Η τόλμη των Μυροφόρων: ζητούμενο στην ατολμία της εποχής μας

Χριστός Ανέστη αγαπητοί μου Αναγνώστες! Η Ανάσταση του Χριστού, το κορυφαίο γεγονός της πίστης μας, δεν αναγγέλθηκε πρώτα σε Βασιλείς και Άρχοντες, αλλά σε ταπεινές γυναίκες: τις Μυροφόρες. Η Εκκλησία μας τιμά αυτές τις γενναίες γυναίκες την Κυριακή των Μυροφόρων, και όχι άδικα. Η παρουσία τους στο μνημείο του Χριστού δεν ήταν απλώς μια εκδήλωση αγάπης και ευλάβειας. Ήταν μια πράξη τολμηρής πίστης μέσα σε μια περίοδο φόβου, σιωπής και απογοήτευσης. Σήμερα, σε έναν κόσμο που κυριαρχείται από την ατολμία, τον φόβο και την πνευματική σύγχυση, το παράδειγμα των Μυροφόρων γυναικών προβάλλει ως ζητούμενο και κάλεσμα για κάθε Χριστιανό.

Οι Μυροφόρες γυναίκες δεν υπολόγισαν τίποτα μπροστά στην αγάπη τους για τον Σωτήρα Χριστό. Ούτε τη φρουρά του Πιλάτου, ούτε τη σφραγίδα του τάφου, ούτε την κατηγορία της “συνωμοσίας”, ούτε καν τον φόβο του Ιουδαϊκού Νόμου και των προκαταλήψεων που απαγόρευε την προσέγγιση στο σώμα ενός νεκρού που θεωρούταν “ασεβής στα μάτια του λαού”. Αυτές οι γυναίκες, παρόλο την θλίψη τους, δεν έπαψαν να πορεύονται, να ελπίζουν και να ενεργούν.

Αν ανανατρέξουμε στο Ιερό Ευαγγέλιο διαβάζουμε χαρακτηριστικά: «Καὶ λίαν πρωῒ, τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων, ἔρχονται ἐπὶ τὸ μνημεῖον, ἀνατείλαντος τοῦ ἡλίου» (Μάρκ. 16,2). Και αργότερα, ο Ευαγγελιστής Ματθαίος σημειώνει: «ἰδοὺ σεισμὸς ἐγένετο μέγας· ἄγγελος γὰρ Κυρίου καταβὰς ἐξ οὐρανοῦ προσελθὼν ἀπεκύλισε τὸν λίθον… εἶπε δὲ ὁ ἄγγελος… οὐκ ἔστιν ὧδε· ἠγέρθη γὰρ καθὼς εἶπε» (Ματθ. 28,2-6).

Η τόλμη των Μυροφόρων, όπως άλλωστε και των δύο Φαρισαίων κρυφών μαθητών του Ιωσήφ από Αριμαθαίας και του Νικοδήμου που τόλμησαν να ζητήσουν το σώμα του Χριστού, δεν ήταν ανθρώπινη αποκοτιά ή συναισθηματική παρόρμηση και τρέλα. Ήταν έκφραση βαθιάς πίστης και έμπρακτης αγάπης. Και είναι ακριβώς αυτή η πίστη που ελκύει τη Χάρη του Θεού και τις αξιώνει να γίνουν πρώτες μάρτυρες της Αναστάσεως. Ο ιερός Χρυσόστομος τονίζει: «Καὶ γυναῖκες μὲν ὑπὲρ τῆς ἀγάπης τὴν ψυχὴν παρεβάλοντο· οἱ δὲ ἄνδρες ἔφευγον…» (PG 59, 604). Δηλαδή, οι γυναίκες αψήφησαν τον θάνατο για την αγάπη του Χριστού, ενώ οι άνδρες μαθητές είχαν διασκορπιστεί και κρυφτεί.

Στον αντίποδα αυτής της τόλμης, η εποχή μας χαρακτηρίζεται από μια πνευματική δειλία. Δεν εννοούμε εδώ τη φυσική δειλία, αλλά την υπαρξιακή ατολμία που παραλύει τον άνθρωπο και τον καθιστά παθητικό παρατηρητή της ζωής. Φοβόμαστε να πιστέψουμε, να αγαπήσουμε με αυταπάρνηση, να σταθούμε με ειλικρίνεια μπροστά στην αλήθεια, να πάμε «πρὸς τὸ μνημεῖον», δηλαδή στον χώρο της μαρτυρίας και της ελπίδας. Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής γράφει: «Ἡ ἀπραξία τῶν ἀγαθῶν ἔργων γεννᾷ φόβον· ἡ δὲ τόλμη ἐν τῷ καλῷ γεννᾷ θάρρος καὶ πίστιν» (Κεφάλαια ἠθικά, Β΄ 74). Δηλαδή, όταν δεν πράττουμε το καλό, γεννιέται μέσα μας φόβος· όταν όμως ενεργούμε με θάρρος για το καλό, τότε δυναμώνει η πίστη.

