Η σωματική και η πνευματική τύφλωση
21 Μαΐου 2023Η σημερινή Κυριακή, αγαπητοί μου αδελφοί, είναι η έκτη Κυριακή από του Πάσχα, η Κυριακή του τυφλού και το μεν Αποστολικό ανάγνωσμα, που ακούσαμε προηγουμένως είναι μια περικοπή από το 16ο κεφάλαιο των Πράξεων, το δε Ευαγγελικό μια περικοπή από το 9ο του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου, στο οποίο ο Ευαγγελιστής μας περιγράφει το θαύμα της θεραπείας ενός τυφλού, που ήταν τυφλός εκ γενετής. Πρόκειται για ένα θαύμα μοναδικό και καταπληκτικό στο είδος του, που μας το διασώζει μόνος ο ευαγγελιστής Ιωάννης στο Ευαγγέλιό του, το οποίο έκανε ο Κύριος πάλι στην Ιερουσαλήμ, λίγο καιρό μετά την εορτή της σκηνοπηγίας. Το εν λόγω θαύμα έχει κάτι το ιδιαίτερο και ξεχωριστό σε σχέση με τα άλλα, διότι εδώ δεν έχουμε να κάνουμε απλώς με τη θεραπεία τυφλών οφθαλμών, αλλά με την δημιουργία οφθαλμών με τον πηλό τον οποίο δημιούργησε ο Κύριος με το πτύσμα Του και το χώμα, διότι μέσα στις κόγχες του τυφλού προηγουμένως δεν υπήρχαν καν οφθαλμοί. Πρόκειται δηλαδή για ένα θαύμα δημιουργικής δυνάμεως, το οποίο μας θυμίζει την δημιουργία του Αδάμ υπό του Θεού, τον οποίον ο Θεός δημιούργησε, σύμφωνα με την διήγηση της Γραφής, «χουν λαβών από της γης», αφού πήρε χώμα από τη γη.
Όπως σημειώνει ο ιερός Ευαγγελιστής, ο Κύριος πήρε την λάσπη που δημιούργησε με το πτύσμα Του και το χώμα, την έβαλε μέσα στις κόγχες του τυφλού και του έδωσε εντολή, να πάει και να πλυθεί στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ. Και εκείνος πράγματι πήγε και πλύθηκε και αμέσως απέκτησε υγιείς οφθαλμούς. Εκείνο που έχει σημασία εδώ να τονίσουμε είναι, ότι ο τυφλός δέχεται να επιχρίσει ο Κύριος με πηλό τα μάτια του, χωρίς να προβάλει καμία αντίδραση και στη συνέχεια κάνει υπακοή στην εντολή του Κυρίου, χωρίς να προβάλει κανένα ερώτημα και χωρίς να ζητήσει καμία εξήγηση, παρ’ όλο που ο Κύριος δεν του απεκάλυψε προηγουμένως την θαυματουργική του δύναμη, ούτε το σκοπό για τον οποίο έβαλε πηλό στα μάτια του. Η υπακοή του τυφλού μπορούμε να πούμε, ότι γίνεται παράδειγμα προς μίμηση για όλους μας. Τέτοια υπακοή ζητάει και από μας ο Κύριος. Πλήρη και τελεία, χωρίς αντιρρήσεις, χωρίς αντιδράσεις και χωρίς επιφυλάξεις. Υπακοή με πλήρη εμπιστοσύνη στο θέλημά Του, αν θέλουμε βέβαια και εμείς να θεραπευθούμε από την πνευματική τύφλωση από την οποία πάσχουμε. Όμως ο εγωϊσμός, που έχουμε μέσα μας, δεν μας αφήνει να ταπεινωθούμε και να κάνουμε υπακοή. Αν μας δώσει κάποια οδηγία ο πνευματικός, ή κάποιος ποιμένας της Εκκλησίας, αμέσως αντιδρούμε, προβάλλουμε αντιρρήσεις, θέλουμε να γίνει το θέλημά μας. Οπότε η Χάρις του Θεού δεν μπορεί να έλθει μέσα μας και να φωτίσει το σκοτάδι της ψυχής μας.
