Τα αγιορείτικα μετόχια. Ποιμαντική προσφορά των Αγιορείτικων μετοχίων στις τοπικές κοινωνίες
29 Αυγούστου 2022Η επιρροή του Αγίου Όρους στον κόσμο αντικατοπτρίζεται από τα μετόχια του, τα οποία αποτελούν «πρεσβείες» της αγιορείτικης ζωής στον κόσμο.
Τα αγιορείτικα μετόχια αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες και τελούν λειτουργίες και αγρυπνίες κατά το αγιορείτικο τυπικό και με τις ιδιαιτερότητες της μοναχικής ψαλτικής παράδοσης, ενώ οργανώνονται συνάξεις, ομιλίες σε σχολές γονέων[1] και ομιλίες γενικού ενδιαφέροντος, κύκλοι μελέτης της Αγίας Γραφής, αλλά και της Φιλοκαλίας και άλλων νηπτικών κειμένων[2]. Ένα ζωντανό παράδειγμα αποτελεί το μετόχι του Αγίου Χαραλάμπους στην Θεσσαλονίκη, το οποίο ανήκει στην Ιερά Μονή Σίμωνος Πέτρας. Το Μετόχι αποτελεί πόλο έλξης φιλοαγιορειτών από όλες τις περιοχές της Θεσσαλονίκης, οι οποίοι επιθυμούν να συμμετέχουν στην μυσταγωγία της αγιορείτικης λατρείας και να ωφεληθούν πνευματικά από διερχομένουςΑγιορείτες πατέρες,[3] αλλά και του ίδιου του ηγουμένου της Μονής, οι οποίοι μεταφέρουν τόσο την πνευματικότητα του Αγίου Όρους, ενώ παράλληλα κομίζουν και προσκυνηματικούς θησαυρούς[4]. Επίσης στο μετόχι αυτό υφίσταται μια αδιάκοπη λειτουργική ζωή με έμφαση στην στήριξη των νέων ανθρώπων μέσω των συνάξεων που πραγματοποιούνται, ενώ αντίστοιχο έργο πραγματοποιείται και στο έτερο μετόχι της Μονής στον Βύρωνα Αττικής[5].
Επίσης, τα αγιορείτικα μετόχια συμβάλλουν στην πνευματική άνθιση και «αδελφοποίηση» μιας τοπικής κοινωνίας με το Άγιο Όρος. Παράδειγμα μιας τέτοιας πνευματικής σύνδεσης, αποτελεί η περίπτωση της φιλοξενίας μιας θαυματουργής εικόνας από μια κυρίαρχη αγιορείτικη μονή ή η κατοχή αντιγράφου από το μετόχι της. Γεγονότα σαν αυτό βοηθούν ώστε τα μετόχια να αναδειχθούν σε μεγάλα τοπικά προσκυνήματα με πολυήμερες και πολυάνθρωπες πανηγύρεις. Η θαυματουργή εικόνα σε συνδυασμό με τη μεταφορά της αγιορείτικης λειτουργικής πρακτικής και την ποιμαντική δράση των Αγιορειτών πνευματικών, μεταφέρουν το Άγιο Όρος εκτός Αγίου Όρους, υποκαθιστώντας έτσι μια ιερά προσκυνηματική επίσκεψη στο Άγιο Όρος, καθώς το μεγαλύτερο μέρος του χριστιανικού ποιμνίου αδυνατεί να την πραγματοποιήσει για λόγους κόπωσης, απόστασης, ηλικίας, κόστους, αβάτου γυναικών κ.λπ., καθιστώντας έτσι τα αθωνικά μετόχια ως την πνευματική ενδοχώρα του Αγίου Όρους[6].
