Μνήμη Γέροντα π. Γεωργίου (Καψάνη), Ο καλός ποιμένας

8 Ιουνίου 2024

Γέροντας, Ιερομόναχος, π. Γεώργιος Γρηγοριάτης (Καψάνης), (1935-2014), Ηγούμενος Ι.Μ. Οσίου Γρηγορίου, Αγίου Όρους.

Ο Γέροντας, πατήρ Γεώργιος (Καψάνης) άρχισε να δραστηριοποιείται εκκλησιαστικά και κοινωνικά πλάι και κοντά στους νέους όντας και ο ίδιος νέος. Αρχικά ως κατηχητής.

Ίσως, όμως, και η πανεπιστημιακή του σταδιοδρομία γι’ αυτό ξεκίνησε, για να βρίσκεται ανάμεσα στους νέους της εποχής του. Ας μην ξεχνάμε πως οι νέοι της εποχής της δεκαετίας του ’60 τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό άρχισαν να διαμορφώνουν ένα νέο καθεστώς για τη ζωή τους. Εν πολλοίς επαναστατικό σε κοινωνικό και πολιτικό, αλλά και δημιουργικό σε διάφορους τομείς. Ιδιαίτερα, μάλιστα, στη μουσική.

Έτσι, ως φοιτητής της Θεολογικής Σχολής έφτιαξε τον πρώτο δικό του νεανικό «επαναστατικό» πυρήνα, τη «Χριστιανική Συντροφιά», στο υπόγειο του Ιερού Ναού Αγίου Αλεξάνδρου, στο Παλαιό Φάληρο, εκεί που ο ίδιος ήταν  κατηχητής προηγουμένως.

Στον ναό αυτό προσέφερε τις υπηρεσίες της ως κατηχήτρια και η μητέρα του δασκάλα Μαρία Καψάνη η οποία είχε, επίσης, αξιόλογο κοινωνικό και φιλανθρωπικό έργο. Η ευλαβής μητέρα του είχε βαθειά επίδραση στο παιδί της το οποίο από πολύ μικρό φανέρωσε την κλίση του.

Όπως ανέφερε σε συνέντευξη του ο μικρότερος αδελφός του Δημήτρης Καψάνης, πρώην δήμαρχος Παλαιού Φαλήρου: «Όταν ήταν παιδάκι, ένα υπόγειο δωμάτιο του σπιτιού μας στο Παλαιό Φάληρο, που είχε ένα παράθυρο προς τον κήπο, μετατράπηκε σε ένα μικρό εκκλησάκι. Το τέμπλο έγινε από δύο τάβλες, που χώριζαν το ιερό και που επάνω τους ήταν ζωγραφισμένα παιδικά σχέδια με τον Χριστό και την Παναγία. Μάλιστα του είχαν φτιάξει άμφια, θυμιατό και [υπήρχε] μία οβίδα στην ταράτσα του σπιτιού, που την χτυπούσε σαν καμπάνα, όταν ήθελε να κάνει τις λειτουργίες στο εκκλησάκι του, για να καλέσει τα παιδιά της γειτονιάς».

Οπότε, μετά από την επισήμανση αυτή, θα πρέπει να μεταφέρουμε την ποιμαντική αγωνία του πατρός Γεωργίου στην παιδική του ηλικία! Όπως και την έναρξη της λειτουργικής του διακονίας!

Αλλά όπως φαίνεται δεν είχε μόνο χάρισμα να επιδρά και να ελκύει γύρω του παιδιά και νέους, αλλά μπορούσε να πείθει για τη σοβαρότητα των προσπαθειών του και ανθρώπους μεγαλυτέρων ηλικιών. Γιατί πώς αλλιώς μπορεί να εξηγηθεί η παραχώρηση οικοπέδου 1500 μέτρων από ιδιώτη το οποίο στέγασε το Χριστιανικό Ίδρυμα Νεότητος «Ο Παντοκράτωρ» στο Παλαιό Φάληρο;

Αυτή ήταν η δεύτερη οργανωμένη προσπάθεια του νεαρού οραματιστή Καψάνη, αφού ο αρχικός επαναστατικός πυρήνας της «Χριστιανικής Συντροφιάς» από εφτά μέλη είχε εκτιναχθεί στα εβδομήντα! Και έτσι από το υπόγειο του Αγίου Αλεξάνδρου βρέθηκαν μαζί τον 21χρονο οραματιστή αρχηγό τους σε περίοπτη θέση της περιοχής. Ήταν πλέον εμφανές πως άλλαζε τόσο η προοπτική όσο και η δυναμική του καλέσματος και της προσφοράς του προς την νεολαία, αφού αυξήθηκαν και οι δραστηριότητες τους! Και, μάλιστα, το ίδρυμα αυτό λειτουργεί διαρκώς μέχρι τις μέρες μας!

Ο ίδιος, μετά τις σπουδές του στην Αθήνα και τα μεταπτυχιακά του στη Βοστώνη αναγορεύτηκε διδάκτωρ της Θεολογικής Αθηνών και εντάχθηκε στο διδακτικό προσωπικό της σχολής. Η νεανική, όμως, επαναστατικότητα της εποχής είχε ποικίλες τάσεις. Ανάμεσα σ’ αυτές ήταν και η αναζήτηση και επανεύρεση της παραδοσιακής ορθόδοξης πνευματικότητας και του μοναχισμού η οποία  είναι και αυτή κατ’ εξοχήν επαναστατική.

Γιατί δεν μπορούμε να χαρακτηρίσουμε διαφορετικά την εγκατάλειψη των οικογενειών, των φίλων, των προσωπικών φιλοδοξιών και άλλων κοινωνικών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων για την ολοκληρωτική αφοσίωση στο όραμα του μοναχισμού! Και αν υπάρχει κάποια απορία ως προς το όραμα του μοναχισμού η απάντηση είναι απλή: Της βίωσης της εν Χριστώ ζωής! Γιατί όχι και της αγιότητας! «Φιλοδοξία» που θα πρέπει να κτιστεί στα θεμέλια της ταπείνωσης και της αγάπης και προπαντός του θείου έρωτα!

Ιερομόναχος, π. Γεώργιος Γρηγοριάτης, Ηγούμενος Ι.Μ. Οσίου Γρηγορίου, Αγίου Όρους.

Έτσι, ο μετέπειτα γνωστός Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους π. Γεώργιος θα γίνει και ο ίδιος Μοναχός, θα χειροτονηθεί Διάκονος και Ιερέας.

Και, βεβαίως, δεν τον εγκατέλειψε ποτέ το ιδιαίτερο χάρισμα που είχε να συγκεντρώνει γύρω του ανήσυχους νέους που και αυτοί μέσα από τις δικές τους ανησυχίες και επαναστατικές τάσεις, μπορούσαν να αναγνωρίσουν σ’ αυτόν τα χαρακτηριστικά του διακριτικού πνευματικού καθοδηγητή.

Στην ουσία του καλού ποιμένα!

Γίνεται, όμως, σαφές απ’ αυτά που αναφέραμε πιο πάνω, πως τα ποικίλα αγνά, δημιουργικά οράματα των ανθρώπων, και ιδιαίτερα των νέων, ξεκινούν μέσα από τις προσωπικές αγωνίες και ανησυχίες, μέσα από τις οικογένειες και τις κοινωνίες στις οποίες ζουν, και δεν αφορούν τόσο την ατομική τους καταξίωση και ανάδειξή τους. Οι δικές τους αναζητήσεις θα τους οδηγήσουν κοντά στους κατάλληλους δασκάλους, τους πνευματικούς, τους ανθρώπους που έχουν οράματα πέραν από την προσωπική τακτοποίηση και το βόλεμα. Έτσι θα χορτάσει η ψυχή τους και θα προσφέρουν και στην κοινωνία!

Δεν πρέπει να ξεχνάμε και την καταλυτική επίδραση των μητέρων, όπως φάνηκε και στη ζωή του π. Γεωργίου.

Ο πατήρ Γεώργιος ενθρονίστηκε ηγούμενος στον Άγιο Γεώργιο Αρμά στα Φύλλα Ευβοίας, κοντά στη Χαλκίδα το 1973, ενώ το 1974 εγκαταστάθηκε με τη συνοδεία του Αγίου Γεωργίου στην Ιερά Μονή Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους, μετά από μία εικοσαήμερη παραμονή στην Ιερά Μονή Σίμωνος Πέτρα.

Οι ίδιοι, μάλιστα, οι παλαιοί Γρηγοριάτες μοναχοί είπαν στον μελλοντικό ηγούμενό τους: «Σας έφερε εδώ η Παναγία και πρέπει να μείνετε να αναλάβετε το μοναστήρι»!

Τώρα, όμως, ο καλός ποιμένας είχε να αντιμετωπίσει διαφορετικές συνθήκες διαποίμανσης, αφού υπήρχε και η δυσκολία της ομαλής και αγαθής συνύπαρξης της παλαιάς με τη νέα συνοδεία. Έπρεπε να ενοποιηθεί και να δημιουργηθεί μία ποίμνη και ο ίδιος να καταστεί κοινός ποιμένας και πατέρας.

Ας δούμε πως περιγράφει ο ίδιος τις συνθήκες αυτές:
«Όταν πρωτοήρθαμε στο μοναστήρι, είχα μερικούς νέους που ήταν μαζί μας τότε, οι οποίοι ήθελαν να παραμερίσω τους παλαιούς πατέρες, για να πάρουν την εξουσία αυτοί και να διακριθούν αυτοί. Εγώ τους είπα, ότι η αποστολή η δική μου είναι να αναπαύσω πρώτα τα γεροντάκια, τους παλαιούς πατέρες που βρήκαμε εδώ. Αυτοί αγωνίσθηκαν. Με τους δικούς τους κόπους προχώρησαν το μοναστήρι και το κράτησαν και το παραδίδουν σ’ εμάς τώρα. Και δεν είναι σωστό, εμείς να τους εξαποστείλουμε από εδώ, για να πάρουμε την εξουσία. Βγάλτε το από το μυαλό σας αυτό. Και φύλαξε ο Θεός και δεν το κάναμε».

Στη συνέχεια μάλιστα περιγράφει και τον τρόπο που κέρδισε τους παλαιούς πατέρες της Μονής:
«Και μάλιστα εγώ έκανα υπακοή στους παλαιούς πατέρες. Είχα ως τυπικό, οσάκις έβγαινα στον κόσμο για αποστολή της Μονής, να παίρνω μαζί μου και έναν από τους παλαιούς πατέρες. Συνήθως έπαιρνα τον π. Ανδρέα, ο οποίος ήταν και γραμματέας και ήξερε καλά τους κανονισμούς του Αγίου Όρους. Τον έπαιρνα μαζί μου πάντοτε, όπου πήγαινα, στα λεωφορεία, στα τρένα. Πρώτον, για να έχω ένα γέροντα κοντά μου για ασφάλεια πνευματική, και δεύτερον, για να ξέρουν οι άλλοι αδελφοί -οι 17 παλαιοί πατέρες που βρήκαμε στο μοναστήρι- πού πάω και τι κάνω.

Γιατί εγώ τότε ήμουν νέος και οι άνθρωποι δεν με ήξεραν για πολλά χρόνια και θα ήταν φυσικό να περιμένει κανείς ότι κάποιοι θα είχαν κάποιους λογισμούς, κάποιες απορίες του τι κάνω και του πώς πολιτεύομαι. Και εγώ ήθελα να είναι αναπαυμένοι οι πατέρες, και αυτοί που έμεναν στο μοναστήρι και όσοι βγαίναμε έξω, και να ξέρουν από αυτούς και οι άλλοι την πολιτεία μας. Ευχαριστώ τον Θεό».

Γέροντας, Ιερομόναχος, π. Γεώργιος Γρηγοριάτης, (1935-2014), Ηγούμενος Ι.Μ. Οσίου Γρηγορίου, Αγίου Όρους.

Εντούτοις, τα προβλήματα του μακαριστού π. Γεωργίου δεν σταματούσαν στην ενοποίηση των δύο συνοδειών, την παλαιά και την νέα, αλλά θα έπρεπε πρώτα να ενώσει και τους παλαιούς Πατέρες οι οποίοι είχαν και μεταξύ τους ποικίλα προβλήματα και διαφορές.

Αναφέρει ο Γέροντας Γεώργιος:
«Είχαν μεταξύ τους προβλήματα και δυσκολίες, αλλά εγώ έβαλα ως σκοπό να τους ενώσω. Τους είπα τότε: ‘Πατέρες, εγώ θα σας ενώσω. Αυτό που θα κάνω είναι εις βάρος μου προσωπικά από άποψη κοσμική, αλλά κατά Θεόν απαραίτητο. Θα σας ενώσω, και εσείς θα πάρετε περισσότερη δύναμη, ενωμένοι που θα είστε, και θα μπορείτε να με κάνετε ό,τι θέλετε. Αλλά εγώ θα κάνω το θέλημα του Θεού. Ας μειωθεί η δική μου δύναμης στην αδελφότητα, προκειμένου η αδελφότης να είναι ενωμένη και αγαπημένη’.

