(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)
Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, Α’ Προς Βαρλαάμ
Περί δύο αρχών ή κατά ελληνικής επόψεως
Συνέχεια από εδώ: https://www.pemptousia.gr/2025/03/agios-grigorios-palamas-pros-varlaam-sy-de-ochi-mono-eis-ta-mataia-alla-kai-eis-ta-antitheta-parexetrapeis/
9. Αλλά ποία είναι η πρώτη και μέση και τελευταία αφορμή σου εναντίον μας; «Εσύ», λέγει, «εξυψώνεις εαυτόν, ωσάν να συνήντησες τα υπεράνω ημών». Από που ημπορείς να το αποδείξης; «Από τους λόγους σου», λέγει, «από τους οποίους υπεσημείωσα ότι ελήφθη ολόκληρον το προοίμιόν μου».
Ανάγνωσε το από τους ιδικούς μου λόγους παραληφθέν και ημάς, όπως ισχυρίζεσαι, ελέγχον προοίμιον, διά να γνωρίσωμεν· και αν από τους ιδικούς μας λόγους υπάρχη κάποια μεγαληγορία [καυχησιολογία, κομπασμός], θα ομολογήσωμεν ότι είναι δικαία αυτή σου η εναντίον μας κατηγορία, ειδεμή, συ θα καταδικάσης τον εαυτόν σου, στρέψας κατά του εαυτού σου αφθονωτέραν την νέμεσιν.
«Συ μεν, ποθήσας την ανωτάτην φιλοσοφίαν, μάλλον δε ελκυσθείς από την ανωτάτην φιλοσοφίαν και εγκαταλείψας παντός είδους λόγους και την μελέτην αυτών και συναντήσας ήδη τα παραδείγματα, σταμάτησε»*. Διότι το ότι έχω ήδη συναντήσει τα παραδείγματα, βέλτιστε, δεν το αναγνωρίζω ως ιδικόν μας εις τούτο δε έγκειται η καύχησίς μας, την οποίαν εσύ μας προφέρεις εις ολόκληρον την πραγματείαν τούτο δε δεν είναι απλώς διαφορετικόν από τους ιδικούς μου λόγους, αλλά και είναι από τους πραγματικά αντιθέτους εις εκείνους.
10. Πράγματι, αν παράδειγμα εδώ λέγεις τούτο, το οποίον ημείς εκεί είπομεν μεταφορικώτερα μύρον, άκουσε λοιπόν τώρα με σύνεσιν. «Ημείς έχομεν σχεδόν τελείως λησμονήσει τας περί τους λόγους επιστήμας, από την αληθινήν δε σοφίαν δεν απεκτήσαμεν τίποτε ή κάτι ολίγον απεκτήσαμεν, αλλά τρέχομεν ωσάν εις οσμήν μύρου, χωρίς να έχωμεν κάπως εις τας χείρας το ίδιον το μύρον»*.
Δεν ευρίσκονται αυτά εκεί κατά λέξιν; Σαφώς λοιπόν μας συκοφαντείς ότι είπομεν ότι τα συνηντήσαμεν, ενώ είπομεν ότι δεν τα συνηντήσαμεν ακόμη.
Εάν δε μας επιρρίπτης αυτήν την μομφήν διά τον λόγον ότι είπομεν ότι εποθήσαμεν, πράττεις κάτι όμοιον με τούτο, με το να λέγη κανείς ότι καυχάται διά σοφίαν αυτός ο οποίος ίσχυρίζεται ότι εφοίτησεν εις διδάσκαλον και τον παρηκολούθησε διδάσκοντα πολύν χρόνον, με την δυσμάθειάν [δυσκολία στη μάθηση] του δεν κατώρθωσε να συγκρατήση τίποτε από τα διδάγματα εκείνα. Αυτά λοιπόν τα οποία συνήγαγες εναντίον μας με την προσθήκην σου, αφήνω εις σε να σκεφθής εις ποίον πρέπει τώρα να μεταφερθούν.
11. Και συ, ο οποίος ηθέλησες να είπης παν απευκτόν [κάθε τι που απευχόμαστε] εναντίον ημών, δεν ηθέλησες να ακούσης και την τελευταίαν ευχήν μας, «εκείνος δε ο οποίος έθεσεν εις ημάς τον πόθον τούτον από υπερβολήν φιλανθρωπίας, είθε κατά τους οικτιρμούς του να παράσχη και τέλος ατελεύτητον».
Ζητούντες λοιπόν τέλος, πώς δεν γνωρίζομεν ότι είμεθα ατελείς κατ’ εκείνο το σημείον, του οποίου το τέλος ζητούμεν;
Ημάς δε, οι οποίοι χαρακτηρίζομεν εαυτούς ατελείς, πώς ονειδίζεις εσύ ως ισχυριζομένους ότι είμεθα υπερτελείς;
Ημείς δε, ω αγαθέ, τόσον απεφύγομεν να νομίσωμεν ή να χαρακτηρίσωμεν εαυτούς τελείως, ώστε ακόμη και το κατ’ αρχήν να προθυμοποιηθώμεν να λάβωμεν την οδόν η οποία φέρει προς το μυστικόν διδασκαλείον δεν απεδώσαμεν εις ημάς, αλλ’ ολόκληρον εις την άνω φιλανθρωπίαν. Εάν δε προέρχεται εκ της άνω φιλανθρωπίας, δεν είναι ούτε αυτό ιδικόν μας έργον.
* Λόγοι του Βαρλαάμ παραφράζοντας την Επιστολήν προς Ακίνδυνον Α’ του Γρηγορίου.
Συνεχίζεται
Από το βιβλίο «Γρηγορίου Παλαμά έργα 1», των Πατερικών Εκδόσεων «Γρηγόριος ο Παλαμάς». Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια, Παναγιώτη Χρήστου.