Ενδεικτικά, μπορούμε να παρακολουθήσουμε τους ισχυρούς δεσμούς που αναπτύχθηκαν μεταξύ των μετοχίων και των περιοχών της Χαλκιδικής και της Λήμνου (καθώς είναι αδύνατον να παρακολουθήσουμε την απανταχού προσφορά των μετοχίων), μέρη που λίγο ή πολύ «γειτνιάζουν» με το Άγιο Όρος. Όσον αφορά τη Χαλκιδική, διαχρονικά η προσφορά των αγιορείτικων μετοχίων στην περιοχή αυτή είναι πολύ σημαντική, καθώς η πνευματική και ποιμαντική τους συμβολή είναι ιστορικά καταγεγραμμένη και αφορά πλήθος γεγονότων. Μερικά από αυτά ήταν η μεταφορά κατόπιν πρόσκλησης από τα κοντινά χωριά, τιμίων λειψάνων από την κυρίαρχη μονή για την αποσόβηση θεομηνιών, ασθενειών (όπως χολέρα, πανώλη, ευλογιά, επιζωοτία κ.α.)[7], των καταστροφών στους αγρούς λόγω ακρίδων[8],[9],[10], θανατηφόρων επιδημιών στα ζώα κ.λπ., ενώ παράλληλα οι ιερομόναχοι επιτελούσαν ποιμαντικό κυρίως έργο με την εξομολόγηση και την πνευματική καθοδήγηση. Πολλοί κάτοικοι της Χαλκιδικής και οι απόγονοί τους, συνδέθηκαν πνευματικά με αγιορείτες μοναχούς, λαμβάνοντας από αυτούς πνευματική στήριξη στις δύσκολες στιγμές της ζωής τους.
Μεγάλη ήταν επίσης η οικονομική και υλική υποστήριξη που πρόσφεραν οι μονές στους ντόπιους πληθυσμούς της Χαλκιδικής μέσω των μετοχίων τους, για την οικονομική ενίσχυση σχολείων[11], ναών, διαφόρων κοινωφελών έργων της περιοχής τους κ.λπ., αλλά και μεμονωμένων ατόμων, που είχαν ανάγκη βοήθειας.
Επίσης, πρέπει να τονιστεί η παροχή πολλών θέσεων εργασίας στον ντόπιο πληθυσμό, ανδρικό, αλλά και γυναικείο, ενώ μέσω των μετοχίων, έβρισκαν (και βρίσκουν ακόμη και σήμερα), εργασία εντός του Άγιου Όρους οι Σκοπελίτες οι οποίοι εργάζονταν ως λεπτουργοί, μαραγκοί, ναυπηγοί, βαρελάδες, κτίστες και έμποροι[12]ενώ και πολλοί Χαλκιδικιώτες, όπως για παράδειγμα οι άνδρες του Γοματίου (χωρίο της Χαλκιδικής ανάμεσα στη Μεγάλη Παναγία και τα Πυργαδίκια) οι οποίοι εκτός από τον επιούσιο, μεταφέρουν στο χωρίο όλες τις πνευματικές εμπειρίες που αποκόμισαν ή άκουσαν, συμβάλλοντας με αυτόν τον έμμεσο τρόπο στη μετάδοση της πνευματικότητας του Αγίου Όρους, και οδηγώντας πολλούς συγχωριανούς τους να λάβουν το μοναχικό σχήμα.[13]
Αξιοσημείωτο γεγονός, αποτελεί η παραχώρηση στην πολιτεία μετά την απελευθέρωση της Μακεδονίας, 1.200.000 στρεμμάτων για την αποκατάσταση των ακτημόνων και των προσφύγων, καθώς από τα προσφυγικά χωριά που ιδρύθηκαν στη Χαλκιδική, τα 25 αρχικά στεγάστηκαν σε μετοχιακά κτίρια και εγκαταστάθηκαν σε μετοχιακές εκτάσεις[14].
Ανάλογη σχέση καταγράφεται και με το νησί της Λήμνου το οποίo βρίσκεται σε γειτονική απόσταση από το Άγιο Όρος καθώς απέχει μόλις 38 μίλια από αυτό και η σχέση τους ξεκινάει πολύ παλιά, καθώς στο νησί διέμεινε τόσο ο Αθανάσιος ο Αθωνίτης όσο και ο Γρηγόριος ο Παλαμάς, ενώ τα περισσότερα μοναστήρια από τον 13ο αιώνα και μετά κατείχαν μετόχια στο νησί.
