«Αφέντες άπαντα ηκολούθησαν αυτώ»

24 Σεπτεμβρίου 2022

Το σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα μας λέει πως οι ψαράδες της Γαλιλαίας συγκεκριμένα και πρακτικά απαρνήθηκαν τον εαυτό τους και τα δικά τους, ακολούθησαν το Χριστό και έγιναν μαθητές και απόστολοί Του.

Ο Κύριός μας βρισκόταν στην λίμνη Γεννησαρέτ και στην όχθη της είδε δύο πλοιάρια, των οποίων οι ψαράδες είχαν κατέβη και έπλεναν τα δίχτυα τους. Ο Κύριος ανέβηκε στο πλοιάριο του Σίμωνα και άρχισε να διδάσκει τον λαό. Μετά την μετάδοση του Λόγου, καλεί τον Σίμωνα να ρίξει τα δίχτυα στο νερό, αλλά εκείνος εκφράζει την απογοήτευσή του, καθώς, όσες φορές επεχείρησαν να ψαρέψουν εκείνη την ημέρα, οι κόποι τους απέβησαν άκαρποι. Ο Κύριος επέμεινε και η υπακοή του Σίμωνος επιβραβεύτηκε με πλήθος ιχθύων, τόσο πολύ, ώστε κινδύνευε να βυθιστεί το πλοιάριο. Η λογική τους γίνεται εμπόδιο. Η εμπειρία τους επαναστατεί. Πώς είναι δυνατόν να ρίξουν τα δίχτυα αφού ο ήλιος είναι πλέον ψηλά. Η κόπωση τους γογγύζει. Η αγρυπνία τους διαμαρτύρεται. Όλα αυτά και γνώση και λογική και εμπειρία και αγρυπνία και κόπωση και απογοήτευση τα θέτουν στο περιθώριο. Τα ξεπερνούν. Τα υπερβαίνουν.

Όταν είδε ο Πέτρος το πρωτοφανές αυτό και ανέλπιστο πλήθος των ψαριών, έπεσε στα γόνατα του Χριστού και είπε: Βγες από το πλοίο μου και φύγε από μένα, Κύριε, διότι είμαι άνθρωπος αμαρτωλός και δεν είμαι άξιος να Σ’ έχω στο πλοίο μου. Ο Κύριος όμως τον καθησύχασε και του είπε: Μη φοβάσαι. Από τώρα θα σαγηνεύεις ανθρώπους, τους οποίους με το κήρυγμά σου θα οδηγείς στη σωτηρία. Κατόπιν αφού όλοι μαζί οι ψαράδες επανέφεραν τα πλοία στη στεριά, άφησαν τα πάντα και Τον ακολούθησαν.

Συγκλονισμένος ο Απόστολος Πέτρος κατάλαβε μέσα στην ευλογία του θαύματος ότι δεν είχε μπροστά του ένα απλό άνθρωπο, αλλά ένα μοναδικό διδάσκαλο με θεϊκή δύναμη. Αισθανόμενος το μεγαλείο του δεν αντέχει να ατενίσει το πρόσωπο του Ιησού, αλλά συντετριμμένος κλίνει το γόνυ της ψυχής και του σώματος και Τον προσκυνά. Αισθάνεται την αμαρτωλότητά του και το μεγαλείο της αγιότητος του Διδασκάλου.

Καλούνται οι άνθρωποι της θάλασσας και της αλιείας να γίνουν οι συνεχιστές του αποστολικού έργου. Ο Χριστός τους καλεί να αξιοποιήσουν την αλιευτική εμπειρία τους, όχι τώρα για τα ψάρια, αλλά να γίνουν αλιείς με νέα και υψηλή αποστολή, να σαγηνεύουν ανθρώπους, «ἀπό τοῦ νῦν ἀνθρώπους ἔσῃ ζωγρῶν».

Πολύ χαρακτηριστικά, περιγράφει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος τη διαφοροποίηση των αλιέων που γίνονται απόστολοι, λέγοντας ότι, οι ψαράδες βγάζουν τα ψάρια από το νερό και τα ψάρια αυτά νεκρώνονται. Οι Μαθητές όμως αλιεύουν τους ανθρώπους, όχι με το να τους βγάζουν από το νερό, αλλά βάζοντάς τους στο νερό, όχι για να νεκρωθούν, αλλά νεκρώνοντας τον παλαιό άνθρωπο, να εξέλθουν από τα βαπτισματικά ύδατα της κολυμβήθρας, ανανεωμένοι, αναγεννημένοι, ανακαινισμένοι, αγιασμένοι.

Ο Χριστός πριν τους καλέσει στη μαθητεία και στο αποστολικό έργο, τους δείχνει με θαύμα ότι, εκείνος που τελικά επευλογεί και χαριτώνει την εργασία και την αποστολή, είναι ο Ίδιος ο Θεός. Τα θαυμαστά γεγονότα, η σωτηρία του ανθρώπου δεν είναι ανθρώπινο επίτευγμα, είναι η Χάρις του Θεού. Ο άνθρωπος γίνεται το σκεύος μέσα από το οποίο επενεργεί ο Θεός.

Την πρόσκληση, που έκανε ο Χριστός στον Πέτρο και στους άλλους μαθητές, την απευθύνει και σε μας. Εκείνοι άφησαν τα πάντα και Τον ακολούθησαν. Εμείς τί πρέπει να κάνουμε; Τι να του προσφέρουμε; τί ζητάει από εμάς ο Χριστός;

   Πρωτίστως ότι ζητάει δεν το ζητά για τον εαυτό Του. Είναι πάντοτε για το δικό μας καλό. Ζητάει να διαθέσουμε χρόνο για την προσευχή, τον εκκλησιασμό μας, την πνευματική μας καλλιέργεια μέσω του Μυστηρίου της Μετανοίας και Εξομολογήσεως. Να διαθέσουμε από τον χρόνο μας, από την ανάπαυσή μας ακόμη και από την διασκέδασή  μας στην υπηρεσία και φροντίδα του πλησίον μας. Ζητάει να ανοίξουμε το πορτοφόλι μας και να προσφέρουμε από το υστέρημά μας, όπου υπάρχει ανάγκη. Τέλος, ζητάει να του δώσουμε το πιο πολύτιμο που έχουμε, την καρδιά μας, για να την καθαρίσει και να την αγιάσει, ώστε να γίνει το σώμα μας ναός του Αγίου Πνεύματος. Αμήν.