Ένα τρενάκι στον παράδεισο

25 Αυγούστου 2022

Το ότι ζούμε σε έναν από τους ομορφότερους τόπους της γης με εναλλαγές τοπίων, σπάνιο φυσικό κάλλος σε παραθαλάσσιες και ορεινές περιοχές, καρπούς και βότανα μοναδικά σε ποικιλία και ποιότητα και βέβαια φως μοναδικό σε λάμψη και διαύγεια αποτελεί κοινή εμπειρία όλων μας αλλά και των εκατομμυρίων επισκεπτών πού τον επισκέπτονται κάθε χρόνο.

Μέσα στην πανδαισία χρωμάτων, αρωμάτων, τοπίων και γεύσεων της ελληνικής γης ξεχωρίζει το Πήλιο, που εξαιτίας της ορεινής διαμόρφωσης του εδάφους του αλλά και της άμεσης πρόσβασής του στη θάλασσα αποτελούσε από τα πανάρχαια χρόνια μία από τις πιο ξεχωριστές και ιδιόμορφες τοποθεσίες όχι μόνο του ελλαδικού χώρου αλλά ολόκληρης της Μεσογείου. Πυκνά δασωμένο και κατάφυτο σε όλη του την έκταση από μία πολύμορφη χλωρίδα, με πλούσια νερά, το πανώριο τούτο βουνό ήταν φυσικό να εντυπωσιάσει τους κατοίκους του αλλά και τους επισκέπτες του από τα αρχαία κιόλας χρόνια μέχρι σήμερα.

Ήδη από τα προϊστορικά κιόλας χρόνια, ο τόπος συνδέθηκε με μύθους και θρύλους με γνωστότερο τον μύθο του Κενταύρου, του οποίου το κατάφυτο Πήλιο έγινε η πατρίδα του αλλά και ο τόπος που μετέδιδε τη σοφία του στους λίγους και εκλεκτούς μαθητές του. Η «σπηλιά» του βρίσκεται στο μονοπάτι που συνδέει της Μηλιές με τα Καλά Νερά.

Στο πέρασμα του χρόνου, τα γραφικά χωριά του Πηλίου αποτύπωσαν τον πλούτο, τη μόρφωση και την καλαισθησία των κατοίκων του. Συγχρόνως όμως, ως εκ θαύματος -αν κρίνει κανείς από το πώς διαμορφώθηκε το τοπίο στον υπόλοιπο ελλαδικό χώρο-διατήρησε την γραφικότητα των κτιρίων του και το παραδοσιακό χρώμα των οικισμών του.

Η υψηλή πολιτιστική και πνευματική στάθμη των κατοίκων του Πηλίου αποδεικνύεται από τα πολλά σχολεία που λειτούργησαν στην περιοχή -ανάμεσά τους εκείνη της Ζαγοράς όπου δίδαξε ο Ρήγας Βελεστινλής- αλλά και η πληθώρα μοναστηριών και ναών, σήμερα αξιοθαύμαστα αρχιτεκτονικά μνημεία που ακόμη λειτουργούν και κατανύγουν τους προσκυνητές. Ιδιαίτερο χαρακτήρα στα μνημεία αυτά προσδίδει η λαϊκή ζωγραφική της οποίας ο κορυφαίος νεοέλληνας εκπρόσωπός της Θεόφιλος συνέδεσε μία από τις παραγωγικότερες περιόδους της ζωής του με το Πήλιο.

Μέσα σε αυτόν τον παράδεισο κινήθηκε και εν μέρει συνεχίζει να κινείται μέχρι σήμερα το περίφημο τρενάκι του Πηλίου, ο περίφημος Μουτζούρης, που στα τέλη του 190ου συνέδεσε τον Βόλο με τα χωριά και απετέλεσε βασικό παράγοντα επικοινωνίας και ανάπτυξης.

Την κατασκευή του ανέλαβε η Εταιρεία Θεσσαλικών Σιδηροδρόμων. Η ίδρυση της εταιρείας αυτής απετέλεσε την πρώτη σημαντική επενδυτική προσπάθεια της Θεσσαλίας, αμέσως μετά την προσάρτηση της στο Βασίλειο της Ελλάδας το 1881. Η σύμβαση για την ένταξη των εργασιών του πρώτου τμήματος από Βόλο μέχρι Λεχώνια μήκους 13 χιλιομέτρων και πλάτους 9,6 μέτρων υπογράφτηκε στις 16 Δεκεμβρίου του 1892. Το τροχαίο υλικό απαρτιζόταν από 14 επιβατικές άμαξες, 12 φορτηγά βαγόνια και 5 ατμομηχανές. Το 1900 αποφασίστηκε η επέκταση του πηλιορείτικου δικτύου για άλλα 12 χιλιόμετρα, μέχρι τις Μηλιές, που παραδόθηκαν το 1903. Το σχέδιο για επέκταση μέχρι την Τσαγκαράδα και τη Ζαγορά δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ.

