Γέροντας Σίμων Αρβανίτης, Μ’ ένα Σταυρό όρθιο που έβγαζε φως με γαλάζιες ακτίνες, που άστραφτε ολόκληρο το δωμάτιο!

14 Σεπτεμβρίου 2024

Ο Γέροντας, Ιερομόναχος, π. Σίμων Αρβανίτης (1901-1988).

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

 

Όταν ήμασταν στο Λαϊκό Νοσοκομείο, άκουγα που έλεγαν οι γιατροί ότι ο Γέροντας [ο Γέροντας, Ιερομόναχος, π. Σίμων Αρβανίτης] θα πεθάνει και στεναχωριόμουν που δεν είχα κάτι από αυτόν για ευλογία.

Κάποια στιγμή βλέπω ένα απλό ξύλινο σταυρουδάκι κάτω από το μαξιλάρι του. Του το δίνω στο χέρι του και τον παρακαλώ να μου το δώσει για ευλογία. Ήταν και ο πατήρ Ζωσιμάς δίπλα του.

Όπως είχε ανοιχτή την παλάμη του μου λέει:
– Πάρτο, παιδί μου.

Απλώνω το χέρι να το πάρω, μα είχε εξαφανιστεί. Έψαχνα, ρωτούσα τον πατέρα Ζωσιμά μα τίποτα. Είχε γίνει άφαντο. Έφυγα στεναχωρημένη.

Όταν έφτασα σπίτι, όλοι κοιμόντουσαν.

Ετοιμαζόμουν να ξαπλώσω, όταν ξαφνικά βλέπω τον Γέροντα με άμφια χρυσά και τον πατέρα Ζωσιμά μ’ ένα δίσκο κι επάνω ένα Σταυρό όρθιο που έβγαζε φως με γαλάζιες ακτίνες, που άστραφτε ολόκληρο το δωμάτιο. Ταυτόχρονα, ένοιωθα μια γαλήνη και θαλπωρή, ανεξήγητη.

Εξαφανίσθηκαν, όπως είχαν έρθει.

Το πρωί, στο Νοσοκομείο, ο πατήρ Ζωσιμάς ήταν στην πόρτα του δωματίου.
Τρέχοντας σχεδόν, έπεσα πάνω στο κρεββάτι του Γέροντα, μα δεν πρόλαβα ν’ ανοίξω το στόμα μου να μιλήσω και ακούω τον πατέρα Ζωσιμά:
– Δε μας είπες Σταυρούλα, τι έγινε χθες το βράδυ.

Σάστισα. Άρχισα να ρωτάω μια το Γέροντα και μια τον πατέρα Ζωσιμά.

Σε μια στιγμή λέει ο Γέροντας:
– Λέγε Ζωσιμά!

Μα εκείνος σιωπούσε.

Έμεινα με την αίσθηση του ανεξήγητου και της απορίας, αλλά τίποτα δεν είναι ανεξήγητο για το Θεό.

 

Από το βιβλίο του Μοναχού Ζωσιμά, «Ιερομόναχος Σίμων Αρβανίτης, 1901-1988), Η ζωή και το έργο του», Αθήναι.