Ο Παστουρμάς

21 Οκτωβρίου 2022

Ο παππούς μου ο Σπύρος ήταν από το Αϊβαλί. Ήταν ψάλτης τρανός και έμαθε την ψαλτική τέχνη στη Μεγάλη του Γένους Σχολή στην Πόλη. Γύρισε στην πατρίδα του και έγινε περιζήτητος στις ενορίες όλης της περιοχής. Όταν βρέθηκε στην Αθήνα, έγινε δεξιός ψάλτης στον Άγιο Νικόλαο Αχαρνών.

Ο μπάρμπα Σπύρος λάτρευε τον παστουρμά. Πήγαινε πάντοτε και ψώνιζε από παιδικό του φίλο που είχε ανοίξει ένα μικρό μαγαζί στην οδό Αθηνάς. Ακόμη και στα γεράματα, έπαιρνε το λεωφορείο από Αμπελόκηπους να πάει να ψωνίσει. Έπαιρνε τον παστουρμά άκοφτο. Κανέναν δεν εμπιστευόταν να τον κόψει. Εμείς, τα εγγόνια του, στη διπλανή βεράντα, βλέπαμε συχνά να τροχίζει ώρα πολλή ένα ειδικό μαχαίρι. Όταν έφτανε η ώρα να τον κόψει, οι κινήσεις έμοιαζαν με ιεροτελεστία. Αργά και προσεκτικά έκοβε τις φλοίδες, τόσο λεπτές που μπορούσες να δεις από την άλλη. Έκοβε αργά κι έμενε πάντα σιωπηλός την ώρα εκείνη. Μετά, , τον άπλωνε σ΄ ενα μικρό οβάλ πιατάκι,  γέμιζε το σωληνωτό ποτηράκι με ούζο ανέρωτο μ΄ ένα μόνο παγάκι.

Όταν πηγαίναμε από κει, καθόμασταν και τον παρατηρούσαμε χωρίς φασαρία. Ποτέ δεν μας είπε «φρόνιμα». Την ώρα εκείνη του μεζέ νιώθαμε πως με το βλέμμα του και τη σιωπή του βρισκόταν σε ταξίδι που δεν μπορούσαμε να ακολουθήσουμε. Θέλαμε τόσα να ρωτήσουμε! Πού έμαθε να κόβει έτσι κι αν αξίζει τον κόπο να σπαταλάς τόσην ώρα για να κόψεις μια μπουκίτσα παστουρμά και ένα ουζάκι. Δε ρωτήσαμε ποτέ.

Μία στα τόσα ερχόταν ο πρώτος του ξάδερφος ο μπάρμπα Ηλίας να πιουν το ουζάκι μαζί.  Τις φορές εκείνες το ταξίδι ήταν και για μας. Οι συζητήσεις τους γίνονταν αερόστατο και βλέπαμε από ψηλά το Αϊβαλί: Τι εκκλησίες του, τα σοκάκια του, τα μαγαζιά στον κεντρικό δρόμο, τα τραπεζάκια του καφενέ με τους θαμώνες να πίνουν το ουζάκι τους και τα πόδια τους γυμνά τα βρέχονται στη θάλασσα και να τα τσιμπάνε τα ψαράκια.

Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά, του Αγίου Σπυρίδωνα και σε όλες τις γιορτινές μέρες του χρόνου, ο λεπτοκομμένος παστουρμάς ήταν πάντα εκεί, κομμένος από του παππού μου το μαχαίρι, το ειδικό και χιλιοακονισμένο.

Έφυγε ο παππούς. Μα όσο ζω, δε θα υπάρξει ποτέ γιορτή του Άη Σπυρίδωνα για μένα, χωρίς αυτό το οβάλ πιατάκι με τον παστουρμά στο κέντρο του τραπεζιού. Αυτό θα είναι πάντα η Μικρασία μου.