Κρυφό Σχολειό. Η ιστορική αλήθεια

26 Ιανουαρίου 2023

Το Κρυφό Σχολειό, από τη δεκαετία του 1990 δεν αποτελεί απλώς ένα ιστορικό στοιχείο. Έχει αναχθεί σε σύμβολο σύγκρουσης των κλασικών ιστορικών της Επανάστασης με τους σύγχρονους αποδομητές της ιστορίας της ύστερης μεταπολίτευσης[1]. Πριν από το διάστημα αυτό, οι αμφισβητίες είναι ελάχιστοι[2]. Από την τελευταία δεκαετία όμως του 20ου αιώνα, το Κρυφό Σχολειό θα αναχθεί, με πρωτεργάτη τον Άλκη Αγγέλου[3] σε κομβικό στοιχείο της μεγάλης ιδεολογικής αντιπαράθεσης Εκκλησίας και «εκσυγχρονισμού» που θα κορυφωθεί τα αμέσως επόμενα χρόνια, με αφορμή το ζήτημα της αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες των πολιτών. Το βασικό στοιχεία περί μη ύπαρξης Κρυφού Σχολειού είναι τα προνόμια που δόθηκαν από τον Σουλτάνο Μεχμέτ τον Β΄ στον Γεννάδιο Σχολάριο  για την Εκκλησία, κάτι που κατά τη γνώμη των «εκσυγχρονιστών», είχε ως αυτονόητη συνέπεια την ελεύθερη ύπαρξη σχολείων. Επιπροσθέτως, οι ίδιοι επισημαίνουν πως δεν υπάρχουν επίσημα κείμενα, που να απαγορεύουν ή να κλείνουν ελληνικά σχολεία.

Ιστορικά επιχειρήματα για την ύπαρξη κρυφών σχολειών

Είναι όμως πολλά τα επιχειρήματα για το αβάσιμο αυτών των απόψεων:

Κατ΄ αρχάς, είναι βέβαιον πως οι Τούρκοι κατακτητές είχαν εντοπίσει πως δύο ήτανε οι βασικοί τόποι ενίσχυσης της εθνικής συνείδησης και κατά συνέπεια, τόποι εκκόλαψης εξεγέρσεων: οι εκκλησίες και τα σχολεία.

Στις πόλεις σπανιότατα επιτρεπόταν η ανέγερση ναού και όσοι ναοί βρίσκονταν κοντά σε μουσουλμανικούς χώρους κατεδαφίζονταν. Γνωρίζουμε επίσης πως αποτελούσε επίσημη πρακτική των διαδόχων του Μωάμεθ η μετατροπή χριστιανικών ναών σε τζάμια και μόνο τρεις από τους ναούς της πάλαι ποτέ Βασιλεύουσας διατηρήθηκαν. Τους περίλαμπρους ναούς αντικατέστησαν πρόχειρες ξύλινες κατασκευές, οι οποίες, επίσης συχνά, κατεδαφίζονται εν μία νυκτί, ιδιαίτερα αν έβρισκαν μέσα το οτιδήποτε καινούργιο που συνέβαλε στη συντήρηση τους[4].

Όσο για τα σχολεία, αν και οι Τούρκοι ανέχονταν, κατά κάποια έννοια, τις εκπαιδευτικές πρακτικές των ραγιάδων, ωστόσο συνεχώς «τις είχαν στο στόχαστρο». Για να ιδρυθεί ένα σχολείο, απαραίτητη διαδικασία ήταν η δωροδοκία. Αλλά και όταν ιδρυόταν, πάνω σε αυτό ξεσπούσε το τουρκικό μένος, όταν υπήρχαν πολιτικές ταραχές.

