Η απάτη του ψεύδους και το πεπερασμένο της ανθρώπινης ύπαρξης

26 Σεπτεμβρίου 2022

Ενώ ο οπαδοί και οι θιασώτες των σύγχρονων θρησκευ­τικών κινήσεων που υπόσχονται τη γνώση του μέλλοντος και των ανωτέρω δήθεν πνευματικών δυνάμεων μέσω της μαγείας ή της μαντείας υποστηρίζουν ότι έχουν αποκτήσει μια ανώτερη πνευματική γνώση, η πραγματικότητα του κτι­στού κόσμου στον οποίο ζουν όλοι οι άνθρωποι, τους διαψεύδει. Κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να γνωρίσει το μέλ­λον, κανένα ον πνευματικό και νοητό δεν έχει τη φυσική δύναμη να γνωρίσει ή να προκαθορίσει τα μέλλοντα γεγο­νότα.

Όλα τα όντα έχουν δημιουργηθεί από το Θεό «εκ του μη όντος». Είναι όντα τα οποία δηλαδή δεν δημιουργήθη­καν δεν είναι μέρος της Θείας ουσίας και κατά συνέπεια δεν είναι κατά φύση Θεοί. Είναι κτιστά όντα τα οποία έ­χουν χρονική αρχή ύπαρξης και είναι πεπερασμένα. ¹

Σε ερώτηση των μαθητών του πότε θα έρθει η Βασιλεία του Θεού ο Ιησούς απάντησε «περί δε της ημέρας εκείνης ή της ώρας, ουδείς οίδεν, ουδέ οι άγγελοι εν ουρανώ, ουδέ ο υιός, ει μη ο Πατήρ» (Μαρκ. 13,32). Η αποκλειστική γνώ­ση του μέλλοντος ανήκει μόνο στον Πατέρα Θεό.

Το Άγιο Πνεύμα είναι αυτό που δίνει στους ανθρώπους το χάρισμα της προφητείας. Οτιδήποτε φανερώνεται στην ύπαρξη του ανθρώπου και το οποίο είναι υπέρ φύσιν, απο­τελεί δωρεά του Αγίου Πνεύματος. Προϋπόθεση απόκτησης των δωρεών του Αγ. Πνεύματος είναι η μετοχή στα μυστή­ρια της Εκκλησίας η συνειδητή πνευματική ζωή, και ταπεί­νωση.

Ο αληθινός πνευματικός άνθρωπος, ο άνθρωπος που ζει «εν Αγίω Πνεύματι» είναι ο κεκαθαρμένος από τα πάθη άνθρωπος, ο ταπεινός, αυτός που ζει “εν κρύπτω” το μυστή­ριο της σωτηρίας.² Αλλά ακόμη και η κτίση των χαρισμά­των του Αγ. Πνεύματος στον παρόντα κόσμο δεν είναι τέ­λεια και πλήρης. Το πλήρες θα μας αποκαλυφθεί στο μέλ­λοντα αιώνα. «Βλέπομεν γαρ άρτι δι’ εσόπτρου εν αινίγματι, τότε δε πρόσωπον προς πρόσωπον, άρτι γινώσκω εκ μέρους, τότε δε επιγνώσομαι καθώς και επεγνώσδην» τονίζει ο Παύλος (Α’ Κορ. 13,12).

Επειδή πολλές φορές ανάμεσα σε ομάδες ή πρόσωπα που πιστεύουν ότι διαθέτουν μαντικές δυνάμεις εμφανί­ζονται ενθουσιαστικές τάσεις και φαινόμενα έκτασης θα πρέπει να αναφερθούν και τα κριτήρια της ορθής προφητείας³. Αυτό που χαρακτηρίζει το χριστιανό που διακατέ­χεται από το προφητικό χάρισμα του Αγ. Πνεύματος είναι ο σώφρονας Λογισμός. «Και οράς, ως εστι τα πάντα εν αληθεία, ιδείν παρά τοις προφήταις ειρημένα και εν ερρωμένη διάνοια και εν σώφρονι λογισμώ και ουκ εν παραπληξία».

 Ο χριστιανός λαμβάνει τη θεία αποκάλυψη και βλέπει τα άρρητα μυστήρια του Θεού όχι σε κατάσταση αλλοφροσύνης αλλά διατηρώντας υγιή την ενέργεια του νου όπως οι μαθητές όταν ενατένιζαν το μυστήριο της αποκαλύψεως του Ιησού και οι άγγελοι τους είπαν «Άνδρες Γαλιλαίοι, τι εστήκατε εμβλέποντες εις τον ουρανόν; Ούτος ο Ιησούς αφ’ υ­μών εις τον ουρανόν αναληφθείς ούτως ελεύσεται» (Πραξ. 1,11). Επίσης και ο θείος Ευαγγελιστής Ιωάννης όταν έγραψε την Αποκάλυψη είχε «ερρωμένην την διάνοιαν» καθώς αναφέρει ο Επιφάνιος Κύπρου 4.

