Ο Χρόνος της ζωής μας: ο Τόπος της συναντήσεώς μας με τον Χριστό

5 Ιανουαρίου 2025

Τι είναι ο χρόνος, φίλος ή εχθρός, ευλογία ή κατάρα; Ενώ παρουσιάζεται ως μετρητής της ζωής μας, είναι ταυτόχρονα και μετρητής του αφανισμού μας. Κάθε χρόνος είναι και ένα βήμα πιο κοντά προς το τέλος της επίγειας ζωής μας. Όμως κάθε αρχή του χρόνου είναι ευκαιρία για μας να κάνουμε έναν πνευματικό απολογισμό και να θέσουμε μια καινούργια αρχή στη ζωή μας. Κατά τον Μέγα Βασίλειο ο χρόνος είναι το «σύμπαρεκτεινόμενον τη συστάσει του κόσμου διάστημα». «Διάστημα» σημαίνει ότι έχει αρχή και τέλος. Είναι εποχή εγκεκλεισμένη μεταξύ της Δημιουργίας του κόσμου και της Δευτέρας Παρουσίας. Το ηθικό νόημα του χρόνου είναι: «ο τόπος της συνάντησής μας με το Θεό και την αιωνιότητα Του», ή: «ο καιρός κατά τον οποίο ο Θεός δημιουργεί θεούς». Το νόημα και η αξία του χρόνου στη ζωή μας δεν συνίστανται στο μήκος, ή στον αριθμό των ετών μας, αλλά μάλλον το κατά πόσον τον αξιοποιούμε σε βάθος. Το νόημα του χρόνου της ζωής μας είναι η συμφιλίωσή μας με τον Θεό. Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος λέει ότι «η μέρα που δεν κλάψαμε, τη χάσαμε για όλη την αιωνιότητα», με την έννοια ότι θα έχουμε ευκαιρίες ξανά στη ζωή μας για δάκρυα, αλλά τη μέρα εκείνη δεν θα την ζήσουμε ξανά• θα μείνει αλύτρωτη.

Όταν εναποθέτουμε τη ζωή μας στα χέρια του Θεού, τότε ο χρόνος παύει να είναι μια απειλή για μας, γιατί Εκείνος κατέχει στην εξουσία Του όλους τους χρόνους και τους καιρούς. Ο χώρος και ο χρόνος είναι σχετικές έννοιες, αλλά όχι μόνο στην προοπτική της θεωρίας του Αϊνστάϊν, που είπε ότι ένα σώμα, όταν ξεπεράσει μια συγκεκριμένη ταχύτητα, μπορεί από ύλη να μετατραπεί σε ενέργεια. Αυτός είναι ένας νόμος που ενεργείται και με πνευματικό τρόπο στις ψυχές των Αγίων, οι οποίοι στην φορά τους προς τον Θεό, σαν να φεύγουν από τη βαρύτητα αυτού του κόσμου και γίνονται όλοι φως, όλοι ενέργεια. Όταν επιστρέφουν στον κόσμο, «εξαγγέλουν τὰς αρετὰς του εκ σκότους υμάς καλέσαντος εις τὸ θαυμαστὸν αυτού φως» (Α’ Πετ. 2,9). Γι’ αυτό και έλεγε αστειευόμενος ο Γέροντας, ότι οι χριστιανοί είμαστε «σχιζοφρενείς», γιατί ζούμε ταυτόχρονα σε δυο επίπεδα ζωής• «επί του πρόσκαιρου και επί του αιωνίου». Ο χρόνος είναι τρεπτός• δεν μένει σταθερός και ίδιος. Αλλά αυτή η τρεπτότητα σημαίνει μια συνεχή αλλαγή, που δίνει την ευκαιρία στον άνθρωπο να αλλάξει προς το καλό ή προς το κακό.

