Ο λόγος του Ιερού Χρυσοστόμου ο αναφερόμενος στη Σαμαρείτιδα, είναι αναμφισβήτητα από τα καλύτερα ιερά κείμενα που έχουν γραφεί ποτέ, για τη γυναίκα εκείνη από τη Σαμάρεια, με την οποία ο Ιησούς συνομίλησε, κάποιο καταμεσήμερο, στο «Φρέαρ του Ιακώβ», όπου κάθησε να ξαποστάσει, κουρασμένος από την μεγάλη πεζοπορία.
Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, ο αγαπημένος μαθητής του Ιησού, δίνει παραστατικά και αναλυτικά, όλες τις εικόνες, τα περιστατικά και το διάλογο στη σχετική Ευαγγελική περικοπή, (Κεφ. δ΄ 5-42).
Στην σύντομη αναφορά μας στο Ευαγγελικό Ανάγνωσμα της Κυριακής της Σαμαρείτιδας, θεωρήσαμε χρήσιμο και ωφέλιμο να σταχυολογήσουμε μερικά σύντομα αποσπάσματα από τη σχετική Ομιλία του Ιερού Χρυσοστόμου, τα οποία και αφιερώνουμε στους αγαπητούς αδελφούς, φίλους και αναγνώστες της ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑΣ.
«Σήμερον ο Χριστός τους άθλους της Σαματείτιδος ανεκήρυξεν…… Ορώ γαρ αυτής την πίστιν και τον εγκωμιαστικόν αυτής λόγον εξειπείν βούλομαι και μεθ΄υμών επαινέσαι την πτωχήν και πλουσίαν, την πόρνην και απόστολον, την άσωτον και πιστήν, την πολύγαμον και πολυδύναμον, την πολλούς μιάνασαν και τον μονογενή Λόγον του Θεού θεραπεύσασαν, την μιανθείσαν και καθαρισθείσαν, την διψήσασαν και υδάτων ζώντων επιθυμήσασαν και των επουρανίων ναμάτων την χάριν κληρονομήσασαν…».
Μετά την εισαγωγή αυτή, με τις υπέροχες αντιθέσεις και τους δοξολογικούς χαρακτηρισμούς για τη Σαμαρείτιδα, ο Χρυσορρήμονας Μεγάλος Πατέρας και Μεγαλομάρτυρας της Εκκλησίας μας, δίνει στις συγκυρίες, που συνέθεταν το όλο σκηνικό, το υπερβατικό στοιχείο, ως κινούν και κατευθύνον τα συμβαίνοντα.
«Αναγκαίον ουν εστιν, αγαπητοί, επιζητήσαι, διατί και τον τόπον εσήμανε και την ώραν και την των μαθητών απόλειψιν;
Ούτω ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ο μέγας Θεός κατά την προφητείαν, ήδει ως Θεός, ότι εκείθεν ηδύνατο λαβείν την θήραν, τουτέστιν την γυναίκα την Σαμαρείτιν. Ιδού του τόπου την αιτίαν εμήνυσα.
΄Ακουε ουν τοίνυν αγαπητέ και περί της ώρας. Ήδει ουν ο τα παντα επιστάμενος Κύριος, ότι την ώραν, ήν πάντες προς ανάπαυσιν είχον, εκείνη προς το κομίζειν το ύδωρ εαυτήν απησχόλει. Και δια τούτο ώραν έκτην απήλθεν ο Κύριος ότι εγίγνωσκεν, ότι απέρχεται κομίσαι το ύδωρ και δύναται θηρεύσαι την πνευματικήν ταύτην θήραν.
Και τίνος ένεκεν τους μαθητάς αυτού ο Κύριος απεπέμψατο;
Η γυνή πτωχή τις ήν ελεεινή, μη ισχύουσα προς δορυφορίαν πολλών αντιβλέψαι. Και ει εθεάσατο αξίωμα διδασκάλου και μαθητών περιβολήν, τον διδάσκαλον, τους διδασκομένους, τον όχλον, την τάξιν, το αξίωμα, το σχήμα, το επίσημον, είχεν ευθύς αποφυγείν και απώλετο η θήρα….”
Στη συνέχεια γίνεται αναφορά εις το «ύδωρ».
«Δος μοι πιείν, ουχ ίνα πίω, αλλά ίνα ποτίσω. Λέγει αυτώ η γυνή: Πώς συ Ιουδαίος ών, παρ΄εμού πιείν αιτείς, γυναικός Σαμαρείτιδος; Ου γαρ συγχρώνται Ιουδαίοι Σαμαρείταις. Ακριβής η γυνή, την φυλακήν του νόμου δείκνυσι…. Τι ουν ο Ιησούς; Ουκ απεσείσατο αυτήν. Ουκ είπεν αυτή, εγώ Θεός ειμί εκ Θεού, αλλά τι; Ει ήδεις την δωρεάν του Θεού και τις ο λέγων σοι, δος μοι πιείν, συ αν ήτησας αυτόν και έδωκεν αν σοι ύδωρ ζων….
Ουκ εξ αρχής απεκάλυψεν αυτή της θεότητος το κάλλος, ουδέ μεγάλων αγαθών επαγγελίας δέδωκε, ουδέ τον Ιακώβ ως ποιήσας αυτόν εξήγγειλεν, αλλά την όρεξιν της ψυχής αυτής εις επιθυμίαν διεγείρει, λέγων προς αυτήν: Πας ο πίνων εκ του ύδατος τούτου διψήσει πάλιν. Ός δ΄αν πίη εκ του ύδατος, ού εγώ δώσω αυτώ, ου μη διψήσει εις τον αιώνα…
Τι ουν η γυνή; Κύριε δος μοι το ύδωρ, ίνα μη διψώ, μηδέ έρχομαι ενθάδε αντλείν.
-Ύπαγε φώνησον τον άνδρα σου και ελθέ ενθάδε. Λέγει αυτώ η γυνή: ουκ έχω άνδρα. Και ήρξατο λοιπόν η γυνή τας εαυτής αμαρτίας ανακαλύπτειν, ήρξατο εξομολογείσθαι και λέγειν: ουκ έχω άνδρα. Λέγει αυτή ο Ιησούς: Καλώς είπας, ότι άνδρα ουκ έχω. Πέντε γαρ άνδρας έσχες και νυν όν έχεις ουκ έστι σου ανήρ… Λέγει αυτώ η γυνή: Κύριε θεωρώ ότι προφήτης εί συ…
Και εκάθητο ο Θεός ομιλών τη γυναικί. Ώ πολλής φιλανθρωπίας! Ο καθήμενος επί τον Χερουβίμ πόρνη γυναικί διαλέγεται.
-Οι πατέρες ημών εν τω όρει τούτω προσεκύνησαν και υμείς λέγετε ότι εν Ιεροσολύμοις εστίν ο τόπος, όπου δει προσκυνείν.
Η πόρνη περί δογμάτων εισάγει λόγον και νομίσασα τον Δεσπότην είναι προφήτην, ουδέν ήτησε βιωτικόν. Κύριον ωμολόγησεν και χρημάτων περιουσίαν ουκ επεζήτησε.
Τι ουν ο Κύριος; Πάλιν μετά της πρεπούσης αυτώ σοφίας αποκρίνεται. Επειδή γαρ Ιουδαίος ενομίζετο παρ΄αυτής, αυτή δε Σαμαρείτις ήν, ουκ ηθέλησε προς την πεύσιν (ερώτηση), αποκρίνασθαι, ίνα μήτε διαψεύσηται, μήτε την γυναίκα σκληροτέραν απεργάσηται. Ου γαρ ήν άλλο τι το κατασκευαζόμενον, αλλά θηρεύσαι το γύναιον προς την της σωτηρίας οδόν επεζήτει.
Δια τούτο ουν αμφότερα χαμαί καταλιπών, επί την πνευματικωτέραν προσκύνησιν χειραγωγεί το γύναιον και φησι: Γύναι, πίστευσόν μοι λέγοντι, ότι έρχεται ώρα και νυν εστιν, ότε ούτε εν τω όρει τούτω, ούτε εν Ιεροσολύμοις προσκυνήσουσι τω Πατρί, αλλ΄οι αληθινοί προσκυνηταί προσκυνήσουσι τω Πατρί εν πνεύματι και αληθεία. Και γαρ ο Πατήρ τοιούτους ζητεί τους προσκυνούντας αυτόν, εν πνεύματι και αληθεία δει προσκυνείν.
Είδες διδασκαλίαν αρίστην, είδες ευμηχάνου Διδασκάλου σοφίαν; Γύναι, πίστευσόν μοι λέγοντι. Βλέπε, πώς καταρτίζει την πίστιν της γυναικός. Βλέπε πώς την ψυχήν αυτής κατ΄ολίγον εις τους ουρανούς ανακουφίζει, ουκ αισχυνόμενος το της πόρνης περιβόλαιον, αλλά της ψυχής την σωτηρίαν διακονών. Διατί; Επειδή ουκ ήλθε καλέσαι δικαίους, αλλά αμαρτωλούς εις μετάνοιαν….
Τα αρχαία παρήλθεν. Ιδού γέγονε τα πάντα καινά. Ουκ έτι κατά τον νόμον εις ένα τόπον τους προσκυνούντας τω Θεώ συγκροτείσθαι συγχωρώ. Εις πάσαν γαρ την οικουμένην εφαπλώσαι βούλομαι τα της σωτηρίας χαρίσματα.
Λέγει αυτώ η γυνή: Οίδα ότι Μεσσίας έρχεται, ο λεγόμενος Χριστός. Όταν έλθη εκείνος απαγγελεί ημίν πάντα.
Ώ πόρνης πνευματικά φιλοσοφούσης. Ώ πόρνης τας θείας γραφάς επί στόματος φερούσης. Κάν γαρ τω σώματι βεβάπτισται τη της πορνείας ακαθαρσία, αλλ΄η ψυχή κεκεθάρισται τη των θείων Γραφών επαγγελία και αναγνώσει.
Ουκ έτι καλεί αυτόν Ιουδαίον, ουκ έτι διακρίνεται περί την δόσιν του ύδατος, ουκ έτι λέγει προς αυτόν: Πώς συ Ιουδαίος ών, παρ΄εμού πιείν αιτείς, ούσης γυναικός Σαμαρείτιδος. Ου γαρ συγχρώνται Ιουδαίοι Σαμαρείταις. Αλλά τι; Κύριε θεωρώ ότι προφήτης εί συ. Και πάλιν απτομένη δογμάτων.
Οίδα ότι Μεσσίας έρχεται, ο λεγόμενος Χριστός. Εκείνον ζητώ, εκείνον προσδοκώ, εκείνον εκδέχομαι.
Λέγει αυτή ο Ιησούς: Εγώ ειμί, ο λαλών σοι. Ώ μεγάλων και παραδόξων θαυμάτων! Ό, πολλοίς των αποστόλων ουκ απεκάλυψε, τούτο τη πόρνη φανερώς αποκαλύπτει!
Επί τούτοις έρχονται οι μαθηταί και ευρίσκουσιν αυτόν ομιλούντα τη γυναικί. Ο παρά των αγγέλων υμνούμενος μετά πόρνης διελέγετο, ο μετά του Πατρός συμβασιλεύων βασιλείαν την ατελεύτητον, μόνος προς μόνην την γυναίκα ωμίλει. Αλλ΄εκείνη την υδρίαν αφείσα, εισήλθεν εις την πόλιν. Αφήκε την υδρίαν επειδή ενεπλήσθη των ζώντων υδάτων και εισελθούσα προς τους πολίτας εβόα: Δεύτε, ίδετε άνθρωπον, ός είπέ μοι πάντα όσα εποίησα. Μητι ούτός εστιν ο Χριστός; Δεύτε ίδετε άνθρωπον.
Ουκ είπε: Δεύτε, βλέπετε Θεόν εν ανθρώποις, ίνα μη τοις ανθρώποις δόξη παραφρονείν, ίνα μη είπωσιν οι άνθρωποι: Αύτη μαίνεται. Πότε είδέ τις Θεόν περιπατούντα; Πότε τις είδε Θεόν μετ΄ανθρώπων συναναστρεφόμενον;
Διεγείρει αυτούς προς επιθυμίαν εξελθείν και θηρευθήναι. Ως εσαγηνεύθη, σαγηνεύει.
Ώ πόρνης αποστολικής! Η πόρνη γέγονε των αποστόλων δυνατωτέρα. Οι γαρ απόστολοι μετά το πληρωθήναι πάσαν την οικονομίαν, τότε των αποστολικών ήρξαντο κηρυγμάτων, η δε πόρνη και προ του Πάθους και της οικονομίας και της Αναστάσεως τον Χριστόν ευαγγελίζεται….
Δεύτε ίδετε άνθρωπον, ός είπέ μοι άπαντα όσα εποίησα. Εκ δε της πόλεως εκείνης των Σαμαρειτών πολλοί επίστευσαν εις αυτόν δια τον λόγον της γυναικός μαρτυρούσης, ότι είπε μοι πάντα όσα εποίησα.
Μιμησώμεθα την γυναίκα ταύτην την Σαμαρείτιν και ημείς και επί τοις οικείοις αμαρτήμασι μη αισχυνώμεθα, αλλά φοβώμεθα τον Θεόν. Νυν δε το εναντίον ορώ γινόμενον. Τον μεν γαρ μέλλοντα κρίνειν ημάς ου δεδοίκαμεν, τους δε ουδέν ημάς παραβλάπτοντας, τούτους φρίττομεν και την παρ΄αυτών αισχύνην δεδοίκαμεν, επί τούτων διδόαμεν την τιμωρίαν. Ο γαρ επαισχυνόμενος ανθρώπω, αποκαλύψαι τα αμαρτήματα, Θεού δε ορώντος μη αισχυνόμενος πράξαι, μηδέ θέλων ομολογήσαι και μετανοήσαι, εν εκείνη τη ημέρα ουκ ενώπιον ενός και δύο, αλλά της οικουμένης απάσης ορώσης παραδειγματίζεται. Διαλεχθώμεν ουν τω Χριστώ. Ακούσωμεν τοίνυν και πεισθώμεν αυτώ….».
«Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν»!
ΗΣΥΧΑΣΤΙΚΗ ΚΑΛΥΒΗ ΑΚΑΚΙΟΥ
ΚΟΡΙΝΘΟΣ