Το «λακωνίζειν εστί φιλοσοφείν» αλλά και «θεολογείν»

Το «λακωνίζειν», είναι μεν «φιλοσοφείν», όπως έλεγε ο Χείλων ο Λακεδαιμόνιος, ένας από τους επτά σοφούς της Αρχαιότητας, είναι όμως και «θεολογείν». Γιατί ο λιτός και περιεκτικός τρόπος σκέψης και ζωής δεν αποτελεί μόνο μια φιλοσοφική στάση και άποψη ζωής, που θα μπορούσε να την έχει ο καθένας, αλλά και μια θεολογική, που αντιστοιχεί στο χριστιανικό ήθος, το οποίο επιβάλλεται να το διαθέτουν ιδιαίτερα όσοι θεολογούν, ποιμαίνουν, ηθικολογούν, κηρύττουν, διδάσκουν, και γενικότερα όσοι συναναστρέφονται και διαλέγονται με Θεό και ανθρώπους. Η ύπαρξη ενός τέτοιου λόγου φαίνεται ότι δεν είναι αυτονόητη αλλά συνιστά καρπό επίπονου αγώνα, γι’  αυτό και ο Εφραίμ ο Σύρος τον ενέταξε στην γνωστή προσευχή του: «πνεῦμα… ἀργολογίαςμή μοι δῶς»,  σε μια περίοδο νηστείας και άσκησης, όπως η Μ. Σαρακοστή.

Το «λακωνίζειν» δεν είναι το ένα άκρο με το άλλο να αποτελεί η πολυλογία, αλλά συνιστά μεσότητα ανάμεσα στην άκαιρη και επιτηδευμένη σιωπή και τον αργό λόγο. Άκρο, και άρα κακία, είναι η σιωπή κάποιουόταν αυτός πρέπει να μιλήσει και για διάφορους λόγους αρνείται να το κάνει, άκρο είναι και η αργολογία, όταν ο λόγος κάποιου δεν είναι απλά πολύς, κάτι που χαρακτηρίζεται και ως πολυλογία, αλλά ανώφελος και κατά περίπτωση επιλήψιμος. Το δε «λακωνίζειν» αξιολογείται ως μεσότητα μεταξύ των ανωτέρω δύο κακιών επειδή ο λόγος είναι και αναγκαίος αλλά και χρήσιμος. Από δε τα δύο παραπάνω άκρα προτιμότερο κατά τους αρχαίους είναι έστω και η αναγκαστική σιωπή παρά η ανόητη λαλιά: «κρεῖττον το σιγᾶντοῦλαλεῖν». Κάποιος πρέπει να είναι πρόθυμος να ακούει παρά να μιλά: Κάθε άνθρωπος ας είναι γρήγορος στο να ακούει και αργός στο να μιλάει, έγραφε ο Αδελφόθεος Ιάκωβος[1].

Τόσο στην Αγία Γραφή όσο και στην πατερική Παράδοση καταδικάζονται και τα δύο άκρα, ενώ ευλογείται η εύλογη σιωπή από τη μια και η εύτακτη και οικοδομητική ομιλία από την άλλη. Την εύλογη σιωπή επέλεξε ο Χριστός ως απάντηση στην πρόκληση του Πιλάτου.Είναι ο ίδιος που καταδίκασε πρώτος την αργολογία ως βαττολογία, όταν άσκησε κριτική στην πολύλογη και φλύαρη προσευχή των εθνικών: «Όταν προσεύχεστε μη λέτε πολλά και ανόητα, όπως κάνουν οι εθνικοί, νομίζοντας ότι με την πολυλογία τους θα εισακουστούν», έλεγε[2]. Είναι επίσης ο ίδιος που είχε επισημάνει ότι για κάθε αργό λόγο που θα εκστομίσουν οι άνθρωποι θα δώσουν λόγο κατά την ημέρα της κρίσης, γιατί από τα λόγια του κάποιος θα δικαιωθεί ή θα κατακριθεί[3].Ο ληστής δεν χρειάστηκε να πει πολλά λόγια για τη σωτηρία του, την εξασφάλισε με ελάχιστες λέξεις[4]. Έτσι κινήθηκαν και οι Πατέρες. Παντού, απαραίτητο το μέτρο, ή «μεσότης»: «Οὔτε γάρ μακρολογητέον ποτέ, οὔτεπολυλογητέον, οὔτεἀδολεσχητέον», παρατηρεί ο σοφός Κλήμης ο Αλεξανδρεύς. Ούτε μακρολογία, ούτε πολυλογία, ούτε ακατάσχετη φλυαρία. Σοφός είναι αυτός που γνωρίζει πότε θα μιλήσει και τί να πει. Όποιος αργεί να μιλήσει έχει περισσότερο χρόνο για να σκεφθεί τί θα πει.