Σ’ αυτή τη ζωή την λύπη πολύ γρήγορα την διαδέχεται η χαρά και το αντίθετο. «Το εσπέρας αυλισθήσεται κλαυθμός και εις το πρωΐ αγαλλίασις» (Ψαλμ. 29, 5). Όμως ο αγώνας μας εξαρτάται από το πως ζούμε το παρόν. Έτσι, ο χρόνος είναι ένα άλλο δέντρο της γνώσεως του καλού ή του κακού, και γι’ αυτό είναι φίλος ή εχθρός του ανθρώπου. Ακόμα και όταν εμπληστούμε με την τρυφή της παρουσίας του Θεού, δεν παύουμε να λέμε με όλη μας την καρδιά: «Κύριε Σώσον με», γιατί όσο υπάρχει χρόνος, ελοχεύει πάντοτε ο κίνδυνος της μεταπτώσεως. Ο άνθρωπος θέλει συνεχώς να αποφύγει τη φθαρτότητα που φέρνει ο χρόνος. Μάλιστα, αν μπορούσε, θα ήθελε να είναι αθάνατος στη γη, όπως φαίνεται με τις επιδιώξεις του «μετανθρωπισμού». Αλλά ο χρόνος, όπως και ο θάνατος φανερώνουν την άκρα φιλανθρωπία του Θεού. Όσο ζούμε μέσα στον χώρο και τον χρόνο, έχουμε τη δυνατότητα της μετάνοιας. Με τον θάνατο ο Θεός μας δίνει τη συναίσθηση ότι τελειώνει ο καιρός μας και ότι ανάλογα με τον προσανατολισμό που θα πάρουμε σε αυτή τη ζωή, θα εξαρτηθεί το αιώνιο μέλλον μας. Ο θάνατος θα είναι η στιγμή, όπου ο άνθρωπος πλέον θα σταθεί «γυμνός και τετραχηλισμένος ενώπιον του Θεού» (Εβρ. 4,13), με όλο το περιεχόμενο της ζωής του αποκεκαλυμμένο στο άστεκτο βλέμμα του Δημιουργού του.

Η μνήμη του θανάτου είναι η «γεύση της αιωνιότητας στην αρνητική της μορφή». Όταν ο άνθρωπος αισθανθεί την αιωνιότητα, απωθεί ὅ,τι δεν επισκιάζεται από το Πνεύμα του Θεού. Όλες οι υποθέσεις «του κόσμου τούτου» πλέον του φαίνονται «ματαιότης ματαιοτήτων» (Εκκλ. 1, 2). Αυτός ο προφητικός συσσεισμός προκαλεί τέτοια ένταση προσευχής, που μπορεί να ξεκολλήσει τον άνθρωπο τελείως από τη γη. Φτάνει εκεί, όπου δεν υπάρχει χρόνος πλέον. Τότε αρχίζει να ζει μια νέα ζωή, όπου η μετάνοια και ο πόθος για την εν Θεώ αιωνιότητα τον μεταμορφώνουν τελείως, τόσο, που μπορεί να φτάσει να πει όπως ο Απόστολος Παύλος: «ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός• ο δε νυν ζω εν σαρκί, εν πίστει ζω τη του Υιού του Θεού» (Γαλ. 2,20).

Στην Παλαιά Διαθήκη, τα κατ’ εξοχήν γεγονότα που ορίζουν και νοηματοδοτούν τον χρόνο είναι οι φανερώσεις του Θεού μέσα στον κόσμο. Ο χρόνος της προετοιμασίας της ανθρωπότητας για την έλευση του Χριστού έφτασε σε ένα πλήρωμα: «οτε δε ήλθεν το πλήρωμα του χρόνου, εξαπέστειλεν ο Θεός τον Υιόν Αυτού, γενόμενον εκ γυναικός, γενόμενον υπό νόμον, ίνα τους υπό νόμον εξαγοράση, ίνα την υιοθεσίαν απολάβωμεν» (Γαλ. 4,4-5). Ο Θεός προστάτευε τον Ισραήλ, περιμένοντας να εμφανιστεί το κατάλληλο πρόσωπο που θα μπορούσε να συνεργήσει στο σχέδιο της Θειας Οικονομίας. Και το πρόσωπο αυτό ήταν η Παναγία• «Αύτη και των προ Αυτής αιτία», αλλά και «των μετ’ Αυτής η προστάτης και των αιωνίων πρόξενος». Το μεγαλύτερο γεγονός κάτω από τον ουρανό είναι η στιγμή που «άστρον ανατέταλκεν εκ φυλής Ιούδα»• ο άχρονος Θεός εισχώρησε μέσα στο χρόνο και έγινε Άνθρωπος.

