* * *
Μακάριος ο άνθρωπος που όλα τα ‘χει αφήσει
και που τον Κύριο πιστά ποθεί να υπηρετήσει.
Το μάταιο κόσμο αρνήθηκε, όλα τα ηδέα
και που τον εύσπλαχνο Θεό γυρεύει για παρέα.
Ευτυχισμένος είναι αυτός που θέλει να δουλέψει
στο αμπελώνα του Θεού , βότρυ για να σοδέψει.
Με τη βοήθεια του Υιού των αρετών αμπέλι ,
φυτεύει αποστάζοντας οίνο γλυκό σα μέλι.
Πάλι στέκει μακάριος και τρισευτιχισμένος
αυτός που όλο προσεύχεται , στα ύψη υψωμένος.
Ανάλαφρος και άβαρης ίσταται στη λατρεία
με στιλβωμένους λογισμούς , μαρκυά απ’ την αμαρτία.
Μακάριος είναι κι ο αγνός , το φώς αποζητάει
δεν μόλυνε το σώμα του , και το μοσχοφυλάει.
Μακάριος και όλβιος, ο του Θεού ο γνώμων
πορεύεται μ ‘ επίγνωση κι όχι ως αγνώμων.
Όντας και κείνος που αγαπά την γνήσια μετάνοια
που ανεβάζει αμαρτωλούς στα απύθμενα ουράνια.
Είναι και ο μισιονάριος του Λυτρωτού στρατιώτης,
Aπόστολος αληθινός , των άνω πατριώτης.
Τέλος δεν λείπει ο σοφός που σκέπτεται υπερούσια
το χρόνο που του δόθηκε δεν ξόδεψε ανούσια.
Σεραφείμ Μανώλης