ᾨδὴ δ’ Τριῳδίου Ἦχος πλ. β’
Ὁ Εἱρμὸς
«Τὴν ἐν Σταυρῷ σου θείαν κένωσιν,
προορῶν Ἀββακοὺμ ἐξεστηκὼς ἐβόα.
Σὺ δυναστῶν διέκοψας κράτος Ἀγαθέ,
ὁμιλῶν τοῖς ἐν ᾍδῃ, ὡς παντοδύναμος».
Απλή Σύνταξη
«Ἀββακοὺμ προορῶν τὴν ἐν Σταυρῷ σου θείαν κένωσιν
ἐξεστηκὼς ἐβόα: Σὺ, Ἀγαθέ, διέκοψας κράτος δυναστῶν,
ὁμιλῶν τοῖς ἐν ᾍδῃ ὡς παντοδύναμος».
Μετάφραση
Ο Αββακούμ βλέποντας την συγκατάβαση του Χριστού
πάνω στο Σταυρό, πριν γίνουν τα γεγονότα, έκπληκτος φώναζε:
Εσύ, Αγαθέ, ως παντοδύναμος που ήσουνα
εξουδετέρωσες τη δύναμη των δυναστών (των νεκρών)
με την μετάβασή σου στον Άδη.
Ερμηνεία
Ο Αββακούμ αξιώθηκε να δει την Σταύρωση του Χριστού και τον κατέλαβε έκσταση γι’ αυτήν την κένωση του Χριστού, δηλαδή την συγκατάβαση. Εδώ πρέπει να διευκρινίσουμε μια βασική έννοια για την ενσάρκωση του Χριστού, που θεωρήθηκε «κένωσις». Και πράγματι ο Χριστός «εκένωσε εαυτόν» και με το να γίνει άνθρωπος, πήρε την μορφή του δούλου του, του ανθρώπου, από άκρα ταπείνωση και ευσπλαχνία. Είναι πολύ σαφής ο Απόστολος Παύλος στην προς Φιλιππισίους επιστολή: «ὃς ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων οὐχ ἁρπαγμὸν ἡγήσατο τὸ εἶναι ἴσα Θεῷ, 7 ἀλλ’ ἑαυτὸν ἐκένωσε μορφὴν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος, 8 καὶ σχήματι εὑρεθεὶς ὡς ἄνθρωπος ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ (Φιλιπ. Β΄,6)
Παράλληλα ο Χριστός είναι και «πλήρωσις», δηλαδή με την ενανθρώπιση, δηλαδή με το να γίνει άνθρωπος από Θεός που ήταν, ο Χριστός εμφανίστηκε ότι υποβιβάστηκε μεν αλλά εμάς μας γέμισε με την Χάρη Του που πλημμύρισε από το άγιο πρόσωπό του. «Καὶ ἐκ τοῦ πληρώματος αὐτοῦ ἡμεῖς πάντες ἐλάβομεν, καὶ χάριν ἀντὶ χάριτος» (Ιωανν.α΄16) Ο Χριστός ταπεινώθηκε, για να υψωθούμε εμείς και να γίνουμε συγκληρονόμοι της βασιλείας του Θεού.
Ο Αββακούμ όμως είδε και την συνέχεια, είδε τον Χριστό να κατεβαίνει στον Άδη και να συντρίβει τις κεφαλές των δρακόντων, σύμφωνα με προφητική ρήση του Θεού στον Διάβολο τη στιγμή της παρακοής. Εκεί, δηλαδή στην αντιμετώπιση των δυναστών των νεκρών, διαπίστωσε την παντοδυναμία του Χριστού και να μείνει έκθαμβος.
α΄ τροπάριο της δ΄ Ωδής
Ἑβδόμην σήμερον ἡγίασας, ἣν εὐλόγησας πρίν,
καταπαύσει τῶν ἔργων· παράγεις γὰρ τὰ σύμπαντα, καὶ καινοποιεῖς, σαββατίζων Σωτήρ μου, καὶ ἀνακτώμενος.