Το όφελος του νησιού από τα μετόχια (πέρα από τις οικονομικές δραστηριότητες), ήταν ότι χάρη σε αυτά διασφαλίζονταν σε σημαντικό βαθμό η άμυνα και η προστασία της Λήμνου, καθώς οικοδομούσαν πύργους που χρησιμοποιούνταν παράλληλα και ως αποθηκευτικοί χώροι. Οι πύργοι αποτελούσαν ασφαλή καταφύγια για τους γύρω κατοίκους σε περιπτώσεις πειρατικών επιδρομών, αλλά ταυτόχρονα συγκροτούσαν, μαζί με τα κάστρα και οχυρά της περιοχής, ένα δίκτυο επικοινωνίας και προστασίας για τον αποτελεσματικό έλεγχο των ακτογραμμών. Έτσι, τα μετόχια αποτέλεσαν σημαντικό παράγοντα δημογραφικής ανάπτυξης και σταθερότητας στο νησί, καθώς συντελούσαν στη δημιουργία κλίματος μεγαλύτερης ασφάλειας και βοήθησαν στη συγκράτηση του πληθυσμού, εμποδίζοντας την ερήμωση και την κατάληψη από εχθρικές δυνάμεις[15]. Ιδιαίτερα σημαντική παρουσία στο νησί κατείχε το σιμωνοπετρίτικο μετόχι της Τρύγης[16], το οποίο απασχολούσε πολλούς κάτοικους των γειτονικών χωριών ως εργαζόμενους, καθώς είχε αγροτική και κτηνοτροφική δραστηριότητα. Παράλληλα, κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας το μετόχι της Τρύγης, ενίσχυε οικονομικά, μετά από αιτήματα της Μητρόπολης Λήμνου, τη λειτουργία των ελληνικών σχολείων στο νησί[17].
Στις περιοχές που υπήρξαν μετόχια του Αγίου Όρους διαπιστώθηκε πνευματική και πολιτισμική άνθιση, καθώς σε αυτές διέμεναν κατά περιόδους εγγράμματοι μετοχιάριοι μοναχοί, με ευρύτερα πνευματικά ενδιαφέροντα αφήνοντας το πνευματικό και ενίοτε και το εκπαιδευτικό τους αποτύπωμα (κυρίως στα χρόνια της Τουρκοκρατίας). Στις περιοχές αυτές, οι μοναχοί με το συγγραφικό τους έργο και τη δημιουργία βιβλιοθηκών, οι οποίες εμπλουτίζονταν με σημαντικό αριθμό έντυπων βιβλίων (λειτουργικών αλλά και γενικότερου ενδιαφέροντος) και χειρογράφων, πολλά εκ των οποίων προέρχονταν από τις κυρίαρχες Μονές, συνέβαλαν και στην πνευματική διαμόρφωση ορισμένων εκ των κατοίκων που συνδέονταν πνευματικά με τα Μετόχια. Στο πλαίσιο αυτό μετοχιάριοι μοναχοί συνέβαλαν με χορηγίες ή με συνδρομές στην έκδοση νέων βιβλίων στο Ιάσιο της Μολδαβίας, στον ναό των Τριών Ιεραρχών (αφιερωμένος σε όλες τις μονές του Αγίου Όρους) οπού λειτούργησε το πρώτο τυπογραφείο στο οποίο εκδόθηκαν ορθόδοξα βιβλία λειτουργικής χρήσης και αντιαιρετικά κείμενα.
Η διαμονή στα αγιορείτικα μετόχια σημαντικών μορφών της εκκλησίας όπως ο Μάρκος ο Ευγενικός στο Βατοπαιδινό μετόχι της Λήμνου, ο πατριάρχης Κωνσταντινούπολης Νήφων Β΄ στο Λαυριώτικο μετόχι του Αγίου Στεφάνου στην Ανδριανούπολη, ο Βαρθολομαίος ο Κουτλουμουσιανός στην Ίμβρο, o Βενιαμίν ο Παντοκρατορινός (σημαντικός εκπρόσωπος του Ελληνικού Διαφωτισμού) στις Κυδωνίες της Μ. Ασίας καθώς και πλήθος άλλων[18], συνέβαλαν στη λειτουργία των μετοχίων ως δικτύων πνευματικής διαφώτισης και διάδοσης της παιδείας, ιδιαίτερα τη δύσκολη εποχή της Τουρκοκρατίας. Κατά την περίοδο αυτή, τα μετόχια εκτός των συνόρων του ελλαδικού χώρου που γνωρίζουμε σήμερα, όπως για παράδειγμα στις περιοχές των παραδουνάβιων περιοχών, συντέλεσαν στη διαπαιδαγώγηση των ομογενών μας, λειτούργησαν τυπογραφεία για την έκδοση βιβλίων και συνέβαλαν ώστε το εθνικό φρόνημα των σλαβικών λαών να αφυπνιστεί από αγιορείτες ομογενείς τους ή και αγιορείτες ελληνικής καταγωγής. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο Διονύσιος ο Ιβηρίτης, ο οποίος στο μετόχι του Αγίου Νικολάου στη Μόσχα συνέγραψε το πολύ σημαντικό για τον ρωσικό λαό έργο του «Ιστορία της Ρωσίας»[19].