Η προφητεία δεν είναι αυτοσκοπός αλλά εξυπηρετεί την οικοδόμηση του σώματος της Εκκλησίας. Κατά την Παλαιά Διαθήκη οι προφήτες προπαρασκεύασαν το λαό του Θεού για να υποδεχθεί τον απεσταλμένο Του. Κατά την Καινή Διαθήκη οι χαρισματούχοι φανερώνουν τη νέα εποχή της χάριτος που εγκαινίασε ο Ιησούς Χριστός. Σκοπός δεν εί­ναι η πρόβλεψη των μελλούμενων γεγονότων για προσωπι­κά οφέλη όπως ελπίζουν αυτοί που πρόστρεχαν σε μάντεις αλλά η αύξηση και οικοδόμηση της Εκκλησίας.

Ο ερχομός του Ιησού Χριστού στον κόσμο φανέρωσε τον καινούργιο άνθρωπο ο οποίος είναι απαλλαγμένος από τις προκαταλήψεις, δεισιδαιμονίες και τα φαντάσματα του ειδωλολατρικού παρελθόντος του. Ο Ιησούς Χριστός είναι ο ήλιος της δικαιοσύνης ο νοητός, ο ήλιος της γνώσης τον οποίο προσκυνούν αυτοί οι οποίοι πριν «οι τοις άστροις λατρεύοντες» ζούσαν μέσα στην άγνοια και το ψεύδος ό­πως αναφέρει και το απολυτίκιο της εορτής των Χριστουγένων 5.

«Γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώνει η­μάς» (Ιωάν. 8,32) προτρέπει ο Ιησούς και ο Παύλος αναφέ­ρει στην προς Ρωμαίους επιστολή «εάν ουν ο Υιός υμάς ελευθερώση, όντως ελεύθεροι έσεσθε» (Ρωμ. 8,21).

Η ελευθερία αυτή που προσφέρεται εν Χριστώ είναι ε­λευθερία από τις «δυνάμεις και τους άρχοντες του αιώνος τούτου» (Εφ. 6,13). Είναι ακόμη ελευθερία από τη δουλεία προσωπικών και απρόσωπων δυνάμεων που συχνά καλυμ­μένες μ’ ένα θρησκευτικό μανδύα επιβάλλονται στη ζωή των ανθρώπων.

Ο Διάβολος, ο Εωσφόρος, ένα όνομα που προκάλεσε, προκαλεί και θα προκαλεί για αιώνες. Ο Θεός τον έκανε πρώτο ανάμεσα στους πρώτους. Αυτός, με τη σειρά του αρ­νήθηκε το δημιουργό του. Έγινε ο πατέρας της υπερηφά­νειας, της αποθέωσης και αυτοθέωσης. Είναι αυτός που ο­δήγησε τον πρώτο άνθρωπο στην πτώση και το θάνατο και καταστάθηκε ο άρχοντας, ο το «κράτος έχοντας του θανά­του» (Εβρ. 2,14) και (Ρωμ. 6,23) τον οποίο κατήργησε ο Ιησούς Χριστός. (Εβρ. 2,14).

Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια έξαρση σατανιστικών κινημάτων με διάφορες μορφές. Πριν λίγα χρόνια η Ελληνική κοινωνία είχε γίνει μάρτυρας φρικαλεωτήτων που διεπράχθησαν στο όνομα της λατρείας του Σατανά. Οι φρικαλεώτητες δεν περιορίσθηκαν σε διάφορες ασχημοσύνες αλλά κατέληξαν στο έγκλημα. Αυτό δεν αποτελεί προνόμιο της ελληνικής κοινωνίας αλλά αντίκτυπο παρόμοιων γεγο­νότων που συμβαίνουν σε άλλες χώρες 6.

Δεν απαιτείται μεγάλη προσπάθεια για να χαρακτηρίσου­με τις σατανιστικές τελετές, τις τάσεις λατρείας του σατανά. Ανατριχιαστικές και επαίσχυντες που δεν αρμόζουν στο ανθρώπινο γένος. Είναι περιττό και αυτονόητο να υποστη­ρίξουμε ότι διαιωνίζουν τη φρίκη και το θάνατο.

Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι είναι επιτακτική η ανά­γκη για μια γενική αφύπνιση των κοινωνιών για να αντιμε­τωπίσουν, να συνειδητοποιήσουν ότι υφίσταται ένα σοβαρό πρόβλημα. Διότι δυστυχώς η σύγχρονη παγκόσμια κοινωνία χάριν μιας δήθεν προοδευτικότητας που πρεσβεύει, αρνεί­ται να δεχτεί τη μεγάλη έκταση του προβλήματος. Διότι σύμφωνα με τον Charles Bautelaire 7 «το πιο έξυπνο τέχνα­σμα του Διαβόλου είναι το να μας πείθει ότι δεν υπάρχει».

Παραπομπές:


1 Ιωάννου Δαμασκηνού, Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου πίστεως, PG. 94,812 C “Η γαρ εκ της του Θεού ουσίας, εκ δε του μη όντος εις το είναι βουλήσει και δυνάμει αυτού παρήχθη, και ουχ άπτεται τροπή της του Θε­ού φύσεως. Γέννησης μεν γαρ εστί το εκ της ουσίας του γεννώντος προάγεσθαι το γεννώμενον όμοιον κατ’ ουσίαν, κτίσις δε και ποίησης το έ­ξωθεν και ουκ εκ της ουσίας του κτίζοντος και ποιούντος γενέσθαι το κτιζόμενον και ποιούμενον ανόμοιον παντελώς.” Κατά Μανιχαίων διάλο­γος, PG 94.1512Β “ότι ουκ εκ της ουσίας αυτού την κτίσιν παρήγαγεν, αλλ’ εκ του μη όντος εις το είναι θελήματι”, PG 94.1552Β “Το εκ της ου­σίας άκτιστον εστί… ει δε κτίσματα εισιν, ουκ εκ της ουσίας αυτών εισί”, PG 94.1576Β “και υπ’ αυτού έκτισθαι τα πάντα, τα Τε ορατά και τα αόρατα ουκ εκ της ουσίας αυτού, αλλ’ εκ του μη όντος είναι” Αθανασίου, κατά Ελλήνων 41 PG 25.81C “Των μεν γαρ γενάτων η φύσις, ατε δη εξ ουκ ό­ντων υποστάσα, ρευστή τις και ασθενής και θνητή καθ’ εαυτήν συγκρινό­μενη τυγχάνει” Θεοδωρήτου Κύρου, Εκκλησιαστική Ιστορία PG 82,897C “ο μεν γερ ατρέπτου φύσεως τυγχάνει, και τέλειος ων και διό πάντων ανενδεής˙ οι δε τη εις εκατέρα τροπή υποκείμενοι, της παρά τούτων βοη­θείας δέονται”.

2 Καρδαμάκη Μ., Ορθόδοξη πνευματικότητα, Η αυθεντικότητα του ανθρώ­πινου ήθους. Αθήνα 1980. σελ. 311. 

3 Στο παρελθόν η Εκκλησία αντιμετώπισε πολλές ενωμένες τάσεις όπως οι Μοντανιστές, οι Κυϊντιλλιανοί, οι Κολλυριδιανοί βλ. σχ. Β Timothy. “The chronology of Moutanism στο J. ThSt 21 (1970) σελ. 203-205, Pde Labriolle, Les sources de l’ histoire du Moutanisme, Paris-Freibourg 1913 Βλ. σχ, στη μελέτη αρχιμ. Θεοφίλου Λεμοντζή, “Η χρήση της Αγ. Γρα­φής εναντίον των αιρέσεων από τον Αγ. Επιφάνιο Κύπρου”, όπου αναφε­ρόμαστε εκτενώς στο δέμα, σελ. 125-131.

4 Επιφανίου. Πανάριον 48.7 PG 41,865 C. 

5 Μηναίο Δεκεμβρίου, εκδ. Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελ­λάδος. 1980. σελ. 56. 

6 Οι Pat Pulling και Kathy Cawthon περιγράφουν περιστατικά αποτρόπαιων εγκλημάτων που διέπραξαν σατανιστές, αλλά και τους τρόπους που περι­πλέκουν οι σατανιστές στα δίχτυα της σατανιστικής τους απάτης τους νέ­ους. Βλ. σχ. Pat Pulling with Kathy Cawthon, Στο δίχτυ του Σατανά, Με-ταφ. Κώστα Αλεξή, Αθήνα 1989.

7 Ματσούκα Ν.. Ο Σατανάς. Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 2.