Ο Χριστός γεφύρωσε το χάσμα ανάμεσα στην αιώνια Βασιλεία Του και σε αύτόν τον κόσμο. Και η αιωνιότητα του Θεού εισήλθε στον χρόνο, τέμνοντας σταυρικά την ευθύγραμμη οριζόντια πορεία του ιστορικού χρόνου. Ο Κύριος ονομάζεται «ο Χριστός», δηλαδή «ο κεχρισμένος» του Θεού, και ο ίδιος χρίει τον χρόνο και όλη την κτίστη με τη θεια Του ενέργεια. Ο Χριστός πλήρωσε τα πάντα με τη Θεια ενέργειά Του. Έτσι η κάθε στιγμή της ιστορίας της ανθρωπότητας και του κάθε ανθρώπου προσφέρεται ως δυνατότητα κοινωνίας εν Χριστώ με το αιώνιο. Ο Απόστολος Παύλος μας προτρέπει να εξαγοράζουμε τον καιρόν (Εφ. 5,15). Η λέξη «εξαγορά» προϋποθέτει κάποια θυσία και ένα κόστος, εφόσον και ο «Χριστός ημάς εξηγόρασεν εκ της κατάρας του νόμου» (Γαλ. 3,13) τω τιμίω αυτού Αίματι. Οι δίκαιοι εξαγοράζουν το χρόνο της ζωής τους ετοιμάζοντας μέσα τους «σκήνωμα τω Θεώ Ιακώβ» (Ψαλμ. 131,5). Η εξαγορά του χρόνου της ζωής μας γίνεται όταν παρακαλούμε τον Θεό να βάλει τη δική Του σφραγίδα σε κάθε ημέρα. Τη σημασία του χρόνου στην πνευματική ανάπτυξη του ανθρώπου την εκφράζει πολύ όμορφα ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος μέσα σε μια φράση του: «Τα πολλαίς ικεσίαις και χρόνοις περιποιούμενα μόνιμα». Στη Λειτουργία έχουμε την πιο υψηλή συμπύκνωση του χρόνου, όπου τα παρελθόντα, τα ενεστώτα και τα μέλλοντα γίνονται ένα και κατά την ένωσή μας με το Πρόσωπο του Χριστού καταργείται ο χρόνος.

«Ημείς από του νυν ουδένα οίδαμεν κατά σάρκα• ει και εγνώκαμεν κατά σάρκα Χριστόν, αλλά νυν ουκέτι γινώσκομεν» (Β’ Κορ. 5,16). Ο Χριστός τώρα είναι πνευματικός, επομένως η σχέση μας μαζί Του είναι πνευματική και εσωτερική. Γι’ αυτό σε αυτόν τον κόσμο τίποτε δεν μπορεί πραγματικά να μας απειλήσει, εάν τον αόρατο θησαυρό μας αποταμιεύουμε μυστικά στην καρδιά. Αρκεί να τον φυλάξουμε ασύλητο από τον εχθρό. Αν τώρα, μέσα στον χρόνο αυτής της ζωής ο άνθρωπος φέρει μια φλόγα μέσα του από τον πόθο για το Πρόσωπο του Χριστού, εκείνη την ημέρα αυτή η φλόγα θα λάμψει σαν Ήλιος και θα ανάψει όλο το σώμα του ανθρώπου. Αυτός που έχει γευθεί τη χάρη του Θεού και ζει από τον πόθο της αγάπης Του, σε αυτή τη ζωή έχει μέσα του έναν αρραβώνα, αλλά γνωρίζει ότι το πλήρωμα είναι στην άλλη ζωή. Αυτή η αίσθηση τον ελευθερώνει από τα δεσμά του χώρου και του χρόνου και διαρκώς τον παροτρύνει σε φλογερό πόθο: «ελθέτω η χάρις Σου, Κύριε, και παρελθέτω ο κόσμος».