Η συνήθεια της αργολογίας δεν είναι ούτε τυχαία ούτε και αυθόρμητη, αλλά έχει την αιτία της στο ανθρώπινο εσωτερικό. Η αργολογία δεν είναι μόνο υπόθεση του στόματος αλλά και της καρδιάς. Μπορεί να σωπαίνει κάποιος εξωτερικά αλλά ένδον να κατακρίνει.Η αργολογία είναι δείγμα αργίας, ραθυμίας, ανασφάλειας, συχνά δε και συμπλέγματος κατωτερότητας. Αυτός που διακόπτει συνεχώς τους άλλους, και μάλιστα με αυθάδεια, πάσχει από φιλοδοξία.Ο λόγος που βγαίνει από το νου μετά από σκέψη και είναι ψυχωφελής είναι δωρεά του Θεού, ενώ ο φλύαρος λόγος είναι εφεύρημα των ανθρώπων και καρπός της ανθρώπινης ματαιοδοξίας, σημειώνει ο Μ. Αντώνιος[5]. Όποιος αγωνίζεται κρατά κλειστό το στόμα του. Οι πνευματοφόροι δεν μιλούν όποτε αυτοί θέλουν αλλά όποτε τους παρακινεί το άγιο Πνεύμα.

Η αργολογία συνδέεται με την πολυλογία.Οι κίνδυνοι επισημαίνονται ήδη από την Παλαιά Διαθήκη: Η πολυλογία είναι προϊόν αφροσύνης κατά τον Εκκλησιαστή. Με την πολυλογία δεν θα αποφύγεις την αμαρτία[6], όποιος μιλάει πολύ θα τον σιχαθούν[7], όποιος απαντάει πριν ακούσει τους άλλους είναι ασύνετος και ντροπιάζεται[8].

Η πολυλογία, κατά τον Ιωάννη της Κλίμακος, είναι απόδειξη έλλειψης γνώσης, θύρα της καταλαλιάς, βοηθός των ψευδολογιών, αμαύρωση της προσευχής, αφανισμός της φυλακής του νου[9]. Ο πολυλογάς δεν γνωρίζει ακόμα τον εαυτό του όπως θα έπρεπε[10].

Τίποτε άλλο δεν προκαλεί σύγχυση, κατά τον Πέτρο Δαμασκηνό, όσο η πολυλογία, και τίποτε άλλο δεν είναι πιο φαύλο από την ακράτητη γλώσσα[11].  Στο πνεύμα της πολυλογίας κρύβονται κατά τον Θεόδωρο τον Ασκητήπολλά πάθη με κορυφαίο το ψεύδος[12].

Ο Μ. Βασίλειος την αξιολογεί ως εμπόδιο στην αύξηση και τελείωση της πίστης[13], ως εχθρό της πνευματικής ζωής,ως κάτι που λυπεί το Άγιο Πνεύμα[14]. Γι’ αυτό και συμβουλεύει από το στόμα να εκπορεύεται μόνο χρήσιμος και οικοδομητικός λόγος με τάξη και διάκριση[15]. Όποιος ελέγχει τον εαυτό του, είναι προσεκτικός στα λόγια του. Ούτε πολυλογεί, ούτε φλυαρεί. Η πολυλογία γεννάει τη φλυαρία και η φλυαρία την κακολογία, την κατάκριση, την περιαυτολογία και άλλα πολλά κακά. Το ανοικτό στόμα επιτρέπει να χάνεται ο εσωτερικός πλούτος, η εσωτερική θερμότητα. Ο Απόστολος Παύλος χαρακτηρίζει την αργολογία ως βέβηλη κενοφωνία, ως ματαιολογία που με τις ανοησίες διευκολύνει τον δρόμο προς την ασέβεια[16].

