Αρχιμ. Βασίλειος: Ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας εκφράζεται αδρά και φιλάνθρωπα. Έχει το χαρακτήρα των θείων μυστηρίων που είναι φρικτά και ζωοποιά!

20 Ιουνίου 2024

Άγιος Νικόλαος Καβάσιλας. Χαρακτικό π. Σταμάτη Σκλήρη. Περιοδικό «Σύναξη» τεύχος 6, Άνοιξη 1983.

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

 

Αρχιμ. Βασίλειος: Νικόλαος Καβάσιλας, Υπόδειγμα Ορθοδόξου Θεολόγου 

Συνέχεια από εδώ: http://www.pemptousia.gr/?p=401362

 

Β’

Όλα όσα μας δίδει φανερώνουν το Χριστό ως κέντρο του κόσμου και της ζωής. Μας ενώνουν όλους και δίδεται η δυνατότητα στον καθένα μας να πραγματοποιήσει το δικό του προορισμό, να βρει τον εαυτό του, να κινηθεί και να εκφραστεί προσωπικά.

Διαβάζοντάς τον νοιώθεις ότι δεν υπάρχει ουσιαστική διαφορά κοσμικού και μοναχού, ανθρώπου που ζει στην πόλη ή στην έρημο, ζώντος ή κεκοιμημένου. Αυτό που έχει σημασία είναι να έλθεις σε κοινωνία ζωής με το Χριστό. Τότε βρίσκεσαι στη χάρη της αιωνιότητος από σήμερα. Και όταν κοιμηθείς εν Κυρίω, εκτυπώτερον κοινωνείς του σώματος και του αίματός Του.

Λέει· μη νομίσουμε πλεονέκτημα των ζώντων ότι μπορούν να προχωρήσουν, να ανοίξουν το στόμα τους και να δεχθούν μέσα τους το σώμα και το αίμα του Κυρίου. Ο Χριστός είναι ο αγιασμός των ψυχών μας πρώτα και μετά των σωμάτων μας. Και η προετοιμασία για τη θεία Κοινωνία, είναι η καθαρότητα της ψυχής, η επιθυμία να δεχθούμε το Χριστό.

Και ενώ όλοι μπορεί να πλησιάζουμε στην ωραία πύλη για να κοινωνήσουμε· και ενώ ο ιερεύς κοινωνεί όλους τους προσερχόμενους, ο Κύριος διά του ιερέως κοινωνεί μόνο τους αξίους. Με τον ίδιο τρόπο κοινωνεί και όλες τις ψυχές που έχουν καθαρθεί, έχουν τις προϋποθέσεις, επιθυμούν το μυστήριο.

Έτσι νοιώθεις ότι η όντως ζωή σε τούτη και την άλλη βιοτή είναι μόνον ο Χριστός και όχι η βιολογική μας αντοχή και ζωτικότητα. Και αυτό που χρειάζεται για την κοινωνία ζωής με Αυτόν, είναι η μετάνοια και η καθαρότητα της ψυχής, γιατί ενώ ο Κύριος έλαβε «παν ο,τιούν ανθρώπειον, ίνα όλοις ημίν ενωθήναι δυνηθή», «αμαρτάνουσιν ανάρμοστός εστι και ακόλλητος, ότι ταύτη (τη αμαρτία) μόνον κοινόν ημίν ουδέν προς εκείνον» (λογ. 6’, 12).

Ο Καβάσιλας παρουσιάζεται πάντοτε διακριτικός και μετρημένος, αυστηρός και επιεικής. Δεν λέει ούτε: προχωρείτε όλοι όπως-όπως στη θεία Κοινωνία και πνευματική θεωρία, ούτε δεν: είναι δυνατόν να γίνετε κοινωνοί αυτού του μυστηρίου, επειδή είστε ανάξιοι και αμαρτωλοί.

Δεν παρουσιάζει τα πράγματα πιο εύκολα απ’ ό,τι είναι, προκαλώντας φρούδες ελπίδες. Ούτε αποπαίρνει τον άνθρωπο φέρνοντάς τον στην απόγνωση και το θάνατο.

Εκφράζεται αδρά και φιλάνθρωπα. Έχει το χαρακτήρα των θείων μυστηρίων που είναι φρικτά και ζωοποιά, το ήθος του Κυρίου που γνωρίζεται στη θεία Λειτουργία ως φοβερός και φιλάνθρωπος.

Έτσι, εν παντί και εν πάσι ενεργεί ως Χριστός κατά χάριν.

