Ἡ ἐπιστήμη καὶ ἡ τεχνολογία ἐξελίσσονται καὶ μᾶς δίνουν ζωηρὰ παραδείγματα βελτιώσεως τῆς ζωῆς μας μέσα ἀπὸ τὴν ἀποκρυπτογραφούμενη σοφία τοῦ Θεοῦ. Μὲ τὴν βοήθειά τους, πολλὴ κατανοητὴ στὶς ἡμέρες μας, μποροῦμε ἀναμφισβήτητα νὰ παρομοιάσουμε τὸν Ὅσιο Γέροντα Εὐσέβιο μὲ ἕναν δορυφόρο. Ἦταν ἕνας τηλεκατευθυνόμενος δορυφόρος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὁ ὁποῖος ἔπαιρνε ἐντολὲς ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ τὶς μετέφερε στὰ πλάσματα τοῦ Θεοῦ, τὰ ἀναγκεμένα, τὰ ἐμπερίστατα, αὐτὰ ποὺ ἔστρεφαν τὸ βλέμμα σὲ Αὐτὸν καὶ ζητοῦσαν τὴν ἐνεργὴ καὶ ἄμεση συμπαράστασή Του στὰ προβλήματά τους. Προσδιορίζοντας περισσότερο τὸν Ὅσιο Γέροντα, θὰ λέγαμε ὅτι ἦταν ἕνα drone ποὺ τὸ κατηύθυνε ἡ Θεία Χάρις στὶς καρδιὲς τῶν ὅπου γῆς ἀνθρώπων, αὐτῶν ποὺ ζητοῦσαν τὸ μέγα καὶ πλούσιον ἔλεος τοῦ Κυρίου μας. Αὐτοῦ καὶ μόνον Αὐτοῦ ποὺ εἶχε μέσα στὴν ψυχή του ὁ π. Εὐσέβιος καὶ γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Ὁποίου ἀφιέρωσε ὅλη τὴν ἐπίγεια ζωή του.
Τὸ πνευματικὸ drone, ὁ π. Εὐσέβιος, κατευθυνόταν ἀπὸ τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ ἔχοντας ἄμεση ἐπαφὴ μαζί Του μὲ τὴν προσευχή, τὴν λειτουργική του διακονία, τὶς ἐλεημοσύνες του, τὸν κατηχητικό του λόγο, τὴν διδασκαλία του, τὴν ὁλοκληρωτική του ἀφιέρωση στὴν ἐν Χριστῷ «Καινὴν κτίσιν» (Β΄ Κορ. ε΄ 17). Ἦταν ὡς ἐκ τούτου ὡς θεοκίνητος χαριτωμένος καὶ πλημμύριζε ὅλους, ὅσοι τῶν προσέγγιζαν, μὲ χαρά, μὲ τὸν ἀφηγηματικό του τρόπο, μὲ τὸ δόσιμο ἀπὸ τὸ περίσσευμα τῆς καρδιᾶς του, ἀφοῦ εἶναι γνωστὸ ὅτι «ἐκ τοῦ περισσεύματος τῆς καρδίας λαλεῖ τὸ στόμα» (Λουκ. Στ΄ 45). Ὁ π. Εὐσέβιος ἀντλοῦσε ὕδωρ σωτηρίας ἀπὸ τὸν ὑδάτινο ὄγκο τοῦ ψυχικοῦ του περισσεύματος. Καὶ τὸ ἄντλημα του ἦταν πλούσιο, ὥστε νὰ ξεδιψάει καρδιές, αὐτὲς ποὺ διψοῦν γιὰ λόγο Θεοῦ καὶ ταυτόχρονα νὰ τὶς ποτίζει καὶ νὰ τὶς κάνει νὰ θάλλουν καὶ νὰ καρποφοροῦν.
Τὰ drones, δηλαδὴ τηλεκατευθυνόμενα ἀεροσκάφη, κατευθύνονται ἀπὸ ἀνθρώπινα χέρια καὶ πετοῦν, γιὰ νὰ φωτογραφίζουν αὐτὰ ποὺ θέλει ὁ ἰδιοκτήτης τους καὶ νὰ παρέχουν σχετικὲς πληροφορίες γιὰ αὐτὰ ποὺ βλέπουν, καὶ τὰ πιὸ σύγχρονα νὰ μεταφέρουν ἀντικείμενα, προϊόντα πρώτων βοηθειῶν, ἄμεσης ἀνάγκης στοὺς ἐμπεριστάτους. Χρησιμοποιοῦνται ἐπίσης γιὰ κατασκοπευτικὸ σκοπό, μεταφέροντας πληροφορίες γιὰ τὸ ἀντίπαλο στρατόπεδο. Πνευματικὸ drone ὁ Γέροντας Εὐσέβιος κατευθυνόταν μόνον ἀπὸ τὰ ἄχραντα χέρια τοῦ Χριστοῦ μας καὶ ἐπέβλεπε ἐπὶ τοὺς ἀνθρώπους τοῦ μόχθου, τῆς φτώχειας, τῆς ἁμαρτίας, ἐπ’ αὐτὰ τὰ παιδιὰ τοῦ Χριστοῦ μας, γιὰ τὰ ὁποῖα Ἐκεῖνος ἦρθε στὸν κόσμο, γιὰ νὰ τὰ σώσει· ἦρθε τοῦ «ζητῆσαι καὶ σῶσαι τὸ ἀπολωλός» (Λουκ. ιθ΄ 10).