Ο ιερός Χρυσόστομος αξιολογεί την αργολογίαως ακάθεκτη ασθένεια, και μάλιστα χειρότερη από αυτή[17]. Τα περιττά λόγια βλάπτουν, εκτός και αν ο λόγος αφορά στη διδασκαλία, την προσευχή και την ευχαριστία[18]. Ο δε αββάς Φιλήμων βεβαιώνει πως εκείνο που χωρίζει το νου από τη μνήμη του Θεού είναι η αργολογία[19]. Αυτή, κατά τον Ιωάννη τον Καρπάθιο, εξαφανίζει την αρετή[20]. Η ενασχόληση με κοσμικά πράγματα, μάταιες ομιλίες και αργολογίες προκαλούν φαύλους λογισμούς, έλεγε ο αββάς Μωυσής[21]. Πρέπει πρώτα να σκεπτόμαστε, αν αυτό που θα πούμε είναι χρήσιμο για την πνευματική μας οικοδομή, και μετά να το εκστομίζουμε, υπογραμμίζει ο ιερός Χρυσόστομος[22]. Ο λόγος είναι προφανής: Αν λογοδοτήσουμε για κάθε αργό λόγο, πολύ περισσότερο θα χρειαστεί για τις άκαιρες ομιλίες και τις βιοτικές διαλέξεις[23].

Η αργολογίαδεν βλάπτει μόνο αυτόν που την ασκεί αλλά προκαλεί φιλονικίες και αντιπάθειες σε αντίθεση προς τον ολιγόλογο που είναι αγαπητός.Η αργολογία ως λογομαχία καταλήγει στην καταστροφή των ακροατών γιατί δεν τους προσφέρει κάτι χρήσιμο, γράφει ο Απόστολος Παύλος[24]. Και επειδή από τη φλυαρία προήλθαν πολλά κακά, δηλαδή διαλύθηκαν οικίες, διασπάστηκαν φιλίες, καλό είναι, κατά τον ιερό Χρυσόστομο, να βάζουμε φύλακα στο στόμα μας[25].

Για το τι μπορεί να πάθει κάποιος που αργολογεί, ομιλεί δηλαδή όταν δεν χρειάζεται, μας το διδάσκει και ο Αίσωπος, με τα παραδείγματα φλυαρίας τόσο του κόρακα όσο και του γαϊδάρου. Με τον κόρακα ασχοληθήκαμε και σε προηγούμενο δημοσίευμα με τίτλο «Κολακευόμενος κόρακας». Πρόκειται για έναν κόρακα που άρπαξε ένα κομμάτι τυρί και σκαρφάλωσε σε ένα κλαδί δένδρου με μια αλεπού από κάτω να προσπαθεί να του το αποσπάσει, κολακεύοντάς τον για το πόσο ωραία και γλυκιά φωνή έχει. Ο κόρακας δεν άντεξε στον πειρασμό και άνοιξε το ράμφος του για να επιδείξει την κατά τα άλλα ανύπαρκτη γλυκιά του φωνή, με αποτέλεσμα να του πέσει το τυρί. Ανάλογη ήταν και η μοίρα ενός γαϊδάρου που θέλησε να κάνει κάτι για να τον προσέξουν τα άλλα ζώα. Γι’ αυτό το λόγο φόρεσε το δέρμα ενός λιονταριού και μεταμορφωμένος σε ένα ωραίο και δυνατό λιοντάρι άρχισε να κυνηγάει και να φοβερίζει τα άλλα ζώα που έτρεχαν για να κρυφτούν με εξαίρεση μια αλεπού που κοντοστάθηκε και με έντεχνο τρόπο αποκάλυψε την πραγματικότητα. Τον ανάγκασε να μιλήσει και τότε όλοι κατάλαβαν ότι ήταν γάιδαρος και όχι λιοντάρι.

Ο λόγος δεν είναι αργός όταν είναι δοξολογικός, όταν δηλαδή εξυμνεί τα μεγαλεία του Θεού.Ό,τι έκαναν και οι μαθητές όταν από χαρά δοξολογούσαν τον Θεό με μεγάλη φωνή για τα θαύματά του λέγοντας «ευλογημένος ο ερχόμενος, εκείνος που έρχεται στο όνομα του Κυρίου», με το Χριστό να αντιτίθεται στην πρόκληση των Φαρισαίων να επιπλήξει τους μαθητές του γι’ αυτά που έλεγαν, υπογραμμίζοντας ότι αν οι μαθητές σιωπήσουν τότε θα φωνάξουν οι πέτρες[26].