Ερωταποκρίσεις

Ερώτηση: Πως ξεπερνάμε τον πειρασμό να σπαταλούμε τον χρόνο;

Αρχιμ. Πέτρος: Είναι γεγονός ότι δεν θα μας δοθεί ξανά ο χρόνος που χάνουμε. Ποιος δεν έχασε χρόνο, είτε με πάθη, είτε με αμέλεια, είτε από αγνωμοσύνη για το δώρο του χρόνου; Όμως η συνειδητοποίηση αυτή είναι πολύτιμη. Αν στραφούμε με αυτή στον Θεό και πενθήσουμε, όπως η Ραχήλ πενθούσε για τα τέκνα της που πλέον δεν υπήρχαν (Ματθ. 2,18), δεν μπορούμε να φέρουμε πίσω τον χρόνο, αλλά η μετάνοιά μας μπορεί να ελκύσει τη λύτρωση του Θεού. Έχουμε έναν Θεό που μας αγαπά σκανδαλωδώς∙ όσα λάθη και αν κάνουμε, μας δέχεται αν στραφούμε με μετάνοια σε Αυτόν και έχει τρόπους να λυτρώνει ακόμη και τον χρόνο της ζωής μας, που σπαταλήσαμε σε χώρα μακρινή όπως ο Άσωτος Υιός.

Ερώτηση: Ο Ηράκλειτος είπε ότι δεν μπορούμε να μπούμε δυο φορές στον ίδιο ποταμό. Μπορούμε όμως στη Θεια Λειτουργία,νὰ μπούμε δυο φορές στον ίδιο ποταμό, τον ποταμό της χάριτος, η οποία δεν αλλάζει;

Αρχιμ. Πέτρος: Στη Λειτουργία μπαίνουμε στο ρεύμα της χάριτος που είναι πλούσιο κάθε φορά, αλλά ποτέ δεν είναι το ίδιο. Αν προσευχόμαστε από την καρδιά μας, ποτέ δεν είναι ίδια η προσευχή μας. Λογικά, οι μοναχοί θα έπρεπε να βαριούνται τη ζωή τους αφόρητα, γιατί το καθημερινό τους πρόγραμμα είναι πάντοτε το ίδιο. Αλλά ποτέ δεν είναι το ίδιο, διότι έχουμε ένα ζωντανό Θεό και κάθε επαφή μαζί Του «καινά ποιεί πάντα» (Αποκ. 21,5). Αν κάθε πρωΐ κάνουμε καινούργια αρχή, τότε γευόμαστε «καινά ελέη» από τον Θεό (Θρήνοι 3,22-23), και τότε και εμείς αποδίδουμε στον Θεό άσμα καινό. Οι Άγιοι έχουν προσευχές πάντοτε διαφορετικές∙ ενώ μιλούν για τα ίδια θέματα, όπως είναι η αγάπη του Θεού, η μετάνοια, η θεια χάρη, κάθε φορά είναι ένα καινό άσμα. Και όμως, όσα και να πει κανείς για την αγάπη του Θεού, νιώθει ότι μόνο άγγιξε το κράσπεδο του ιματίου του Χριστού. Αλλά κάθε φορά που το αγγίζει, αυτή η επαφή του μεταδίδει θεια ζωή. Οι Άγιοι ξεκινούν να μιλήσουν για ένα θέμα, αλλά σταδιακά ο λόγος τους υπερχειλίζει μέσα τους και γίνεται προσευχή, ποίημα, ύμνος. Και αν αυξηθεί η φλόγα ακόμη πιο πολύ, τότε κρύβονται στο ταμείο τους για να μιλήσουν στον Θεό με «στεναγμούς αλάλητους».

Ερώτηση: Ο Θεός έδωσε τον χρόνο στον άνθρωπο για να δείξει την προαίρεσή του;

Αρχιμ. Πέτρος: Το έκανε καθαρά από έλεος και αγάπη για τον άνθρωπο, γιατί ο χρόνος έχει το χαρακτηριστικό της τρεπτότητας. Μέσα στον χρόνο ο άνθρωπος μπορεί να αλλάξει. Αν μια ημέρα μαλώσουμε με κάποιον και είμαστε γεμάτοι θυμό, τις πρώτες ώρες μόνο να θυμηθούμε αυτό το πρόσωπο, ανάβει ο θυμός μέσα μας∙ αλλά αν προσέξουμε και αφήσουμε να περάσει χρόνος χωρίς να φέρουμε στον νου μας το περιστατικό για το οποίο μαλώσαμε, με τον χρόνο καταπραΰνεται το πάθος. Μετά από μια βδομάδα, σχεδόν έχει φύγει. Αυτό δείχνει ότι ο χρόνος είναι ένα έλεος.

