιας θεατρικής σκηνής, αλλά βρέθηκαν μαζί μπροστά στο μικρόφωνο ενός ραδιοφωνικού στούντιο. Πρόκειται για τις θεατρικές παραστάσεις του ραδιοφώνου, μία χρυσή σελίδα τόσο του ελληνικού θεάτρου όσο και της ελληνικής ραδιοφωνίας.

Ίσως δεν έχει εκτιμηθεί όσο πρέπει η συμβολή του ραδιοφώνου στον πολιτισμό μας των τελευταίων 80 χρόνων και οπωσδήποτε δεν έχει εκτιμηθεί η συμβολή του στο ελληνικό θέατρο. Αρκεί όμως να φανταστούμε πως, μόλις αρχίζει η ραδιοφωνία να εκπέμπει συστηματικά το 1938, ήδη στην Ελλάδα λειτουργούν 10.000 ραδιόφωνα με πολλαπλάσιους ακροατές. Από την αρχή λοιπόν, κάθε θεατρική εκπομπή έχει τόσους αποδεκτές όσους δεν συγκεντρώνουν όλα τα θέατρα της Αθήνας. Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη μας πως οι ραδιοφωνικές εκπομπές της εποχής εκείνης έφταναν στα πιο απομακρυσμένα σημεία της επικρατείας, εκεί που εφημερίδα, βιβλίο και πολύ περισσότερο θέατρο δεν πλησίαζαν ποτέ, μπορούμε ασφαλώς να σχηματίσουμε μία ιδέα των διαστάσεων της σημασίας των θεατρικών εκπομπών του ραδιοφώνου, πολλώ δε μάλλον όταν απευθύνονται σε έναν ελληνικό πληθυσμό που την εποχή εκείνη είχε 80% ποσοστό αναλφαβητισμού.

Από την αρχή των ραδιοφωνικών εκπομπών, οι κορυφαίοι ηθοποιοί και πρωταγωνιστές του Εθνικού Θεάτρου αλλά και οι κορυφαίοι σκηνοθέτες προσέφεραν πολύτιμο έργο μέσω της ελληνικής ραδιοφωνίας.

Αμέσως μετά την απελευθέρωση και μέχρι το 1956 κορυφώνεται η προσφορά του ραδιοφωνικού θεάτρου. Χωρίς καμία υπερβολή, οι θεατρικές εκπομπές του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας κατά την περίοδο αυτή είναι η προωθημένη πρωτοπορία του ελληνικού θεάτρου. Ένα επιτελείο από έμπειρους αλλά και ταλαντούχους νέους συγγραφείς ανατέμνει τα μεγάλα δραματικά αριστουργήματα, τα διαλύει και τα ανασυνθέτει, περιορίζοντας την έκταση τους κατά το 1/3 ή και περισσότερο.  Το θαυμάσιο είναι που κανείς δεν καταλαβαίνει την αφαίρεση. Ο καθιερωμένος όρος ήταν «ραδιοφωνική προσαρμογή» και αποτελεί μία ιδιαίτερη πτυχή της δραματουργίας. Πέρα από τη βασική απαίτηση να κοντύνει το έργο, πρέπει να προστεθούν και ατάκες απαραίτητες για να καταλάβει ο ακροατής αυτά που δεν βλέπει.

Αυτή η ραδιοφωνική θεατρική δραστηριότητα στηρίχτηκε στις συμμετοχές των κορυφαίων ηθοποιών του ελληνικού θεάτρου όπως του Βεάκη, της Παξινού, του Μινωτή, του Νέζερ, της Μανωλίδου, της κυρίας Κατερίνας, της Λαμπέτη, του Χορν, της Κυβέλης.

Παράλληλα, το ραδιοφωνικό θέατρο έδωσε αφορμή για πρωτότυπη μουσική δημιουργία εκ μέρους μεγάλων Ελλήνων συνθετών, όπως του Μάνου Χατζιδάκι. Δεν ήταν λίγες οι φορές όπου υπέροχες μουσικές για θεατρικές παραστάσεις ακουστικά πρώτα στο ραδιόφωνο και μετά μεταφέρθηκαν στη σκηνή.

Σήμερα, τεράστιος αριθμός συλλεκτικών θεατρικών παραστάσεων της ελληνικής ραδιοφωνίας βρίσκονται στο διαδίκτυο και αποτελεί όντως παρήγορο γεγονός η μεγάλη τους ακροαματικότητα μέσω διαδικτυακών ιστοτόπων.

Φαίνεται πως η ανθρώπινη φαντασία επιμένει να αντιστέκεται στον καταιγισμό της εικόνας. Σε αυτό τον εκ πρώτης όψεως άνισο αγώνα είναι βέβαιο ότι το ραδιοφωνικό θέατρο προσφέρει ακόμη πολύτιμες υπηρεσίες.