Άγιος Γρηγόριος Νύσσης, Κατά ειμαρμένης (μοίρας)
10 Ιανουαρίου 2025(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)
Αγίου Γρηγορίου Νύσσης
Κατά ειμαρμένης
1. Ασφαλώς ενθυμείσαι τι μου συνέβη προ καιρού, όταν εις την περιοχήν σας, το μέγα όρος της απιστίας, διά να εκφρασθώ ευαγγελικώς, μετεκινήθη τελείως εις πίστιν, αφού ο σοφώτατος Ευσέβιος εις τα γηράματά του εσκέφθη αξίως προς τα άσπρα μαλλιά του, εάν τούτο πρέπει να θεωρήσωμεν σκέψιν ανθρώπου και όχι θείαν βοήθειαν του κυβερνώντος το ανθρώπινον γένος προς το αγαθόν.
Τότε λοιπόν, ενώ ήμην έκπληκτος από το παράδοξον του θαύματος, πώς δηλαδή αυτός ο τόσον άπιστος προηγουμένως υπερέβαλε πολλαπλασίως με το μέγεθος της πίστεως το μέτρον της απιστίας, καθώς με την προοδον της συναναστροφής μας έπεσεν ο λόγος εις το ζήτημα περί ειμαρμένης, εσύ, τιμία μου και ιερά κεφαλή, μου παρήγγειλες να σου περιγράψω εγγράφως δι’ επιστολής την συζήτησίν μου με κάποιον από τους φιλοσόφους εις την μεγαλούπολιν του Κωνσταντίνου περί της υποθέσεως ταύτης.
Μόλις λοιπόν επέτυχα μικράν ευκαιρίαν, συντομεύσας κατά το δυνατόν τον λόγον, σου τον εκθέτω εις απλήν και απερίτεχνον διήγησιν, φυλασσόμενος ιδιαιτέρως να μη επεκταθή ο λόγος εις λογογραφικον μήκος και εκφύγη πέρα από τα επιστολικά όρια.
2. Παρουσίασα μερικάς απόψεις της θρησκευτικής μας πίστεως εις ένα άνδρα πεπαιδευμένον κατά την εξωτερικήν σουφίαν, όπως ήτο δυνατόν να συμπεράνη κανείς από τα λεγόμενά του, και επεχείρουν να τον πείσω να μεταπηδήση από την ελληνικήν ειδωλολατρείαν εις την αποδοχήν του ιδικού μας δόγματος.
Πολύ επέμενεν εις τον ισχυρισμόν ότι η εκλογή των επιθυμητών δεν είναι εις την εξουσίαν των βουλομένων, και εξήρτα την ζωήν των ανθρώπων από κάποιαν ανάγκην, χωρίς την οποίαν δεν είναι τάχα δυνατόν να γίνη τίποτε από όσα συμβαίνουν εις ημάς, αντέκρουε δε τον λόγον μου με τούτον τον λόγον, ότι εάν μεν είναι εις αυτόν μοιραίον να γίνη Χριστιανός, οπωσδήποτε θα γίνη ακόμη και αν ημείς δεν το θέλωμεν, εάν δε θα ημποδίζετο από την ανάγκην της ειμαρμένης, δεν θα καθίστατο δυνατόν να ευρεθή μηχανή η οποία θα εξεβίαζε την ειμαρμένην.
3. Καθώς έλεγεν αυτά, εγώ μεν, όπως ήτο φυσικόν, ενόμιζα ότι απέφευγε να μάθη κάτι περί της πίστεως ημών παραμένων βαθύτατα σταθερός εις την ειδωλολατρείαν και ότι με αυτόν τον τρόπον αντέκρουε την ακολουθίαν του ιδικού μας λόγου.
Δεν έπαυεν όμως να επιμένη εις τους ιδίους ισχυρισμούς, λέγων ότι τα πάντα είναι δεμένα εις την ανάγκην της ειμαρμένης και ότι εκείνη επιστατεί των όντων και ότι όλα τα όντα ύποκύπτουν εις την τροπήν αυτής, τα όρια της ζωής, αι διαφοραί των ηθών, οι τρόποι του βίου, αι κατασκευαί των σωμάτων, αι ανωμαλίαι των αξιωμάτων, ώστε οπωσδήποτε να κυβερνά όποιος φθάνει εις την εξουσίαν από την ειμαρμένην, άλλος δε να είναι υπήκοος από την ιδίαν αιτίαν, να πλουτή και να παύεται κατά τον ίδιον τρόπον, να είναι σωματικώς υγιής ή να ασθενή, και τόσον η βραχυζωία όσον και η μακροζωία να έχουν την ιδίαν αιτίαν (διότι και ο επ’ ολίγον μετασχών της ζωής και ο ζήσας επί μακρόν χρόνον, ο καθείς έχει την αντίστοιχον απολαβήν όχι κατά την προσωπικήν του προαίρεσιν αλλ᾽ από εκείνην την ανάγκην), ο εθελούσιος επίσης και ο αναγκαστικός θάνατος δεν συμβαίνουν άλλως παρά από εκείνην την δύναμιν.
Από εκείνην επίσης την αιτίαν εξήρτα και τα διάφορα είδη βιαίων θανάτων, οι οποίοι προκαλούνται από καταπτώσεις, ή αγχόνας ή δικαστικήν απόφασιν ή επιβουλήν, και από άλλας καθολικωτέρας και γενικωτέρας αυτών συμφοράς, σεισμούς και ναυάγια και πλημμύρας και πυρκαιάς και τα παρόμοια είδη κακών.
Επί πλέον δε προσέθετεν ότι ούτε των επαγγελματικών ασχολιών του βίου δεν είναι κύριος ο ελεύθερος λογισμός, αλλά διισχυρίζετο ότι όλοι εκλέγουν την φιλοσοφίαν ή την ρητορείαν ή την γεωργίαν ή την ναυτιλίαν ή την έγγαμον ζωήν ή τον άγαμον βίον υπηρετούντες εις το κράτος της ειμαρμένης, και ότι η ιδία αναγκαιότης υπόκειται εις την αρετήν και την κακίαν.
Ώστε κατά την απαράβατον ταύτην τύχην, άλλος μεν να απολαύη της ζωής με βίον άφροντιν και πλούσιον, άλλος δε να τυμβωρυχή ή να πειρατεύη ή να ασωτεύη ή να διάγη βίον θηλυπρεπή.
4. Και αναπτύσσων όλα αυτά, ενόμιζεν ότι είχε παρουσιάσει ισχυράν αιτίαν διά να μη παραδεχθή την πίστιν ημών, το ότι δεν είναι εις την χείρα μας να εκλέξωμεν ελευθέρως ό,τι θέλομεν, αλλά πρέπει να περιμένωμεν την ανάγκην εκείνην και όταν αυτή δώση το σύνθημα προς την τοιαύτην στροφήν, κατ’ ανάγκην θα προσχωρήση κανείς εις την πίστιν, ακόμη και αν δεν θέλη, χωρίς εκείνην δε, ακόμη και αν πολύ το επιθυμή, τούτο δεν είναι δυνατόν να γίνη.
Συνεχίζεται
Απόσπασμα από το βιβλίο «Γρηγόριος Νύσσης, Έργα 1, των Πατερικών Εκδόσεων «Γρηγόριος ο Παλαμάς», εισαγωγή, κείμενο, μετάφραση, σχόλια, Αθηναγόρου Κοκκινάκη Αρχιεπισκόπου Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας.