Ρόμπερτ Κρόφορντ: Η επιστήμη συνήθως αρχίζει με ένα πρόβλημα που χρειάζεται επίλυση

18 Φεβρουαρίου 2023

Στο α΄ κεφάλαιο, λοιπόν, προσεγγίζεται η μεθοδολογία της επιστήμης. Αρχικά, πολύ βασική για την επιστήμη είναι η παρατήρηση. Οι επιστήμονες και οι φιλόσοφοι εξάγουν συμπεράσματα, τα οποία έχουν βασίσει στην παρατήρηση της πραγματικότητας. Στην παρατήρηση, όμως, ως μέθοδο ελλοχεύει ένα πρόβλημα: ο κάθε επιστήμονας μπορεί να παρατηρεί το ίδιο πράγμα με διαφορετική ματιά. Αντιθέτως, η μέθοδος της αφαίρεσης, η οποία έχει ως στόχος να οδηγηθεί από το γενικό στο ειδικό, είναι πιο βέβαιη, γνωστή και ως παραγωγική συλλογιστική πορεία. Προκειμένου να οδηγηθεί κανείς σε ένα έγκυρο συμπέρασμα, το οποίο δηλαδή ισχύει, χρειάζεται οι προκείμενές του να είναι αληθείς και να ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.

Η επιστήμη συνήθως αρχίζει με ένα πρόβλημα που χρειάζεται επίλυση. Για παράδειγμα, ο Gregor Mendel, ένας Αυστριακός μοναχός που έζησε στα 1800, είχε προβληματιστεί για τα φανερά κληρονομικά χαρακτηριστικά των φυτών. Άρχισε την έρευνά του κατασκευάζοντας μια υπόθεση που αφορούσε τους νόμους της κληρονομικότητας και κατέληξε να προβλέπει τα χαρακτηριστικά στα νέα φυτά.  Επίσης, ο Karl Popper υποστήριξε πως η επιστήμη είναι αυτή που επιλύει προβλήματα. Δήλωσε πως η ανάπτυξη κάθε θεωρίας αρχίζει από υποθέσεις οι οποίες τίθενται σε εφαρμογή, σε πειραματικό στάδιο, μέχρι να αποδειχτούν είτε ότι ήταν σωστές είτε ότι ήταν εσφαλμένες. Ο ίδιος ισχυριζόταν πως η απόλυτη αλήθεια δεν μπορεί να επιτευχθεί ποτέ. Τέλος, προτείνει πως ο επιστήμονας καταλήγει πάντοτε με περισσότερα αρνητικά αποτελέσματα παρά με θετικά.  Ωστόσο, ο Imre Lakatos πρότεινε πως ένας επιστήμονας δεν πρέπει να εγκαταλείπει τη θεωρία του, όταν τα αποτελέσματά της είναι αρνητικά. Αντιθέτως, είναι καλύτερο να περιμένει από καλύτερες θεωρίες να την αντικαταστήσουν. Μια υπόθεση στον επιστημονικό κλάδο είναι καλύτερο από το τίποτα.

Τρεις προσεγγίσεις, όπως παρουσιάζονται από τον Crawford, για την επιστημονική γνώση είναι οι εξής:

  1. Η Υποκειμενική: η επιστήμη βασίζεται στις εμπειρίες ή στις αισθητηριακές αντιλήψεις
  2. Η Συμφωνία: μια θεωρία για να θεωρηθεί έγκυρη πρέπει να έχει την ομοφωνία των επιστημών.
  3. Η Αντικειμενική: η επιστήμη δεν βασίζεται σε υποκειμενικές αντιλήψεις ούτε σε ομόφωνες αποφάσεις.

Ο Chalmes υποστήριξε πως η αντικειμενική σκοπιά είναι εκείνη που υποσκάπτει την ομοφωνία των επιστημών και την υποκειμενικότητα του επιστήμονα. Αρχικά, η υποκειμενικότητα χρειάζεται την εξέταση μέσω δοκιμασιών – πειραμάτων και τη συνεργασία άλλων. Η ομόφωνη άποψη είναι άκυρη από μόνη της, γιατί θεωρεί πως οι επιστημονικές θεωρίες βρίσκονται υπό την κατοχή μιας ομάδας επιστημόνων. Αντιθέτως, η επιστήμη είναι διεθνής: ο Γαλιλαίος στην Ιταλία, ο Νιούτον στην Αγγλία, ο Αϊνστάιν στη Γερμανία και άλλοι. Ο Popper θα συμφωνούσε με τον Chalmes, καθώς πιστεύει πως μια θεωρία είναι αληθινή ή πιο κοντά στην αλήθεια από ότι μια ομάδα ανθρώπων. Αυτός, όμως, κάνει λόγο για τρεις έννοιες: η φυσική, η πνευματική, και ο κόσμος των ιδεών. Ο νους είναι ο σύνδεσμος ανάμεσα στη φυσική και τον κόσμο των ιδεών.