Κατά δεύτερον, η διατήρηση της ελληνικής γλώσσας ήταν επίσης κάτι που ενοχλούσε υπερβολικά τους Τούρκους με συχνά περιστατικά ακραίων μέτρων:

Ο Πηγάς (1549-1601), πατριάρχης Αλεξανδρείας μετά το 1590 και ένας από τους σημαντικότερους πνευματικούς ηγέτες του Γένους κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, σε επιστολή του προς τους Ορθόδοξους της Πολωνίας το 1598, αναφέρεται στην καταδίωξη και την απαγόρευση της ελληνικής γλώσσας καθώς και την πυρπόληση βιβλίων ελληνικών κατά τη διάρκεια της πατριαρχίας του προκατόχου του Σιλβέστρου (1565-1590). Αναφέρει μάλιστα πως «καθά μοι Ιωακείμ τις γέρων διηγείτο, τριάκοντα χιλιάδες γλωσσών εν τη Αιγύπτω απετμήθησαν ημέρα μία, δια το μόνον ελληνιστί λαλήσαι»[5].

Δεν υπάρχει ούτε μία απόφαση ιδρύσεως ελληνικού κοσμικού εκπαιδευτηρίου στην οθωμανική επικράτεια κατά την Τουρκοκρατία, γεγονός που μας καθιστά βεβαίους για την επίσημη αν και όχι πάντα εμφανή πολιτική των Τούρκων απέναντι στην απρόσκοπτη μόρφωση των Ελλήνων. Άλλωστε, το ενδεχόμενο αυτό είναι το μόνο συμβατό με τον συστηματικό εξισλαμισμό χριστιανικών πληθυσμών, τον οποίον μόνον  η εκκλησιά και το σχολειό μπορούσαν να δυσχεράνουν.

Συνεπώς, είναι φανερό πως Κρυφά Σχολειά, ημιπαράνομα και ημιμόνιμα, όχι μόνο υπήρξαν αλλά δεν θα ήταν δυνατόν να μην υπάρχουν. Και αν δεν υπάρχουν μαρτυρίες, είναι ακριβώς διότι τέτοιες δραστηριότητες καλύπτονταν από ένα πέπλο μυστικότητας για τις αυτονόητες συνέπειες.

Δεν είναι τυχαίο πως τα περισσότερα Κρυφά Σχολειά, από υπαινιγμούς ή από την παράδοση, τα βρίσκουμε εντοπισμένα κοντά στα μοναστήρια, όπου αποτελούσαν τα πιο απομακρυσμένα κέντρα από το «μάτι» του κατακτητή. Αλλά και όταν ο Διαφωτισμός της Ευρώπης έφερε σιγά σιγά μία αλλαγή στα πράγματά της τουρκοκρατούμενης Ελλάδας, η επίσημη έναρξη ελληνικού σχολείου χρειαζόταν σουλτανικό φιρμάνι, ακριβώς για να καμφθούν οι αντιδράσεις των Οθωμανών του τόπου εκείνου που διαρκώς τα απειλούσαν[6].

Επίσημη μαρτυρία για Κρυφό Σχολειό μας δίνει ο Στέφανος Κανέλλος (1792-1823), διαφωτιστής και οπαδός των απόψεων του Κοραή, από τους βασικούς συνεργάτες του «Λόγιου Ερμή»[7]. Οι επιστολές που έστειλε προς τον φιλέλληνα Καρλ Ίκεν εκδόθηκαν με τον τίτλο Leukothea. Εκεί αναφέρεται σαφώς πως οι  Τούρκοι «εμπόδιζαν τα σχολεία αυστηρότερα και από τας εκκλησίας. Τούτο και άλλαι συγχρόνως αιτίαι εβίαζαν τους Γραικούς…να συστένουν κοινά σχολεία κρυφίως»[8]. Η μαρτυρία του έχει ιδιαίτερη σημασία, καθότι συγκαταλέγεται μεταξύ των ριζοσπαστών διαφωτιστών, διατυπώνοντας συχνά μομφές κατά του Κλήρου για την στάση του απέναντι στον Διαφωτισμό[9]. Πρόκειται για πρόσωπο αξιόπιστο, ακριβώς διότι δεν συγκαταλέγεται μεταξύ των «παραδοσιακών» αλλά μεταξύ των διαφωτιστών που διατύπωσαν κρίσεις υποτιμητικές για την Εκκλησία ως προς τη στάση της απέναντι στο Διαφωτισμό.