Αυτό το μοναδικό και συγκλονιστικό θαύμα, το οποίο διαλαλεί σαν μια ηχηρή σάλπιγγα από μόνο του με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο, ότι ο αυτουργός του δεν είναι μόνον άνθρωπος, αλλά και Θεός, ότι είναι δηλαδή ο αναμενόμενος Μεσσίας, έγινε αφορμή, όπως θα δούμε παρά κάτω, να φανερωθεί η πνευματική τύφλωση πολλών από εκείνους που το διαπίστωσαν και ιδίως των Φαρισαίων, ενώ παράλληλα έγινε αφορμή, να ανοίξουν μαζί με τα μάτια του σώματος και τα μάτια της ψυχής του εκ γενετής τυφλού. Οι συγγενείς του τυφλού και οι Φαρισαίοι ζητούν με αλλεπάλληλες ανακρίσεις, να μάθουν πως θεραπεύτηκε. Και ενώ πληροφορούνται από τον τυφλό, ότι ο Ιησούς είναι εκείνος, που τον θεράπευσε με ένα θαυμαστό τρόπο, αυτοί πασχίζουν με κάθε τρόπο, είτε να αρνηθούν το θαύμα (και ας είναι χειροπιαστό), είτε να το διαστρέψουν, παρουσιάζοντάς το ως μη γενόμενο από τον Χριστό, αλλά από τον Θεό, είτε να παρουσιάσουν τον Χριστό ως άνθρωπο αμαρτωλό. Ο φθόνος και το μίσος έχει τυφλώσει τους ψυχικούς οφθαλμούς των. Φοβερό και ολέθριο πάθος ο φθόνος αδελφοί μου, το οποίο έχει τη δύναμη να μας χωρίσει αιωνίως από τον Χριστό, αν δεν το καταπολεμήσουμε. Ο φθονερός άνθρωπος μοιάζει με φαρμακερό φίδι, που καραδοκεί να χύσει το δηλητήριο της συκοφαντίας, προκειμένου να εξοντώσει το φθονούμενο πρόσωπο. Ας προσέξουμε και ας ερευνήσουμε τη συνείδηση μας, μήπως μέσα και στην δική μας ψυχή έχει εισχωρήσει αυτό το φοβερό πάθος και αν διαπιστώσουμε κάτι τέτοιο, ας τρέξουμε στον πνευματικό μας και ας ακολουθήσωμε τις οδηγίες του, για να απαλλαγούμε από αυτό.
Ενώ λοιπόν η Θεότης του Χριστού λάμπει όπως ο ήλιος, οι Ιουδαίοι κλείνουν πεισματικά τα μάτια της ψυχής των και αρνούνται να πιστεύσουν στον ήλιο της Δικαιοσύνης, τον Χριστό, από πολύ φθόνο και εγωισμό, διότι όπως σημειώνει ο Ευαγγελιστής: «ουκ επίστευσαν ουν οι Ιουδαίοι περί αυτού ότι τυφλός ην και ανέβλεψεν, έως ότου εφώνησαν τους γονείς αυτού του αναβλέψαντος». Δεν επίστευσαν οι Ιουδαίοι, ότι προηγουμένως ήταν τυφλός και με θαυμαστό τρόπο ανέβλεψε, μέχρις ότου φώναξαν τους γονείς του, ελπίζοντας από την μαρτυρία των γονέων, να αντλήσουν κάποια στοιχεία, για να αρνηθούν το θαύμα.
Αλλά ποια ήταν η στάση των γονέων απέναντι στο θαύμα; Αντί να ευχαριστήσουν τον Ευεργέτη τους, που θεράπευσε το παιδί τους, που βασανιζόταν τόσα χρόνια στο σκοτάδι, αυτοί προσποιούνται άγνοια. Ενώ αναγνωρίζουν, ότι αυτό είναι το παιδί τους, φοβούνται να ομολογήσουν, ότι ο Χριστός το θεράπευσε. Αλλά γιατί φοβούνται; Την εξήγηση μας την δίδει ο Ευαγγελιστής: «ταύτα είπον οι γονείς αυτού, ότι εφοβούντο τους Ιουδαίους· ήδη γαρ συνετέθειντο οι Ιουδαίοι ίνα, εάν τις αυτόν ομολογήση Χριστόν, αποσυνάγωγος γένηται». Είχαν απειλήσει οι Φαρισαίοι, ότι όποιος ομολογούσε, ότι αυτός που κάνει τα θαύματα είναι ο Χριστός, θα αποβληθεί από την Συναγωγή. Οι γονείς φοβήθηκαν, μήπως οι Φαρισαίοι τους διώξουν από τη Συναγωγή. Τι κρίμα!! Για να μη χάσουν το εισιτήριο της Συναγωγής, έχασαν το εισιτήριο της Βασιλείας των Ουρανών. Ας προσέξουμε και εμείς αδελφοί μου, μήπως πάθουμε ό,τι έπαθαν οι γονείς του τυφλού. Μήπως δηλαδή τελικά χάσουμε το εισιτήριο της Βασιλείας των Ουρανών, επειδή προτιμήσαμε κάποιο άλλο εισιτήριο. Μήπως δηλαδή με τη ζωή μας δείχνουμε πάνω στην πράξη, ότι προτιμούμε να αρνηθούμε τον Χριστό και το θέλημά του, για να έχουμε καλές σχέσεις με τον κόσμο, για να φανούμε αρεστοί στον κόσμο. Όμως δεν είναι δυνατόν να αρέσουμε και στον Χριστό και στον κόσμο, διότι όπως μας πληροφορεί ο θεόπνευστος λόγος της Γραφής: «ος αν ουν βουληθή φίλος είναι του κόσμου, εχθρός του Θεού καθίσταται», (Ιακ.4,4)..Όποιος θελήσει να γίνει φίλος του κόσμου, καθίσταται εχθρός του Θεού.