 

Γ’

Αυτό βλέπομε και σε μια παρεμβολή συμβολικής θεολογίας που κάνει στην Ερμηνεία της θείας Λειτουργίας. Μιλά για τις διαφορές που έχουμε με τους Λατίνους σχετικά με την επίκληση και τον καθαγιασμό των τιμίων δώρων. Και ενώ διατηρεί το κλίμα της ακυμάντου λειτουργικής ειρήνης, αντιμετωπίζει θαρραλέα και λύνει τελικά ένα πρόβλημα που τόσο τάραξε την εποχή του.

Δεν λέει ότι οι διαφορές είναι ασήμαντες, άρα ας ενωθούμε. Ούτε ότι είναι ανυπέρβλητες, άρα ας μην έλθουμε σε καμία επαφή. Μιλά ξεκάθαρα και πολύ αυστηρά, γιατί μιλά με αγάπη και ως εξουσίαν έχων. Λέει ότι οι καινοτομίες των Λατίνων είναι ικανές να μας χωρίσουν από το Χριστιανισμό (λ, 12). Αλλά δεν μένει εκεί.

Γνωρίζει την ενιαία παράδοση της Εκκλησίας. Ζει μέσα στην ορθόδοξη θεία Λειτουργία, γι’ αυτό καταλαβαίνει και τη λατινική και την ερμηνεύει σωστά. Βλέπει ότι το ίδιο πνεύμα έπλασε και αυτή τη Λειτουργία και με την ίδια λογική λειτουργεί.

Η κατάπεμψη του αγίου Πνεύματος και ο καθαγιασμός των τιμίων δώρων, που ζητείται στην ορθόδοξη Λειτουργία με την επίκληση, εκφράζεται στη λατινική με τον άλλο τρόπο της αντιστρόφου παρακλήσεως· να ανέλθουν τα δώρα διά χειρός αγγέλου εις το υπερουράνιο θυσιαστήριο και εκεί δι’ αυτού του τρόπου να αγιασθούν (λα΄, 2).

Άρα στην αληθινή και μία παράδοση της αδιαιρέτου Εκκλησίας δεν υπάρχει αντίθεση, ασχέτως αν υπάρχει διαφορετικός τρόπος εκφράσεως.

Και καταλήγει: «Φανερόν τοίνυν ως το ατιμάζειν την υπέρ των δώρων ευχήν… ουδέ της Εκκλησίας των Λατίνων εστίν απλώς, αλλ’ ενίων ολίγων και νεωτέρων, οίοι και τάλλα αυτήν ελυμήναντο…» (λα’, 12) διότι «αλλότρια των πατρικών παραδόσεων και της εν αυταίς ασφαλείας επινοούσιν» (λ’, 12).

Φανερώνει έτσι ο Καβάσιλας ότι, όπως η θεία Λειτουργία προσφέρεται «υπέρ της οικουμένης», παρόμοια και το χρέος του ορθοδόξου θεολόγου επεκτείνεται και στους ετεροδόξους. Γιατί μόνο ο όντως ορθόδοξος μπορεί να καταλάβει και να ερμηνεύσει σωστά τη θεολογία των ετεροδόξων. Να σώσει την αλήθεια που σ’ αυτούς υπάρχει. Και να τους απαλλάξει από την πλάνη που τους βασανίζει.

Όπως ο Υιός του Θεού έγινε ο ουκ ην δι’ ημάς και διά την ημετέραν σωτηρίαν, έτσι και ο Καβάσιλας γίνεται ο ουκ ην (λατίνος θεολόγος) για να σώσει όσους έχουν ώτα ακούειν και διάθεση σωτηρίας.

Με το να είναι αληθινά ορθόδοξος, καθολικός, ανακεφαλαιώνει το καθ’ όλου. Αγαπά και σώζει όλους. Αμύνεται για τους αντιπάλους του. Δεν έχει εχθρούς. Δεν δημιουργεί στρατόπεδα αντιθέτων. Φανερώνει τη μιαν αλήθεια και ζωή που σώζει όσους έχουν αγαθή διάθεση.

Γι’ αυτό γνωρίζει καλά τη λατινική θεία Λειτουργία και αμύνεται σαν αληθινός λατίνος θεολόγος.

Έτσι ο καλοδιάθετος ρωμαιοκαθολικός ακούει το σωστό ορθόδοξο θεολόγο όχι σαν κάποιον που του πετά μύδρους καταδίκης, αλλά σαν το φιλάνθρωπο και ικανό χειρουργό που κάνει διάγνωση της αρρώστιας και έχει τη δυνατότητα και διάθεση να επέμβει και να να απαλλάξει τον άρρωστο από το καρκίνωμα και να του χαρίσει την ποθούμενη υγεία.

 

Από το περιοδικό «Σύναξη», αφιέρωμα στον άγιο Νικόλαο Καβάσιλα, τεύχος 6, Άνοιξη 1983.