Η κατασυκοφάντηση της αλήθειας

Ο καρπός του σύκου δεν δημιουργεί προβλήματα μόνο όταν απουσιάζει, όπως συνέβη στην περίπτωση της άκαρπης συκιάς, την οποία φέρεται να καταράστηκε ο Χριστός, επειδή όταν πείνασε βρήκε μόνο φύλλα και όχι σύκα, αλλά και όταν αφθονούν. Δεν ξεχνούμε άλλωστε ότι σε όλες τις εποχές το σύκο υπήρξε δημοφιλές λόγω της μεγάλης διατροφικής του αξίας και της ιδιαίτερης νοστιμιάς και γλυκύτητας.

Γι’ αυτούς τους λόγους η συκιά φέρεται στις διάφορες παραδόσεις να έχει και αξιώσεις αναγνώρισης της αξίας της, όπως περιγράφει για παράδειγμα ο Αίσωπος στον μύθο του για την συκιά και τον τυφλό: Ένας τυφλός απολαμβάνει τα σύκα μιας συκιάς αλλά, επειδή δεν τα βλέπει και επομένως δεν εκτιμά την αξία τους, δεν είναι σε θέση να ευχαριστήσει τη συκιά για τη μεγάλη της προσφορά, με αποτέλεσμα εκείνη να είναι παραπονούμενη.

Τα σύκα, λόγω της διακηρυγμένης διαχρονικά αξίας τους, είναι από τα λίγα φρούτα που πρωτοστάτησαν στη δημιουργία πολυσήμαντων εννοιών, όπως για παράδειγμα η συκοφαντία, η οποία κατά γράμμα σημαίνει «φανέρωση των σύκων». Οι εκδοχές ωστόσο δημιουργίας και καθιέρωσης του όρου είναι αρκετές, κανείς δε δεν είναι σε θέση να μας επαληθεύσει κάποια. Αξίζει όμως τον κόπο να τις επικαλεστούμε[1], βγάζοντας κάποια συμπεράσματα:

-Τα σύκα ήταν λίαν αγαπητά και προσφιλή στους κατοίκους των Αθηνών. Λέγεται ότι κάποια εποχή υπήρξε ανεπάρκεια στην προμήθειά τους και η κατηγορία στράφηκε κατά των εμπόρων, οι οποίοι αντί να τα διαθέτουν στην αγορά της Αθήνας τα εξήγαγαν σε άλλες περιοχές εκτός των Αθηνών, αποσκοπώντας σε μεγαλύτερα κέρδη. Οι Αθηναίοι κάποια στιγμή ξεσηκώθηκαν, κατηγορώντας τους εμπόρους στις Αρχές, με αποτέλεσμα την απαγόρευση των εξαγωγών και την επιβολή  σχετικών κυρώσεων. Αυτή η φανέρωση του προβλήματος με τα σύκα ονομάστηκε συκοφαντία.

-Συκοφάντες όμως χαρακτηρίστηκαν και όσοι φανέρωναν τους κλεφτοσυκάδες, που έκρυβαν τα κλεμμένα σύκα στα ρούχα τους, κατηγορίες που δεν ήταν πάντοτε αληθινές, επειδή το μέλημα των συκοφαντών δεν ήταν η αποκατάσταση της τάξης αλλά η εκδίκηση.

-Τον ίδιο τίτλο αποκτούσαν και όσοι Αθηναίοι κατάγγελλαν αυτούς που  έκλεβαν τις ιερές συκιές.

-Συκοφάντες λέγονταν και όσοι ασκούσαν τον ρόλο του δημόσιου μηνυτή και κατάγγελλαν στους δικαστές πάσης φύσεως παρανομίες, ιδιαίτερα τους φοροφυγάδες, τους λαθρέμπορους, τους παράνομους πλούσιους, αποκομίζοντας και κάποια ανταλλάγματα, και τελικά όσοι εκβίαζαν τους πλούσιους πολίτες για υπαρκτά ή ανύπαρκτα αδικήματα.

-Τον ίδιο χαρακτηρισμό απέκτησαν όσοι πήγαιναν στους ιδιωτικούς αγρούς με συκιές, διαπίστωναν πρώτοι την ωριμότητα των σύκων και έσπευδαν να το ανακοινώσουν στους ιδιοκτήτες, που τόσο πολύ ανέμεναν την είδηση λόγω της μεγάλης αγάπης που έτρεφαν γι’  αυτά.

-Συκοφάντες ονομάστηκαν και αυτοί που κουνούσαν την συκιά και ανασκάλευαν το πυκνό φύλλωμά της για να φανερωθούν τα κρυμμένα σύκα.

