Από υπερβολική αγάπη για μας, καταδέχτηκε ο Χριστός να ντυθεί και εμφανιστεί με ανθρώπινο σώμα!

4 Ιανουαρίου 2023

Άγιος Αθανάσιος ο Μέγας.

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Αγίου Αθανασίου Αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας
Λόγος περί της ενανθρωπήσεως του Λόγου και της διά σώματος προς ημάς επιφανείας αυτού

 

Απόδοση εις την νέα ελληνική
Αρχιμανδρίτης Δωρόθεος Πάπαρης (νυν Μητροπολίτης Δράμας)

 

Συνέχεια από εδώ: http://www.pemptousia.gr/?p=361216

Ίσως ν’ απορείς γιατί τέλος πάντων ενώ έχω την πρόθεση να μιλήσω για την ενανθρώπηση του Λόγου, εγώ τώρα διηγούμαι για την πλάση των ανθρώπων. Αλλά κι αυτό δεν είναι ανεξάρτητο από το σκοπό της πραγματείας μου. Διότι είναι ανάγκη, εφόσον μιλούμε για την εμφάνιση του Σωτήρα στη γη, να πούμε και για δημιουργία των ανθρώπων· έτσι ώστε να γνωρίζεις ότι η δική μας αιτία έγινε η αφορμή για να κατέβει στη γη· η δική μας παράβαση προκάλεσε τη φιλευσπλαχνία του Λόγου για μας, ώστε να έλθει κοντά μας ο Κύριος και να παρουσιαστεί στους ανθρώπους.

Για δική μας υπόθεση Εκείνος σαρκώθηκε· και για τη δική μας σωτηρία, από υπερβολική αγάπη για μας, καταδέχτηκε να ντυθεί και εμφανιστεί με ανθρώπινο σώμα.

Έτσι, λοιπόν, έπλασε ο Θεός τον άνθρωπο και θέλησε να μείνει στην κατάσταση της αφθαρσίας. Οι άνθρωποι όμως αδιαφόρησαν και απομακρύνθηκαν από το Θεό. Σκέφτηκαν και επινόησαν για τον εαυτό τους την κακία. Και όπως είπαμε προηγουμένως, καταδικάστηκαν στην ποινή του θανάτου, με την οποία τους είχε προειδοποιήσει ο Θεός· στο εξής δεν ζούσαν στην κατάσταση για την οποία είχαν πλαστεί. Οι λογισμοί τους έφερναν τη φθορά και ο θάνατος κυρίευε. Μάλιστα, η παράβαση της εντολής τους επανέφερε στη φυσική τους κατάσταση ώστε, όπως ήταν πριν υπάρξουν, έτσι και τώρα με την πάροδο του χρόνου να υφίστανται τη φθορά που οδηγεί στην ανυπαρξία (και πάλι).

Διότι, αν η φύση τους ήταν τέτοια ώστε να μην υπάρχουν κάποτε, και τους κάλεσε στην ύπαρξη η ενέργεια και αγάπη του Λόγου, ήταν επόμενο ότι, όταν οι άνθρωποι αρνήθηκαν το Θεό, να καταντήσουν στην κατάσταση των μη όντων (ανυπαρξία)· διότι τα κακά είναι μη όντα (ανύπαρκτα), ενώ όντα (υπαρκτά) είναι τα καλά, εφόσον προέρχονται από τον όντα (υπάρχοντα) Θεό. Έτσι, έχασαν τη δυνατότητα να υπάρχουν αιώνια. Αυτό σημαίνει ότι,
όταν διαλύονται, μένουν στο θάνατο και τη φθορά.

