Προφήτης Ιερεμίας, Αυτά λέγει ο Κύριος· Ποίαν, έστω και μικράν, έλλειψιν ευρήκαν εις εμέ οι προγονοί σας και έφυγαν μακράν από εμέ;

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Ιερεμίας 2

Ιερ. 2,2 Είπεν ο Κύριος προς τον Ιερεμίαν· αυτά λέγει ο Κύριος προς τον ισραηλιτικόν λαόν· Ενεθυμήθην το προς σε έλεός που, σου είχα δείξει, όταν ευρίσκεσο ακόμα εις την αρχήν της υπάρξεώς σου, και την μεγάλην τότε προς σε αγάπην μου διά την απακαταστασίν σου εις την γην της Επαγγελίας, πράγμα, το οποίον έπρεπε να κάμη σε, Ισραηλιτικέ λαέ, να ακολούθησης εμέ, τον άγιον και αληθινόν Θεόν.

Ιερ. 2,3 Ήσο ενώπιόν μου, Ισραηλιτικέ λαέ, ως απαρχή γεννημάτων, που προσφέρεται θυσία στον Κύριον. Όσοι θα ετολμούσαν να φάγουν κάτι από σε και να σε αδικήσουν, αυτοί θα ήσαν υπεύθυνοι ενώπιον του Θεού. Κακά και συμφοραί θα ήρχοντο εναντίον αυτών, λέγει ο Κύριος.

Ιερ. 2,4 Ακούσατε τα λόγια του Κυρίου, φυλαί του Ιακώβ και όλαι αι οικογένειαι του οίκου Ισραήλ.

Ιερ. 2,5 Αυτά λέγει ο Κύριος· Ποίαν, έστω και μικράν, έλλειψιν ευρήκαν εις εμέ οι προγονοί σας και έφυγαν μακράν από εμέ, επορεύθησαν δε και ηκολούθησαν τα μάταια είδωλα, διά να γίνουν έτσι και αυτοί μηδαμινοί και τιποτένιοι;

Ιερ. 2,6 Δεν ενεθυμήθησαν τας ευεργεσίας μου και δεν είπαν· Πού είναι ο Κύριος, ο οποίος μας έβγαλεν από την χώραν της Αιγύπτου, αυτός ο οποίος μας ωδήγησε διά μέσου της ερήμου, διά μέσου περιοχής αγνώστου και αδιαβάτου εις γην άνυδρον, ακαλλιέργητον και άκαρπον, από την οποίαν κανείς δεν διήρχετο ούτε και κατοικούσεν εκεί άνθρωπος;

Ιερ. 2,7 Εγώ ο Θεός, ασφαλείς σας ωδήγησα εις την καρποφόρον γην της Παλαιστίνης, διά να φάγετε τους καρπούς αυτής και να απολαύσετε τα αγαθά της. Απέναντι των ευεργεσιών μου αυτών, σεις τι επράξατε, πώς εφερθήκατε; Εισήλθατε, λέγει ο Κύριος, και εμολύνατε την χώραν μου, την γην της Επαγγελίας, κατεστήσατε βδελυράν και μισητήν την κληρονομίαν μου.

Ιερ. 2,8 Και οι ιερείς ακόμη δεν ανεζήτησαν τον Κύριον λέγοντες· πού είναι ο Κύριος; Οι ασχολούμενοι με τον Νόμον δεν με εγνώριζαν. Οι άρχοντες του λαού εφέροντο με ασέβειαν απέναντί μου και οι προφήται επροφήτευαν προς χάριν του ειδωλικού θεού Βααλ και ηκολούθουν τα μάταια και ανωφελή είδωλα.

Ιερ. 2,9 διά τούτο θα έλθω εις συζήτησιν και αντιδικίαν προς σας, λέγει ο Κύριος, όπως επίσης και προς τους απογόνους σας.