Οι επιστημονικοί όροι πρέπει να είναι ακριβείς. Όσο πιο ακριβής είναι μια θεωρία τόσο το καλύτερο. Υπάρχει ακόμη και η αρχή της απλότητας η οποία ορίζει πως η πιο απλή από δύο ή παραπάνω θεωρίες φαίνεται να είναι πάντα και η πιο αληθής.

Ο Michael Polanyi υποστήριξε ότι η επιστήμη είναι και αντικειμενική και υποκειμενική σε αντίθεση με τον Chalmers. Οι επιστήμονες βασίζονται στην εμπειρία τους και τα αισθητηριακά τους κριτήρια. Παρατηρούν και καταγράφουν την πραγματικότητα και μετά οδηγούνται στη θεωρία.

Η δοκιμασία μιας θεωρίας είναι δύσκολη υπόθεση. Ο λόγος που ο  Crawford διατυπώνει αυτήν την άποψη είναι επειδή εκείνη θα βρεθεί στην κρίση άλλων επιστημόνων και, ακόμα και αν καταφέρει να δημοσιευτεί, δεν σημαίνει αναγκαστικά και επιτυχία. O Barbour υποστηρίζει ότι υπάρχουν ορισμένα κριτήρια για την αξιολόγηση της επιστημονικής θεωρίας: πρέπει να υπάρξει συμφωνία, συνοχή και διασύνδεση με τις άλλες θεωρίες. Μια επιστημονική θεωρία είναι ισχυρή, αν υπάρχει ποικιλία από αποδεικτικά στοιχεία. Χρειάζεται ακόμη να επισημανθεί πως η επιστήμη δεν οδηγεί αναγκαστικά σε βεβαιότητα, γιατί οι θεωρίες αλλάζουν συχνά.

Όσο περισσότερο μελετά η επιστήμη το σύμπαν, τόσο πιο εκπληκτικό φαίνεται, καθώς ανακαλύπτονται όλο και περισσότερα στοιχεία και γνώσεις για αυτό. Όμως, η επιστήμη έχει οδηγηθεί να αντιμετωπίζει παράδοξα. Δουλεύει με δύο είδη χρόνου: αυτόν που γνωρίζουμε για το παρελθόν, το παρόν και μέλλον, και τον στατικό χρόνο της φυσικής. Προβληματισμός επικρατεί για το ποιος χρόνος είναι ο αληθής και ποιος αποτελεί ψευδαίσθηση.

Οι επιστημονικοί όροι προβλέπουν τι να αναμένουν οι άνθρωποι και πρέπει να βρίσκονται σε συνοχή ο ένας με τον άλλον. Η λογική είναι το εργαλείο μέσω του οποίου περιγράφεται η φύση. Η λογική από μόνη της έχει τα προβλήματά της και η επιστήμη αλλάζει τις οπτικές της όσο αναπτύσσεται η γνώση. Υπάρχουν πολλά ερωτήματα τα οποία η επιστήμη δεν μπορεί να απαντήσει. Εκείνη περιορίζεται, επομένως, στην εξήγηση των εσωτερικών υποθέσεων του κόσμου.

Όπως ακριβώς η θρησκεία, έτσι και η επιστήμη ασχολείται με αόρατες οντότητες. Ο πιστός μιλάει για τον Θεό, την πίστη, τη χάρη και την εξιλέωση, για έναν αόρατο κόσμο. Από την άλλη, ο επιστήμονας αναφέρεται σε άτομα, ηλεκτρόνια, πυρήνες, ιούς, ορμόνες, γονίδια που δεν ανιχνεύονται με το μάτι. Οι επιστήμονες είναι ικανοποιημένοι όταν το αποτέλεσμά τους φαίνεται αληθοφανές, ακόμα και όταν γνωρίζουν πως μπορεί να μην ανταποκρίνεται ολοκληρωτικά στην πραγματικότητα και την αλήθεια. Η επιστήμη δεν ανακαλύπτει τον κόσμο, αλλά τον δημιουργεί.

Συνοψίζοντας, η επιστημονική μέθοδος αποτελείται από δεδομένα, μετρήσεις και παρατηρήσεις και δοκιμή ιδεών με πειράματα. Η επιστημονική θεωρία προχωρά από την υπόθεση στη θεωρία και μετά στον νόμο. Το ερώτημα «πώς είναι ο κόσμος» βασίζεται σε υποθέσεις, γιατί οι επιστήμονες δεν μπορούν να εξηγήσουν το κάθε τι.

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