Πετοῦσε ὁ π. Εὐσέβιος μὲ τὴν κατευθυντήρια δύναμη τοῦ Χριστοῦ μας σὲ μέρη ποὺ ὑπῆρχαν ψυχὲς πρὸς σωτηρία. Τὸν σήκωσε Αὐτὸς ἀπὸ τὴν Βλάστη τῆς Κοζάνης καὶ τὸν μετέφερε στὴν Ἀθήνα, στὴν Θεσσαλονίκη, στὸ Παρίσι, στὴν Σουηδία, στὸ Ἅγιο Ὄρος, στὸ Σιδηρόκαστρο τῆς Σιντικῆς, στὰ βουνὰ τοῦ Μπέλλες. Μοναδικὸ φορτίο τοῦ drone Εὐσεβίου ἦταν τὸ Ἅγιο καὶ Ἱερὸ Εὐαγγέλιο. Τὸ Εὐαγγέλιο τῆς εἰρήνης καὶ τῆς ἀγάπης, τοῦ Ἐσταυρωμένου καὶ Ἀναστάντος Χριστοῦ μας, τοῦ κατευθυντῆρός του. Μὲ αὐτὸ ἔδρασε ἱεραποστολικά, ἀψηφώντας κινδύνους, φθόνους, μίση, κακουχίες, ξενιτεία, καιρικὲς συνθῆκες, ἀλλὰ καὶ φιλανθρωπικά, μεριμνώντας γιὰ τὶς ἀνάγκες τοῦ κάθε ἀναξιοπαθοῦντος καὶ ἐμπεριστάτου, σωματικὲς καὶ ψυχικές, καὶ γνωρίζοντας ὅτι ἡ ἀνθρώπινη ὕπαρξη σύγκειται ἀπὸ σῶμα καὶ ψυχή, χωρὶς νὰ παραθεωρεῖται οὔτε τὸ ἕνα οὔτε ἡ ἄλλη.
Γιὰ τὴν ἱεραποστολική του δράση, ἰδίως στὴν Σουηδία, νὰ ἀναφέρουμε δύο περιστατικά. Κατὰ τὸ πρῶτο ὁ πατὴρ Εὐσέβιος τὰ Σαββατοκύριακα ταξίδευε μὲ τὸ τραῖνο ἀπὸ πόλη σὲ πόλη, συναντοῦσε μετανάστες παλιοὺς καὶ νέους στοὺς σιδηροδρομικοὺς σταθμούς, συγκέντρωνε σὲ σπίτια ἢ κατάλληλες αἴθουσες τοὺς Ὀρθοδόξους Ἕλληνες, τελοῦσε Ἀκολουθίες, Βαπτίσεις, Τρισάγια, Θεῖες Λειτουργίες. Ταυτόχρονα, ἐξομολογοῦσε, μετέφραζε, συμβούλευε, ἔκανε τὸν διερμηνέα καί, γενικά, συμπαραστεκόταν στὶς πολυποίκιλες ἀνάγκες τῶν Ἑλλήνων μεταναστῶν. Διαπιστώνοντας μάλιστα πόσο ὀξὺ ἦταν τὸ πρόβλημα τῆς γλώσσας, στοὺς μὲν ἐνήλικες μάθαινε σουηδικά, στὰ δὲ παιδιά τους ἑλληνικά, ὥστε νὰ μὴν ἀφελληνισθοῦν στὸ ξένο περιβάλλον.