Εντελώς αντίθετη με τη στάση των γονέων ήταν η στάση του θεραπευθέντος τυφλού. Ο πρώην τυφλός με γενναιότητα και θάρρος και χωρίς να φοβάται κανέναν, όχι μόνον ομολογεί τον Ευεργέτη του, αλλά και τον υπερασπίζεται και τον ονομάζει προφήτη. Και όταν αργότερα ο Χριστός εμφανίζεται μπροστά του, τον ομολογεί και τον προσκυνεί ως Υιόν του Θεού, πράγμα που δείχνει ότι μαζί με τους σωματικούς οφθαλμούς του, είχαν ανοίξει και οι πνευματικοί του οφθαλμοί. Όταν δε οι Φαρισαίοι προσπάθησαν να παρουσιάσουν τον Ιησού ως αμαρτωλό, αυτός τους έδωσε σοφές και αποστομωτικές απαντήσεις. Και αυτοί επειδή δεν είχαν επιχειρήματα, για να τον αντικρούσουν, είπαν: «ημείς οίδαμεν ότι Μωϋσεί λελάληκεν ο Θεός· τούτον δε ουκ οίδαμεν πόθεν εστίν». Εμείς ξέρουμε, λέγουν, ότι στον Μωϋσή μίλησε ο Θεός, αυτόν όμως, τον Ιησούν, δεν ξέρουμε από που ήρθε. Ισχυρίζονται ότι δεν γνωρίζουν τον Χριστό, ενώ κάθε μέρα έβλεπαν θαύματα θείας δυνάμεως, που απεδείκνυαν την Θεότητά του. Ήξεραν τον Μωϋσή, αλλά δεν ήθελαν να μάθουν τίποτε για τον Χριστό, για τον οποίον όμως ο Μωϋσής προφητικά ομίλησε.
Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα με πολλούς, όχι μόνον αθέους και αντιχρίστους, αλλά και με πολλούς χριστιανούς. Ενώ γνωρίζουν πάρα πολλά πράγματα για παρά πολλά θέματα, δεν γνωρίζουν τίποτε για τον Χριστό. Και δεν γνωρίζουν, όχι γιατί δεν έτυχε κάποιος να τους μιλήσει για τον Χριστό, αλλά γιατί ποτέ στη ζωή τους δεν θέλησαν να μάθουν τίποτε γι’ Αυτόν. Αυτή δε η θεληματική άγνοια καθιστά την ενοχή τους ακόμη μεγαλύτερη εν ημέρα κρίσεως. Ας εξετάσουμε και πάλι τη συνείδησή μας, αδελφοί μου, μήπως και εμείς αρκούμαστε σε μια ελάχιστη γνώση περί του Χριστού, τέτοια όμως που δεν επηρεάζει τη ζωή μας, η οποία κατ’ ουσίαν και κατά βάθος παραμένει κοσμική, ξένη προς το θέλημα του Θεού. Δυστυχώς δεν έχουμε τη διάθεση να μαθητεύσουμε στο Ευαγγέλιο, όπως και άλλες φορές το έχουμε τονίσει, για να μάθουμε με ακρίβεια, ποιος είναι ο Χριστός και τι έκανε για τη σωτηρία μας από άπειρη αγάπη για μας, αλλά και πως εμείς οφείλουμε να ανταποκριθούμε στην αγάπη του.
Το κοντάκιο της σημερινής εορτής, αγαπητοί μου, μας επισημαίνει κάτι πολύ σημαντικό: «Της ψυχής τα όμματα», λέγει ο υμνογράφος, «πεπηρωμένος σοι Χριστέ προσέρχομαι ως ο τυφλός εκ γενετής». Τα μάτια της ψυχής μου, Κύριε, είναι τυφλωμένα. Γι’ αυτό και καταφεύγω σε σένα, όπως ο εκ γενετής τυφλός. Ας καταφύγουμε και εμείς στον Χριστό, αφού και τα δικά μας μάτια είναι τυφλωμένα, διότι μόνον ο Χριστός μπορεί να μας θεραπεύσει. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, όταν ήρθε να μονάσει στο άγιον Όρος, φώναζε ακατάπαυστα στην προσευχή του «Κύριε φώτισόν μου το σκότος, φώτισόν μου το σκότος». Ας καταφύγουμε λοιπόν σ’ Αυτόν με την βεβαιότητα ότι θα θεραπεύσει και μας, όπως τον εκ γενετής τυφλόν, αρκεί να κάνουμε πράξη, όσα προηγουμένως σημειώσαμε, πράγμα το οποίο εύχομαι να γίνει σε όλους μας με την Χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και όλων των αγίων. Αμήν.