Ο θάνατος της αθωότητας

14 Οκτωβρίου 2022

Εάν μια μαζική εκτέλεση αμάχων ή μια γενοκτονία χαρακτηρίζεται ως έγκλημα κατά της ανθρωπότητος, πώς θα έπρεπε να χαρακτηρίζονται πράξεις φρικτές και αδιανόητες όπως αυτές της παιδοφιλίας ή του βιασμού ενός ανήλικου παιδιού;

Το ερώτημα μπορεί να φαίνεται ρητορικό ή και υπερβολικό. Κι όμως! Ο θάνατος ενός αθώου άμαχου αναμφίβολα αποτελεί γεγονός φρικαλέο, γεγονός, το οποίον κονιορτοποιεί τις βασικότερες ηθικές αξίες του ανθρώπινου πολιτισμού, οι επιπτώσεις του όμως σταματούν ακριβώς την στιγμή της τελέσεως της δολοφονίας. Η κακοποίηση όμως ενός παιδιού πληγώνει κατάστηθα το μέλλον της κοινωνίας, μετατρέποντας ένα πλάσμα, που από τη φύση του αποτελεί φορέα ελπίδας και αισιοδοξίας για έναν καλύτερο κόσμο, σε έναν ζωντανό νεκρό άνθρωπο, ένα ζόμπι με ισόβια απονέκρωση του συναισθήματός του, διαλυμένη την ψυχολογική του συγκρότηση και ικανό να προβεί στο μέλλον σε οποιαδήποτε ειδεχθή πράξη χωρίς καμία δυνατότητα διάκρισης μεταξύ ηθικού και ανήθικου.

Επιπλέον, μια τέτοια πράξη διασπείρει στην κοινωνία μια απίστευτη τοξικότητα καχυποψίας, καθώς, ο κάθε απλός άνθρωπος που συναντάμε στο δρόμο, σε ένα κατάστημα, στην εργασία μας, στο λεωφορείο, στην ταβέρνα, στο γήπεδο, στον κινηματογράφο, στιγματίζεται στη συνείδησή μας ως ένας εν δυνάμει εγκληματίας, για τον οποίον μια εσωτερική φωνή ρωτάει επιμονα: «Και πού ξέρεις;»

Ο τραυματισμός της αθωότητας, όχι μόνο του βιασμένου παιδιού αλλά και ολόκληρης της κοινωνίας αποτελεί επίσης ένα έγκλημα ειδεχθές που σκληραίνει τις ψυχές, υψώνει τείχη και εμπεδώνει μια διαρκή επιθετικότητα ως άμυνα και προστασία.

Οπωσδήποτε, η απάντηση σε αυτό τον κίνδυνο τοξινώσεως δεν είναι ο στρουθοκαμηλισμός ή η αφέλεια που, με μαθηματική ακρίβεια, οδηγεί στην … πτώση από τα σύννεφα. Επιβάλλεται η ενημέρωση γύρω από τα μοτίβα συμπεριφοράς αυτών των εγκληματικών και παντοιοτρόπως αρρωστημένων υπάρξεων καθώς και η εγρήγορση σε όλους τους χώρους και σε όλα τα περιβάλλοντα. Πρέπει να αποδεχθούμε πως, ιδιαίτερα στις μεγαλουπόλεις, στις οποίες η κοινότητα μεταβάλλεται σε έναν απρόσωπο κοινωνικό πολτό, ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας, ο υπεράνω πάσης υποψίας είναι πιθανόν να αποτελεί όντως έναν θανάσιμο δημόσιο κίνδυνο.

Αλίμονο όμως εάν η έλλειψη εμπιστοσύνης, η καχυποψία ως τρόπος ζωής και η υστερία απέναντι σε οτιδήποτε μοιάζει ύποπτο αποτελέσει τον κυρίαρχο τρόπο συμπεριφοράς και στάσης απέναντι στο διπλανό μας. Τότε, η δολοφονία της αθωότητος δεν θα έχει συντελεστεί με αυτουργό μια διαταραγμένη προσωπικότητα, αλλά με δολοφόνους εμάς τους ίδιους.

Αλλοίμονο εάν ή ματιά μας «μαυρίσει». Αντίθετα, εν μέσω μιας τόσο αποκαρδιωτικής κοινωνικής κατάστασης, επιβάλλεται διασώσουμε την ποιότητα χώρων και σχέσεων που αποδεδειγμένα και σε βάθος χρόνου έχουν υπάρξει οάσεις αγάπης, εμπιστοσύνης και συντρεχτικότητας.

Μια πρόκληση ισορροπίας βρίσκεται ενώπιόν μας και αφορά, όχι μόνον την προσωπική μας ζωή, αλλά και τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών μας. Στο τρίπτυχο «ενημέρωση – εγρήγορση – εμπιστοσύνη» θα στηριχτεί η ποιότητα της κοινωνικής μας ζωής και η προστασία της αθωότητας των παιδιών μας, πάντα σε συνδυασμό με την ασφάλεια και την προστασία τους.