Κατὰ τὸ δεύτερο περιστατικὸ ἀναφέρουμε τὸ πῶς ὁ π. Εὐσέβιος ἔσωσε ἀπὸ τὴν ἐπήρεια τοῦ πονηροῦ ἕνα δυστυχισμένο παιδί, τὸν μικρὸ Γιωργάκη. Αὐτοῦ ποὺ ὁ παππούς του τὸν εἶχε κλέψει ἀπὸ τοὺς γονεῖς σου σὲ ἡλικία δύο ἐτῶν καὶ τὸν εἶχε μεταφέρει σὲ Μοναστήρι στὸ Θιβέτ. Ὅταν ὁ μικρὸς μεγάλωσε καὶ ἦλθε σὲ ἐπαφὴ μὲ κόσμο, ἔμαθε ὅτι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουν τοὺς φυσικούς τους γονεῖς καὶ τοῦ δημιουργήθηκε ἡ περιέργεια νὰ γνωρίσει κι αὐτὸς τοὺς γονεῖς του, τοὺς ὁποίους δὲν εἶχε γνωρίσει ἕως τότε. Ἔμαθε πῶς οἱ γονεῖς του ζοῦσαν σὲ κάποια πόλη τῆς Σουηδίας καὶ ὁ πατέρας του ἦταν ἔμπορος ξυλείας. Μὲ τὴν σατανιστικὴ ἐπήρεια πῆρε φτερὰ καὶ ταξίδεψε μὲ ὑπερφυσικὸ τρόπο στὸν τόπο ποὺ ζοῦσαν οἱ γονεῖς του.
Τὶς πρῶτες μέρες ποὺ αὐτοὶ τὸν φιλοξενοῦσαν, πέρασε ἀπὸ τὸ σπίτι ὁ π. Εὐσέβιος Βίττης, Ἕλληνας ἱεραπόστολος. Μόλις ὁ μικρὸς τὸν εἶδε νόμιζε ὅτι ἦταν κινέζος καὶ ἄρχισε νὰ τοῦ μιλάει κινέζικα. Τὸν χαιρέτησε κάνοντας μιὰ μικρὴ ὑπόκλιση, ὅπως ἀκριβῶς συνηθίζεται στὴν Κίνα. Ὁ ἱερέας παραξενεύθηκε μὲ τὴν συμπεριφορά του καὶ ρώτησε τὸν πατέρα του:
-Γιατὶ αὐτὸ τὸ παιδὶ συμπεριφέρεται κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο;
Ὁ πατέρας μετέφερε στὸν μικρὸ τὴν ἀπορία τοῦ ἐπισκέπτη καὶ τοῦ ἐξήγησε ὅτι ἦταν ὀρθόδοξος ἱερέας ἰδιότητα ἄγνωση στὸν μικρό, ποὺ πίστευε μόνο στὴν παντοδυναμία τοῦ σατανᾶ.
Ὁ π. Εὐσέβιος ἄρχισε τότε μὲ τὴν σωτηριώδη ἀποστολική του δράση νὰ τοῦ ἐξηγεῖ τὰ τῆς πίστεως καὶ ὁ μικρὸς ἀκούγοντας γελοῦσε, γιατὶ πίστευε μόνο στὴν δύναμη τοῦ σατανᾶ, μὲ τὰ τόσα θαυμαστὰ γεγονότα ποὺ τοῦ εἶχαν συμβεῖ μέχρι τότε στὴν ζωή του. Ὅταν ὁ Γέροντας κάποια στιγμὴ ζήτησε ἕνα ποτήρι νερό, ὁ Γιωργάκης ἀπευθύνθηκε στὸν πονηρὸ καὶ ἀμέσως ἕνα ποτήρι πεντακάθαρο νερὸ βρέθηκε πάνω στὸ τραπέζι. Ὁ μικρὸς σατανιστὴς ἄρχισε τότε νὰ λέει στὸν Γέροντα:
-Βλέπεις, σοῦ ἀπέδειξα πῶς ὁ δικός μου θεὸς εἶναι δυνατὸς καὶ μπορεῖ νὰ κάνει θαυμαστὰ πράγματα. Θέλω νὰ κάνεις κι ἐσὺ κάτι, γιὰ νὰ μοῦ ἀποδείξεις ὅτι ὁ δικός σου Θεὸς εἶναι πιὸ δυνατὸς ἀπὸ τὸν δικό μου, κι ἔτσι νὰ μὲ πείσεις.
-Ξέρεις, λέει ὁ π. Εὐσέβιος, ὁ δικός μου Θεὸς εἶναι ταπεινὸς καὶ δὲν κάνει ἐπιδείξεις.
Βγάζει τότε ἀπὸ τὴν τσέπη του ἕνα ξύλινο σταυρουδάκι καὶ τοῦ λέει:
-Κράτα αὐτὸ στὸ χέρι σου καὶ κάνε πάλι αὐτὸ ποὺ ἔκανες.
Ὁ Γιωργάκης γέλασε μόλις τὸ εἶδε καὶ εἶπε:
-Αὐτὸ τὸ ξυλαράκι θὰ σταματήσει τὴν δύναμη τοῦ σατανᾶ;
-Δοκίμασε, λέει ὁ Γέροντας μὲ αὐτοπεποίθηση.
