(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)
Ένας βογιάρος του Ιζιασλάβου, που ονομαζόταν αρχικά Σουτισλάβος Γεούεβιτς και μετά το άγιο βάπτισμα Κλήμης, ξεκινώντας κάποτε μαζί με τον ηγεμόνα για πόλεμο υποσχέθηκε τα εξής: Αν επιστρέψω σώος στο σπίτι μου, θα δώσω στη μονή του μακαρίου Θεοδοσίου δυο χρυσά νομίσματα για την Υπεραγία Θεοτόκο. Θα κατασκευάσω επίσης και το φωτοστέφανο της εικόνας της.
Ο πόλεμος έγινε. Σκοτώθηκαν πολλοί κι από τις δυο παρατάξεις. Τελικά κατόρθωσαν να νικήσουν τους εχθρούς. Όσοι σώθηκαν, γύρισαν πίσω στα σπίτια τους νικητές.
Ο βογιάρος όμως λησμόνησε την υπόσχεσή του. Και να τι συνέβη υστέρα από μερικές ημέρες.
Ήταν μεσημέρι και κοιμόταν στο σπίτι του, όταν άκουσε μέσα στον ύπνο του μια φοβερή φωνή να τον καλεί με τ’ όνομά του:
– Κλήμη!
Πετάχτηκε πάνω, και τι να δει! Μπροστά του βρισκόταν η εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου – εκείνη του μοναστηρίου του οσίου Θεοδοσίου – και του φώναζε:
– Γιατί Κλήμη δεν μου έδωσες αυτό που υποσχέθηκες; Φρόντισε να εκτελέσεις την υπόσχεσή σου!
Μόλις έπαψε η φωνή, η εικόνα έγινε άφαντη. Ο Κλήμης τότε πήρε τρομοκρατημένος τα χρυσά νομίσματα που είχε υποσχεθεί, κατασκεύασε και το χρυσό στεφάνι για τη διακόσμηση της εικόνας, κι έφτασε στην Πετσέρσκαγια για να τα δώσει στον όσιο Θεοδόσιο.
Εκείνος τα πήρε χωρίς να ξέρει όσα μεσολάβησαν.
Ύστερα από λίγες ημέρες ο ίδιος βογιάρος, με θεία έμπνευση, πήρε την απόφαση να δωρίσει στο μοναστήρι ένα Ευαγγέλιο.
Έτσι μια μέρα, με το Ευαγγέλιο κρυμμένο κάτω από τα ρούχα του, έρχεται στον όσιο. Μετά την ακολουθία κάθισαν να συζητήσουν. Ο Κλήμης δεν ανέφερε τίποτα για το Ευαγγέλιο.
Μα ο όσιος του λέει ξαφνικά:
– Αδελφέ Κλήμη, δώσε μου πρώτα το άγιο Ευαγγέλιο που υποσχέθηκες στην Υπεραγία Θεοτόκο και το έχεις σκεπασμένο με τα ρούχα σου, κι έπειτα ας συζητήσουμε.
Στα λόγια αυτά ο βογιάρος θαύμασε το διορατικό χάρισμα του οσίου, γιατί σε κανένα δεν είχε πει τίποτα για το Ευαγγέλιο και το παρέδωσε στα χέρια του.
Επιστρέφοντας στο σπίτι του κήρυττε παντού πως ο ακτήμων Θεοδόσιος, που τα έχει αναθέσει όλα στον Θεό, είναι στολισμένος όχι μόνο με θεοφιλή έργα, αλλά και με το υπερφυσικό χάρισμα της διοράσεως.
Τιμάται στις 3 Μαΐου.
Από το «Πατερικόν των Σπηλαίων του Κίεβου», έκδοση Ιεράς Μονής Παρακλήτου.