Απλή Σύνταξη
Σήμερον ἡγίασας Ἑβδόμην, ἣν εὐλόγησας πρίν,
καταπαύσει τῶν ἔργων· παράγεις γὰρ τὰ σύμπαντα καὶ καινοποιεῖς
σαββατίζων, Σωτήρ μου, καὶ ἀνακτώμενος.
Μετάφραση
Σήμερα αγίασες την έβδομη ημέρα, την οποία ευλόγησες
προηγουμένως μετά την παύση της δημιουργίας.
Σήμερα όμως δημιουργείς και πάλι τα πάντα και τα ανακαινίζεις
με το να ανασταίνεσαι το Σάββατο και να παίρνεις
και πάλι πίσω τα πάντα.
Ερμηνεία
Στο τροπάριο αυτό γίνεται λόγος για δυο δημιουργίες, η πρώτη η υλική και η δεύτερη η μυστηριακή. Ενώ φαίνεται να μοιάζουν, όμως διαφέρουν, διότι μετά την πρώτη δημιουργία σε έξη μέρες ο Θεός αναπαύτηκε κατά την Εβδόμη, για εποπτεύσει ό,τι δημιούργησε αλλά να δώσει και στον άνθρωπο το παράδειγμα ότι την έβδομη ημέρα, που ήταν το Σάββατο για τους Εβραίος, την Κυριακή για τους χριστιανούς, πρέπει να την αφιερώνουν στο να ευχαριστούν, να δοξάζουν τον Θεό και να αγιάζουν την ημέρα αυτή. «καὶ συνετέλεσεν ὁ Θεὸς ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῇ ἕκτῃ τὰ ἔργα αὐτοῦ, ἃ ἐποίησε, καὶ κατέπαυσε τῇ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ ἀπὸ πάντων τῶν ἔργων αὐτοῦ, ὧν ἐποίησε. 3 καὶ εὐλόγησεν ὁ Θεὸς τὴν ἡμέραν τὴν ἑβδόμην καὶ ἡγίασεν αὐτήν· ὅτι ἐν αὐτῇ κατέπαυσεν ἀπὸ πάντων τῶν ἔργων αὐτοῦ, ὧν ἤρξατο ὁ Θεὸς ποιῆσαι» (Γεν.β΄,2-3)
Το Σάββατο λοιπόν έχουμε την παύση της δημιουργίας του Θεού και την ανάπαυση από την εργασία του ανθρώπου. Την Κυριακή, που λέγεται «η μία των Σαββάτων, η βασιλίς και κυρία, εορτών εορτή και πανήγυρις πανηγύρεων», γίνεται η απαρχή της μυστικής παρουσίας του Χριστού στον κόσμο, πρώτα με την βάπτιση του ανθρώπου και ύστερα με την συμμετοχή του ανθρώπου στα μυστήρια της εκκλησίας, μια πορεία αδιάλειπτη μέχρι τώρα και εις τους αιώνας των αιώνων. Έτσι θα πάρει πάλι πίσω τον άνθρωπο με ολόκληρη την κτίση, ο οποίος απομακρύνθηκε από αυτό και χάθηκε, όπως το απολωλός πρόβατο. Αυτό μας το επιβεβαιώνει και ο Απόστολος Παύλος: «ὥστε εἴ τις ἐν Χριστῷ καινὴ κτίσις· τὰ ἀρχαῖα παρῆλθεν, ἰδοὺ γέγονε καινὰ τὰ πάντα» (Β΄ Κορινθ. Ε΄17)
β΄ τροπάριο της δ΄ Ωδής
Ῥωμαλαιότητι τοῦ κρείττονος, ἐκνικήσαντός σου,
τῆς σαρκὸς ἡ ψυχή σου, διῄ ῥηται σπαράττουσα·
ἄμφω γὰρ δεσμούς, τοῦ θανάτου καὶ ᾍδου, Λόγε τῷ κράτει σου.