Πράγματι, ὁ Γιωργάκης βαστόντας τὸ ξύλινο σταυρουδάκι εἶπε τὰ λόγια τῆς ἐπικλήσεως, ἀλλὰ ὁ σατανᾶς δὲν ἐμφανίσθηκε.
«Κάποιο λάθος θὰ ἔκανα», σκέφθηκε, γι’ αὐτὸ δὲν ἐμφανίσθηκε. Τὰ λέει δεύτερη φορὰ τὰ λόγια, μὲ περισσότερη προσοχή, γιατὶ πίστεψε ὅτι εἶχε κάνει λάθος, ἀλλὰ καὶ πάλι δὲν εἶχε ἀποτέλεσμα.
Τὴν Τρίτη φορὰ εἶπε τὰ λόγια ἀργὰ καὶ καθαρά, μὲ περισσότερη προσοχὴ καὶ λίγο νευριασμένα. Ἐμφανίσθηκε τότε μπροστά του ὁ διάβολος ποὺ τὸν ὑπηρετοῦσε, τρέμοντας.
-Τὶ ἔπαθες, τοῦ λέει, γιατὶ δὲν ἔρχεσαι τόση ὥρα ποὺ σὲ καλῶ;
-Πέταξε ἀμέσως αὐτὸ ποὺ κρατᾶς στὸ χέρι σου. Τοῦ λέει οὐρλιάζοντας δυνατά.
Ζήτησε τότε ὁ μικρός, ὅπως εἶναι φυσικό, κάποιες ἐξηγήσεις ἀπὸ τὸν σατανᾶ, γιατὶ μέχρι ἐκείνη τὴν στιγμὴ δὲν εἶχε βρεθεῖ ἄλλη δύναμη μεγαλύτερη ἀπὸ τὴν δική του.
Μετὰ λέει, λοιπόν, στὸν π. Εὐσέβιο:
-Θέλω νὰ μοῦ μιλήσεις γιὰ τὸν δικό σου τὸν Θεό, τὸν ἀληθινὸ ὅπως λές.
Ὅλο χαρὰ ἐκεῖνος ἄρχισε περιληπτικά, ἀλλὰ ἐμπεριστατωμένα, νὰ τοῦ διηγεῖται ἐπιγραμματικὰ τὴν ἱστορία τοῦ Χριστοῦ καὶ ἔκτοτε τὸν ἐπισκεπτόταν τακτικά. Ὁ Γιωργάκης πίστεψε καὶ σώθηκε. Ἀργότερα ἦρθε στὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ ἀφιερώθηκε στὸν μόνο ἀληθινὸ Θεό μας. Ἡ ἱεραποστολὴ τοῦ πατρὸς Εὐσεβίου καὶ σὲ αὐτὴν τὴν περίπτωση εἶχε αἴσιο ἀποτέλεσμα.
Γιὰ τὴν φιλανθρωπικὴ δράση τοῦ Γέροντος Εὐσεβίου πάλι θὰ ἀναφέρουμε δύο παραδείγματα, ἀφοῦ ὁ ἴδιος ὄχι μόνο ἐφάρμοζε τὸ «λάθε βιώσας», ἀλλὰ καὶ τὸ «λάθε εὐεργετήσας», κατὰ τὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου μας «Μὴ γνώτω ἡ ἀριστερά σου τί ποιεῖ ἡ δεξιά σου» (Ματθ. στ΄ 3). Οἱ ἐλεημοσύνες του γίνονταν μὲ πολὺ διακριτικὸ τρόπο. Ἔπαιρνε πληροφορίες γιὰ αὐτοὺς ποὺ εἶχαν ἀνάγκες καὶ προσπαθοῦσε τὶς ἀνάγκες αὐτὲς νὰ τὶς θεραπεύσει ὅσο γινόταν καλύτερα καὶ χωρὶς τυμπανοκρουσίες. Ἀκόμη καὶ σὲ βενζινάδικα ἔπαιρνε τηλέφωνο καὶ ἔδινε ἐντολὴ νὰ πᾶνε πετρέλαιο θερμάνσεως σὲ σπίτια ποὺ δὲν εἶχαν τὴν παραμικρὴ θέρμαση, χωρὶς νὰ φαίνεται ὁ δωρητής.