-Συκοφάντες στη Ρόδο χαρακτηριζόταν οι υπεύθυνοι για την είσπραξη των φόρων σε είδος, μεταξύ των άλλων και σε σύκα.

-Κατά μια άλλη εκδοχή συκοφάντης λεγόταν αυτός που σχημάτιζε με την παλάμη του το σύκο με σκοπό να καθυβρίσει κάποιον.

Όποια εκδοχή και αν υιοθετήσουμε σημασία έχει ότι η λέξη συκοφαντία έχει αποκτήσει ιστορικά αρνητικό περιεχόμενο και δηλώνει αυτόν που με ψευδείς κατηγορίες προσπαθεί να πλήξει το κύρος, τη φήμη και την υπόληψη του άλλου με βαριές συνέπειες για τις κοινωνικές και επαγγελματικές του σχέσεις.  Την ίδια σημασία έχουν και παρεμφερείς έννοιες, όπως διαβολή, δυσφήμηση, κατηγορία, ψευδοκατηγορία, ψευδολογία, κ.ά.

Η συκοφαντία είναι ίσως η αρχαιότερη από όλες τις κακίες, έχει μάλιστα διαβολική καταγωγή. Ο μισόκαλος και μισάνθρωπος σατανάς διαβάλλει τον Θεό στον άνθρωπο του παραδείσου ώστε να τον συμπαρασύρει στο στρατόπεδό του σε κοινό μέτωπο κατά του Θεού, γι’  αυτό το λόγο χαρακτηρίστηκε εφευρέτης της συκοφαντίας και ονομάστηκε διάβολος. Ο λόγος είναι προφανής: Αλλοιώνει την αλήθεια, άρα ψευδολογεί, προσπαθώντας να βγάλει ψεύτη και αναξιόπιστο τον ίδιο το Θεό, θέτοντας εν αμφιβόλω την προειδοποίησή του, ότι, αν ο άνθρωπος παραβιάσει την εντολή του, θα οδηγηθεί στο θάνατο. Το αντίθετο όμως θα συμβεί: θα γίνουν οι ίδιοι θεοί (Γεν. 3, 4). Είναι προφανές ότι η διαβολή χρησιμοποιείται για την διάσπαση της κοινωνίας με το Θεό και διαχρονικά για τη διάσπαση της σχέσης μεταξύ των ανθρώπων. Βασικά εργαλεία της συκοφαντίας το ψεύδος, το μίσος, η καχυποψία, η αμφιβολία, η απιστία. Αυτός είναι ο λόγος που η Πατερική σοφία χαρακτηρίζει τους συκοφάντες ως συνεργάτες του διαβόλου, και κατ’  επέκταση αντίπαλους του Θεού.

Την συκοφαντία αντιμετώπισε και ο ίδιος ο Χριστός, γι’  αυτό και όποιος συκοφαντείταιμοιάζει με τον ίδιο τον Χριστό, και μακαρίζεται: Είστε μακάριοι, όταν οι άνθρωποι σας εμπαίζουν, σας υβρίζουν και σας διώκουν χρησιμοποιώντας εναντίον σας κάθε είδος πονηρού λόγου (κακολογία, κατηγορία, συκοφαντία) εξαιτίας μου. Να χαίρεστε και να αγάλλεσθε γιατί η αμοιβή σας στον Ουρανό θα είναι μεγάλη (Ματθ. 5, 11-12).

Ποια όμως είναι τα κίνητρα του συκοφάντη; Με άλλα λόγια, τί είναι αυτό που ωθεί κάποιον στη συκοφαντία ή αλλιώς, ποια πάθη κρύβονται πίσω από τα κίνητρα. Όσοι ασχολήθηκαν με το ζήτημα καταλογίζουν στον συκοφάντη κυρίως ζηλοφθονία, η οποία τροφοδοτείται από το μίσος, την μνησικακία και την χαιρεκακία. Πίσω από όλα κρύβεται βέβαια κάποιο ατομικό συμφέρον, το οποίο θεωρείται ότι προωθείται από την κατασυκοφάντηση ενός αθώου ανθρώπου.