Σήμερα, οι πιστοί —ιδίως οι νέοι— καλούνται να σταθούν με θάρρος και ελπίδα μέσα σε έναν κόσμο που χλευάζει ή αγνοεί στο βάθος της την χριστιανική Ορθόδοξη μαρτυρία. Η δειλία, η πνευματική χλιαρότητα, ο συμβιβασμός με το “κοσμικό φρόνημα” αποστερούν από την Εκκλησία το προφητικό της ήθος. Επομένως η εποχή μας έχει ανάγκη από «Μυροφόρους» και «Μυροφόρες». Όχι απλώς από ανθρώπους που σέβονται τον Χριστό, αλλά από εκείνους που τολμούν να Τον αγαπήσουν έμπρακτα. Να Τον ακολουθήσουν ακόμη και στον «τάφο» της κοινωνικής απόρριψης, της περιθωριοποίησης, της ειρωνείας.

Ο Απόστολος Παύλος τονίζει: «Οὐ γὰρ ἔδωκεν ἡμῖν ὁ Θεὸς πνεῦμα δειλίας, ἀλλὰ δυνάμεως καὶ ἀγάπης καὶ σωφρονισμοῦ» (Β΄ Τιμ. 1,7). Αυτό το πνεύμα πρέπει να εμψυχώνει και εμάς, ώστε να πορευόμαστε στην κοινωνία με τόλμη, διάκριση και πίστη. Οι Μυροφόρες διδάσκουν, επιπλέον, τον καθοριστικό ρόλο της γυναίκας στη ζωή της Εκκλησίας. Όχι ως “συμπληρωματική” παρουσία, αλλά ως φορέας αυθεντικής μαρτυρίας και αγιότητας. Ο Μέγας Αθανάσιος αναφέρει χαρακτηριστικά: «Οὐδὲ τὰ γύναια φύσει ἐλάττω τῆς χάριτος· τῇ καρδίᾳ τὴν πίστιν ποιούμεν, οὐ τῷ σώματι» (PG 25, 205). Η χάρη δεν διακρίνει φύλα αλλά καρδιές. Αυτές οι γυναίκες έγιναν «ἀπόστολοι πρὸς τοὺς Ἀποστόλους», όπως ψάλλει ο ιερός υμνογράφος, και φανέρωσαν ότι ο ζήλος και η τόλμη για τον Χριστό δεν περιορίζονται από κοινωνικές συμβάσεις ή ρόλους.

Το παράδειγμα των Μυροφόρων δεν είναι μια νοσταλγική ανάμνηση. Είναι κάλεσμα ζωντανό σε κάθε πιστό. Να αγαπήσουμε Χριστό όχι μόνο όταν δοξάζεται, αλλά και όταν φαίνεται «ἄτιμος καὶ ἀνθρωποποιημένος» (Ησ. 53,3) δηλαδή νικημένος στα μάτια του κόσμου. Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος λέει: «Μὴ φοβοῦ τὸν κόσμον, ἀλλὰ τὸν Θεὸν· καὶ ὅπου ἐστὶν ὁ Θεός, ἐκεῖ ἐστὶν καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ δόξα» (Κατήχηση ΙΓ΄).

Κλείνοντας το άρθρο μας αγαπητοί αναγνώστες ευχόμαστε από καρδιάς, να γίνουμε άνθρωποι που διαλέγονται με την αλήθεια, που προσφέρουν το μύρο της πίστης τους στον κόσμο, ακόμη κι αν χρειαστεί να αντιμετωπίσουν ειρωνείες, διωγμούς ή μοναξιά όπως και οι Μυροφόρες γυναίκες. Και τότε, μέσα σε αυτή την τολμηρή πορεία, να είμαστε σίγουροι ότι θα δούμε κι εμείς τον Άγγελο να μας λέει: «Τί ζητεῖτε τὸν ζῶντα μετὰ τῶν νεκρῶν; Οὐκ ἔστιν ὧδε, ἀλλ’ ἠγέρθη» (Λουκ. 24,5-6). Αμήν!

axrhstou.blogspot.com