Τὸ πρῶτο παράδειγμα σχετίζεται μὲ μιὰ ἑλληνοκυπρία βασανισμένη, διαζευγμένη μὲ ἕνα παιδί, ποὺ βρέθηκε στὴν Σουηδία. Αὐτὴ ἀλληλογραφοῦσε μὲ κάποιο συμπατριώτη της πού, ὅμως, δὲν τὸν γνώριζε προσωπικά. Τὴν ἔφερε, ὅμως, στὴν χώρα αὐτὴ τοῦ βορρᾶ ὑποσχόμενος ὅτι θὰ τὴν παντρευθεῖ. Ὅταν ἔφθασε ἐκεῖ ἡ κοπέλλα καὶ συναντήθηκε μαζί του διαπίστωσε, ὅτι ἐκεῖνος εἶχε τὴν διπλάσια ἀπὸ αὐτὴν ἡλικία καὶ ὅτι οἱ προθέσεις του γι’ αὐτὴν δὲν ἦσαν ἁγνές. Ἤθελε νὰ ἀνοίξει οἶκο ἀνοχῆς, γιὰ νὰ κερδίσει χρήματα, καὶ δὲν τὸν ἔμελλε οὔτε ὁ γάμος οὔτε ἡ ἀπώλεια τῶν ψυχῶν τῶν ἁμαρτανόντων. Τὴν καλοδέχθηκε καὶ μὲ ὄμορφο, ἀλλὰ δόλιο τρόπο ποὺ ἔκρυβε δηλητήριο, τὴν παρώτρυνε πρὸς τὴν ἁμαρτία.
Ξένη καὶ ἔρημη ἡ ταλαίπωρη ψυχὴ δὲν εὕρισκε κάπου νὰ ἀκουμπήσει. Ἔνοιωθε ἀδύναμη καὶ μόνη στὸν παγωμένο βορρᾶ. Ἔσφιγγε στὴν ἀγκαλιά της τὸ μικρὸ βλαστάρι της, τὴν μόνη ἐπὶ γῆς παρηγοριά της καί, εὐτυχῶς, ἔστρεφε τὰ μάτια στὸν οὐρανὸ ζητώντας τὴν ἐξ ὕψους βοήθεια.
Στὴν ἀπελπισία της κατέφυγε στὸν ἱερέα τῆς ἑλληνικῆς παροικίας. Αὐτὸς τὴν κατεύθυνε στὸν Γέροντα Εὐσέβιο πού, ὅμως, βρισκόταν, τριακόσια χιλιόμετρα μακριά. Τοῦ ἔγραψε μία ἐπιστολὴ διεκτραγωδώντας τὴν κατάστασή της. Καὶ αὐτὸς δὲν ἔμεινε ἀδρανής. Μετὰ ἀπὸ θερμὴ προσευχὴ ἔστειλε χρήματα, γιὰ νὰ ἀπαλλαγεῖ ἡ γυναίκα ἀπὸ τὸν μαστροπὸ καὶ διεφθαρμένο ἐκεῖνον ἄνθρωπο, καὶ σὲ λίγες ἡμέρες κατέβηκε στὴ Στοκχόλμη, γιὰ νὰ τὴν συναντήσει. Πολλὰ ἀπὸ τὰ ἐκεῖ πνευματικά του παιδιὰ ὁ Γέροντας ἐπιστράτευσε γιὰ τὴν ἐξεύρεση τῶν ἀναγκαίων καὶ τὴν ἄμεση ἀρωγή της. Τὴν ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὸν ἐπίβουλο ἄνθρωπο τῆς ψυχῆς της, τὴν σπούδασε καὶ τὴν ὁδήγησε σὲ ἔντιμο γάμο καὶ δημιουργία μιᾶς εὐλογημένης οἰκογένειας. Πῶς αὐτὴ νὰ μὴν ἦταν εὐγνώμων στὸν σωτήρα της, τὸν Γέροντα ποὺ μεριμνοῦσε γιὰ ὅλους καὶ γιὰ ὅλα;
Τὸ δεύτερο περιστατικὸ ἀφορᾶ μιὰ ἐμπερίστατη νέα, τὴν Β. ποὺ ἀναπαυόταν πνευματικὰ στὸν Γέροντα καὶ δεχόταν τὸ προϊὸν ὄχι μόνο τῶν προσευχῶν του, ἀλλὰ καὶ τῆς ὑλικῆς του στηρίξεως. Ὁ Γέροντας γνώριζε τὸ δυφυὲς τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως καὶ δὲν ἔμενε σὲ εὐχολόγια. Δὲν ἔλεγε:
-Ὕπαγε καὶ ἐγὼ θὰ προσεύχομαι γιὰ σένα.
Τί νὰ τὴν κάνει κανεὶς μόνο τὴν εὐχή, ὅταν τὸ στομάχι διαμαρτύρεται; Ὁ Γέροντας ὄχι μόνο πονοῦσε γιὰ τοὺς ἐνδεεῖς, τοὺς ἐμπερίστατους ἀδελφούς μας, ἀλλὰ μεριμνοῦσε καὶ γιὰ τὴν ἱκανοποίηση τῶν ὑλικῶν τους ἀναγκῶν. Ἦταν πραγματικὸς πατέρας.
