Θεολογικές προκλήσεις για το ανθρώπινο πρόσωπο σε καιρούς ψηφιοποίησης της εκκλησιαστικής ζωής

25 Σεπτεμβρίου 2022

Τα περιοριστικά μέτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας που υιοθετήθηκαν από την Πολιτεία και έγιναν αποδεκτά από την επίσημη Εκκλησία επιτάχυναν την ψηφιοποίηση της εκκλησιαστικής ζωής και έκαμψαν τον όποιο ψηφιακό σκεπτικισμό επικρατούσε σε μερίδα ιεραρχών. Αν και από την προ πανδημίας εποχή, η ορθόδοξη Εκκλησία είχε αρχίσει να συνδιαλέγεται στο πλαίσιο του ψηφιακού οικοσυστήματος, με αργότερους ρυθμούς σε σχέση με άλλες ομολογίες της χριστιανικής Δύσης, η πανδημία λειτούργησε ως ψηφιακός καταλύτης σε μια προσπάθεια από πλευράς της Εκκλησίας, κάλυψης του εκκλησιαστικού και συναισθηματικού κενού που προκάλεσε η απουσία των πιστών από την λατρευτική ζωή της.

Η νέα ψηφιακή εκκλησιαστική εμπειρία φαίνεται ότι συνεχίζεται και μετά τη λήξη των περιοριστικών μέτρων και ενδεχομένως αποκτήσει χαρακτηριστικά μονιμότητας με ορατό το ενδεχόμενο να επηρεάσει σε κάποιο βαθμό και την ίδια την έννοια της Εκκλησίας. Αν και είναι ακόμη πρόωρο να αναφερόμαστε στις συνέπειες και στις μακροπρόθεσμες επιδράσεις της ψηφιοποίησης της Θείας λειτουργίας ωστόσο μπορούμε να αναρωτηθούμε για τις επιπτώσεις αυτής της ψηφιοποίησης στο ανθρώπινο πρόσωπο.

Το ανθρώπινο πρόσωπο είναι πλασμένο κατ’ εικόνα του Θεού συνεπώς διαθέτει σε περιορισμένο βέβαια βαθμό τρείς βασικές ιδιότητες, τις οποίες ο Θεός διαθέτει σε υπέρτατο βαθμό1. Σύμφωνα με τον Θερμό ο Θεός είναι κοινωνικός και έδωσε στον άνθρωπο κοινωνικότητα, ο Θεός είναι απολύτως ελεύθερος και έδωσε στον άνθρωπο ελευθερία και τέλος ο Θεός «αγάπη εστί» και έπλασε τον άνθρωπο ικανό ν’ αγαπήσει. Σε αναφορά με το διαδίκτυο και τρείς αυτές ιδιότητες αλλοιώνονται σε σημαντικό βαθμό, χωρίς ο ίδιος ο άνθρωπος να έχει συνείδηση αυτού του γεγονότος. Η διαδικτυακή ζωή αποστερεί από τον άνθρωπο τη δυνατότητα άσκησης, η οποία πραγματώνεται στη σχέση του με τον συνάνθρωπο. Η βίωση της εκκλησιαστικής ζωής μέσω του διαδικτύου δημιουργεί την αυταπάτη συμμετοχής στα εκκλησιαστικά δρώμενα, όπως για παράδειγμα η Θεία λειτουργία όπου απουσιάζει η σωματική παρουσία του πιστού στο ναό, η οποία απαιτεί και την ανάλογη ασκητική. Παράλληλα ο άνθρωπος αισθάνεται περισσότερο ελεύθερος όταν σερφάρει στο διαδίκτυο βιώνοντας την ψευδαίσθηση των απεριόριστων επιλογών ακόμη και της επιλογής μιας επίπλαστης ταυτότητας, ενώ στην ουσία κινδυνεύει να εγκλωβιστεί στο διαδίκτυο και να καταστεί ανελεύθερος. Όπως επισημαίνει ο Θερμός2 το ανθρώπινο πρόσωπο ζημιώνεται καθοριστικά όταν χάνει την ελευθερία του, όταν δηλαδή το διαδίκτυο από μέσο γίνει αυτοσκοπός. Όμως στον αχανή χώρο του διαδικτυακού νέφους, ο χρήστης κινδυνεύει να χάσει και την ικανότητά του να αγαπάει, γιατί πως μπορεί κάποιος ν’ αγαπήσει χωρίς να αλληλοεπιδράσει ως όλος άνθρωπος με όλες του τις αισθήσεις και να αποφύγει την αυταπάτη του βιώματος της αγάπης ως οπτικοακουστικής εμπειρίας.