«Πες τα περιληπτικά όσα έχεις να πεις», αναφέρεται στο Σοφία Σειράχ[27],  γιατί τα πολλά δεν τα προσέχει κανείς. Ένα καλό μήνυμα σε όσους αναλαμβάνουν ρόλους διδασκαλίας και καθοδήγησης. Ιδιαίτερα σήμερα, που οι άνθρωποι είναι κουρασμένοι και αλλεργικοί στα πολλά λόγια, τα μακρόσυρτα κηρύγματα ενεργούν όχι απλά αποκρουστικά αλλά και βλαπτικά, αν μάλιστα διαπιστωθεί ότι πίσω από αυτά υποκρύπτεται είτε προχειρότητα στην προετοιμασία, είτε αφαιρετική ανικανότητα, αδυναμία δηλαδή διάκρισης ανάμεσα στα ουσιώδη και τα επουσιώδη. Στις περιπτώσεις αυτές είναι προτιμότερη η σιωπή. Ο γλωσσάς, γράφει ο Ισαάκ ο Σύρος, δεν βαδίζει ποτέ το σωστό δρόμο, ούτε ο μεγαλόστομος ούτε και ο πολυλογάς, ακόμα και αν ομιλεί καλά. Καλό είναι να χρησιμοποιεί κάποιος τη βραχυλογία που κρύβει σοφία. Όποιος λέγει πολλά είναι αδύνατο να αποφύγει την αμαρτία και να φθάσει σε ταπείνωση[28].

Παραπομπή: 
[1]Ιακ. 1, 13.
[2]Ματθ. 6, 7.
[3]Ματθ. 12, 36.
[4]Λουκ.23, 42.
[5]Μ. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, Παραινέσεις περί ήθους ανθρώπων, ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ 1, σ. 109ρθ.
[6] Παρ. 10, 19.
[7] Εκκλ. 10, 14.
[8] Παρ. 18, 13.
[9] ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΛΙΜΑΚΟΣ, Κλίμαξ 11, 2, έκδ. Ι.Μ. ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, Ωρωπός Αττικής 1992, σ. 186.
[10] Στο ίδιο 11, 4.
[11] ΠΕΤΡΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ, Κεφάλαια Νηπτικά, ΕΠΕ 17, 436.
[12] ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΑΣΚΗΤΟΥ, Κεφάλαια Ψυχωφελή 79, ΕΠΕ 17, 512.
[13]Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Όροι κατ΄ επιτομήν 24 ΕΠΕ 9, 42
[14] ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ, Ηθικά PG 31, 744bc.
[15] ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ, Λόγος ασκητικός 3, ΕΠΕ 8, 150.
[16] Β΄ Κορ. 2, 16.
[17] Ι. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Εις Ψαλμ. 118, ΕΠΕ 8, 316.
[18] Ι. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Εις Τίτ. 6, ΕΠΕ 24, 122.
[19] ΑΒΒΑ ΦΙΛΗΜΟΝΟΣ, Λόγος πάνυ ωφέλιμος, ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ 2, σ. 242.
[20] Φ1, 20 ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΑΡΠΑΘΙΟΥ, Κεφάλαια παραμυθητικά, ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ 1, σ. 280κ.
[21]Αββάς Μωυσής στο ΚΑΣΣΙΑΝΟΥ ΤΟΥ ΡΩΜΑΙΟΥ, Προς ΛεόντιονΗγούμενον, ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ 1, σ. 84.
[22] Ι. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Κατήχησις 4, ΕΠΕ 30, 418.
[23] Ι. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Κατήχησις 1, ΕΠΕ 30, 358.
[24] Β΄ Τιμ. 2, 14.
[25] Ι. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Εις Εβρ. 21, ΕΠΕ 25, 112.
[26]Λουκ. 19, 40.
[27]Σοφ. Σειρ. 32, 8.
[28] ΙΣΑΑΚ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ, Περί σιωπής και ησυχίας και ήρεμου βίου 6, ΕΠΕ 8Α, 32. 36.