Τὴν Β. πολλὲς φορὲς τὴν εἶχε εὐεργετήσει καὶ αὐτὴ ἔνοιωθε τὸν Γέροντα ὄχι μόνο πνευματικὸ πατέρα, ἀλλὰ καὶ τροφέα καὶ ἀνακουφιστὴ καὶ ἀρωγὸ στὶς καθημερινὲς ἀπαιτήσεις τῆς ζωῆς.
Ἦλθε ἡ εὐλογημένη στιγμὴ κατὰ τὴν ὁποία ὁ Κύριος τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς κάλεσε τὸν Γέροντα Εὐσέβιο γιὰ νὰ τὸν κάνει οὐρανοπολίτη, νὰ τοῦ χαρίσει τὴν ἀτελεύτητη μακαριότητα. Μετὰ τὴν ὁσιακή του κοίμηση ἡ κ. Β. βρέθηκε σὲ δεινὴ θέση. Ποιός τώρα θὰ τῆς κάλυπτε τὰ ἔξοδα; Ποιός θὰ τὴν βοηθοῦσε;
Ἀπελπισμένη σήκωσε τὰ μάτια στὸν οὐρανὸ καὶ ψέλλισε:
-Πατερούλη τοῦ οὐρανοῦ, τί θὰ ἀπογίνω τώρα;
Ἡ ἔκπληξη ἦλθε ἀπὸ τὸν οὐρανό. Τὸ ἑπόμενο πρωῒ βρίσκει κάτω ἀπὸ τὴν ἐξώπορτα τοῦ σπιτιοῦ της ἕναν φάκελλο. Εἶχε ὄνομα: «π. Εὐσέβιος». Τὸ ἄνοιξε βιαστικὰ καὶ ἔμεινε ἄφωνη. Ὁ «Πατερούλης τοῦ οὐρανοῦ» εἶχε μεριμνήσει γιὰ τὶς ἀνάγκες της. Θαυμαστό; Ναί. Γράμμα ἀπὸ τὸν οὐρανὸ μὲ χρηματικὸ ποσὸν ἱκανὸ νὰ τῆς λύσει τὰ τρέχοντα οἰκονομικὰ προβλήματα καὶ ὄχι μόνον.
Ὁ Γέροντας Εὐσέβιος ἦταν ἕνας ὑψιπέτης ἀετὸς τοῦ πνεύματος, ποὺ πετοῦσε σὲ ἀπάτητες κορυφές, ζοῦσε τὴν ἐν Χριστῷ ἐλευθερία καὶ αὐτὴν κήρυττε μὲ λόγια καὶ μὲ ἔργα. Μήπως καὶ ὁ σκοπὸς τῶν drones δὲν εἶναι νὰ βρίσκονται στὰ ὕψη; Ἔλεγε ὅτι ὁ φανατισμὸς καὶ ἡ ἐμπάθεια εἶναι δύο φοβερὰ ἀνασταλτικὰ τῆς ἐλευθερίας τόσο τῶν ἴδιων τῶν φορέων τους, ὅσο καὶ τῶν ἄλλων. Εἶναι δυνατὸν ἐμπαθεῖς καὶ φανατικοὶ νὰ θεωροῦνται ἐλεύθεροι ἄνθρωποι; Καὶ εἶναι δυνατὸν αὐτοί, ὅταν ἔχουν ὅλη τὴν ἐξωτερικὴ ἄνεση, νὰ μὴν ἐκτρέψουν τὴν ἐλευθερία σὲ ἀσυδοσία ἢ καὶ τυραννία; Καί, ὅμως, αὐτοὶ φωνάζουν γιὰ ἐλευθερία, δημοκρατία, ἀνθρώπινα δικαιώματα, καὶ ὅ,τι ἄλλο μπορεῖ νὰ ἀποτελέσει δημαγωγικὸ σύνθημα, γιὰ νὰ ἐπιδιωχθοῦν ἄλλοι σκοποί. Καταλυτικοὶ τῆς ἐλευθερίας στὴν πραγματικότητα. Καταλυτικοὶ τῆς ἐλευθερίας τῶν ἄλλων…
Δὲν ὑπάρχουν μεγαλύτεροι δυνάστες ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ μὲ φανατισμὸ κόπτονται ὑπὲρ τῆς δημοκρατίας. Ποιᾶς δημοκρατίας, ὅμως, τῶν ὀλίγων ἢ τῶν πολλῶν; Τῶν καταδυναστευομένων, αὐτῶν ποὺ πασχίζουν νὰ ἀναπνεύσουν ἀέρα λευτεριᾶς, ἰσονομίας, ἰσοπολιτείας καὶ ἀμβλύνσεως τῶν κοινωνικῶν τάξεων, ἢ αὐτῶν ποὺ ζοῦν σὰν ἀγάδες καί, ἀλλοίμονον, ἂν