Απλή Σύνταξη
Η ψυχή σου ἐκνικήσαντός σου τῆς σαρκὸς ρωμαλαιότητι τοῦ κρείττονος, διῄῥηται σπαράττουσα ἄμφω γὰρ δεσμούς,
τοῦ θανάτου καὶ ᾍδου, Λόγε, τῷ κράτει σου.
Μετάφραση
Η ψυχή σου με την ανωτερότητα του ισχυρότερου κατόρθωσε να υπερισχύσει του σώματος και να αποχωριστεί αλλά έλυσε
αμφότερα τα δεσμά και του θανάτου και του Άδη
λόγω της δυνάμεώς σου.
Ερμηνεία
Ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα είναι δυστυχώς το αποτέλεσμα της παρακοής, που προήλθε από μεγάλη ευεργεσία του Θεού προς τον άνθρωπο, για να μην γίνει το κακό αθάνατο πράγμα που θα συνέβαινε, αν ο Αδάμ παρέμεινε αθάνατος. Αυτό όμως δεν συνέβη στην περίπτωση του Χριστού, διότι από τη στιγμή που η θεϊκή του φύση ενώθηκε με την ανθρώπινη, έχουμε να κάνουμε με μία υπόσταση, διότι ο Χριστός ως αναμάρτητος δεν μπορούσε να υποκύψει στη φθορά και τον θάνατο και γι’ αυτό «κοιμήθηκε» για τρεις μέρες και αναστήθηκε την Τρίτη. Έτσι και οι πιστοί, όταν πεθαίνουν, δεν είναι νεκροί, αλλά «κεκοιμημένοι».
Αυτό δηλώνει και ο τρόπος με τον οποίο άφησε ο Χριστός την ψυχή του πάνω στον Σταυρό. Ενώ εμείς οι θνητοί, όταν ξεψυχάμε, σηκώνουμε το κεφάλι όρθιο, ίσως για να βοηθήσουμε την ψυχή να βγει από το στόμα και ύστερα κλίνουμε την κεφαλή. Στον Χριστό όμως δεν έγινε έτσι. Ο Χριστός έκλινε την κεφαλή, πράγμα που σημαίνει ότι με την θέλησή του παρέδωσε το πνεύμα του, χωρίς να το σηκώσει προς τα πάνω. Αυτό έγινε, διότι η ψυχή του Χριστού λόγω της ανωτερότητάς του νίκησε το σώμα, αλλά αυτή η νίκη είναι διπλή και του σώματος και της ψυχής. Το άφθαρτο σώμα του Χριστού νίκησε το φθαρτό σώμα του ανθρώπου και το αφθαρτοποίησε, όπως γίνεται και με τα σώματα των αγίων, η δε ψυχή του ελευθέρωσε και τις ψυχές των δικαίων που περίμεναν κάτω στον Άδη την δικαίωσή τους, δηλαδή την απελευθέρωσή τους από τα δεσμά του θανάτου.
γ΄ τροπάριο δ΄ Ωδής
Ὁ ᾍδης Λόγε συναντήσας σοι, ἐπικράνθη, βροτὸν ὁρῶν τεθεωμένον, κατάστικτον τοῖς μώλωψι, καὶ πανσθενουργόν, τῷ φρικτῷ τῆς μορφῆς δέ, διαπεφώνηκεν.
Απλή Σύνταξη
Ὁ ᾍδης, Λόγε, συναντήσας σοι ἐπικράνθη,
ὁρῶν βροτὸν τεθεωμένον, κατάστικτον τοῖς μώλωψι,
καὶ πανσθενουργόν τῷ φρικτῷ τῆς μορφῆς δέ διαπεφώνηκεν.
Μετάφραση
Ο Άδης, Υιέ και Λόγε του Θεού, όταν σε συνάντησε,
πικράθηκε, γιατί έβλεπε έναν άνθρωπο με θεϊκή μορφή
και ενώ ήταν γεμάτος πληγές, όμως ήταν πολύ δυνατός.
Η φρικτή (γι’ αυτόν ) μορφή τον έκανε να μείνει άφωνος.
Ερμηνεία
«Ὁ ᾍδης, Λόγε, συναντήσας σοι ἐπικράνθη» προφανώς είναι προσωποποίηση. Ο Άδης εμφανίζεται άλλοτε ως δράκων, στην περίπτωση των Πρωτοπλάστων, άλλοτε ως κήτος με τεράστια κιλιά, όπως στην περίπτωση του Ιωνά, και άλλοτε ως λήσταρχος που πήρε για λάφυρα (σκύλα) ψυχές ανθρώπων και τις κρατάει σε ανήλια και σκοτεινά μέρη. Αυτός λοιπόν, ο δράκων , το κήτος ή ο λήσταρχος κατάπινε τις ψυχές και ευχαριστιόταν, γλυκαίνονταν. Όταν όμως πήγε να καταπιεί τον Χριστό, τα «βρήκε σκούρα». Βλέπει έναν «βροτό» αλλά με εντελώς διαφορετική μορφή από τις άλλες, που κατέβαιναν στον Άδη. Αυτός ήταν κάπως αλλιώς, δηλαδή με θεϊκό πρόσωπο, αλλά με σώμα γεμάτο πληγές και παρ’ όλα αυτά πολύ δυνατός. Αυτός λοιπόν που κατάπιε (τον δέχτηκε ως νεκρό στο βασίλειό του) τον πίκραινε πάρα πολύ. «Ο ᾅδης κάτωθεν ἐπικράνθη συναντήσας σοι (Ησα. 14,9, αναφέρει ο Ησαΐας από όπου επηρεάστηκε και ο υμνογράφος. Το αποτέλεσμα ήταν να «ξεράσει» και αυτούς που είχε καταπιεί πιο μπροστά. Πρόκειται για την απελευθέρωση των δικαίων, που ακολούθησαν τον Χριστό, όταν αυτός κατέβηκε στον Άδη, κι έτσι ο Χριστός «εσκύλευσε τον Άδην μη πειρασθείς υπ’ αυτού». Να γιατί έφριξε ο Άδης, όταν είδε τον Χριστό, και έμεινε άφωνος, γιατί κατάλαβε τί τον περίμενε.
Η φρικτή μορφή του Χριστού, που αντίκρυσε ο Άδης, φυσικά δεν ήταν φρικτή για τους άλλους , που όταν τον είδαν πέταξαν από τη χαρά τους, αλλά για τον ίδιο αφού ήξερε τί τον περιμένει.
Υπάρχει όμως ένα ζήτημα. Ξέρουμε ότι στον Άδη κατεβαίνουν μόνο οι ψυχές, ενώ τα σώματά τους παραμένουν στους τάφους τους. Πώς λοιπόν διέκρινε πληγές στο σώμα του Χριστού, αφού μόνο η ψυχή του κατέβηκε στον Άδη. Αυτή η απορία είναι λογική, αλλά εδώ έχουμε άλλα δεδομένα. Από τότε που ο Χριστός ενώθηκε με την ανθρώπινη φύση, αυτήν δεν την εγκατέλειψε ποτέ. Με αυτήν σταυρώθηκε, με αυτήν αναστήθηκε και με αυτήν ανέβηκε εις τους ουρανούς. Ο Χριστός λοιπόν κατέβηκε με την «θεανδρική» υπόσταση στον Άδη και έτσι τα στίγματα, οι πληγές που έφερε στο σώμα του ήταν ορατές. Δεν σας κρύβω ότι και ο Πλάτωνας αναφερόμενος στους ανθρώπους που κατεβαίνουν στον Άδη, έλεγε ότι διακρίνονταν όσες κακώσεις αυτοί υφίσταντο στη ζωή.