Ιερ. 2,10 Περάσατε και επισκέφθητε τα ειδωλολατρικά έθνη της Κύπρου και των άλλων νήσων της Μεσογείου Θαλάσσης, υπάγετε και προς ανατολάς προς τους κατοίκους της Κηδάρ, προσέξατε και ίδετε, εάν εκεί έγιναν τέτοια γεγονότα, ωσάν αυτά που συνέβησαν εις την Ιουδαίαν.

Ιερ. 2,11 Εάν, δηλαδή, τα ειδωλολατρικά αυτά έθνη ήλλαξαν τους θεούς των με άλλους θεούς· και όμως οι θεοί των δεν είναι αληθινοί αλλά ψευδείς θεοί, είδωλα. Ο λαός μου όμως ήλλαξε την δόξαν του, τον αληθινόν θεόν του, με άλλους ψευδείς θεούς, από τους οποίους τίποτε ούτε ωφελήθη ούτε θα ωφεληθή.

Ιερ. 2,12 Κατάπληκτος έμεινεν ο ουρανός ενώπιον της αποστασίας αυτής, κατελήφθη από απερίγραπτον φρίκην διά την διαγωγήν σας, λέγει ο Κύριος.

Ιερ. 2,13 Διότι ο λαός μου διέπραξε κατά τον αυτόν χρόνον δύο πονηρά και ολέθρια σφάλματα· εγκατέλιπαν εμέ, ο οποίος ήμην δι’ αυτούς πηγή ζωογόνου ύδατος, και ήνοιξαν διά τον εαυτόν τους λάκκους κατεστραμμένους, οι οποίοι δεν θα ημπορέσουν να συγκρατήσουν νερό.

Ιερ. 2,14 Μηπως ο ισραηλιτικός λαός είναι και μένει ωσάν ένας κοινός και ευτελής δούλος απέναντί μου, ή δούλος, έστω, ο οποίος εγεννήθη στον οίκον του κυρίου του; Διατί, λοιπόν, κατήντησε δούλος αλλοεθνών και έγινε θύμα λεηλασίας;

Ιερ. 2,15 Εναντίον αυτού επετέθησαν οι εχθροί του ωρυόμενοι ώσαν λέοντες. Εξέβαλαν τας αγρίας κραυγάς των. Αυτοί ερήμωσαν την χώραν του, κατέσκαψαν και εκρήμνισαν τας πόλεις στου, ώστε να μη είναι δυνατόν πλέον να κατοικηθούν.

Ιερ. 2,16 Οι κάτοικοι των πόλεων Μέμφεως και Τάφνας της Αιγύπτου σε είδαν εις την αθλίαν αυτήν κατάστασιν και εχάρησαν και σε ενέπαιζαν!

Ιερ. 2,17 Όλα αυτά δεν συνέβησαν εις βάρος σου, λέγει Κύριος ο Θεός σου, επειδή συ με εγκατέλιπες;

Ιερ. 2,18 Και τώρα σε ερωτώ· Τι υπάρχει μεταξύ σου και της οδού, η οποία οδηγεί εις την Αίγυπτον, ώστε να θέλης να πίνης ύδωρ από την Γηών, πόλιν της Αιγύπτου; Ποία σχέσις υπάρχει μεταξύ σου και της οδού, η οποία οδηγεί στους Ασσυριους, ώστε να πίνης νερά από τους ποταμούς της χώρας των;

Ιερ. 2,19 Η αποστασία σου από εμέ θα σε τιμωρήση και η κακία σου θα σε ελέγχη και θα σε συγκλονίζη. Από αυτά που υφίστασαι, μάθε και ιδέ, ότι είναι πολύ πικρόν διά σε, να εγκατάλειψης εμέ τον Θεόν σου και προστάτην, λέγει Κύριος ο Θεός σου· έπαυσα να σε περιβάλλω με ευμένειαν και προστασίαν.

Ιερ. 2,20 Διότι από αρχαιότατα χρόνια, συ συνέτριψες τον ωφελιμον ζυγόν των εντολών μου και είπες· Δεν θα δουλεύω εις σε, αλλά θα ανεβώ εις κάθε υψηλόν βουνόν και κάτω από κάθε ευσκιόφυλλον δένδρον εκεί θα εκχυθώ εις την ειδωλολατρικήν ασυδοσίαν και την πορνείαν μου.

