(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)
Πρέπει ακόμα να γνωρίζουμε, πως συχνά, όταν εξέρχονται οι ψυχές των εκλεκτών, συνηθίζουν να ηχούν γλυκές ωδές ουράνιου αίνου, ούτως ώστε, ακούγοντας τες αυτοί με ευφροσύνη, να μην αφήνονται να αισθανθούν την ρήξη του δεσμού ανάμεσα στη σάρκα και την ψυχή.
Σχετικά με αυτό θυμάμαι πως και στις Ομιλίες στο Ευαγγέλι1 διηγήθηκα, πως στην στοά2, που οδηγεί τους προσερχόμενους στην εκκλησία του μακαρίου Κλήμεντος3, υπήρξε κάποιος, ονόματι Σέρβουλος4, τον οποίο δεν αμφιβάλλω πως κι εσύ θυμάσαι.
Ήταν βέβαια φτωχός στην περιουσία, αλλά πλούσιος στην αξία, και μια μακροχρόνια αρρώστια τον είχε καταεξαντλήσει:
Από τότε δηλαδή που μπορούσαμε να τον ξέρουμε μέχρι το τέλος της ζωής του ξάπλωνε εκεί παράλυτος. Τι να πω πως δεν μπορούσε να σταθεί όρθιος, αφού ούτε ποτέ να ανασηκωθεί στο κρεββάτι ή να ανακαθίσει δεν είχε την δύναμη, ποτέ δεν μπόρεσε να φέρει το χέρι στο στόμα του, ποτέ να γυρίσει στην άλλη πλευρά.
Του παραστεκόντουσαν για να τον κοιτάζουν η μητέρα του με τον αδελφό του, και οτιδήποτε τυχόν μπορούσε να δεχθεί από ελεημοσύνη, το μοίραζε με τα χέρια εκείνων στους πτωχούς. Γράμματα δεν ήξερε καθόλου, ωστόσο είχε αγοράσει για τον εαυτό του κώδικες της Αγίας Γραφής, και όσους θεοσεβείς ανθρώπους δεχόταν για φιλοξενία, τους έβαζε απαραίτητα να τους διαβάζουν συνεχώς μπροστά του.
Το αποτέλεσμα ήταν να μάθει με τον δικό του τρόπο ολόκληρη την Αγία Γραφή, αν και, όπως είπα, δεν ήξερε γράμματα εντελώς. Φρόντιζε μέσα στον πόνο του πάντοτε να ευχαριστεί, ημέρα και νύχτα να σχολάζει σε ύμνους και αίνους του Θεού.
Όταν πια ήλθε ο καιρός να ανταμειφθεί η τόση του υπομονή, ο πόνος των μελών του γύρισε στα ζωτικά του όργανα. Καθώς διαισθάνθηκε πως πλησίαζε ήδη στον θάνατο, παρήγγειλε στους προσκυνητές και αυτούς που είχε δεχθεί για φιλοξενία, να σηκωθούν και μαζί με αυτόν να υμνωδήσουν ψαλμούς εν αναμονή της εξόδου του.
Και ενώ κι ο ίδιος ο ετοιμοθάνατος έψαλλε μαζί τους, ξαφνικά τους σταμάτησε από το να ψάλλουν με μεγάλη κραυγή καταπλήξεως: «Σωπάτε. Δεν ακούτε πόσοι αίνοι αντηχούν στον ουρανό;».
Ενώ τέντωνε το αυτί της καρδιάς του σε αυτούς τους αίνους, που άκουγε μέσα του, η αγία εκείνη ψυχή λύθηκε από τη σάρκα.
Καθώς έβγαινε αυτή, τόσο εξαίρετη ευωδία σκορπίσθηκε εκεί, που όλοι οι παρευρισκόμενοι γέμισαν από ανέκφραστη γλυκύτητα, ούτως ώστε με αυτό το σημείο να γνωρίσουν ξεκάθαρα, πως την ψυχή αυτή την υποδέχθηκαν οι αινέσεις στον ουρανό. Στο περιστατικό αυτό ήταν παρών ένας δικός μας μοναχός5, ο οποίος ζει μέχρι σήμερα και, με πολύ κλάμα συνήθως, πιστοποιεί πως, έως ότου να παραδώσουν σε ταφή το σώμα του, δεν έφυγε από τις μύτες τους η οσμή εκείνης της ευωδίας.
1. Βλέπε στην εισαγωγή του βιβλίου. Πρόκειται για την ομιλία 15.
2. Όπως διαβάζουμε στο Λαυσαϊκό (κεφ. 68), σε όλες τις μεγάλες πόλεις υπήρχαν στοές μπροστά στις εκκλησίες για τους πτωχούς και τους αρρώστους, που περίμεναν ελεημοσύνη. Εδώ ο παραλυτικός Σέρβουλος από τις ελεημοσύνες αυτές, βλέπουμε πως φρόντιζε και για άλλους, πτωχούς και οδοιπόρους.
3. Clemens, επίσκοπος Ρώμης τον Α’ αιώνα, εορτάζεται στις 24 Νοεμβρίου. Η βασιλική αυτή στο όνομα του βρισκόταν ανάμεσα στον Εσκυλίνο και τον Καίλιο λόφο.
4. Servulus, αναγράφεται στο Ρωμαϊκό εορτολόγιο στις 23 Δεκεμβρίου.Δ
5. Δηλαδή της μονής του Αγίου Ανδρέα στον Καίλιο λόφο, που ήταν σχετικά κοντά στην βασιλική του αγίου Κλήμεντος.
Απόσπασμα από το βιβλίο, Άγιος Γρηγόριος ο Διάλογος, «Βίοι αγνώστων ασκητών», έκδοση Ιεράς Καλύβης αγίων Αποστόλων – «Πατριάρχου». Εισαγωγή, μετάφραση, σημειώσεις Ιερομονάχου Ιωάννου.