Στο διαδίκτυο ο άνθρωπος δεν προσλαμβάνεται ως όλος άνθρωπος σε όλες του τις διαστάσεις αλλά ως ένα ψηφιακό αντίτυπο, του οποίου η υπόσταση μπορεί και να μην ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Η αλλοίωση των χαρακτηριστικών της δωρεάς και χάρης του Θεού προς τον άνθρωπο, την οποία βιώνει το πρόσωπο στην ψηφιακή του ζωή αποτελεί όπως παρατηρεί ο Θερμός3 μια επιπλέον δοκιμασία, η οποία έρχεται να προστεθεί στις παραδοσιακές δοκιμασίες που ζει το ανθρώπινο πρόσωπο μέσα στον κόσμο της φθοράς και απαιτείται πρόσθετη νήψη (επαγρύπνηση) για να μην απωλέσει τον κύριο προσανατολισμό του που είναι το πρόσωπο του Θεού.

Ο εκκλησιαστικός λόγος και η πράξη της Εκκλησίας στο διαδίκτυο κερδίζει σε πλάτος, αλλά χάνει σε βάθος4 μετατρέπεται σε μια ακόμη δυνητική επιλογή του ανώνυμου χρήστη, η ενεργοποίηση της οποίας εξαρτάται από την ελκυστικότητα του μηνύματος και σπανίως από την ουσία και το περιεχόμενό του, καθιστώντας το ένα ακόμη κατά καταναλωτικό προϊόν όπου ο τρόπος χρήσης του βρίσκεται στην διακριτική ευχέρεια του χρήστη.

Τα χαρακτηριστικά της μεταπανδημικής εποχής δεν έχουν ακόμη διαμορφωθεί και ίσως είναι δύσκολο να προβούμε σε προβλέψεις, όμως τα ζητήματα που ανέδειξε η πανδημία αλλά και οι νέες πρακτικές που κυοφόρησε απαιτούν προσεκτική προσέγγιση και θεολογική ερμηνεία. Η ορθόδοξη λειτουργική ζωή είναι μυστηριακή και βασίζεται στη συμμετοχή και την κοινωνία στοιχεία, τα οποία δεν υφίστανται στο ψηφιακό οικοσύστημα και συνεπώς μια λειτουργική ζωή, η οποία αποστερείται των μυστηρίων και της κοινωνίας προσώπων κινδυνεύει να αναχθεί σε σακραμενταλιστική ή ακόμη και καταναλωτική πρακτική. Η αδυναμία ολοκληρωμένης ευχαριστιακής εμπειρίας εξ αποστάσεως σε μια περίοδο που η ψηφιακή εκκλησιαστική πραγματικότητα διευρύνεται συνιστά ένα δύσκολο θεολογικό πρόβλημα και σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να οδηγήσει στην υιοθέτηση αμυντικών αντανακλαστικών από την Εκκλησία αλλά αποτελεί μια καλή ευκαιρία για έναν επαναπροσδιορισμό της ψηφιακής της παρέμβασης και του διαλόγου με το ψηφιακό οικοσύστημα, το οποίο αποτελεί πλέον μια εδραιωμένη πραγματικότητα.

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ

1 Βασίλειος Θερμός, (2015) (2021 Ιουνίου 14), «Ψηφιακή τεχνολογία και κυβερνοχώρος: μια πρόσθετη δοκιμασία του προσώπου», 1ο Διεθνές Συνέδριο Ψηφιακών Μέσων και Ορθόδοξης Ποιμαντικής, Ανακτήθηκε από: http://www.dmopc15. com/el/program-2/

2 Βασίλειος Θερμός, (2015), ό.π.

3 Βασίλειος Θερμός, (2015), ό.π.

4 Γεώργιος Μαντζαρίδης, (2018) (2021 Ιουνίου 14), «Η ορθόδοξη ποιμαντική στην ψηφιακή εποχή», 2ο Διεθνές Συνέδριο Ψηφιακών Μέσων και Ορθόδοξης Ποιμαντικής, Ανακτήθηκε από: http://www.dmopc18. com/el/program-2/