Ερώτηση: Τα παθήματα βαθαίνουν τη θεογνωσία μας; Δίδουν βάθος στον χρόνο της ζωής μας;

Αρχιμ. Πέτρος: Αν ο άνθρωπος δεν δεχθεί τα παθήματα παραδομένος στην πρόνοια του Θεού και δοξάζοντας το Όνομά Του, δεν θα βαθύνουν τη θεογνωσία του. Αλλά αν τα δεχθεί μεμφόμενος τον εαυτό του, τα παθήματα αυτά τον προσκολλούν στον Θεό∙ κατά κάποιον τρόπο τον σταυρώνουν, τον προσηλώνουν στον Θεό. Όσοι βαστάζουν πολλά παθήματα κατά Θεόν, όλο τους το είναι δεν έχει ρίξει μόνο άγκυρα στον Θεό, αλλά είναι κολλημένο στον Θεό με τρόπο αμετάκλητο. Ο Γέροντας λέει ότι πραγματικό βάθος του χρόνου της ζωής μας είναι η θεογνωσία. Το να γνωρίσουμε το Θεό μας κάνει να ζούμε τον χρόνο της ζωής μας στο αληθινό του βάθος.

Ερώτηση: Μπορούμε με τη μετάνοια να αφανίσουμε τελείως τα λάθη του παρελθόντος;

Αρχιμ. Πέτρος: Βεβαίως. Ο Γέροντας Σωφρόνιος λέει ότι εκείνη την ημέρα, όταν θα σταθούμε γυμνοί και τετραχηλισμένοι ενώπιον του Θεού, η ζωή μας θα είναι σαν ένα ποτήρι νερό, μέσα στο οποίο φαίνεται αμέσως ο παραμικρός κόκκος από ακαθαρσία. Σε αυτούς που έχουν απολούσει την ψυχή τους με τα δάκρυα της μετανοίας, το ποτήρι τους θα φανερωθεί καθαρό μπροστά στον Θεό. Εκείνη την ημέρα, οι Άγιοι θα εκλάμψουν ως ο ήλιος. Η μετάνοια μπορεί λοιπόν να αλλάξει και το παρελθόν και όλη τη φύση του ανθρώπου, καθιστώντάς την δεκτική του αγιασμού. Ο άνθρωπος μπορεί με τη μετάνοια να γίνει όντως ένας άλλος Χριστός κατά χάριν, όπως βλέπουμε στην Οσία Μαρία την Αιγυπτία. Στο βιο της οσίας, διακρίνονται χαρακτηριστικά του Χριστού∙ περπατά πάνω στον Ιορδάνη και φέρει τον λόγο του Θεού μέσα της ζωντανό. Ο Θεός μας δίνει τη μετάνοια όχι με έναν δικανικό τρόπο – ότι σφάλαμε και πρέπει να υπομείνουμε κακοπάθεια και όνειδος για να διορθωθεί το σφάλμα μας μπροστά στον Θεό. Ο Θεός έχει στον νου του κάτι πολύ πιο μεγάλο∙ μας δίνει τη μετάνοια, γιατί θέλει να μας δώσει τη χάρη της υιοθεσίας και να μας καταστήσει κληρονόμους Του. Γι’ αυτό η μετάνοια, όχι μόνο διορθώνει το παρελθόν, αλλά τρόπον τινα μεταθέτει όλη τη ζωή του ανθρώπου στο μέλλον, εκεί που ο Χριστός είναι, πέραν του καταπετάσματος (Εβρ. 6, 19).

Ερώτηση: Πριν την πτώση του Αδάμ και της Εύας υπήρχε χρόνος;

Αρχιμ. Πέτρος: Η Γραφή λέει πριν από την πτώση: «εγένετο εσπέρα και εγένετο πρωΐ ημέρα μια» (Γεν. 1,5). Υπήρχε χρόνος, αλλά ήταν πάντοτε επισκιασμένος από την αιωνιότητα, όπως βλέπουμε τους Αγίους να τους επισκιάζει το φως του Θεού. Τότε, όπως ο Απόστολος Παύλος λέει: «είτε εν σώματι, είτε εκτός σώματος ουκ οίδα» (Β’ Κορ. 12,2), και οι Άγιοι μπορούν να πουν: «είτε εν χρόνω είτε εκτός χρόνου ουκ οίδα». Στον Παράδεισο, ο Αδάμ και η Εύα δεν είχαν ανάγκη από ενδύματα, γιατί ζούσαν μέσα στο φως του Θεού. Μετά την πτώση, έχασαν τη χάρη και αμέσως άνοιξαν τα μάτια τους και είδαν ότι ήταν γυμνοί∙ μάλλον έκλεισαν τα μάτια τους για τη χάρη του Θεού και πλέον έβλεπαν μόνο σε φυσικό επίπεδο ποιοι ήταν.

