Κύπρος, Τὰ «πάθη» καὶ τὸ «πάθος» τῆς ἱστορίας
20 Ιουλίου 2024Πενῆντα χρόνια μετὰ τὴν τραγωδία τῆς Κύπρου σκέφτομαι πόσο μᾶς ἀκολουθοῦν ἀκόμη, κατὰ τὸ ἀνθρώπινον, τὰ πάθη μας, καθὼς δὲν ἐπῆλθε ποτὲ ἡ κάθαρσις κατὰ τὸν τρόπο ποὺ ὑπεδείκνυε ἡ ἀρχαία τραγωδία, μέσα ἀπὸ τὸν λιτὸ καὶ ἀκαριαῖο ὁρισμὸ τοῦ Ἀριστοτέλη, ποὺ συνόψιζε ὅλη τὴν παράδοση τῆς ἀρχαιοελληνικῆς ἐμπειρίας, τῆς θεολογίας καὶ φιλοσοφίας: «Δι’ ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν.» Σ’ αὐτὸ ἀπέβλεπε ἡ ἀρχαία τργωδία καὶ ἡ παράστασίς της ἢ διδασκαλία της ἐπὶ σκηνῆς, ὄπως ἀναγρἀφαμε ἄλλοτε. Νά, ἡ «θεολογικἠ» καὶ «ἐκκλησιαστικὴ» διάσταση» τῆς ἀρχαίας τραγωδίας.
«Θεολογικὴ» γιατὶ ἡ ἀρχαία τραγωδία συνόψιζε ὅλη τὴ θεολογία καὶ παράδοση περὶ τῆς τάξεως τοῦ κόσμου καὶ τῆς θεματικῆς τῆς ὕβρεως ποὺ διασαλεύει καὶ ἀνατρέπει αὐτὴ τὴν τάξη. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ συνακόλουθη δικαιοσύνη καὶ ἡ τιμωρία. Κι ἡ ζητούμενη ἀποκατάσταση τῆς διασαλευθείσης τάξεως.
Παράλληλα εἶναι καὶ «ἐκκλησιαστική», καθὼς ἡ τραγωδία τελεῖται ἢ συντελεῖται μέσα ἀπὸ τὴ σύναξη τῶν ἀνθρώπων, ―κι αυτὸ σημαίνει καὶ ἐκκλησία― ὅπου δημοσίως τελοῦνται πλέον τὰ ἱερά.
Ζητούμενο τῆς ἀρχαίας τραγωδίας ἦταν ἡ κάθαρσις. Στὴν Κύπρο, ὅμως, δὲν ἐπῆλθε ποτὲ ἡ κάθαρσις. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ καημὸς καὶ ἡ πικρία καὶ ἡ ὀργὴ καὶ τὰ ἐπαναλαμβανόμενα πάθη ἐν τῷ κόσμῳ, πενῆντα τόσα χρόνια.
Σκέφτομαι, μαζὶ μὲ αὐτά, καὶ τὴν ἔννοια καὶ τὴ δυναμικὴ τοῦ πάθους, ὅπως τὸ ὁρίζει ἡ χριστιανική μας παράδοση. Τὸ 1974 βιώσαμε ἐν Κύπρῳ τὸ πάθος καὶ τὸ μαρτύριο, μαζὶ μὲ τὸν ἁγιασμὸ τοῦ πλήθους τῶν ἀνθρώπων ποὺ ἐτελειώθησαν ὁμολογοῦντες Χριστὸν Ἑσταυρωμένον. Στέκομαι ἰδιαιτέρως σ’ αὐτὴ τὴ διάσταση, ποὺ συχνὰ τὴν προσπερνοῦμε παγιδευμένοι στὰ ἱστορικὰ καὶ πολιτικά μας πάθη.
Κι εἶναι καιρὸς νὰ ψηλαφήσουμε καὶ νὰ ἀκουμπήσουμε σ’ αὐτὸ τὸ Νέον ἐν Κύπρῳ Μαρτυρολόγιον. Στοὺς ἀδελφούς μας ποὺ ἐμαρτύρησαν εἰς χεῖρας ἀλλοφύλων. Ποὺ ἐκοιμηθήσαν μαρτυρικῶς ὀμολογοῦντες Χριστὸν Ἐσταυρωμένον. Ὅπως ἐκεῖνος ὁ νέος στοὺς ἐλαιῶνες τῆς Κυθρέας καθ’ ὁμολογίαν τοῦ ἰδίου τοῦ ἐκτελεστῆ του, μέσα ἀπὸ τὶς σελίδες τοῦ βιβλίου «Ἐκτελέσατε τοὺς αἰχμαλώτους.»
Δὲν εἶναι, ὅμως, μόνο οἱ νεαροὶ στρατιῶτες ἢ οἱ ἄμαχοι ποὺ ὁδηγήθησαν ἐν πομπῇ στὰ Μνήματα, στὴν περιοχὴ καὶ πάλι τῆς Κυθρέας. Οὔτε καὶ ὅσοι ἄλλοι ἐξετελέσθησαν ὁμαδικῶς στὸ Νέον Χωρίον, τὸ Παλαίκυθρον ἢ τὴν Ἄσσιαν. Ἢ ἐνωρίτερα στὴν Κερύνεια καὶ στὴν ἀκτὴ τῆς ἀπόβασης, στὸν Ἅγιο Γεώργιο ἢ τὴν Ἐλιά.
Εἶναι καὶ οἱ δεκάδες παιδομάρτυρες καθὼς κι οἱ ἱερεῖς ποὺ ἀρνήθηκαν νὰ ποδοπατήσουν τὸν σταυρὸν τοῦ Κυρίου, καὶ ἐτελειώθησαν ὁμολογοῦντες καὶ αὐτοὶ Χριστὸν Ἐσταυρωμένον. Νά, ἡ ἄλλη διάσταση τοῦ Κυπριακοῦ δράματος. Ἡ ἐπιδρομὴ τῶν ἀλλοφύλων. Ὁ νέος καὶ ἔσχατος διωγμὸς καὶ κατατρεγμὸς τῶν Ὀρθοδόξων ἐν Κύπρῳ Χριστιανῶν.
Σκέφτομαι πὼς ὅσα συνέβησαν στὴν Κύπρο τὸ 1974, καθὼς καὶ τὸ συνεχιζόμενο δρᾶμα, μὲ τὶς συνεχεῖς ἀπειλὲς γιὰ πλήρη κατάληψη τῆς Κύπρου ἀποτελοῦν μιὰν ὄψη τοῦ ἐπαναλαμβανόμεου, στὸν τόπο τῆς Ἱστορίας, διωγμοῦ καὶ κατατρεγμοῦ τῶν Χριστιανῶν στὴν Κύπρο καὶ ὄχι μόνον.
Καὶ γυρίζω σ’ αὐτὸ ποὺ εἶπε ζώντας ἡ Γερόντισσα, ἁγία πλέον τῆς Ἐκκλησίας μας, Γαβριηλία, πὼς τὸ πρόβλημα τῆς Κύπρου εἶναι ἐκκλησιαστικό. Ἐξόχως πνευματικό. Καιρός, λοιπόν, μεταμέλειας καὶ συγγνώμης. Καὶ καιρὸς προσευχῆς. Ἔτσι γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ ὑπερβοῦμε καὶ νὰ νικήσουμε τοὺς κινδύνους τῆς Ἱστορίας μαζὶ μὲ τὸν διωγμὸ καὶ τὸν κατατρεγμὸ καὶ τὴ λύσσα τῶν ἀλλοφύλων.