Η πνευματική άνθιση των τοπικών κοινωνιών λόγω των αγιορείτικων μετοχίων, διαπιστώθηκε σχεδόν σε όλο το φάσμα των εκκλησιαστικών τεχνών, όπως για παράδειγμα στην αγιογραφία η οποία επηρέασε και κοσμικούς ζωγράφους. Έτσι, μπορούμε να αναφέρουμε τον επηρεασμό της Ίμβρου από τα τρία αγιορείτικα μετόχια που υπήρχαν στο νησί (τρία μετόχια της Μεγίστης Λαύρας, τα οποία λειτουργούσαν ήδη από τον 14ο αιώνα, και το μετόχι της μονής Κουτλουμουσίου, που μαρτυρείται από τον 17ο αιώνα). Από την μελέτη της ορθόδοξης εκκλησιαστικής ζωγραφικής στο νησί διαπιστώνονται από τον 17ο αιώνα οι άμεσες επαφές με το Άγιο Όρος, όπου πιθανολογείται και η ύπαρξη αγιογραφικών εργαστηρίων εντός των μετοχίων, για την κάλυψη των αναγκών τόσο των μονών όσο και της τοπικής κοινωνίας και των ενοριακών της ναών[20].
Ο πνευματικός δεσμός που αναπτύχθηκε μεταξύ Αγίου Όρους και τοπικών κοινωνιών, μέσω των μετοχίων, αποτυπώνεται και στη λειτουργική παράδοση που παρατηρείται κατά τόπους, καθώς η επί σειρά ετών τέλεση ιεροπραξιών στα Μετόχια από αγιορείτες ιερομόναχους, αλλά και η εξομολόγηση και η πνευματική καθοδήγηση του πληθυσμού από αυτούς, επέδρασσε αναπόφευκτα στις τοπικές κοινωνίες, φέρνοντας σε αυτές τα ήθη από τη μοναχική παράδοση της Αθωνικής πολιτείας. Τέτοια παραδείγματα βλέπουμε μέχρι και σήμερα σε πολλά μέρη της Ελλάδας αλλά και στη Ρουμανία, όπου τα αγιορείτικα μετόχια, με την επιρροή που ασκούσαν επί τρεις αιώνες, επέφεραν τον επηρεασμό του λαού στον τρόπο προσευχής, προετοιμασίας για τη Θεία Κοινωνία, νηστείας κ.λπ. κατά το μοναχικό τυπικό[21].
Ενδεικτικά παραδείγματα περιπτώσεων άνθισης της τοπικής λειτουργικής και ενοριακής ζωής σε μετόχια, λόγω της ύπαρξης αγιορειτών μοναχών, αναφέρονται:
α) στην περίπτωση του σιμωνοπετρίτικου μετοχίου της Αναλήψεως στον Βύρωνα Αττικής, όπου οι ακολουθίες ήταν καθημερινές, κατά το αγιορείτικο τυπικό, υπό την επίδραση του Οσίου Ιερώνυμου του Σιμωνοπετρίτη[22] και του ιερομόναχου Πανάρετου του Καυσοκαλυβίτη. Το μετόχι αυτό μαζί με το εκκλησάκι του προφήτη Ελισσαίου αποτέλεσε στις αρχές του 20ου αιώνα τόπο σύναξηςκαι πνευματικής ανθοφορίας τωντελευταίων Κολλυβάδων όπως ο παπά-Νικόλαος Πλανάς, ο ιερομόναχος Φιλόθεος Ζερβάκος, ο νέος άγιος της Καλύμνου Σάββας, ο Όσιος Αμφιλόχιος Μακρής και πολλοί αγιορείτες[23]. Ο Όσιος Ιερώνυμος έγινε η αιτία να φορέσουν το μοναχικό ράσο πάνω από 300 άτομα ενώ τα πνευματικά του παιδιά αριθμούνταν σε αρκετές δεκάδες εκατοντάδων. Η πνευματική συνεισφορά του μετοχίου συνεχίζεται και στις ημέρες μας καθώς σε αυτό τελούνται 25 αγρυπνίες κατ’ έτος κατά το αγιορείτικο τυπικό[24].
β) στην επίδραση στα νησιά των Σποράδων[25] και πιο συγκεκριμένα στο Διονυσιάτικο μετόχι του Τιμίου Προδρόμου της Σκιάθου, του οποίου οικονόμος ήταν ο Συμεών ο Διονυσιάτης. Όπως αναφέρει ο Αλέξανδρος Μωραϊτίδης στο έργο του «Με του βορυά τα κύματα», η «Σκιάθος μυρίζει Άγιο Όρος» καθώς, εκτός από τη συχνή παρουσία αγιορειτών οι οποίοι προσκόμιζαν άγια λείψανα και ιερές εικόνες, οι ντόπιοι, επηρεασμένοι από τους μοναχούς, επεδείκνυαν αξιοσημείωτη πνευματική ζωή με τακτική συμμετοχή στη λειτουργική ζωή και στα τελούμενα μυστήρια«Οι νησιώται κατά τας Κυριακάς και τας εορτάς προσερχόμενοι εις την μονήν του Ευαγγελισμού παρηκολούθουν τας ιεράς αγρυπνίας, εξωμολογούντο, μεταλάμβαναν […] ήκουον τον λόγο του Θεού και ωδηγούντο να αποφεύγουν την κακίαν και να ακολουθώσι την ευαγγελικήν ζωήν[26]». Συγκεκριμένα, στην Σκιάθο στην Μονή του Ευαγγελισμού εφαρμόστηκε το αγιορείτικο τυπικό δια του γέροντος Νήφωνος και των Κολλυβάδων πατέρων και εξακολουθεί μέχρι και σήμερα να επηρεάζει την λειτουργική ζωή του νησιού[27].
Στη Σκόπελο, η οποία αποτελούσε το πλουσιότερο σε παρουσία και ίδρυση αγιορείτικων μετοχίων[28], ο καυσοκαλιβίτης ιερομόναχος Παΐσιος ανακαίνισε το μετέπειτα μετόχι της μονής Ξηροποτάμου (Παμμεγίστων Ταξιαρχών) και εγκαθίδρυσε γυναικεία αδελφότητα, συμβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο στην αναβίωση του γυναικείου κοινοβιακού μοναχισμού, ο οποίος είχε να οργανωθεί στον ελλαδικό χώρο από τα χρόνια της Οσίας Φιλοθέης της Αθηναίας.
γ) στην επίδραση στη Θάσο, όπου λόγω των εκεί μετοχίων παρατηρείται η χειροτονία των Θασιτών ιερέων στο Άγιο Όρος, αλλά και το φαινόμενο της κουράς Θασιτών μοναχών σε προχωρημένη ηλικία αφιερώνοντας τα κτήματά τους στην κατά περίπτωση κυρίαρχη μονή. Η κουρά γίνονταν από τον οικονόμο του μετοχίου στη Θάσο και οι μοναχοί γίνονταν φορείς της αγιορείτικης παράδοσης με τον ανάλογο αντίκτυπο στην πνευματική ζωή του τόπου.
δ) Στην επίδραση στο χωρίο Γομάτι της Χαλκιδικής το οποίο είναι χτισμένο «επί της γης του μετοχίου της Ιβήρων» ενώ το παλαιό χωρίο βρίσκονταν «επί της γης του μετοχίου της Μεγίστης Λαύρας»[29]. Η διαχρονική αυτή συνύπαρξη συντελεί στον επηρεασμό από τη λειτουργική ζωή του Αγίου Όρους, ενώ πολλοί από τους άνδρες του χωριού καταφεύγουν σε αυτό για εξομολόγηση. Παράλληλα, στο έργο του Ιερομόναχου Αναστασίου «Από το Σεπτέμβρη έως τον Αύγουστο. Εορτές και πανηγύρεις στο Γομάτι», καταγράφονται ονομαστικά πλήθος Γοματιανών που κατέφυγαν στον αγιορείτικο μοναχισμό[30], όπως προαναφέραμε.