Ερώτηση: Πως ετοιμάζουμε στην πράξη «σκήνωμα τω Θεώ Ιακώβ» (Ψαλμ. 131,5).

Αρχιμ. Πέτρος: Σκήνωμα ετοιμάζει ο άνθρωπος μέσα στην καρδιά του, αλλά πρέπει πρώτα λοιπόν να τη βρει. Και για να τη βρει χρειάζεται τη χάρη της μετανοίας, των μυστηρίων της Εκκλησίας, της εξομολογήσεως. Ο αχειροποίητος ναός του Θεού οικοδομείται μέσα στην καρδιά του ανθρώπου κυρίως με τρία μέσα. Πρώτον, όταν είμαστε διαρκώς σε επαφή με τον λόγο του Θεού, ο νους μας αναμιγνύεται με τα νοήματα των Γραφών, και η θεια χάρη περνά από τον λόγο της Γραφής μέσα στην ψυχή∙ γίνεται ένα μυστικό φως, που φωτίζει, καθαίρει και αγιάζει τον άνθρωπο, όπως λέει ο Κύριος στον Πέτρο: «Ήδη υμείς καθαροί εστε διά τον λόγον ον λελάληκα υμίν» (Ιω. 15,3); Το δεύτερο μέσο είναι το Όνομα του Χριστού, το οποίο καθιστά τον άνθρωπο στόχο του Θεού, κέντρο της επισκοπής Του, ναό του Θεού. Όταν ο Σολομών προσέφερε τον ναό στον Θεό με μια μεγάλη προσευχή, ο Θεός του είπε: «Έσται το όνομά μου εκεί» (Α’ Βασ. 8,29). Αυτό σήμαινε ότι θα ήταν όλη η προσοχή του Θεού σε αυτόν τον ναό. Και με το που έθεσε ο Θεός το όνομά Του εκεί, «έπλησεν δόξα Κυρίου τον οίκον» (Α’ Βασ. 8,11). Έτσι το Όνομα του Θεού γίνεται αγωγός που μεταδίδει στον άνθρωπο τη δόξα, τη χάρη του Θεού.

Τρίτο μέσο για την αγία αυτή οικοδομή μέσα μας, είναι η Θεια Λειτουργία, όπου όχι μόνο εξαγοράζουμε τον χρόνο της ζωής μας, αλλά και τον ανταλλάσσουμε με τη ζωή του Θεού. Πριν προσφέρει ο Σολομών τον ναό στον Θεό, μιμήθηκε προφητικά την οδό του Χριστού προς τα κάτω∙ δεν είπε: «Χτίσαμε τον ναό», αλλά σαν αχρείος δούλος στάθηκε και είπε: «ότι ει αληθώς κατοικήσει ο Θεός μετά ανθρώπων επί της γης ει ο ουρανός και ο ουρανός του ουρανού ουκ αρκέσουσίν Σοι πλην και ο οίκος ούτος ον ωκοδόμησα τω Ονόματί Σου» (Α’ Βασ. 8,27). Με άλλα λόγια, «αν Εσύ δεν ευδοκήσεις κατά χάριν και δωρεάν, από αγάπη για τον άνθρωπο να σκηνώσεις σε αυτό το οικοδόμημα, αυτά που κάναμε εμείς δεν είναι τίποτε». Προηγήθηκε λοιπόν η ταπεινή αυτή στάση του Σολομώντος και τότε κατέβηκε το Πνεύμα του Θεού και γέμισε τον ναό με τη δόξα Του. Έχει μεγάλη σημασία και στα τρία αυτά μέσα οικοδομής που αναφέραμε, να προσέλθουμε με σωστή στάση, όχι έχοντας δικαιώματα μπροστά στον Θεό. Το ίδιο μας διδάσκουν και οι προσευχές της Θειας Μετάληψης. Πως να σκηνώσει ο πανάγιος Θεός μέσα σε εμάς που είμαστε ερειπωμένοι; Αλλά μετά την πρώτη κίνηση προς τα κάτω, οι προσευχές αυτές εκφράζουν την ελπίδα και την πίστη στο έλεος του Θεού που δωρεάν σώζει τον αμαρτωλό.