Και σ’ αυτό, δόξα τω Θεώ, πήγαμε καλά. Μέχρι την τελευταία στιγμή, τα γεροντάκια που απέθνησκαν, έφευγαν ευχαριστημένα από αυτή την ζωή. Και ο τελευταίος που εκοιμήθη, ο π. Νικόλαος, και αυτός έφυγε αναπαυμένος».

Πράγματι, λοιπόν, οι στόχοι του πατρός Γεωργίου επετεύχθησαν και το μοναστήρι δεν σου έδινε την αίσθηση της διηρημένης πολιτείας και ότι διεξαγόταν ένας διαρκής εμφύλιος. Ο καλός κυβερνήτης και ποιμένας κατάφερε να δημιουργήσει μία ποίμνη που συνεχώς μεγάλωνε με την προσέλευση νέων μοναχών νεαρών ηλικιών.

Ανάμεσα σ’ αυτούς και ο ίδιος ως ένα μεγάλο σοφό παιδί, που ήξερε να «παίζει» μαζί τους ή να απαντά χαριτωμένα στην αειθαλή παιδικότητα των μοναχών, αλλά και κάθε απλής και άδολης ψυχής.

Θα αναφέρω δύο προσωπικές εμπειρίες που έζησα. Η πρώτη ήταν μία Κυριακή της Τυρινής κατά την τράπεζα, στο δείπνο της παραμονής της Καθαράς Δευτέρας. Την επόμενη μέρα άρχιζε η Μεγάλη Σαρακοστή και για τους Μοναχούς το τριήμερο κατά το οποίο ούτε νερό δεν πίνουν.

Το βράδυ, λοιπόν, μετά το τέλος του δείπνου ο π. Γεώργιος άρχισε να καλεί χαμογελαστός ονομαστικά τους πατέρες οι οποίοι έψαλλαν ο καθένας μόνος του όποιον ύμνο ήθελε. Έτσι, διαμορφώθηκε μια ατμόσφαιρα που κατά κάποιον τρόπο θύμιζε νεανικές βραδιές κατασκηνώσεως μέσα στο πλαίσιο, πάντα, της μοναστικής ζωής και της κατάνυξης. Και φυσικά τον τόνο τον έδινε ο ίδιος ο Γέροντας με την πρόσχαρη και εγκάρδια παρουσία του που ένιωθες πως ήταν μια πατρική αγκαλιά για τους πατέρες και ιδίως για τους νεώτερους που τώρα ξεκινούσαν την πορεία τους.

Και από την έναρξη της Σαρακοστής θα πάμε στο Μεγάλο Σάββατο και την ακολουθία της Αναστάσεως.

Ένα Μεγάλο Σάββατο, λοιπόν, μετά το πέρας της ακολουθίας που τελείται εκτός ναού, μετά την επιστροφή στην εκκλησία, αίφνης, αντιληφθήκαμε ότι άρχισε τελετή κουράς νέου μοναχού. Κάτι, βεβαίως, εντελώς παράδοξο!

Τον λόγο για την τέλεση της κουράς εκείνη τη στιγμή τον μάθαμε μετά στο τέλος της αναστάσιμης Θείας Λειτουργίας. Και ο λόγος, όπως ανέφερε ο Γέροντας, ήταν ο εξής: Ο νέος αυτός μοναχός είχε αδελφό στο Ιερά Μονή και όταν είχε πάει πιο μικρός στο Μοναστήρι τον ρώτησε ο Γέροντας, πού του αρέσει πιο πολύ; (Ίσως η τέλεση η Θείας Λειτουργίας). Ο μικρός απάντησε στο Μοναστήρι. Γιατί; τον ρώτησε ο Γέροντας. «Γιατί εδώ κουνιούνται οι πολυέλαιοι»! του είπε. Και, όπως είπε ο Γέροντας επειδή το βράδυ της Ανάστασης είναι η ακολουθία κατά την οποία κουνιούνται πιο πολύ οι πολυέλαιοι γι’ αυτό και κάναμε απόψε την κουρά του!

Πράγμα που σημαίνει πως και ο ίδιος ο στιβαρός Γέροντας και ποιμένας παρέμενε κι αυτός ένα παιδί με όραμα πάντα τη βασιλεία των Ουρανών!

Άλλωστε, όπως αναφέρει στο κείμενο με τις τελευταίες του υποθήκες προς τους Πατέρες της Μονής, απ΄όπου και τα πιο πάνω αποσπάσματα: «Η Παναγία να μας οικονομήσει όλους και να μας αξιώσει να έχουμε καλή αντάμωση στον Παράδεισο».

Να έχουμε την ευχή του!