Την ευθύνη της κατασκευής του έργου είχε ο Ιταλός αρχιμηχανικός Εβαρίστο ντε Κίρικο, πατέρας του φημισμένου ζωγράφου Τζόρτζιο ντε Κίρικο, έμπιστος του τραπεζίτη της Κωνσταντινούπολης Μαυροκορδάτου, ο οποίος ήταν ο κύριος μέτοχος της Εταιρείας Θεσσαλικών Σιδηροδρόμων. Το έργο του υπήρξε ένα επίτευγμα τεχνικής και αισθητικής: περίτεχνες και συχνά πρωτοποριακές κατασκευές από λαξευτή μαρμαρόπετρα και γκρίζο ασβεστόλιθο διαμόρφωσαν τις αντιστηρίξεις, τα τοξωτά γεφύρια και τις σήραγγες σε ένα μοναδικό δέσιμο με το πανέμορφο, όσο και ευαίσθητο πηλιορείτικο τοπίο. Αλλά και οι τεχνολογικές καινοτομίες όπως η γέφυρα του Μπελεγρίνου και ο μηχανισμός στροφής των ατμομηχανών με αφοπλιστικά απλή ευρηματικότητα, αποτελούν στοιχεία αναφοράς και μελέτης για τους σημερινούς τεχνικούς αλλά και τεκμήρια μιας εποχής στην οποία επιστήμη και ευαισθησία ταυτίζονταν.

Το τρενάκι του Πηλίου έγινε αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητάς των κατοίκων των πηλιορείτικων χωριών. Η αναχώρηση του αποτελούσε για τα χωριά σημείο αναφοράς στο καθημερινό πρόγραμμα και ο ήχος του εντάχθηκε αρμονικά στην πανδαισία των ήχων του Βουνού, το κελάηδισμα των πουλιών και το κελάρυσμα των νερών. Το τρενάκι αποτέλεσε την σύνδεση των χωριών με την πόλη του Βόλου, τον αγγελιοφόρο των μηνυμάτων όπως, κατά τις μαρτυρίες, έγινε με την αναγγελία των νικών του ελληνικού στρατού στο αλβανικό μέτωπο. Συγχρόνως, βοήθησέ στη μεταφορά προϊόντων σε ταχύτατο χρόνο συγκριτικά με τις μέχρι τότε μεθόδους.

Έως το 1950, ο συρμός εξυπηρετούσε τις ανάγκες της περιαστικής συγκοινωνίας της πρωτεύουσας του Νομού Μαγνησίας. Ωστόσο, η ανάπτυξη του τοπικού οδικού δικτύου κατά τη δεκαετία του ΄60 σε συνδυασμό με την αύξηση της κυκλοφορίας σε κεντρικά σημεία του Βόλου τα οποία διέσχιζε ο συρμός επέφερε την απαξίωση του ως μεταφορικού μέσου μέχρι που τέθηκε εκτός λειτουργίας την 1η Αυγούστου του 1971. Από την πρώτη στιγμή ξεκίνησαν οι προσπάθειες επαναλειτουργίας του γραφικού Μουτζούρη, οι οποίες, μετά από πολύ κόπο, καρποφόρησαν τη δεκαετία του ΄80, όπου κι άρχισε να εμφανίζεται περιστασιακά στην περιοχή. Το 1994, ο ΟΣΕ άρχισε εργασίες αποκατάστασης της γραμμής και στις 25 Μαΐου 1996 έγινε το πρώτο επίσημο δρομολόγιο του, 25 χρόνια μετά την απόσυρση του.

Όταν τους ελληνικούς σιδηροδρόμους ανέλαβε η ιταλική κοινοπραξία, ανακοινώθηκε πως το τρενάκι του Βόλου σταματά οριστικά. Η πρόθεση αυτή επέφερε τεράστιες αντιδράσεις με αποτέλεσμα σήμερα, το τρενάκι να πραγματοποιεί την διαδρομή άνω Λεχώνια – Μηλιές μόνον Σάββατο, Κυριακή και αργίες.

Πέρα όμως από την εξυπηρέτηση μετακίνησης, η διαδρομή του τραίνου προσφέρεται για μία υπέροχη πεζοπορία, κατάλληλη, και για αρχάριους πεζοπόρους. Οι γραμμές του τρένου χαράζουν μία υπέροχη επίπεδη διαδρομή με διαρκείς εναλλαγές του τοπίου και με εκπλήξεις σε κάθε στροφή. Όποιος θέλει να ξεκινήσει πεζοπορία στο Πήλιο, η διαδρομή του τρένου προσφέρεται για μία γνωριμία με την απόλαυση της πεζοπορίας αλλά και την επαφή με μία μοναδική φύση.

Υπάρχουν κάποιες ελπίδες πως η ελληνική κοινωνία άρχισε να ωριμάζει και να εκτιμά τους θησαυρούς με τους οποίους ο Θεός προίκισε την Ελληνική γη. Πολύ παρήγορο κι ελπιδοφόρο σημάδι αυτής της στάσης είναι η δημιουργία πληθώρας πολιτιστικών συλλόγων διάσωσης του πηλιορείτικου τοπίου, το οποίο, στο κάτω-κάτω, αποτελεί πηγή ευημερίας, καθώς το Πήλιο αποδεικνύεται ένας από τους πιο ελκυστικούς προορισμούς σε όλα τα Βαλκάνια, και μάλιστα πρόσφορος σε όλες τις εποχές του χρόνου.