Όσιος Ισίδωρος Πηλουσιώτης, Για τον Ηρώδη τον τετράρχη, τον Βαπτιστή, και την Ηρωδιάδα
7 Ιανουαρίου 2025(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)
Ισίδωρος Πηλουσιώτης
96. Στον πρεσβύτερο Μαρτινιανό
Όχι λίγα, ούτε μικρά, αλλά και πολλά και μεγάλα πλημμελήματα διέπραξε ο τετράρχης. Γιατί ήταν ταπεινό γέννημα άγριου λιονταριού.
Όπως δηλαδή εκείνος, που φοβόταν να μη θεωρηθεί νόθος υιός του πατέρα του, έσφαξε τα βρέφη στη Βηθλεέμ, και προκάλεσε τέτοια τραγωδία, ώστε να ανταγωνισθεί σχεδόν εκείνον που τον γέννησε, και νομίζω ότι γι’ αυτό ονομάσθηκε τετράρχης, όχι μόνο επειδή διοικούσε το ένα τέταρτο του βασιλείου του πατέρα του, αλλά και επειδή κυριαρχήθηκε από τα τέσσερα γενικά είδη της κακίας.
Πρώτον δηλαδή νυμφεύθηκε την Ηρωδιάδα παράνομα.
Έπειτα, όταν κατηγορήθηκε από τον Βαπτιστή, αντί να σωφρονισθεί, τον έβαλε στη φυλακή, χωρίς να παρανομήσει, αλλά επειδή ήλεγχε την παρανομία.
Έπειτα, ενώ θέλει να τον σκοτώσει, φοβάται τον λαό, ενώ δεν φοβήθηκε τον αδέκαστο οφθαλμό.
Έπειτα απερίσκεπτα και αόριστα ορκίζεται στη θυγατέρα εκείνης που είχε σχεδιάσει το δράμα, και είχε νομίσει, ότι θα κάνει τα μέρη του γάμου άξια, να της δώσει ό,τι ζητήσει, δεν προσδιόρισε όμως αν θα της δώσει τα σωστά και δίκαια και σωστά, αλλ’ ήταν τόσο πολύ απερίσκεπτη η απόφασή του, ώστε να υποσχεθεί ότι θα της δώσει και το μισό του βασίλειο, χωρίς να σκεφθεί ότι είναι πιο δύσκολο να εκπέσει από τη δικαιοσύνη, παρά από τη βασιλεία.
Έπειτα, με το πρόσχημα της τήρησης του όρκου, ξεπέρασε κάθε επιορκία. Γιατί είναι προτιμότερο για τους βλεδυρούς, εκείνα που υποσχέθηκαν κακώς, να τα λύνουν καλώς, παρά να τα λύνουν κακώς, νομίζοντας ότι έτσι τηρούν τον όρκο τους, και αυτό ήταν μάλλον πρόφαση του φόνου.
Όπως δηλαδή ο κακός υπηρέτης φοβάται τον έλεγχο του κυρίου του, έτσι και αυτός φοβόταν τον Βαπτιστή. Γιατί πραγματικός δεσπότης είναι αυτός που κάνει και διατάζει εκείνα που πρέπει, και όχι εκείνος που φορεί το βασιλικό ένδυμα και έχει τη δύναμη των όπλων.
Προβάλλοντας λοιπόν ως προπέτασμα του φόβου του τον όρκο, και οχυρώνοντας την απόφασή του με τον θεωρούμενο κίνδυνο της επιορκίας, προχώρησε στον φόνο.
Γιατί δεν τήρησε ούτε το πρόσχημα του δικαστηρίου, όπως είχαν κάνει πολλοί, ούτε κατηγόρους παρουσίασε, ούτε μάρτυρες μίσθωσε. Γιατί γνώριζε, ότι τιμωρούσε άνθρωπο που δεν έκανε αδίκημα, αλλά στηλίτευε την αδικία.
Και εκείνος βέβαια, με τη σκέψη ότι θα αποφύγει τον έλεγχο, χωρίς δίκη διέπραξε το μίασμα, ο Βαπτιστής όμως δεν αποσιωπήθηκε, αλλά κηρύσσεται περισσότερο μεγαλόφωνα. Γιατί ακόμα και τώρα φωνάζει σ’ ολόκληρη την υφήλιο· «Δεν σου επιτρέπεται να έχεις τη γυναίκα του αδελφού σου Φιλίππου».
Και επειδή θέλεις να μάθεις την αιτία (γιατί λέγεται ότι είναι πολύπλοκη), είναι φανερό ότι, άλλοι λένε ότι βεβήλωσε τον νόμο του Μωυσή. Γιατί, ενώ ο αδελφός του είχε απόγονο, νυμφεύθηκε τη γυναίκα του, πράγμα που δεν επιτρεπόταν.
Εάν ο αδελφός του ήταν άτεκνος, επέτρεπε ο νόμος να την πάρει, μέχρι να γεννήσει σπέρμα σ’ αυτόν που είχε πεθάνει, γιατί η ατεκνία εθεωρείτο πολύ μεγάλο κακό, επειδή η μνήμη των πεθαμένων θα σβηνόταν τελείως.
Συνεχίζεται
Από τον τόμο Ισιδώρου Πηλουσιώτου, «Άπαντα τα έργα 4 , Επιστολές, βιβλίον δ’, (Επιστολές Α’-ΣΑ), του εκδοτικού οίκου Ελευθερίου Μερετάκη, «Το Βυζάντιον» Θεσσαλονίκη 2000. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια Παναγιώτης Παπαευαγγέλου δρ. Θεολογίας.