Η προσέλευση του λαού στα κατά τόπους μετόχια, δείχνει τις αναζητήσεις των ευσεβών χριστιανών που ζούνε στον κόσμο, οι οποίοι επιζητούν κάτι ακριβέστερο και ιεροπρεπέστερο σε σχέση με την ενοριακή λατρεία, η οποία πολλές φορές από άγχος, από πίεση χρόνου αλλά και από άκρατη τάση εκσυγχρονισμού, είναι ευάλωτη σε αντιπαραδοσιακές λύσεις και πρωτοβουλίες[31].
Η αλληλεπίδραση αυτή μεταξύ μετοχίων και τοπικής κοινωνίας επέφερε και το φαινόμενο της ιδιαίτερης τιμής κάποιων αγιορειτών αγίων από τις τοπικές κοινωνίες. Έτσι, παρατηρούμε την ιδιαίτερη τιμή που αποδίδεται:
α) Στη Σκόπελο στον άγιο Μιχαήλ, ο οποίος τιμάτε στη Μονή της Μεγίστης Λαύρας. Το γεγονός της τιμής αυτής οφείλεται στα θαύματα που επιτέλεσε η κάρα του αγίου στο νησί, καθώς με την έλευσή της από τη Μεγίστη Λαύρα, εξαφανίστηκε θαυματουργικώς κάθε ασθένεια από τους αμπελώνες του νησιού, που αποτελούσαν για το νησί την κύρια πηγή προσόδου. Για αυτόν τον λόγο ακόμη και σήμερα ο Άγιος Μιχαήλ θεωρείται προστάτης των αμπελιών του νησιού,
β) στην Κρήτη, τιμάται ο οσιομάρτυρας Γεδεών ο Καρακαλληνός, ο οποίος διακόνησε σε μετόχι της Μονής Καρακάλλου στην Κρήτη για έξι χρόνια. Η τιμή του αναζωπυρώθηκε τα τελευταία χρόνια και από το 1980 και μετά τελείται μεγάλη πανήγυρη την ημέρα της μνήμης του,
γ) Ο Όσιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης τιμάται ιδιαιτέρως σε δυο διαφορετικά μέρη του ελλαδικού χώρου. Πρώτον στην Ύδρα, όπου η παράδοση αναφέρει για το Λαυρεωτικό μετόχι του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, ότι ιδρύθηκε από τον όσιο Αθανάσιο όταν διήλθε από το νησί το 961 επιστρέφοντας από την Κρήτη, συνοδεύοντας τον Νικηφόρο Φωκά στον αγώνα για την απελευθέρωση της Κρήτης από τους Σαρακηνούς (όπως περιγράφεται στο πρώτο μέρος). Στο συγκεκριμένο μετόχι είχαν αποσταλεί και σημαντικά αγιορείτικα κειμήλια για φύλαξη κατά την περίοδο της κατοχής του Αγίου Όρους από τον τουρκικό στρατό και ενώ η Ύδρα είχε πλέον απελευθερωθεί. Δεύτερον, ο Όσιος Αθανάσιος τιμάται ιδιαίτερα στην Κρήτη στο επίσης Λαυρεωτικό μετόχι της Αγίας Μονής, η οποία λειτουργεί από την εποχή που απελευθερώθηκε η Κρήτη από τον Νικηφόρο Φωκά, ο οποίος δώρισε στον όσιο Αθανάσιο ένα εύφορο κομμάτι κρητικής γης. Το συγκεκριμένο μετόχι συνέβαλε σημαντικά στην πνευματική πρόοδο των Χανίων καθώς οι κάτοικοί του το είδαν σαν ένα μικρό Άγιο Όρος στην καρδιά της Κρήτης[32].
Αντίστοιχα, ιδιαίτερος δεσμός αναπτύχθηκε και με αγίους που έδρασαν στα αγιορείτικα μετόχια όπως ο Λήμνιος οσιομάρτυς Αθανάσιος ο Λαυρεώτης, ο οποίος τιμάται ιδιαίτερα στο νησί της Λήμνου καθώς το μαρτύριό του είχε σημαντικό αντίκτυπο στη ζωή των χριστιανών του νησιού[33], ενώ η εξορία των Κολλυβάδων πατέρων στα νησιά έχει ως αποτέλεσμα ακόμη και σήμερα σε πολλά μέρη να διατηρείται το παραδεδομένο από αυτούς (Κολλυβάδες) τυπικό, όχι μεν στην πληρότητά του αλλά με εκπληκτική ακρίβεια σε ορισμένες περιπτώσεις[34].