ἡ ἐλευθερία τῶν ἄλλων περιορίσει τὴν δική τους; Αὐτῶν ποὺ οὔτε κἂν σκέπτονται νὰ μοιρασθοῦν τοὺς βαθμοὺς ἐλευθερίας ποὺ ἔχουν,- ἀλήθεια ἀπὸ ποὺ τοὺς πῆραν,-μὲ ἄλλους ποὺ τοὺς στεροῦνται ὁλοσχερῶς. Ὁ Γέροντας αὐτὲς τὶς κοινωνικὲς ἀνισότητες τὶς καυτηρίαζε, γιατὶ πόρρω ἀπέχουν ἀπὸ τὴν κοινωνικὴ ἐλευθερία, ἀπὸ τὴν ἐλευθερία τοῦ Χριστοῦ. Καὶ οἱ χειρότεροι εἶναι οἱ κράχτες τῆς ἐλευθερίας καὶ τῆς δημοκρατίας. Ἄνθρωποι δοῦλοι τῶν παθῶν τους χωρὶς πνευματικὴ ὡριμότητα. Αὔξηση τῆς πνευματικῆς ὡριμότητας τοῦ ἀνθρώπου σημαίνει σπάσιμο τῶν δεσμῶν τῆς δουλείας καὶ ἄνοιγμα τῶν πτερύγων τῆς καρδιᾶς τους γιὰ πέταγμα στὸν οὐρανὸ τῆς ἐλευθερίας. Γιὰ τὴν Ἐκκλησία μας ἔρριχνε τὸ σύνθημα, αὐτὸ ποὺ εἶχε κάνει λάβαρο ὁ ἀγωνιστὴς ἱεράρχης Φλωρίνης, ὁ νῦν οὐρανοπολίτης πατὴρ Αὐγουστῖνος Καντιώτης, «Ζητοῦμε ἐλευθέρα καὶ ζῶσα Ἐκκλησία».
Ὅσο ἀφορᾶ τὸ ταπεινὸ φρόνημα καὶ τὴν αὐτομεμψία τοῦ Γέροντος Εὐσεβίου θὰ ἀναφέρουμε τὸ ἑξῆς χαριτωμένο περιστατικό:
Σὲ μία ὁμιλία του στὸ Σιδηρόκαστρο ἀναφερόμενος σὲ τρίτο πρόσωπο, ἀλλὰ φωτογραφίζοντας τὸν ἑαυτό του ἔλεγε:
– Ἐντυπωσιαζόμαστε σήμερα, ὅπως καὶ παλαιότερα, ὅταν βλέπουμε κάποιον νὰ ὁμιλεῖ ξένες γλῶσσες. Καὶ ἂν ξέρει καὶ μία καὶ δύο καὶ τρεῖς καὶ τέσσερεις ἢ καὶ πέντε γλῶσσες, τότε ἐντυπωσιαζόμαστε ἀκόμη πιό πολύ!
Ρωτήθηκε τότε ἀπὸ κάποιον ἀκροατή, ὁ ὁποῖος εἶχε ἀκούσει ὅτι ὁ Γέροντας ὁμιλοῦσε ἄπταιστα Γαλλικά, Ἀγγλικά, Γερμανικά, Σουηδικά, Λατινικὰ καὶ ἀρκετὰ καλὰ Ἰταλικά, γιὰ ἐπιβεβαίωση τῶν ὅσων εἶχε ἀκούσει:
-Ἐσεῖς πόσες γλῶσσες ξέρετε;
Καὶ ὁ μακάριος Γέροντας βυθίζοντας τὸ μεγάλο του χάρισμα μέσα στὸν ὠκεανὸ τῆς ταπεινώσεώς του ἀπήντησε:
-Δυστυχῶς, ξέρω περισσότερες ἀπὸ μιὰ καὶ ἑπομένως σὲ κάθε μία ἀπὸ αὐτὲς ἐπαναλαμβάνω τὶς ἴδιες ἀνοησίες. Θὰ τὶς ἒλεγα μόνο στὰ ἁπλὰ Ἑλληνικά, ἂν ὁμιλοῦσα μόνο Ἑλληνικά.
Καὶ συνέχισε τὴν ὑποτίμηση τοῦ χαρίσματός του μέχρις ἐξοντώσεώς του μὲ ἐκεῖνο τὸ ἀφοπλιστικὸ χαμόγελό του λέγοντας:
-Ἡ γλωσσομάθεια δὲν αὐξάνει τὴν ἐξυπνάδα καὶ τὴν ἱκανότητα κριτικῆς τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἄνθρωπος παραμένει αὐτὸς ποὺ εἶναι. Καὶ ξαναλέω, ὅτι ὅποιος ξέρει μόνο ἑλληνικὰ ἐπαναλαμβάνει μία φορὰ τὴν ἀνοησία του.