Από τη φύση του λοιπόν ο άνθρωπος είναι θνητός, επειδή προήλθε από την ανυπαρξία. Θα μπορούσε βέβαια, λόγω της ομοιότητάς του με τον όντα Θεό αν έμενε πιστός στη σχέση μαζί του, να καταργούσε αυτή τη φθορά της φύσεώς του και να γινόταν άφθαρτος. Το λέει και η Σοφία (Σολομώντα): «Η τήρηση των εντολών φέρνει την αφθαρσία». Όντας λοιπόν άφθαρτοςο άνθρωπος, θα ζούσε όπως ο Θεός· κι αυτό το λέει η Αγία Γραφή: «Εγώ είπα ότι μπορείτε να γίνετε όλοι θεοί και παιδιά του ύψιστου Θεού· αλλά σεις πεθαίνετε ως φθαρτοί άνθρωποι και πέφτετε όπως πέφτουν από την εξουσία οι άρχοντες».

Ο Θεός δεν μας έπλασε μόνο από το μηδέν αλλά μας δώρησε με τη χάρη του Λόγου του και τη δυνατότητα να ζούμε σύμφωνα με το θέλημά του. Οι άνθρωποι όμως αρνήθηκαν τα αιώνια· με συμβουλή του διαβόλου επέστρεψαν στη φθορά της φύσεως και έγιναν οι ίδιοι αίτιοι της καταστροφής τους εισάγοντας στη ζωή τους το θάνατο. Ενώ είχαν, όπως είπα παραπάνω, φθαρτή φύση, μπορούσαν, αν έμεναν σταθεροί στην καλωσύνη, να ξεπεράσουν τη θνητότητα της φύσης μετέχοντας στη χάρη του Λόγου.

Επειδή συνυπήρχε μέσα τους ο Λόγος, δεν θα τους επηρέαζε η φυσική φθορά καθώς το λέει και η Σοφία (Σολομώντα): «Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο για να μένει άφθαρτος και ν’ αποτελεί εικόνα της δικής Του αΐδιας φύσεως. Από φθόνο όμως του διαβόλου εισήλθε στον κόσμο ο θάνατος».

Μετά το γεγονός αυτό, οι άνθρωποι πέθαιναν και η φθορά βασίλευε στη ζωή τους και ξεπερνούσε τη φυσική κατάσταση του ανθρώπινου γένους. Διότι η φθορά είχε λάβει την απειλή του Θεού εναντίον των ανθρώπων σε περίπτωση παράβασης της εντολής.

Επιπλέον, και στη διάπραξη των αμαρτημάτων τους οι άνθρωποι δεν είχαν κάποιο όριο· επεκτείνονταν σιγά σιγά και έφτασαν τέλος στην ασυδοσία.

Στην αρχή, ανακάλυψαν την κακία και προκάλεσαν σε βάρος του εαυτού τους το θάνατο και τη φθορά. Στη συνέχεια, παρεκτράπησαν σε αδικίες και ξεπέρασαν κάθε είδος παρανομίας. Δεν σταμάτησαν σ’ ένα κακό, αλλά συνεχώς επινοούσαν νεότερα κακά· έτσι, έφτασαν στο σημείο να γίνουν αχόρταγοι στις αμαρτίες.

Παντού γινόταν μοιχείες και κλοπές· όλη η γη ήταν γεμάτη από φόνους και αρπαγές. Κανένας νόμος δεν μπορούσε ν’ αντιμετωπίσει τη φθορά και αδικία. Όλα τα κακά, καθένα χωριστά και όλα μαζί, τα έκαναν όλοι.

Πολεμούσαν πόλεις εναντίον πόλεων· επαναστατούσαν έθνη εναντίον άλλων εθνών. Όλη η οικουμένη είχε διαιρεθεί από επαναστάσεις και μάχες· καθένας συναγωνίζονταν τον άλλον σε παρανομίες.

Δεν τους ήταν άγνωστες ούτε οι παρά φύσιν καταστάσεις, όπως το είπε και ο μάρτυρας του Χριστού Απόστολος (Παύλος): «Οι γυναίκες άλλαξαν τη φυσική χρήση του σώματός τους σε παρά φύσιν· το ίδιο και οι άνδρες: άφησαν τη φυσική σχέση με τις γυναίκες και στράφηκαν με πάθος να επιθυμούν τους ομοφύλους τους· άνδρες με άνδρες διαπράττουν διαστροφικές ασχήμιες. Πληρώνονται όμως στον ίδιο τους τον εαυτό το αντίτιμο της διαστροφικής ζωής τους».

