(Προηγούμενη δημοσίευση: https://www.pemptousia.gr/?p=401117 )
- Βραχυθεραπεία
Έχει αποδειχτεί μέσα από πολλές ιατρικές έρευνες, όπως αυτή των Zhanwang et al., (2016) με τίτλο “I brachytherapy in the palliation of painful bone metastases from lung cancer after failure or rejection of conventional treatments”, ότι η βραχυθεραπεία 125I είναι μια ασφαλής και αποτελεσματική μέθοδος για την ανακούφιση επώδυνων οστικών μεταστάσεων από καρκίνο του πνεύμονα μετά από αποτυχία ή απόρριψη συμβατικών θεραπειών. Η βραχυθεραπεία με ιώδιο I125 ήταν ασφαλής και αποτελεσματική για τη θεραπεία οστικών μεταστάσεων, προσφέροντας μια εναλλακτική στην εξωτερική ακτινοθεραπεία. Η ποιότητα ζωής θα μπορούσε να εφαρμοστεί για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας του Ι125 στη θεραπεία οστικών μεταστάσεων (Wang et al., 2017)
- Διφωσφονικά (Bisphosphonate)
Σύμφωνα με όσα αναφέρουν οι Drake et al., (2008), τα διφωσφονικά είναι πρωταρχικοί παράγοντες κατά της απώλειας οστού που προκαλείται από οστεοκλάστες λόγω οστεοπόρωσης, νόσου Paget των οστών, κακοηθειών μεταστατικών στα οστά, πολλαπλού μυελώματος και υπερασβεστιαιμίας της κακοήθειας. Εκτός από τις επί του παρόντος εγκεκριμένες χρήσεις, τα διφωσφονικά συνταγογραφούνται συνήθως για την πρόληψη και τη θεραπεία μιας ποικιλίας άλλων σκελετικών καταστάσεων, όπως η χαμηλή οστική πυκνότητα και η ατελής οστεογένεση.
Τα διφωσφονικά χρησιμοποιούνται τώρα για τη θεραπεία ποικίλων καταστάσεων, όπως κληρονομικές σκελετικές διαταραχές στα παιδιά, μετεμμηνοπαυσιακή και επαγόμενη από γλυκοκορτικοειδή οστεοπόρωση (GIO) και οστικές μεταστάσεις σε ασθενείς με κακοήθειες. Μπορούν να προσφέρουν ουσιαστικό κλινικό όφελος σε καταστάσεις, στις οποίες μια ανισορροπία μεταξύ του σχηματισμού οστού που προκαλείται από οστεοβλάστες και της οστικής απορρόφησης που προκαλείται από οστεοκλάστες, αποτελεί τη βάση της παθολογίας της νόσου. Ωστόσο, η πιο πρόσφατα αναγνωρισμένη συσχέτιση της χρήσης διφωσφονικών με παθολογικές καταστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των καταστάσεων χαμηλής οστικής εναλλαγής με επακόλουθα παθολογικά κατάγματα, οστεονέκρωση της γνάθου (ONJ) και αυξημένη συχνότητα κολπικής μαρμαρυγής,έχει επιφέρει αυξημένο έλεγχο στην τρέχουσα ευρεία χρήση της θεραπείας με διφωσφονικά (Drake et al., 2008).
10.1.Tα διφωσφονικά στους κακοήθεις όγκους
Πολλοί καρκίνοι (όπως οι πρωτοπαθείς κακοήθειες του μαστού, του προστάτη, του πνεύμονα) είτε προκαλούν μετάσταση στον σκελετό είτε αναπτύσσονται κυρίως εντός του μυελού των οστών (πολλαπλό μυέλωμα), όπου αυτή η ανάπτυξη οδηγεί συχνά σε υπερασβεστιαιμία, σοβαρό οστικό πόνο, σκελετική καταστροφή και παθολογικά κατάγματα. Tο 90% ή περισσότεροι των ασθενών με προχωρημένο καρκίνο αναπτύσσουν σκελετικές βλάβες (Body et al., 2006).