Εκτός όμως από τη σύνδεση που αποκτούσαν και αποκτούν οι τοπικές κοινωνίες με αγιορείτες αγίους, μέσω των μετοχίων αναπτύσσονταν ιδιαίτερη ευλάβεια και τιμή τόσο σε εικόνες, κειμήλια, λείψανα κ.λπ. που προέρχονταν για προσκύνηση προσωρινά από το Άγιο Όρος, όσο και προς άλλα τα οποία θησαυρίζονταν μόνιμα σε κάποιο αγιορείτικο μετόχι.
Ενδεικτικά παραδείγματα τέτοιων περιπτώσεων έχουμε τα εξής:
α) την ευλάβεια η οποία αναπτύχθηκε ανάμεσα στους κατοίκους της Λήμνου και της εικόνας του σιμωνοπετρίτικου μετοχίου της Παναγίας της Τρύγης (1707), με το χαρακτηριστικό λευκό εξωτερικό ένδυμα. Στην εικόνα αυτή αποδίδονται μέχρι σήμερα πολλά θαύματα και τη σέβονται όλοι οι κάτοικοι της Λήμνου, ενώ τον Δεκαπενταύγουστο τελείται πάνδημη πανήγυρη. Έτσι περιγράφεται πολύ ωραία η εντολή του παπά Χρυσόστομου του Σιμωνοπετρίτη (1905-1985), που κοινοβίασε στο μετόχι, καθώς έλεγε στους νεότερους Σιμωνοπετρίτες πατέρες: «αν ποτέ πάτε να πάρετε τις εικόνες και να τις φέρετε στο μοναστήρι, την εικόνα της Παναγίας να μην την πάρετε. Κάνει πολλά θαύματα και θα στενοχωρηθούν πολύ οι κάτοικοι αν την χάσουν, την έχουν παρηγοριά[35]».
β) την τιμή που αποδίδονταν στην παρουσία του Τιμίου Σταυρού στη Γλώσσα της Σκοπέλου, όπου βρίσκεται το αγιορείτικο μετόχι των Παμμεγίστων Ταξιαρχών της Μονής Ξηροποτάμου. Σύμφωνα με γραπτές πηγές η παρουσία του Τιμίου Σταυρού είχε ως αποτέλεσμα τη μεγάλη σοδειά των αμπελιών μετά τη λιτανεία.
γ) Το εξαπτέρυγο με τον «Τίμιον Ήλο» στη γυναικεία Μονή των Αρχαγγέλων της Θάσου, που αποτελεί μετόχι της Μονής Φιλοθέου. Το κειμήλιο αυτό τιμάται με πανηγυρικό τρόπο από τους Θασίτες κατοίκους και ιδιαίτερα του χωριού Θεολόγος[36].
Αντιστοίχως υπάρχουν πολλές περιπτώσεις μεγάλων προσκυνημάτων σε αντίγραφα πρωτότυπων εικόνων αγιορείτικων μονών που δίδονται σε μετόχια ή και σε ιερούς ναούς ενοριών από κυρίαρχες μονές του Αγίου Όρους, όπως για παράδειγμα η εικόνα της Παναγίας της Πορταΐτισσας που βρίσκεται στην Ιερά Μονή Κορνοφωλίας Έβρου, η οποία είναι μετόχι της Μονής Ιβήρων[37], η εικόνα της Παναγίας της Γοργοϋπήκοου στην Ιερά Μονή της Παναγίας Θεοσκεπάστου Σοχού Θεσσαλονίκης, που αποτελεί μετόχι της Μονής Δοχειαρείου[38], ενώ η ίδια εικόνα (της Παναγίας της Γοργοϋπήκοου) έχει ενθρονιστεί μόνιμα και στον Καθεδρικό Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου Αρετσούς στη Θεσσαλονίκη[39]. Τα τελευταία χρόνια όμως, έγινε κατάχρηση[40] του φαινομένου, με αποτέλεσμα να υπάρξουν αντιδράσεις τόσο από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδας όσο και από την Ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους η οποία συνιστά αυτοσυγκράτηση στη συγκεκριμένη πρακτική[41].
Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