Η διαφορά της συκοφαντίας από άλλα αμαρτήματα είναι ότι δεν συνιστά μια αυθόρμητη ενέργεια αλλά μια καλά μελετημένη και οργανωμένη στάση κατά του πλησίον, αφού ο συκοφάντης ασχολείται αποκλειστικά με τους άλλους και σπάνια με τον εαυτό του. Γι’ αυτό και δύσκολα αποβάλλεται. Πολύ περισσότερο αν βρεθεί τρόπος αιτιολόγησης με βάση την αρχή, ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Σκοπός εδώ μπορεί να είναι η ανεύρεση της αλήθειας, όπως ο συκοφάντης την ορίζει.Ο δε αρχαίος Σωκράτης επιχειρεί να αξιολογήσει τον συκοφάντη ως χειρότερο του φονιά, γιατί ενώ ο φονιάς ζημιώνει μόνο τους ζώντες ο συκοφάντης ζημιώνει και τους ζώντες και τους νεκρούς. Και ο μεν νεκρός χάνει μια φορά τη ζωή του, ο εν ζωή συκοφαντούμενοςόμως πεθαίνει κάθε μέρα.

Σύμφωνα με τα παραπάνωη συκοφαντία αξιολογείται ως μια από τις χειρότερες μορφές αδικίας. Ο συκοφάντης αδικεί πρώτα τον εαυτό του, και κατόπιν το Θεό και τους άλλους. Πλήττει ακόμα και την ίδια την κοινωνία, ιδιαίτερα στο κεφάλαιο της κοινωνικής συνοχής.

Η πρώτη συνέπεια αφορά στον ίδιο τον Θεό, γιατί, όποιος στρέφεται κατά του πλησίον, στρέφεται ουσιαστικά κατά του Θεού, επειδή, καθώς ο Χριστός διαβεβαίωσε, στον πλησίον εικονίζεται ο Θεός. Εξάλλου όποιος συκοφαντεί τους άλλους εύκολαμπορεί να συκοφαντήσει και τον ίδιο τον Θεό στους ανθρώπους.

Η συκοφαντία προσβάλλει ηθικά την ίδια την αλήθεια. Ο συκοφάντης βιώνει μέσα του μια ιδιάζουσα κατάσταση. Ενώ γνωρίζει την αλήθεια και την αθωότητα κάποιου επιλέγει το ψεύδος με σκοπό να προσβάλλει την τιμή, την ηθική ακεραιότητα, την υπόληψη και την αξιοπρέπεια του άλλου αποσκοπώντας στην κοινωνική απομόνωση, τον στιγματισμό και την εξουθένωση.

Ως προς το αποτέλεσμα, το κακό που σπέρνει η συκοφαντία είναι πολύ δύσκολο να μαζευτεί. Αυτό το γνώριζε πολύ καλά η γερμανική προπαγάνδα, όταν εφάρμοζε την αρχή, «ρίξε συνεχώς λάσπη και στο τέλος κάτι θα μείνει».  Όσο πιο εύκολα προκαλείται η ζημιά τόσο δυσκολότερα επανορθώνεται. Ενίοτε δε είναι και ανεπανόρθωτη. Το πρόβλημα στις ημέρες μας έχει πάρει τεράστιες διαστάσεις λόγω των δυνατοτήτων σπίλωσης και κατασυκοφάντησης που παρέχει το διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, και μάλιστα με ανώνυμο τρόπο και γι’ αυτό ανεξέλεγκτο. Καθημερινά δε αναγγέλλονται οι τραγικές συνέπειες: αυτοκτονίες, απώλεια εργασίας, διαζύγια κ. ά.

Τελείως διαφορετική είναι η στάση του χριστιανού, έχοντας μάλιστα υπόψη όσα αναφέρονται και στη Βίβλο: Δεν θα καταθέσεις ψευδή μαρτυρία εναντίον του πλησίον σου, θα αποφεύγεις κάθε λόγο αδικίας (Εξ. 20, 16).  Και ο Ιωάννης ο Βαπτιστής συμβουλεύει την αποφυγή της (Λουκ. 3, 14), ο δε Ζακχαίος υπόσχεται στο Χριστό να αποζημιώσει με το παραπάνω όσους συκοφάντησε(Λουκ. 19,80).

Ο άνθρωπος του Θεού όχι μόνο δεν συκοφαντεί, όχι μόνο δεν φανερώνει τα αμαρτήματα των άλλων, τουναντίον τα σκεπάζει, κάνοντας ό,τι μπορεί για να τα δικαιολογήσει, σε αντίθεση με τα δικά του που είναι έτοιμος και να τα φανερώσει και να αποφύγει τις δικαιολογίες. Με το ίδιο σκεπτικό όχι μόνο δεν εκδικείται για τις συκοφαντίες που υφίσταται αλλά επιστρατεύει όλη την αγάπη και την προσευχή αντί της εκδικητικότητας. Έτσι ανοίγει ο δρόμος και για την ταπείνωση. Δεν πάει βέβαια γυρεύοντας, γι’  αυτό και προσεύχεται, όπως ο Δαβίδ να τον γλυτώνει ο Θεός από τους συκοφάντες.

Ο χριστιανός μιμείται καταρχήν το Χριστό και κατόπιν τους αγίους που μιμήθηκαν το Χριστό συκοφαντούμενοι. Ο Χριστός υπέμεινε τη δίκη και τις συκοφαντίες εναντίον του, δέχθηκε να φτύνεται από τους δούλους και τους τιποτένιους υπηρέτες και παραδόθηκε σε θάνατο και μάλιστα τον πιο αισχρό. Κατηγορήθηκε επίσης ότι τρώει, πίνει και κάνει παρέα με πόρνες και τελώνες (Ματθ. 11, 19). Προηγήθηκε βέβαια ο Ιωσήφ ο Πάγκαλος, όταν υπέμεινε την κατασυκοφάντηση  από την σύζυγο του Πετεφρή επειδή αντιστάθηκε στις πονηρές επιθέσεις της, και ακολούθησαν μεταξύ πολλών άλλων ο αββάς Μακάριος όταν συκοφαντήθηκε ότι άφησε έγκυο μια γυναίκα στην Αίγυπτο, ιδιαίτερα ο άγιος Νεκτάριος, που κατηγορήθηκε από συνεπισκόπους του για ηθικές παρεκτροπές, επίσης ηθικά ζητήματα, και στις ημέρες μας ο όσιος Ιωσήφ ο Ησυχαστής. Αυτό σημαίνει ότι οι συκοφάντες δεν ευδοκιμούν μόνο εκτός Εκκλησίας αλλά και εντός. Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος στρέφεται εναντίον εκείνων που κατηγορούν και συκοφαντούν το γάμο ότι δήθεν αποτελεί πρόσκομμα προς την αρετή και τη σωτηρία.

Τόσο η στάση του Χριστού όσο και των μιμητών του είναι η πλέον ενδεδειγμένη για τον τρόπο που ο άνθρωπος του Θεού αντιμετωπίζει την συκοφαντία, παρά τις τραγικές της συνέπειες, όπως γράφει ο Εκκλησιαστής (Εκκλ. 4, 1).Ο ιερός Χρυσόστομος αφού επισημαίνει ότι τα δήγματα που προκαλεί η συκοφαντία στην ψυχή είναι πολύ χειρότερα από εκείνα του σώματος, στέκεται περισσότερο στην ωφέλεια όσων συκοφαντούνται και την στάση τους απέναντι στους συκοφάντες τους, χαρακτηρίζοντας την ανοχή τους ως μεγάλο άθλο. Η συκοφαντία,γράφει, αντιμετωπίζεται με χαρά και αγαλλίαση. Με τον ίδιο τρόπο σκέφτεται και ο Μάξιμος ο Ομολογητής: Δεν υπάρχει βαρύτερος πόνος της ψυχής από τη συκοφαντία είτε αφορά σε θέματα πίστης είτε ηθικής, και κανείς δεν μπορεί να το ξεπεράσει παρά μόνο όποιος είναι προσηλωμένος στο Θεό. Εντάσσεται στα σχέδια των δαιμόνων. Όταν μας δουν να περιφρονούμε τα πράγματα του κόσμου και να μη μισούμε τους ανθρώπους για να μην εκπέσουμε από την αγάπη, παρακινούν όλους τους ανθρώπους να μας συκοφαντήσουν ώστε μη υποφέροντας τη λύπη να τους μισήσουμε. Και καταλήγει: όσο περισσότερο προσευχόμαστε για εκείνον που μας συκοφάντησε τόσο περισσότερο ο Θεός γνωρίζει την αλήθεια σε εκείνους που σκανδαλίστηκαν.

Έναν έξυπνο και πρακτικό τρόπο για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της συκοφαντίας εφάρμοσε και ο Μ. Αλέξανδρος, ο οποίος, όταν του συκοφαντούσαν κάποιον, έκλεινε με το χέρι του το ένα αυτί για να ακούσει με αυτό και την άλλη άποψη.

Δείτε, λοιπόν, από μια υπόθεση, με πρωταγωνιστή το σύκο, πόσα χρήσιμα σχόλια μπορούμε να κάνουμε.

 

 

[1] Πληροφορίες από το ΧΡ. ΡΑΜΜΟΥ, «Το σύκο και ο «συκοφάντης», http://votaniki.gr/xlorida/eidi/eidi-me-istoria/to-syko-kai-o-quot-sykofantis-quot/.