(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)
Ωδή ς’. Ο Ειρμός.
Κατήλθες εν τοις κατωτάτοις της γης, και συνέτριψας μοχλούς αιωνίους, κατόχους πεπεδημένων Χριστέ, και τριήμερος, ως εκ κήτους Ιωνάς, εξανέστης του τάφου.
Ερμηνεία
Και τούτον τον Ειρμόν προσαρμόζει ο Μελωδός τόσον με την έκτην Ωδήν του Ιωνά, όσον και με την εορτήν της Αναστάσεως· δανεισάμενος γαρ από τον Ιωνάν το ρητόν εκείνο το λέγον· «Κατέβην εις γην, ης οι μοχλοί κάτοχοι αιώνιοι» (Ιω. β’ 7), και επιστρέφων εις τον Χριστόν, ούτω λέγει προς αυτόν· Ω θεάνθρωπε Ιησού Χριστέ, εσύ κατέβης εις τα κατώτατα μέρη της γης, εις τον άδην· εκεί δε καταβάς, ετσάκισας τους μοχλούς, οίτινες κατεκράτουν εις τον αιώνα τους εν τω άδη πεπηδημένους.
Το «Κάτοχοι αιώνιοι» δηλοί [σημαίνει] και ότι οι μοχλοί εκείνοι ήτον στερεώς και ασφαλώς ερριζωμένοι, και δεν εσυντρίφθησαν εκ του αιώνος από κανένα άνθρωπον.
Όθεν και ο Σευβήρος προσαρμόζει εις τον Χριστόν το ρητόν τούτο περισσότερον παρά εις τον Ιωνάν· καθότι ο μεν Ιωνάς πραγματικώς δεν κατέβη εις την τοιαύτην γην, αλλά ο Κύριος, όστις και τα την προφητείαν του Ησαΐου πύλας χαλκάς συνέτριψε, και μοχλούς σιδηρούς συνέθλασεν· «Εγώ γαρ, φησίν, έμπροσθέν σου πορεύσομαι και όρη ομαλιώ, θύρας χαλκάς συντρίψω και μοχλούς σιδηρούς συνθλάσω και δώσω σοι θησαυρούς σκοτεινούς αποκρύφους» (Ησ. με’ 2-3), ώστε η συντριβή των μοχλών του Άδου ερανίσθη από το ρητόν τούτο του Ησαΐου, και όχι από το ανωτέρω ρητόν του Ιωνά, καθότι εις αυτό δεν αναφέρεται συντριβή.
Επιφέρει δε ο Μελωδός ότι αφ’ ου εσύ, Κύριε, εσύντριψας τους μοχλούς του Άδου, ανέστης από τον τάφον τριήμερος, ον τρόπον και ο Ιωνάς εκβήκεν από το Κήτος τριήμερος, καθώς ο ίδιος το προείπες· «Ώσπερ εγένετο Ιωνάς εν τη κοιλία της γης τρεις ημέρας και τρεις νύκτας» (Ματθ. ιβ΄ 40).
Ο δε Θεοφόρος Μάξιμος αναγωγικώς ερμηνεύει το ανωτέρω ρητόν του Ιωνά λέγων· «Γην, την παχείαν τη κακίας έξιν είπεν, αιωνίους δε μοχλούς, τας συγκροτούσας την χειρίστην έξιν εμπαθείς προσπαθείας των υλικών» (Κεφ. ψβ’ της ς’ εκατοντάδας των Θεολογικών)*.
* Δύο πράγματα πρέπει να σημειώσωμεν εν τω Τροπαρίω τούτω· πρώτον πως είναι τριήμερος η ανάστασις του Χριστώ, και δεύτερον διατί έγινε τριήμερος. Και περί μεν του πρώτου λέγομεν ότι η Εκκλησία του Χριστού αρχίζει το νυχθήμερον ουχί από το πρωί, αλλά από την εσπέραν· όθεν είπεν ο Σιναΐτης Αναστάσιος ο και Ιερομάρτυς·
«Κατά μεν την Μωσαϊκήν του Κόσμου κοσμοποιίαν, αδύνατον εστιν ειπείν την νύχτα προτερεύειν της ημέρας· πρώτην γαρ η του αληθινού φωτός φύσις την ημέραν εδημιούργησε· και λοιπόν εγένετο εσπέρα, δύσαντος του φωτός, και εγένετο νυξ, και εγένετο πρωί, ημέρα μία.
Επειδή δε, ει τις εν Χριστώ καινή κτίσις, ως φησιν ο Απόστολος, η Χριστού Εκκλησία ουκέτι τη Μωσαϊκή επιστήμη ακολουθεί, επεί ευρεθήσεται ο Χριστός Σαββάτω αναστάς εκ νεκρών· διά τούτο ωκονόμησε και προσέταξεν ο Θεός και Ιουδαίους από εσπέρας της Παρασκευής άρχεσθαι του Σαββάτου, ίνα μη έχωσιν εύλογον πρόφασιν καθ’ ημών, αρχομένων από εσπέρας του Σαββάτου της Κυριακής· τούτο δε πεποίηκεν ο Θεός, ίνα μάθης ότι από σκότους εις φως ήλθομεν» (Ερωταποκρίσεις πζ΄).
Επειδή λοιπόν ο Χριστός απέθανε κατά την εννάτην ώραν της μεγάλης Παρασκευής, η δε Παρασκευή άρχισεν από την εσπέραν της μεγάλης Πέμπτης, ιδού μία ημέρα· από του μέρους γαρ το όλον λαμβάνεται· πάλιν από την εσπέραν της Παρασκευής έως την εσπέραν του Σαββάτου είναι μία ημέρα ολόκληρος το Σάββατον, ήτις δευτέρα αριθμείται· από δε την εσπέραν του Σαββάτου αρχίζουσα η Κυριακή, τελειώνει έως την εσπέραν αυτής· ιδού και τρίτη ημέρα, ης μετά την έκτην ώραν της νυκτός ανέστη ο Κύριος.
Από το βιβλίο του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, η «Ανάσταση, Διδαχές από την ερμηνεία των ασματικών κανόνων της Κυριακής του Πάσχα, της Αναλήψεως και της Πεντηκοστής» των εκδόσεων Χ.Δ. Τσολακίδη.