- Καρκίνος του μαστού. Ο καρκίνος του μαστού χαρακτηρίζεται από οστεολυτικές βλάβες στα οστά. Οι ασθενείς με καρκίνο του μαστού μεταστατικό στα οστά, η θεραπεία με IV παρασκευάσματα παμιδρονάτη, ζολεδρονικό οξύ και ιβανδρονάτη (Clemons et al., 2006˙ Body et al., 2003) έχει αποδειχθεί ότι ανακουφίζει σημαντικά τον σκελετικό πόνο και μειώνει τις σκελετικές επιπλοκές. Από τα από του στόματος διφωσφονικά που περιέχουν άζωτο, μόνο η ιβανδρομάτη (χορηγούμενο σε ημερήσια δόση 50 mg) ήταν αποτελεσματική στη μείωση του πόνου των οστών και στον περιορισμό των σκελετικών επιπλοκών του καρκίνου του μαστού (Body et al., 2004).
- Καρκίνος του προστάτη. Οι σκελετικές μεταστάσεις από τον καρκίνο του προστάτη έχουν περιγραφεί ως οστεοβλαστικές. Ο ρόλος της αυξημένης οστικής απορρόφησης στον μεταστατικό καρκίνο του προστάτη έχει πρόσφατα αναγνωριστεί (Garnero et al., 2000). Από όλα τα διφωσφονικά, μόνο το ζολεδρονικό οξύ έχει αποδειχθεί ότι μειώνει τα συμβάντα που σχετίζονται με τα σκελετικά οστά σε άνδρες με ορμονοανθεκτικό καρκίνο του προστάτη με απόλυτη μείωση κινδύνου 11% στα 2 χρόνια σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο (Saad et al, 2004).
- Πολλαπλό Μυέλωμα. Στο πολλαπλό μυέλωμα, ο κλωνικός πολλαπλασιασμός των κακοήθων κυττάρων πλάσματος εντός της κοιλότητας του μυελού των οστών οδηγεί σε οστεόλυση και σκελετική καταστροφή, που ευθύνεται για μεγάλο μέρος της νοσηρότητας που σχετίζεται με τη νόσο. Πολλαπλές μελέτες έχουν δείξει ότι τόσο η παμιδρονάτη όσο και το ζολεδρονικό οξύ μειώνουν αρκετά τη συχνότητα της υπερασβεστιαιμίας και των συμβάντων που σχετίζονται με τα οστά που σχετίζονται με το μυέλωμα βάζοντας τα ενδοφλέβια διφωσφονικά στο επίκεντρο των τρεχουσών θεραπειών για την πρόληψη και τη θεραπεία της οστικής νόσου που σχετίζεται με το μυέλωμα. Προς το παρόν, κανένα στοιχείο δεν υποστηρίζει τη θεραπεία με διφωσφονικά για ασθενείς με μυέλωμα χωρίς σχετιζόμενη νόσο των οστών ή μονοκλωνική γαμμοπάθεια απροσδιόριστης σημασίας, ούτε συνιστάται θεραπεία με διφωσφονικά από το στόμα για τη διαχείριση σκελετικής νόσου που σχετίζεται με το μυέλωμα (Berenson et al., 1996˙ Rosen et al., 2001).
- Άλλες κακοήθειες. Η χρήση διφωσφονικών σε άλλες κακοήθειες λιγότερο συχνά μεταστατικές στα οστά, όπως το καρκίνωμα των νεφρών, έχει αποδειχθεί ότι καθυστερεί την έναρξη και την εξέλιξη της σκελετικής νόσου, υποδηλώνοντας ότι ασθενείς με κλινικές παθήσεις που λιγότερο συχνά πιστεύεται ότι επηρεάζουν τον σκελετό, μπορούν, επίσης, να επωφεληθούν από τα διφωσφονικά. Προς το παρόν, ωστόσο, περιορισμένα δεδομένα υποστηρίζουν τη χρήση θεραπείας με διφωσφονικά για άλλες κακοήθειες (Lipton, 1998).
(Συνεχίζεται)