Συμπερασματικά, το Κρυφό Σχολειό αποτελεί όχι μόνον ιστορικό γεγονός, αλλά και σύμβολο για τις δυσκολίες και τις διώξεις που αντιμετώπιζε η παιδεία στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα και ως τέτοιο την εξέλαβε ο ελληνικός λαός. Η μόδα των τελευταίων δεκαετιών, να εξυψώνεται η ανεκτικότητα των Τούρκων στο όνομα μιας  -Κύριος οίδε τι είδους – προσέγγισης με τους εξ ανατολών γείτονες, είχε σαν άμεση συνέπεια την υποβάθμιση των δεινών των Ελλήνων και κατά συνέπεια  του ρόλου της Εκκλησίας η οποία είχε επωμιστεί αυτή τη διαδικασία. Είναι καλό να γνωρίζουμε πως η αμφισβήτηση του Κρυφού Σχολειού δεν αποτελεί μεμονωμένο σύμπτωμα αλλά ένα δείγμα μιας γενικότερης ιδεολογικής αγκύλωσης ως προς την ιστορική καταγραφή.

Παραπομπές:

[1] Βλ. Γιώργου Καραμπελιά, «Το Κρυφό Σχολειό, οι Έλληνες διαφωτιστές του 19ου αιώνα και η αποδομητική ιστοριογραφία της ύστερης μεταπολίτευσης»  στο Ελληνικός και Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός, Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, πρακτικά Δ΄ Συνεδρίου, εκδ. Αρχονταρίκι, 119-143.

[2] Βλ. Γιάννης Βλαχογιάννης, «Το Κρυφό Σχολειό», Νέα Εστία τ. 436 (15 Αυγούστου 19450, 679.

[3] Άλκη Αγγέλου, Το Κρυφό Σχολειό. Χρονικό ενός μύθου, εκδ. Εστία, Αθήνα 1997.

[4] «Οι οθωμανοί ηρεύνων τα εκκλησίας επιμελώς, και αν εύρισκον έστω και ήλον ένα ή κέραμον, κατεδίωκον τους χριστιανούς ή διέτασσον την κατεδάφισιν». Α. Διομήδη-Κυριακού, Δοκίμιον Εκκλησιαστικής Ιστορίας, Αθήνα 1872, 272.

[5] Α. Κομνηνού-Υψηλάντη, Τα μετά την Άλωσιν, Κων/πολις 1870, 117.

[6] Σε επιστολή του Κωνσταντά, από το αρχείο της Βιβλιοθήκης Μηλεών, που είναι δημοσιευμένη και σχολιασμένη στο Απ. Διαμαντή, «Τα φώτα και η φθοροποιός των Ελλήνων αποστασία», στο Τα Ιστορικά 48 (2008), 33-54.

[7] Με τον τίτλο Ερμής ο Λόγιος ή Λόγιος Ερμής ήταν γνωστό το δεκαπενθήμερο φιλολογικό περιοδικό στην ελληνική γλώσσα που εκδιδόταν από το 1811 έως το 1821 στην ελληνική παροικία της Βιέννης, φέρνοντας κοντά τους Έλληνες λόγιους της διασποράς. Εμπνευστής του περιοδικού ήταν ο Αδαμάντιος Κοραής και πρώτος διευθυντής του περιοδικού ο Άνθιμος Γαζής. Θεωρείται ως το σημαντικότερο περιοδικό της περιόδου πριν την έναρξη της ελληνικής επανάστασης,[

[8] Carl Iken, Leukothea, τ. 1, λειψία 1825, 7,14.

[9] Βλ. σχετικά, αρχιμ. Α. Δημητρακοπούλου, Επανορθώσεις Σφαλμάτων παρατηρηθέντων εν τη Νεοελληνική Φιλολογία του Κ. Σαθά, μετά καί τινων προσθηκών, Τεργέστη 1872, 50-51.