Ερώτηση: Γιατί είναι τόσο σημαντικό γεγονός η γέννηση του άχρονου Θεού μέσα στον χρόνο;

Αρχιμ. Πέτρος: Με τον ερχομό Του στη γη, ο Χριστός χρίει την ανθρώπινη ϕύση, αλλά και τον χρόνο με τη θεότητά Του. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί ο άνθρωπος τώρα να έλθει σε επαϕή και να κοινωνήσει με τη θεια Φύση κατά χάρη, στην ενεργητική της μορϕή. Ένας βασικός παράγοντας που το καθιστά δυνατό αυτό είναι η ενανθρώπηση του Χριστού, που έριξε μια γέϕυρα ανάμεσα στην άκτιστη Βασιλεία του Θεού και στον άνθρωπο∙ η γέϕυρα αυτή είναι η χάρις Του. Μπορούμε να κοινωνούμε με τη χάρη του Θεού και διότι έχουμε κτισθεί κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού. Η διάκριση ανάμεσα σε ουσία και άκτιστη ενέργεια στη Θεότητα είναι ένας τρίτος παράγοντας, που μαζί με τους άλλους δυο, η δημιουργία μας κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού και η ενανθρώπηση του Χριστού, μας καθιστά ικανούς να ενωθούμε με την άκτιστη ενέργεια του Θεού. Ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς μιλά για κάθαρση, για ϕωτισμό, για αγιασμό, αλλά πολλές ϕορές κλιμακώνεται ο λόγος του και ϕθάνει να χρησιμοποιεί τον όρο «ένωσις Θεού και ανθρώπου». Όπως μας διδάσκει η πατερική θεολογία, ο Θεός έγινε άνθρωπος, για να γίνει ο άνθρωπος θεός κατά χάριν.

Ερώτηση: Συχνά λησμονούμε το παρελθόν μας, ιδιαιτέρως το διάστημα πριν την πρώτη επίσκεψη της χάριτος. Αυτό σημαίνει ότι αυτά που όντως θυμόμαστε ως ζώσα μνήμη είναι οι στιγμές της επισκέψεως της χάριτος;

Αρχιμ. Πέτρος: Όταν ο άνθρωπος παραδοθεί στα ενεργήματα της χάριτος, αλλά μετά υπομείνει και όλο τον αγώνα που χρειάζεται να την αϕομοιώσει, όντως έρχεται η στιγμή στη ζωή του, που στρέϕεται στο παρελθόν και αισθάνεται τόση απόσταση από τις αμαρτωλές πράξεις του, που νιώθει σαν άλλος άνθρωπος να τις έκανε. Αυτό έρχεται ως πολύτιμος καρπός της μετανοίας και δείχνει ότι η προσευχή μας έϕθασε πλέον στα ώτα του Θεού, ότι έχει επέλθει η καταλλαγή μας με τον Θεό. Αντίθετα συμβαίνει με τις επισκέψεις της χάριτος. Ένα χαρακτηριστικό των πνευματικών ανθρώπων του Θεού είναι ότι συχνά επανέρχονται σε σημεία στη ζωή τους, όπου γνώρισαν τη χάρη του Θεού. Βέβαια δεν το κάνουν στις «πλατείες και ρύμας της πόλεως» (Λκ. 14,21). Ο νους τους στρέφεται συνέχεια με ευχαριστία σε σημεία στη ζωή τους, όπου ο Θεός τους έδωσε τη χάρη Του με απτό τρόπο. Ο άγιος Σιλουανός λέει ότι είναι ίδιον της αγάπης να μη λησμονεί∙ έτσι και οι άνθρωποι του Θεού θυμούνται κάθε φορά που το χέρι του Θεού τους άγγιξε. Θυμούνται ακόμη και τον χώρο και τον χρόνο, όπου έζησαν τη χάρη του Θεού.