Το τραγούδι της ελληνικής γης. Ένα ταξίδι στην ελληνική αγγειοπλαστική

31 Μαΐου 2023

Δεν υπάρχει άλλη τέχνη που να έχει διαμορφώσει το ευτελεστερο υλικό-μία χούφτα λάσπη-σε αριστούργημα. Το χώμα το ελληνικό, από την προϊστορία μέχρι και σήμερα, έδωσε λύσεις στις βιοτικές ανάγκες του απλού λαού αλλά και μετασχηματίστηκε σε έργο τέχνης στα χέρια μεγάλων λαϊκών καλλιτεχνών. Μέχρι και την δεκαετία του ΄70, εποχή κατά την οποία το πλαστικό άρχισε να κυριαρχεί στην καθημερινότητα, τα πήλινα σκεύη κάθε είδους αποτελούσαν το βασικό υλικό του ελληνικού νοικοκυριού. Οι γενιές των δεκαετιών εκείνων θυμούνται ακόμα τις απλωμένες στάμνες, εκεί, λίγο πριν τη διασταύρωση του Αμαρουσίου ή στην προκυμαία της Αίγινας. Ακόμη και ο ελληνικός κινηματογράφος αποθεώσε την πήλινη στάμνα, όταν αυτή πήρε τον ρόλο του προξενητή στη γνωστή ταινία της «θείας από το Σικάγο».

Ιδιαίτερα η περίπτωση του Αμαρουσίου συμπυκνώνει ουσιαστικά όλη την πορεία της Ελληνικής αγγειοπλαστικής από την ύπαιθρο στα μεγάλα αστικά κέντρα. Ένα τυχαίο γεγονός, ο γάμος του Σιφνιού αγγειοπλάστη Αγγελή Παλαιού με Μαρουσιώτισσα, τον οδήγησε να εγκατασταθεί, ήδη από το 1833, στο μικρό για την εποχή εκείνη συνοικισμό της Αττικής, γεγονός που παρακίνησε και άλλους Σιφνιούς μάστορες αγγειοπλάστες να προτιμήσουν την περιοχή για εγκατάσταση. Το Μαρούσι είχε παχιά κόκκινη άργιλο και άφθονο νερό. Για άλλη μία φορά, όπως και στη Σίφνο, η φύση προσέφερε επιλογές στους Σιφνιούς μάστορες αγγειοπλάστες που βρέθηκαν στην Αθήνα, προκειμένου να δώσουν νεά ώθηση στην παραδοσιακή τέχνη που κληρονόμησαν, αλλά και στο ταλέντο τους. Η μεγάλη άνθηση της αγγειοπλαστικής στο Μαρούσι συνδυάστηκε με ένα χωροταξικό δεδομένο: Η πλατεία του Αμαρουσίου, όπου βρισκόταν η περίφημη βρύση με τα λιοντάρια, μετατράπηκε στο κέντρο της υδροδότησης των εκτός σχεδίου γειτονιών της άναρχα επεκτεινόμενης Αθήνας. Κάθε μέρα δεκάδες νερουλάδες με τις σούστες τους, ανάμεσά τους και ο μαραθωνοδρόμος Σπύρος Λούης, γέμιζαν με μαρουσιώτικο νερό τα κανάτια που αγόραζαν από τους Σιφνιούς κανάταδες και τα πουλούσαν στις γειτονιές που στερούνταν υδροδότησης. Έτσι, το Μαρούσι πήρε τη μορφή κεραμούπολης.

Σε όλη την Ελλάδα, οι τεχνίτες του πηλού ανέλαβαν να κατασκευάσουν επί αιώνες αγγεία για την αποθήκευση της σοδειάς, όπως τα πιθάρια και τα κιούπια, για τη μεταφορά κυρίως των υγρών προϊόντων, όπως η στάμνες και τα φλασκιά, για τις επιτραπέζιες χρήσεις, όπως τα πιάτα, οι πιατέλες, οι λεκάνες και τα ποτήρια

Για το μαγείρεμα έφτιαχνα τσουκάλια, τηγάνια και μπρίκια. Πήλινα σκεύη κατασκευάζονταν για την παραγωγή του κρασιού και του μελιού και για τις βαφές των υφασμάτων. Τα κεραμίδια, τα τούβλα, οι καμινάδες και οι σωλήνες φτιάχνονταν συνήθως σε εργαστήρια ειδικευμένα μόνο σε αυτά τα αντικείμενα. Ιδιαίτερα ενδιαφέροντα ήταν τα αγγεία που κατασκευάζονταν για να χρησιμοποιηθούν σε διάφορα έθιμα. Οι λαηνίδες του γάμου ήταν ειδικές στάμνες με πολλές βλάβες που συμβόλιζαν τους γονείς του ζευγαριού, τους νεόνυμφους και τις ευχές για την απόκτηση πολλών απογόνων.

Η διακόσμηση των πήλινων αγγείων ήταν μία ξεχωριστή διαδικασία στην οποία είχαν τον αποκλειστικό ρόλο οι γυναίκες της οικογένειας των αγγειοπλαστών. Η λεπτότητα και η ευαισθησία στην εκτέλεση των διακοσμήσεων χαρακτηρίζει τα αγγεία όλων των εργαστηρίων. Η διακόσμηση αυτή αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα του μέτρου του λαϊκού πολιτισμού ο όποιος ήξερε πάντα να συνδυάζει το καλό γούστο με την απλότητα και την συμμετρία.

Σε μία άλλη περιοχή της Ελλάδας, την Κρήτη, ο πηλός υπήρξε η πρώτη ύλη κατασκευής μοναδικών αγγειοπλαστικών αντικειμένων καθημερινής χρήσης για τέσσερεις περίπου χιλιετίες. Οι Κρητικές ομάδες αγγειοπλαστών, από τον Μάιο έως τον Σεπτέμβριο, μετακινούνταν σε όλη την Κρήτη όπως περίπου οι πλανόδιοι των μεσαιωνικών συντεχνιών. Τις ομάδες αποτελούσαν:

Ο μάστορας υπεύθυνος για την επιλογή της περιοχής και του χώρου όπου θα δουλεύαν όλο το καλοκαίρι. Αυτός ήταν και ο κατασκευαστής πιθαριών.

Ο σοτομάστορας αγγειοπλάστης ειδικός στα μικρότερα αγγεία.

Ο χωματάς, ειδικός στην εξόρυξη των αργίλων, τη μεταφορά και παρασκευή του πηλού.

Ο καμινιαρης, συλλέκτης ξύλων και φρύγανων για την πυρά, την οποία ήλεγχε σε όλη τη διάρκεια του ψησίματος των δοχείων.

Ο τροχάρης, που κινούσε με τα χέρια το τροχί, μικρό και χαμηλό τροχό στον οποίον πλαθονται τα πιθάρια.

Ο κουβαλητής, συνήθως νέο παιδί, βοηθός του χωματά και του καμινιάρη, φρόντιζε τα υποζύγια και ασχολιόταν με τα διάφορα θελήματα.

Οι εκτεταμένες ανασκαφές στην Κρήτη, ιδιαίτερα από τα μέσα του 19ου αιώνα και μετά, απέδειξαν την άρρηκτη συνέχεια της σπουδαίας αυτής λαϊκής τέχνης από την Μινωική περίοδο μέχρι τις μέρες μας.

Αλλά και στη Μακεδονία, η αγγειοπλαστική τέχνη ήκμασε επί αιώνες όπως μαρτυρούν ευρήματα τα οποία αποτελούν πλέον εκθέματα τοπικών μουσειακών συλλογών όπως η συλλογή κεραμικών του λαογραφικού και εθνολογικού μουσείου Μακεδονίας-Θράκης.

Όπως έχουνε αποδείξει οι μελετητές, τα κεραμικά της Βόρειας Ελλάδας, από μορφολογική άποψη, μπορούν να ενταχθούν σε μία ευρύτερη βαλκανική ζώνη με διακριτικά γνωρίσματα που περιλαμβάνει και τα κεραμικά της νότιας Αλβανίας, της Γιουγκοσλαβίας και της Βουλγαρίας. Από το 1922, Έλληνες τεχνίτες από τα μεγάλα αγγειοπλαστικά κέντρα της Ανατολικής Θράκης και κυρίως της Μικράς Ασίας εγκαθίστανται στη Βόρεια Ελλάδα, ενισχύοντας το ντόπιο δυναμικό και δίνοντας με τις γνώσεις και την εμπειρία τους νέα πνοή στην κεραμική της περιοχής. Τα εργαστήρια που διαμορφώθηκαν στην περιοχή αποτελούν κορυφαίο δείγμα πετυχημένου συνδυασμού των δύο παραδόσεων, της μακεδονίτικης και της μικρασιάτικης.

Τα τελευταία χρόνια, η αγγειοπλαστική, και μέσω του τουρισμού, κέρδισε ξανά τη θέση της στην ελληνική καθημερινότητα. Ο εύπλαστος πηλός επιτρέπει την αφομοίωση νέων τεχνοτροπιών και στυλ διακόσμησης, κάνοντας επισκέπτες από όλο τον κόσμο να αγοράζουν αντικείμενα από πηλό, προκειμένου να μεταφέρουν στην πατρίδα τους αντιπροσωπευτικό δείγμα του μακραίωνος Ελληνικού πολιτισμού.