(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)
Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, Α’ Προς Βαρλαάμ
Περί δύο αρχών ή κατά ελληνικής επόψεως
16. Την δε απολογίαν την οποίαν προτείνεις, αν και είναι ψυχρά και προβάλλει τον εις πολλά μέρη και από ημάς τους ιδίους έλεγχον των Λατίνων ως αδύνατον, όμως την δεχόμεθα· διότι την έλλειψίν της αναπληρώνει εκείνο διά το οποίον έγινεν αυτή, αφού τούτο έχει εκβληθή.
Εκείνα δε διά τα οποία κατηγορείς ημάς, ότι διαβάλλομεν τους ομογενείς σου σχετικώς με τας δύο αρχάς, και τούτο έγινεν από ημάς προς χάριν σου του αγνωμόνως διατεθέντος· διότι θέλων να εξελέγξω σαφώς το εσφαλμένον, έστω και σχετικώς με την λέξιν όπως ισχυρίζεσαι συ ο ίδιος (διότι δεν ήτο δυνατόν να σιωπήσω, εφ’ όσον επρόκειτο περί Θεού), διά να μη σου προσάπτεται μομφή, εσκέφθην να κατευθύνω προς εκείνους τας πραγματείας.
Ότι βέβαια εκείνοι δεν λέγουν δύο αρχάς καθ’ αυτό, σας το μαρτυρεί ο πρώτος προς αυτούς απευθυνόμενος λόγος, απαντών προς εκείνους ως εξής· «Σεις δε, οι οποίοι δέχεσθε τας δύο αρχάς επί της θεότητος, τι λέγετε; Διότι τι σημασίαν έχει, εάν δεν λέγετε τούτο φανερά, αλλά συνάγεται τούτο από όσα ισχυρίζεσθε»;
Λέγων λοιπόν εκεί ότι αυτοί δεν ισχυρίζονται τούτο φανερώς, πώς τώρα θα απηύθυνον τον λόγον προς αυτούς υπέρ τούτου, εάν δεν εσκεπτόμην ότι ηδύνατο να επισκιάση την βλάβην σου;
17. Αλλά βεβαίως δεν θα ήτο εντελώς εκτός λόγου αυτός ο λόγος μου, ούτε τελεία διαβολή, όπως ενόμισες εσύ, ακόμη και αν ελέγετο αυτούσιος προς εκείνους μη νομίζης, αφού προέρχεται από Λατίνους, ότι είμεθα αδαείς των εσφαλμένων εις αυτούς ρημάτων και δογμάτων· αλλά υπάρχουν μερικοί οι οποίοι και τώρα λέγουν σαφώς ότι οι δύο αρχαί είναι μία, όσοι δεν έχουν μελετήσει τα συγγράμματα τα οποία απηυθύνθησαν προς αυτούς από τους ιδικούς μας.
Πριν δε από αρκετούς χρόνους επεχωρίαζε τούτο και μεταξύ των ελλογιμωτάτων αυτών, και μαρτυρούν τούτο τα εις ημάς ευρισκόμενα συγγράμματα εκείνων, εις τα οποία ούτοι λέγουν δευτέραν αρχήν του αγίου Πνεύματος τον Υιόν.
Αυτός λοιπόν, ο οποίος λέγει τον Υιόν όχι απλώς αρχήν, αλλά και δευτέραν αρχήν, δεν δέχεται φανερώς δύο αρχάς;
Αν δε άφησαν τώρα αυτόν τον ισχυρισμόν, τούτο οφείλεται εις τους αντιρρητικούς λόγους των ιδικών μας, οι οποίοι τους κατεσίγασαν, όπως και εις τον επώνυμον Νικηφόρον2 ο οποίος έφεξε προς αυτούς.
Πράγματι μετά τους λόγους εκείνου προς αυτούς δεν τολμούν πλέον όσοι έχουν κάποιαν σύνεσιν να μας θεωρούν της απωλείας, όπως ημείς εκείνους.