Στὸν π. Εὐσέβιο σύμφωνα μὲ τὰ λόγια τοῦ Κυρίου μας: «Ὁ ποιήσας καὶ διδάξας οὗτος μέγας κληθήσεται» (Ματθ. ε΄ 19), θὰ μποροῦσε νὰ τοῦ ἀποδοθεῖ ὁ τίτλος τοῦ Μεγάλου, γιατὶ δὲν ἔμενε στὰ λόγια, ἀλλὰ εὕρισκε πάντοτε «τὴν πρᾶξιν εἰς θεωρίας ἐπίβασιν». Κάποτε μοῦ ζήτησε νὰ συνθέσω μιὰν ἀκολουθία γιὰ τὸν ὅσιο Εὐσέβιο τὸν Αἴθριο. Τὸν ρώτησα γιατὶ τὴν ἤθελε καὶ μοῦ ἀπάντησε ὅτι αὐτὸν τὸν Ἅγιο ἐπέλεξε νὰ τιμᾶ καὶ νὰ τὸν ἑορτάζει. Στὴν ἐρώτησή μου πάλι γιατὶ ἀπὸ τοὺς Ἁγίους μὲ τὸ ὄνομα Εὐσέβιος ἐπέλεξε νὰ τιμᾶ αὐτὸν μοῦ εἶπε χαμηλώνοντας τὸ βλέμμα.
-Γιατὶ ἦταν ἀκτήμων καὶ δὲν εἶχε, ὅπως ὁ Κύριός μας «ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίνῃ» (Λουκ. θ΄ 58)! Δὲν εἶχε κελλὶ στεγασμένο, γι’ αὐτὸ καὶ ὀνομάζεται «αἴθριος». Εἶχε στέγη τὸν οὐρανὸ καὶ ἡ οὐράνια στέγη δίνει τὴν πιὸ σίγουρη προστασία ἀπὸ ὅλες τὶς καιρικὲς συνθῆκες. Αὐτὴ στὰ κρύα τοῦ χειμῶνος μᾶς θερμαίνει περισσότερο ἀπὸ κάθε ἀνθρώπινο θερμαντῆρα καὶ στοὺς καύσωνες τοῦ θέρους μᾶς ψύχει μὲ μιὰ οὐράνια δρόσο. Καὶ ἐγώ, ὁ κεχριαῖος προσπαθῶ τιμώντας τον νὰ τὸν μιμηθῶ, ἀνεπιτυχῶς βέβαια, – νὰ ἡ ἔμφυτη αὐτομεμψία του καὶ ἡ ἄκρα του ταπείνωση- καὶ περιφέρω τὸ σαρκίο μου στὰ ἄλση καὶ τὰ βουνά, παρακαλώντας τον νὰ μὲ ἀξιώσει στὸ ἐλάχιστο νὰ τὸν μιμηθῶ.
Καὶ νὰ σκεφθοῦμε ὅτι τὰ δασύσκια βουνὰ τοῦ Μπέλλες μὲ τὶς βροχές, τὶς παγωνίες, τὰ χιόνια, ὁ Γέροντας Εὐσέβιος τὰ ἅγιασε περπατώντας καὶ εὐχόμενος ἀδιάκοπα.
Τί ἀπ’ ὅλα μποροῦσε κανεὶς νὰ πρωτοθαυμάσει στὸν Γέροντα; Τὸ βάθος τῆς γνώσεως; Τὰ χαρίσματά του; Τὸ ταπεινό του φρόνημα; Τὴν ἑτοιμολογία του; Τὸν ἀνάλαφρο λόγο του; Τὴν προσήνειά του; Τὴν ἀγἀπη του χωρὶς ὅρια, ἀφοῦ σύνθημά του εἶχε τὴν φράση: «Ζῶ γιὰ ν’ ἀγαπῶ καὶ νιώθω ζωντανὸς ἐπειδὴ ἀγαπῶ. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ ζωὴ τῆς καρδιᾶς μου»; Ἦταν ὅλος ἕνα διαυγέστατο δοχεῖο τῆς Χάριτος, ἦταν ὅλος ἁγιασμένος. Ἦταν μιὰ μορφή, ποὺ ὅπως εἶχε γράψει στὰ φοιτητικά τους χρόνια ὁ συνομήλικός του μετέπειτα Ἅγιος Μητροπολίτης Χαλκίδος, Νικόλαος Σελέντης: Εἶναι μιὰ μεγάλη αὐτὴ ψυχή, ψυχὴ ποὺ γεννήθηκε γιὰ νὰ ἁγιάσει!.
Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,
Μέγας Ὑνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας