(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)
Του εν Αγίοις ημών πατρός ημών Ανδρέου Κρήτης του Ιεροσολυμίτου,
Εγκώμιον εις τον Άγιον του Χριστού Μεγαλομάρτυρα Γεώργιον τον Τροπαιοφόρον,
μεταφρασθέν εις κοινήν διάλεκτον (υπό Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου)
Ευλόγησον Πάτερ.
Πάντοτε μεν, και πάντων των άλλων αγίων μαρτύρων αι εορταί είναι λαμπραί και επίσημαι λαμπροτέρα όμως και επισημοτέρα είναι η σήμερον εορταζομένη εορτή, Γεωργίου του ενδόξου μεγαλομάρτυρος διότι η τούτου παρούσα πανήγυρις, όχι μόνον φέρει εις τον εαυτόν της την μίμησιν του πάθους του Κυρίου, και στολίζεται με τους αθλητικούς αγώνας του μάρτυρος, και λαμρύνεται με της Ανοίξεως τα κάλλη και χάριτας.
Αλλά και προς τούτοις, έχει εις τον εαυτόν ης την λαμπρότητα των δύο μεγάλων και δεσποτικών εορτών, της Αναστάσεως λέγω και της Αναλήψεως, και ευρίσκεται ωσάν σελήνη λαμπράν, αναμεταξύ δύο ηλίων, με τας ακτίνας των οποίων και από τα δύω μέρη λαμπρύνεται. Και έτζι με τας ιδίας ακτίνας οπού εκείθεν λαμβάνει, καταυγάζει χριστομιμήτως τον κόσμον άπαντα.
Η μεν γαρ δεσποτική εορτή του σωτηρίου πάθους, και της λαμπροφόρου και πανεόρτου Αναστάσεως του Ιησού Χριστού του αληθινού Θεού, και Υιού του Θεού του αρχηγού όλων των μαρτύρων. Του υπέρ ημών σαρκωθέντος και μαρτυρίσαντος επί Ποντίου Πιλάτου, κατά τον Απόστολον, και με τον εδικόν του πάθος και θάνατον, χαρισαμένου εις ημάς την κατά των παθών και του θανάτου νίκην.
Η εορτή λέγω της Αναστάσεως του Κυρίου, κατά την τάξιν προηγείται από το ένα μέρος της παρούσης του Μάρτυρος εορτής, και προς αυτής ανάτέλλει εις την του Χριστού Εκκλησίαν, ωσάν μέγας ήλιος. Παρευθύς δε και κατόπιν από αυτήν, συνανατέλλουσαν έχει και την παρούσαν του Γεωργίου πανήγυριν. Συνεκλάμπει δε ομού με αυτάς, και ο φαιδρός και χαριέστατος καιρός της Ανοίξεως.
Η δε εις ουρανούς ένδοξος του Κυρίου Ανάληψις, δι’ ης η εδική μας φύσις τω Πατρί συνεκάθισεν, ακολουθεί αρμοδίως από το άλλο μέρος ύστερον από την εορτήν ταύτη του μάρτυρος. Και ας μη νομίση τινάς ότι κατά τύχην ηκολούθησε τούτο, το να έχει η του Γεωργίου μνήμη από το ένα μέρος και από το άλλο, τας δύω μεγάλας ταύτας και δεσποτικάς εορτάς. Όχι αλλά εγώ λέγω, ότι τούτο ηκουλούθησε κατ’ οικονομίαν θεϊκήν, και διά θείων πραγμάτων φενεράν οικειότητα, δηλαδή, διά να φανερώση εις ημάς ο υπό του Γεωργίου μαρτυρηθείς Χριστός, την υπερβολικήν αγάπην οπού είχε προς τον μαρτυρήσαντα τούτον Γεώργιον.

Και πως ο Γεώργιος, όχι μόνον με το δεσποτικόν πάθος έγινεν όμοιος διά του μαρτυρίου του, αλλά και με τον καιρόν και τας ημέρας, κατά τας οποίας ο Κύριος έπαθε. Διά τι, καθώς το του Κυρίου πάθος και η Ανάστασις, υπερβαίνει όλας τας άλλας δεσποτικάς εορτάς και καθ’ εαυτήν, και διά τον καιρόν της Ανοίξεως.
Τοιουτοτρόπώς και η του Μάρτυρος Γεωργίου εορτή, υπερβαίνει τας άλλας εορτάς των του χρόνου Μαρτύρων. Διά τι και αυτή μόνη μετά την αγίαν Ανάστασιν εορτάζεται εις τον καιρόν της λαμπροτάτης Ανοίξεως. Επειδή λοιπόν τόσον χαροποιά είναι τα από το ένα μέρος και άλλο ευρισκόμενα σύνορα της παρούσης του Μάρτυρος πανηγύρεως, άξιον είναι να παραστήσωμεν και το κάλλος αυτής καθ’ εαυτό και την λαμπρότητα.
Κάλλος δε πανηγύρεως είναι, ή λόγος σωτηριώδης, ή έργον και πράξις ένθεος. Και οι μεν Έλληνες και βάρβαροι οι τα είδωλα προσκυνούντες, χαράν εορτής ενόμιζον το να λατρεύουν με κάθε ακαθαρσίαν και αταξίαν τους δαίμονας. Ημείς δε, εις τους οποίους εχαρίσθη η διά του Σταυρού κατά του θανάτου νίκη, το εναντίον πρέπει να κάμνωμεν, και να καταισχύνωμεν τους δαίμονας με κάθε αρετήν και πράξιν θεάρεστον.
Διά τούτο και τους Χριστιανούς, κάθε μεν ηδονή ως αισχρά εμισήθη. Κάθε δε πόνος αρετής, και ο υπέρ της ευσεβείας θάνατος, ως γλυκύς ηγαπήθη. Διά τούτο η πλάνη των ειδώλων έσβυσεν, και των μαρτύρων το πλήθος έλαμψε. Διά τούτο η γη έγινε ουρανός στολιζομένη ωσάν με τα άστρα με τους Αγίους μάρτυρας, και η ημερονύκτιος εορτή της τούτων αθλήσεως κρατεί όλην την οικουμένην, την τιμώσαν τα Λείψανά των, και τους αγώνας τούτων πανηγυρίζουσαν.
Αγώνας δε λέγω εκείνους τους οποίους ο μεν κοινός εχθρός των ανθρώπων διάβολος εκίνησεν και εσύστηκε φιλονεικώντας να προσκυνηθή αυτός ως Θεός, και διά μέσου των ειδώλων να λάβη εις τον εαυτόν του το του Θεού ακοινώνητον όνομα. Ο δε πάντων Θεός και Σωτήρ, και φιλάνθρωπος πολεμάρχος, εσυγχώρησε τούτους, θέλωντας να δείξη κατά του διαβόλου νικητάς τους ανθρώπους ίνα από εκείνους οπού εζήτει να προσκυνήται ωσάν θεός, από αυτούς τους ιδίους ωσάν νεκρός καταγελάται πατούμενος.
Όθεν επειδή το σκότος της ειδωλολατρίας τω τότε καιρώ εχύθη, όχι μόνον εις όλην την οικουμένην, αλλά σχεδόν και εις όλην την αοίκητον. Και όλοι αφ’ εαυτού των εις την ασέβειαν έτρεχαν, και τον αληθή Θεόν αλησμονήσαντες, ως τυφλοί και εσκοτισμένοι επροτίμουν να λατρεύουν τους δαίμονας, και να στερεώνωνται εις την πλάνην από τα φαντάσματα των δαιμόνων ωσάν από θαύματα.
Συνεχίζεται
Από: http://users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/agiologion/egkwmion_eis_ton_agion_gewrgion.htm
Εδημοσιεύθη εις τον επετειακό τόμο προς τιμήν του Αγίου Γεωργίου τον οποίο εξέδωσε ο Αρχιμανδρίτης Χρυσόστομος Παπαδάκης (Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεως Γορτύνης και Αρκαδίας της Κρήτης) και φέρει τον τίτλο: «Χρυσοστόμου Παπαδάκη του Κρητός, Αγίου Γεωργίου του Τροπαιοφόρου Υμνογραφικά και Εγκωμιαστικά επί τη συμπληρώσει 1700 ετών από της μαρτυρικής τελειώσεως αυτού 303-2003 μ.Χ. Έκδοση Ιεράς Μητροπόλεως Λεμεσού. Αθήνα 2003, σ. 672-684.