18. Εις το ότι δε πρέπει ημείς να συζητούμεν με αυτούς με βάσιν τα αποδεκτά από εκείνους, συμφωνώ και εγώ ο ίδιος· έως ότου ακούω να διακηρύσσεται μία πηγή, μία αρχή, μία θεογόνος θεότης, και οι λέγοντες αυτά να θεωρούνται και από τους Λατίνους σεβαστοί, συζητώ με αυτούς με βάσιν τα αποδεκτά από τους Λατίνους διότι έχουν πλησίον των και τιμούν ως θεηγόρους τους λέγοντας ταύτα περί του Πατρός των φώτων.
Εάν δε είπουν και τον Υιόν θεολόγον προς ημάς, ημείς θα είπωμεν προς εκείνους να μη αναπτύσσουν τον λόγον κατά τα αποδεκτά από αυτούς. Ο ιδικός μας δε λόγος, με επιχειρηματολογίαν από αυτό, δεν θα είναι έξω των αποδεκτών και από εκείνους.
Όσα δε ισχυρίζεσαι εκπροσωπών εκείνους και επιδιώκων να δικαιώσης εκείνους επάνω από ημάς, ότι δηλαδή ο Υιός, αν και πηγή, είναι από πηγήν, και ότι είναι ολιγώτερον πηγή και μόνον ως προς το εν μόνον πηγή, ημείς δεν θα επιτρέψωμεν ούτε εις σε ούτε εις εκείνους να νομίζετε ότι λέγουν αυτά με συνέπειαν προς τας απόψεις των, έως ότου χρησιμοποιήσουν διδάσκαλον τον ειπόντα, «μόνη πηγή της υπερουσίου θεότητος ο Πατήρ»2.
Πράγματι αυτός δεν είπε ‘μόνη πηγή όχι από πηγήν’, ούτε ‘μία μάλλον πηγή’ ούτε ‘μόνη γενικώς πάσης θεότητος πηγή’. Ώστε εκείνοι μεν δεν ακολουθούν τα αποδεκτά από τους ιδίους, ημείς δε απευθύνομεν προς αυτούς τους λόγους με βάσιν τα αποδεκτά από αυτούς, όχι συκοφαντικώς, όπως βέβαια νομίζεις εσύ, ούτε απαντώντες αυτούς πλησίον των θυρών.
Εάν δε ήτο δυνατόν και να ευρεθή, ούτε ούτως θα ήτο εκείνο παράδειγμα εξισωμένον καθ’ όλα με το προκείμενον· άλλο πράγματι είναι το παράδειγμα και το δι᾽ ο έγινε παράδειγμα, αλλά το γεγονός ότι είναι άλλο δεν σημαίνει ότι δεν είναι ούτε παράδειγμα αντιθέτως μάλιστα, αν δεν ήτο άλλο δεν θα ήτο ούτε παράδειγμα.
Συ δε κρίνεις το παράδειγμά μας από τας διαφορότητας και πάλιν παριστάνεις τους Λατίνους να μας καθιστούν εις μεγίστην απορίαν, όπως νομίζεις εσύ, ωσάν να επρόκειτο εκείνοι κατά την κίνησιν της γλώσσης σου να θεολογούν κακώς ή όχι κακώς. Αλλά γα μη νομίζης ούτως· διότι πολλοί και πριν από σε και ενώπιόν σου, και οτιδήποτε αν λέγης εσύ, θα τους ελέγξουν ως κακοδόξους.
1. Προφανώς εννοείται ο Νικηφόρος ο Ησυχαστής, ο οποίος πλην των ησυχαστικών του έργων έγραψε και κατά Λατίνων (τέλος του ιγ’ αιώνος).
2. Διονυσίου Αεροπαγίτου, Περί Θείων ονομάτων 2, 5.
3. Βαρλαάμ, Επιστολή Α’ προς Παλαμάν, G. Schiro, σελ. 238 ε.
Από το βιβλίο «Γρηγορίου Παλαμά έργα 1», των Πατερικών Εκδόσεων «Γρηγόριος ο Παλαμάς». Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια, Παναγιώτη Χρήστου.