Επειδή λοιπόν κυριάρχησε ο θάνατος και η φθορά παρέμενε στη ζωή των ανθρώπων, το ανθρώπινο γένος χανόταν· ο λογικός και κατ’ εικόνα Θεού πλασμένος άνθρωπος καταστραφόταν.

Έτσι, το έργο του Θεού που γινόταν οδηγούνταν στην απώλεια. Διότι και ο θάνατος, όπως προείπα, είχε ισχύ νόμου σε βάρος μας. Και δεν μπορούσε κανείς να ξεφύγει το νόμο που τον είχε θεσπίσει ο Θεός εξαιτίας της παραβάσεως (των πρωτοπλάστων). Θα ήταν μάλιστα ανακόλουθο και ανάξιο στο Θεό να συμβεί κάτι τέτοιο.

Θα ήταν πρώτα ανακόλουθο· διότι, ενώ το είπε ο Θεός, στη συνέχεια αποδείχνεται ψεύτης· δηλαδή, ενώ νομοθέτησε ότι θα πεθάνει ο άνθρωπος αν παραβεί την εντολή του, στη συνέχεια, μετά την παράβαση, να μην πεθαίνει· έτσι, καταπατείται ο λόγος του Θεού.

Δεν θα ήταν αληθινός Θεός, αν έλεγε ότι θα πεθαίνουμε, και δεν πεθαίναμε. Έπειτα, θα ήταν και ανάξιο του Θεού· διότι, τα λογικά όντα που μία φορά τα δημιούργησε ο Λόγος και μετείχαν σ’ Αυτόν, να χάνονται και να επιστρέφουν πάλι μέσω της φθοράς στην ανυπαρξία.

Δεν θα ήταν άξιο στην αγαθότητα του Θεού, να πεθαίνουν τα πλάσματά του, εξαιτίας της δόλιας απάτης του διαβόλου σε βάρος των ανθρώπων. Εξάλλου, θα ήταν ό,τι πιο ανάξιο να καταστρέφεται η δημιουργική τέχνη του Θεού στους ανθρώπους ή εξαιτίας της αμέλειάς τους ή εξαιτίας της απάτης των δαιμόνων.

Αφού λοιπόν φθείρονταν τα λογικά πλάσματα και χάνονταν τέτοια δημιουργήματα, τι έπρεπε να κάνει ο πανάγαθος Θεός; Να επιτρέψει να τους νικά η φθορά και ο θάνατος να τους κυριεύει; Αλλά τότε, ποια ήταν η ανάγκη να δημιουργηθούν από την αρχή; Έπρεπε καθόλου να μη δημιουργηθούν παρά να δημιουργηθούν κι έπειτα να παραμεληθούν και χαθούν.

Διότι είναι μεγαλύτερη η αδυναμία του Θεού και η έλλειψη αγαθωσύνης, αν δημιουργεί πρώτα ένα έργο και το αφήνει μετά από αμέλεια να καταστραφεί, παρά αν εξαρχής δεν τον δημιουργούσε. Αν δεν το δημιουργούσε, δεν θα του καταλόγιζε κανείς αδυναμία· αφού όμως το δημιούργησε και το έφερε στην ύπαρξη, είναι υπερβολικά παράλογο να καταστρέφεται, και μάλιστα μπροστά στα μάτια του. Έπρεπε λοιπόν να μην αφήσει τους ανθρώπους να βαδίζουν στην απώλεια, επειδή κάτι τέτοιο είναι απρεπές και ανάξιο στην αγαθωσύνη του Θεού.

Συνεχίζεται…

 

Από την ιστοσελίδα: http://users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/paterikon/a8anasios_megas_logos_peri_enan8rwphsews.htm