Ιερ. 2,21 Εγώ ιουδαϊκέ λαέ, σε εφύτευσα ως άμπελον εξαιρετικήν και καρποφόρον. Πώς τώρα μετεστράφης και έγινες εις πικρίαν δι’ εμέ; Πώς έγινες άμπελος αγρία και νόθος;

Ιερ. 2,22 Εάν πλυθής εξωτερικώς με νίτρον, εάν χρησιμοποιήσης άφθονον ποτάσσαν από στάχτην φυτών, πάλιν θα μείνης κηλιδωμένη με τας αδικίας, τας οποίας έπραξες ενώπιόν μου, λέγει ο Κύριος.

Ιερ. 2,23 Και πώς θα τολμήσης να είπης· Εγώ δεν εμολύνθην και δεν επορεύθην πίσω από το είδωλον Βάαλ; Ιδέ όμως τας οδούς, που ηκολουθησες, και τα ίχνη των οδών εις την κοιλάδα του πολυανδρίου, την κοιλάδα Εννομ. Μάθε και κατανόησε καλά, τι διέπραξες. Άμυαλη καμήλα, που τρέχει δι’ ανεύρεσιν ύδατος· προς το βραδύ θα κραυγάση, σαν να αφήνη ολολυγμούς!

Ιερ. 2,24 Τρέχει εις τας οδούς της με μεγάλην ταχύτητα προς τα ύδατα ερήμου τόπου. Επάνω εις την σφοδράν επιθυμίαν της, τρέχει με τόσην ταχύτητα, ως εάν φέρεται από τον άνεμον. Ποιος ημπορεί να την συγκρατήση και να την επαναφέρη; Αλλά όλοι όσοι ζητούν να την εύρουν, δεν θα κοπιάσουν, θα την εύρουν εύκολα όταν έλθη ο καιρός της καταισχύνης της.

Ιερ. 2,25 Και λέγω τώρα εις σε· Άλλαξε διεύθυνσιν, απομάκρυνε τα πόδιά σου από τας τραχείας ειδωλολατρικάς οδούς, ω Ισραήλ, και μη θελήσης να ικανοποίησης την δίψαν του λάρυγγός σου από τα ύδατα της ειδωλολατρίας. Η αγρία αυτή όμως κάμηλος του Ισραήλ απαντά· Εκεί εγώ ενισχύομαι. Λέγει δε αυτά, διότι έχει αγαπήσει ξένους, ειδωλολατρικούς θεούς και τρέχει οπίσω από αυτούς.

Ιερ. 2,26 Όπως καταισχύνεται ο κλέπτης, όταν συλληφθή επ’ αυτοφώρω, έτσι θα κατεντροπιασθούν και οι Ισραηλίται μαζή με τους βασιλείς των και τους άρχοντας και τους ιερείς των και τους προφήτας των.

Ιερ. 2,27 Είπαν αυτοί στο ξόανον, στο ξύλινον άγαλμα, ότι συ είσαι ο πατήρ μας· και στο λίθινον άγαλμα, ότι συ μας έχεις γεννήσει. Και εγύρισαν προς εμέ τα νώτα των και όχι τα πρόσωπά των. Αλλά κατά τον καιρόν, που θα επέλθουν εναντίον των θλίψεις και συμφοραί, θα πουν προς εμέ· Σήκω, Κύριε, και σώσε μας.

Ιερ. 2,28 Και εγώ τότε θα τους ερωτήσω· πού είναι οι θεοί σου, τους οποίους κατεσκεύασες εις προστασίαν και σωτηρίαν σου; Δεν θα σηκωθούν εκείνοι να σε σώσουν εις την περίοδον αυτήν της ταλαιπωρίας σου; Διότι οι ειδωλολατρικοί θεοί σας, ω Ιουδαίοι, ήσαν πολυάριθμοι, όσαι και αι πόλεις σας, ώστε κάθε πόλις να έχη τον θεόν της. Και εις κάθε δρόμον της Ιερουσαλήμ υπήρχον ιδιαίτερα αγάλματα του Βάαλ, προς τα οποία προσεφέρατε θυσίας.

Ιερ. 2,29 Διατί, λοιπόν, τώρα απευθύνεσθε προς εμέ και ζητείτε βοήθειαν; Όλοι σεις εδείξατε ασέβειαν, όλοι σας παρενομήσατε απέναντι του Κυρίου.

Ιερ. 2,30 Ματαίως ετιμώρησα τα τέκνα σας μήπως συνετισθήτε. Τίποτε δεν ωφεληθήκατε από την παιδαγωγικήν αυτήν θλίψιν. Εχθρική μάχαιρα κατέφαγε τους ψευδοπροφήτας σας. Ωσάν φοβερός λέων ολέθρου επήλθεν εναντίον σας ο εχθρός σας, και όμως σεις δεν εφοβηθήκατε!

Ιερ. 2,31 Ακούσατε, λοιπόν, τον λόγον του Κυρίου· αυτά λέγει ο Κύριος προς σας· Μηπως εγώ υπήρξα διά τον ισραηλιτικον λαόν έρημος και άκαρπος γη, γη χέρσος και ακαλλιέργητος; Διατί ο λαός μου είπε· δεν θα υποταχθώμεν εις την ίδικήν σου εξουσίαν, δεν θα έλθωμεν πλέον προς σε.

Ιερ. 2,32 Μήπως η νύμφη λησμονεί τα κοσμήματά της και η παρθένος τον πολύτιμον στηθόδεσμόν της; Όμως ο λαός μου με ελησμόνησε και μάλιστα επί χρόνον πολύν, τον οποίον κανείς δεν ημπορεί να υπολογίση.

Ιερ. 2,33 Ποίον, λοιπόν, καλόν ενδιεφέρθης να κάμης εις την πορείαν της ζωής σου, ώστε να έχης το δικαίωμα να ζητήσης την αγάπην μου; Κανένα. Αλλά εξ αντιθέτου διέπραξες πονηρίας, ώστε να μιάνης με την ειδωλολατρείαν σου την ζωήν σου.

Ιερ. 2,34 Εις δε τα χέρια σου ευρέθησαν αίματα αθώων ανθρώπων. Και διέπραξες τους φόνους αυτούς όχι κρυφίως εις κάποιον απόμερον λάκκον, αλλά φανερά κάτω από κάθε δρυν, όπου συ προσέφερες θυσίαν τα αθώα νήπιά σου.

Ιερ. 2,35 Και παρ’ όλον τούτο είπες· Είμαι αθώος. Ας απομακρυνθή ο θυμός του Κυρίου από εμέ. Ιδού όμως ότι εγώ έρχομαι εις αντιδικίαν προς σε· θα σε κρίνω, ακριβώς διότι συ αναιδώς ισχυρίζεσαι και διακηρύττεις· δεν έχω αμαρτήσει.

Ιερ. 2,36 Διατί τόσον με περιεφρόνησες, ώστε πολλές φορές να βαδίσης στους ειδωλολατρικούς σου δρόμους; Αλλά προλέγω· όπως κατησχύνθης από τους Αιγυπτίους, έτσι θα καταισχυνθής τώρα και από τους Ασσυρίους.

Ιερ. 2,37 Θα εξέλθης από την χώραν σου αυτήν νικημένος και αιχμάλωτος με τα χέρια σου επάνω στο κεφάλι σου, διότι ο Κύριος απέκρουσε και εματαίωσε την ελπίδα βοηθείας σου από ξένους λαούς. Δεν θα επιτύχης να λάβης καμμίαν βοήθειαν από αυτούς.

Μετάφραση Ιωάννης Κολιτσάρας. Από την ιστοσελίδα Ιεράς Μητρόπολης Γουμενίσσης, Αξιουπόλεως και Πολυκάστρου: http://www.imgap.gr/file1/AG-Pateres/AG%20KeimenoMetafrasi/PD/44.%20Ieremias.htm